Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

ΜΑΡΤΥΡΕΣ

  • Τρίτη, 29 Ιουνίου, 2021 - 06:22

Η νοοτροπία μας, που συντηρείται με την Ορθοδοξία, τιμά ιδιαίτερα τους μάρτυρες. Τόσο, που το θεωρεί αυτονόητο. Και δεν αφορά μόνο τη θρησκεία μας. Οι περισσότεροι ήρωές μας ήταν εκείνοι που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα μας. Στη νεότερη ιστορία μας τιμούμε το Ρήγα, τον Καραϊσκάκη, τον Ανδρούτσο, τον Μπότσαρη, τον Παπαφλέσσα κλπ που θυσιάστηκαν, ή τον Κολοκοτρώνη και άλλους που φυλακίσθηκαν για τον ίδιο σκοπό. Οι ήρωες που πέτυχαν επιζώντας, όπως ο Κανάρης, σπανίζουν. Η ιδιότητα του μάρτυρα μπορεί να θεωρηθεί ως μεταθανάτιος τίτλος, ως ανταμοιβή όσων θεωρούνται από τους μετέπειτα άξιοι της έννοιας, ανεξάρτητα από τυχόν ενέργειες του μάρτυρα, όσο αυτός ζούσε, να ελέγξει εκ των προτέρων το πώς θα τον θυμούνται τα μέλη της ομάδας στο μέλλον, την υστεροφημία του. Ως πρότυπο μάρτυρα θεωρείται ο μέγιστος όλων, ο ίδιος ο Ιησούς, που σταυρώθηκε για χάρη μας. Όμως αυτή η διαδεδομένη σε μας αντίληψη δεν είναι κοινή σε όλους τους Χριστιανούς. Οι διαμαρτυρόμενοι ιδιαίτερα τιμούν όχι αυτόν που πέθανε για την πίστη του, αλλά αυτόν που νίκησε στη ζωή. Αυτός που μαρτύρησε είναι αυτός που πέθανε για την κοινωνία. Οι προτεστάντες όμως τονίζουν την ατομική ευθύνη. Αν είναι να σωθεί κάποιος, θα σωθεί από τη δική του στάση, ακόμη και χωρίς τη θεία χάρη. Έχει αποδειχθεί ότι η προτεσταντική νοοτροπία είναι πιο αποτελεσματικό κίνητρο για προκοπή και δεν είναι τυχαίο που οι περισσότερο οικονομικά αναπτυγμένες χώρες στον κόσμο είναι κυρίως εκείνες όπου επικρατεί ο προτεσταντισμός.

Από πού κατάγεται όμως αυτή η υποσυνείδητη τοποθέτησή μας; Νομίζω πως προέρχεται από την αρχαιότητα, όταν κοινό έθιμο όλων των Ελλήνων ήταν η τιμή της ιερότητας των νεκρών. Οι τάφοι τους γίνονταν μνήματα, θέσεις δηλαδή προορισμένες όχι στο να ξεχαστεί ο νεκρός αφομοιούμενος με τη γη (χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν ἀπελεύσει), αλλά να μένει ζωντανός στη θύμηση των ζωντανών. Γιατί όμως τόση τιμή στους νεκρούς που πια σε τίποτε δεν μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους που μένουν; Κύριος λόγος είναι, νομίζω, το δέσιμο όλων με συγκεκριμένο τόπο, που τον θεωρούν πατρίδα τους. Δηλαδή οι πρώτοι οικιστές ενός τόπου ήταν εκείνοι που ξέφυγαν από τη μακρά περίοδο του κυνηγιού και της καρποσυλλογής και προχώρησαν στην καλλιέργεια της γης και στη βοσκή. Οι υπόλοιποι γύρω τους το εύρισκαν πιο βολικό να τεθούν περισσότερο ή λιγότερο στην υπηρεσία των πρώτων αυτών σοφών, για να επιβιώσουν. Και ο τόπος της ταφής αυτών των πρώτων ήταν ο αδιάψευστος τεκμηριωτής των δικαιωμάτων των απογόνων τους σ΄ αυτό τον τόπο. Η υπεράσπιση της πατρίδας, έγινε η ιερότερη υποχρέωση κάθε πολίτη. Ο Έκτορας, Τρώος, αλλά σε όλα, κατά τον Όμηρο, με ίδια έθιμα όπως οι Αργείοι, αναφωνεί όταν τον αποτρέπουν από το να βγει να πολεμήσει: "Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης." Και αργότερα οι Αθηναίοι στη Σαλαμίνα πολεμούν, μαζί με την πατρίδα, τα παιδιά, τις γυναίκες, τα ιερά των πατρώων θεών, και για τους τάφους (τις θήκες) των προγόνων. Ίσως συνέχεια αυτής της πανελλήνιας στάσης είναι η ιερή λατρεία των μαρτύρων.

