Όλο μέλι μέλι κι από τηγανίτα… ψίχουλα

Η αθρόα προσέλευση του κοινού στις φετινές συναυλίες της Ορχήστρας των Κυκλάδων και του Δημήτρη Μπάση, στην Ερμούπολη, μας θύμισαν παλιές καλές εποχές, τότε που η πλατεία Μιαούλη ήταν πιο τακτικά γεμάτη κόσμο, χωρίς να μας κάνει εντύπωση. Τα τελευταία χρόνια, δυστυχώς αυτό έχει εξελιχθεί σε είδος προς εξαφάνιση και όταν πλέον συμβαίνει, αναρωτιόμαστε «ποιος φούρνος γκρεμίστηκε».

Έχουμε σκεφτεί τι μπορεί να έχει αλλάξει; Μήπως στο παρελθόν, είχαμε περισσότερες εκδηλώσεις; Αν το πούμε αυτό σήμερα, που όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, θα βρεις από κάτω κι ένα δρώμενο, θα μας πάρουν στο ψιλό. Ναι, αλλά τι έχει μεγαλύτερη σημασία; Ένα πολιτιστικό πρόγραμμα, πλούσιο και -κάποιες φορές τόσο μπουκωμένο που η μία παράλληλη εκδήλωση κάνει ζημιά στην άλλη- ή ένα πρόγραμμα με περισσότερες -ηχηρές- εκδηλώσεις που να απευθύνονται σε ένα ευρύτερο κοινό;

Από τη μια σκέφτεσαι ότι ο κόσμος μπορεί να κουράστηκε κι από την άλλη βλέπεις με πόση θέρμη αγκαλιάζονται αξιόλογες πολιτιστικές προτάσεις, όπως το αφιέρωμα στο μουσικό έργο του Μάνου Ελευθερίου, καθώς και σημαντικοί καλλιτέχνες όπως ο Δημήτρης Μπάσης, παρόλο που ο ίδιος έχει εμφανιστεί κι άλλες φορές στο νησί μας.

Εννοείται πως καθοριστικός παράγοντας για την επιτυχία αυτών των δύο συναυλιών υπήρξε η ελεύθερη είσοδος. Χωρίς εισιτήριο, ο κόσμος θα παρακινηθεί πιο εύκολα να βγει από το σπίτι του,  να πάρει μία μπύρα στο χέρι, να πει «στην υγειά μας, βρε παιδιά» και να ακούσει έναν ερμηνευτή live και όχι μέσα από την οθόνη της τηλεόρασής του.

Χωρίς, βέβαια, αυτό να είναι απόλυτο, γιατί στο παρελθόν συναυλίες μεγάλων ονομάτων, που διαδέχονταν η μία την άλλη στον Πολιτιστικό Χώρο «Μάνος Ελευθερίου», συγκέντρωναν αρκετό κόσμο.

Και δεν αναφερόμαστε μόνο σε περιπτώσεις εμπορικών καλλιτεχνών, αλλά και σε ερμηνευτές, τραγουδοποιούς ή συνθέτες που είτε δεν βλέπουμε συχνά, είτε χαιρόμαστε πάντα να απολαμβάνουμε επί σκηνής. Εκεί ναι… κάποιος θα πει «αξίζει να δώσω 14 και 15 ευρώ». Οπότε, το «δωρεάν» αποτελεί σίγουρα ένα συν, αλλά από μόνο του δε λέει και πολλά. Μπορεί κάθε βράδυ να έχεις στην πλατεία και από μία συναυλία μικρότερης εμβέλειας καλλιτεχνών, όμως αυτές μπορούν να σου φέρουν τον ίδιο κόσμο; Μπορούν να γεμίσουν την πλατεία με καρέκλες, τραπέζια και όρθιους θεατές;

Μην ξεχνάμε άλλωστε και την ανοιχτή συναυλία που είχε πραγματοποιηθεί πριν από δύο χρόνια, στο πλαίσιο του Συριανού Καρναβαλιού. Οι θεατές ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα. Αλλά και τότε, ψάχναμε να βρούμε δικαιολογίες για να το μαζέψουμε. «Είχε πολύ κρύο», «ο περισσότερος κόσμος έρχεται στη λήξη και όχι στην έναρξη», «ήταν ανάδρομος ο Ερμής». Ποιος ο λόγος να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας; Η πιο συμφέρουσα λύση για τον Δήμο ήταν ένα νεανικό συγκρότημα – όχι γνωστό τότε, γιατί τελευταία έχει κάνει και δυο επιτυχίες με εκατομμύρια views στο YouTube- που έπαιζε 80s και 90s τραγούδια.

Όπως και να ‘χει, ένα μεγάλο όνομα είναι πάντοτε «κράχτης», ανεξάρτητα από το είδος που υπηρετεί. Φέτος, έτυχε και οι δύο συναυλίες της πλατείας να είναι κατά βάση ποιοτικές και λίγο πιο «κλασικές»… Είδαμε όμως και την απήχηση που είχε η συναυλία των Onirama, η οποία ήταν πραγματικά διασκεδαστική. Το θέμα είναι πως σε ένα πολιτιστικό πρόγραμμα παίζει ρόλο τόσο η ποσότητα, όσο και η ποιότητα. Όταν ανακοινώνεται ένα πρόγραμμα με είκοσι χιλιάδες εκδηλώσεις και στην πορεία ακυρώνονται δυνατά χαρτιά όπως η συναυλία Ξαρχάκου-Αλεξίου στο λατομείο ή το Beer Festival στην Ποσειδωνία, όπου θα εμφανίζονταν ο Λάκης Παπαδόπουλος, ο Βαγγέλης Γερμανός και ο Λεωνίδας Μπαλάφας και δεν υπάρχουν –κατά κάποιον τρόπο- «καβάτζες», τότε υπάρχει σοβαρό πρόβλημα.

Δεν γίνεται να πορευόμαστε με μετρημένα κουκιά ή να περιμένουμε να εμφανιστεί εξ’ ουρανού μία ενδιαφέρουσα συναυλία όπως αυτή της μπάντας του Πολεμικού Ναυτικού για να γεμίσει κόσμο η πλατεία. Και μάλιστα αυτή να πραγματοποιείται παράλληλα με άλλες δέκα εκδηλώσεις.

Εκτός από την έλλειψη επαγγελματικών θεατρικών παραγωγών, αυτό το καλοκαίρι φάνηκαν πιο έντονα και οι ελλείψεις στο μουσικό μέρος του πολιτιστικού προγράμματος. Καλή η αυτοδιάθεση και η αγάπη που τρέφουν οι καλλιτέχνες προς τη Σύρο, αλλά ο Δήμος δεν θα πρέπει να βασίζεται μόνο σε αυτά. Εφόσον δεν μπορεί να βάλει το χέρι στην τσέπη, ας χτυπήσει δυο πόρτες  παραπάνω. Καλό το μέλι, αλλά ο κόσμος θα ήθελε να το συνοδεύσει και με μια τηγανίτα.

Διαβάστε ακόμα