Ήδη η κοινωνία έχει προχωρήσει. Η κυριότητα της γης δεν είναι πια η απόλυτα ζωτική εξασφάλιση των ανθρώπων. Από τον καιρό της Γαλλικής επανάστασης, η ζυγαριά έγειρε από την ιδιοκτησία της γης με την αίσθηση της ακινησίας και της αιωνιότητας, στο κινητό εμπόριο, την αστική οικονομία, και στις τράπεζες. Και αυτά αποδείχθηκαν ισχυρότερα. Μια ιερότητα όμως πολλών χιλιάδων ετών δεν υποχωρεί εύκολα από το κοινωνικό υποσυνείδητο, που μεταδίδεται ανώνυμα από γενιά σε γενιά. Εξάλλου, η οικονομική επιτυχία έχει σωρεύσει πλήθος από δεινά στην κοινωνία, που στηρίζονται στην ανισότητα στην οποίαν οδηγεί. Σαν άτομα στη σύγχρονη κοινωνία, τι μπορούμε να κάνουμε άραγε; Και μάλιστα χωρίς να απαρνηθούμε την ταυτότητά μας με τα προαιώνια έθιμά μας;

Το κυνήγι της αριστείας είναι το κλειδί της επιτυχίας στον κυρίαρχο κόσμο, που, σχεδόν συμπίπτει με αυτό που θεώρησα παραπάνω προτεσταντική νοοτροπία. Η αριστεία δεν παραμελήθηκε στους προγόνους μας. Αντίθετα, θαυμαζόταν, ιδιαίτερα με το πρότυπο των ιερών Ολυμπιακών αγώνων. Εκεί διαμορφώθηκαν τα δύο κύρια είδη αγώνα: η άμιλλα στο στίβο, όπου καθένας αγωνίζεται για να γίνει καλύτερος από τους άλλους και ο ανταγωνισμός στην παλαίστρα, όπου καθένας αγωνίζεται για να αποδείξει τον άλλον κατώτερο από τον ίδιο. Στην άμιλλα υπάρχει ένας νικητής, ο πρώτος, έστω και αν αγωνίζεται μόνος του, αλλά δεν υπάρχουν ηττημένοι. Στον ανταγωνισμό νίκη του ενός από δύο είναι η ήττα του άλλου. Το κοινό και στα δύο είδη αγώνα είναι τούτο: Αριστεία. Και αυτή δεν σημαίνει αναγκαστικά να γίνεσαι καλύτερος από τους άλλους, αλλά να γίνεσαι διαρκώς καλύτερος από αυτό που είσαι σήμερα. Είναι αγώνας εναντίον του εαυτού σου για τον εαυτό σου.

Τι θα πει καλύτερος; Από την άποψη του αισθητού Εγώ σημαίνει να επικρατείς πάνω στο περιβάλλον σου, άζωο και ένζωο. Να είσαι ισχυρότερος. Σε κρατικό επίπεδο σημαίνει να έχεις υπεροπλία. Όπως η Γαλλία στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με σκοπό να γίνεις ιδιοκτήτης, να έχεις, κάθε τι όποτε το χρειασθείς, να το καταναλώσεις, να το πουλήσεις ή και να το καταστρέψεις. Από την άποψη του κοινωνικού Εγώ σημαίνει να επιβάλλεις τη θέλησή σου στο έλλογο περιβάλλον σου. Σημαίνει εξουσία. Και επειδή είσαι μέλος αυτού του έλλογου περιβάλλοντος, σημαίνει να αγωνίζεσαι για την πρόοδο ολόκληρης της κοινωνίας σου. Σε κρατικό επίπεδο σημαίνει την οικονομική κυριαρχία. Όπως η Γερμανία στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την άποψη του νοητού Εγώ, η θέση του αισθητού τείνει προς τον εγωισμό, η άποψη του κοινωνικού προς τον αλτρουϊσμό ή την ηγεμονία. Από αμιγώς νοητή άποψη, καλύτερος σημαίνει διαρκή σύγκριση του εαυτού σου με τον προηγούμενο εαυτό σου, αλλά και σκόπευση σε έναν εαυτό καλύτερο από αυτόν που είσαι τώρα. "Ἄμμες δὲ γ’ ἐσόμεθα πολλῶ κάρρονες". Αυτή είναι μια γνήσια Ελληνική στάση. Δεν αρνείται την τιμή στους μάρτυρες, αλλά δεν πρέπει να είναι επιδίωξή της. Επιζητεί τη διαρκή βελτίωση καθενός, έτσι που να γίνεται διαρκώς πιο πολύτιμος για τους άλλους, αλλά δεν είναι σκοπός του η κυριαρχία πάνω τους. Αυτός ο αγώνας καθαυτόν μπορεί καλύτερα από κάθε άλλον να συμβάλει στην επίτευξη της ευδαιμονίας, του Ελληνικού ιδανικού, κι αυτό διότι δεν σκοντάφτει στην ανταγωνιστική βούληση των άλλων, από τους οποίους, άλλωστε αμοιβαία εξαρτιόμαστε.

 

Διαβάστε ακόμα