Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Καλύτερα ή χειρότερα;

  • Τρίτη, 23 Νοεμβρίου, 2021 - 06:34

Αφορμήθηκα από τα σχόλια κάποιου για την εξέλιξη της γλώσσας. Διαπιστώνει με τη λογική ότι η γλώσσα μας διαρκώς εκφυλίζεται. Είναι έτσι;

Καθημερινά διαπιστώνομε, ακόμη και επίσημες εκπομπές και έγγραφα, το πλήθος των λαθών γραμματικών και συντακτικών που γίνονται στην ομιλία μας. Ε, όχι, τέτοια λάθη δεν γίνονταν στο παρελθόν. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τη δική μας γλώσσα, αλλά για όλες τις γλώσσες του κόσμου και παντού υπάρχουν εκείνοι που παραπονιόνται για την εκφύλιση της γλώσσας τους. Μα συγκρίνεται η λαλιά μας με εκείνη του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα, του Δημοσθένη, του Ομήρου; Ντροπή! Αρκετοί μάλιστα τοποθετούν την έναρξη της γλωσσικής εκφύλισής μας όταν το δίδυμο Καραμανλή-Ράλλη καθιέρωσε τη δημοτική και άλλοι όταν επί Ανδρέα Παπανδρέου καθιερώθηκε η μονοτονική γραφή.

Αν ισχύει η παραπάνω υπόθεση, καταλήγομε πως πριν από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι μιλούσαν μια τέλεια γλώσσα που, με το χρόνο εκφυλίστηκε στα χάλια που έχει σήμερα. Πριν από λίγες δεκαετίες είχα διαβάσει στο The Sciences (δεν εκδίδεται πια και, λυπάμαι, δεν έχω συγκρατήσει ονόματα συγγραφέων ή άλλα στοιχεία), δυο σημαντικές, ανεξάρτητες μελέτες. Στη μια οι ερευνητές συνέκριναν όλες τις ομιλούμενες σήμερα γλώσσες (μερικές χιλιάδες) και βρήκαν ότι έχουν γύρω στις 300 κοινές ρίζες. Για παράδειγμα, σε όλες σχεδόν τις γλώσσες του κόσμου η μητέρα λέγεται "ΜΑ". Αναζήτησαν στη συνέχεια και βρήκαν σε μια ζούγκλα στην Αφρική μια πρωτόγονη φυλή που ελάχιστα είχε έλθει σε επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο. Διαπίστωσαν ότι το λεξιλόγιό τους αποτελούνταν περίπου από τις ρίζες που είχαν επισημάνει. Με αυτό το λεξιλόγιο μπορούσαν άνετα να συνεννοούνται μαζί τους στα βασικά ζητήματα. Η άλλη μελέτη είχε διεξαχθεί από μια ερευνήτρια που βρήκε σε μια ζούγκλα στο Κογκό μια φυλή από γορίλες. Κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη και την ανοχή τους χωρίς να την πειράζουν και έζησε στην ομάδα τους αρκετά για να καταγράψει σε κασετόφωνο τις φωνές τους. Διαπίστωσε περί τις 80 διαφορετικές φωνές που εξέφραζαν αντίστοιχες έννοιες. Η διαφορά στη γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ των γοριλών και του σοφού ανθρώπου (Homo sapiens) μοιάζει να είναι ποσοτική μάλλον παρά ποιοτική. Έκτοτε οι σύγχρονες γλώσσες εξελίχτηκαν να εκφράζουν με τις λέξεις τους εκατομμύρια διαφορετικές έννοιες. Δε μου θυμίζει πολύ "εκφύλιση" μια τέτοια εξέλιξη.

Ο θρήνος για την κατάντια της γλώσσας άρχισε από πολλούς αιώνες πιο μπροστά. Αντιγράφω από τον John Angelopoulos: "Έχει καταγραφεί στα πρακτικά της διάσημης γλωσσαμυντορικής Γαλλικής Ακαδημίας τον Νοέμβριο του 1843, η περίφημη διαμάχη μεταξύ του Victor Cousin και του Victor Hugo στην οποία ο πρώτος ισχυρίστηκε μάλιστα κάποια στιγμή ότι ήξερε πότε ακριβώς ξεκίνησε η διαφθορά της γαλλικής γλώσσας: το 1789 (Γαλλική επανάσταση), για να απαντήσει ο Ουγκώ: μπορείτε να μας πείτε και την ακριβή ώρα, παρακαλώ;"

Όμως το φαινόμενο δεν αφορά μόνο τη γλώσσα. Σε όλα τα θέματα, κάποτε στο παρελθόν βρίσκονται τα "παλιά, καλά χρόνια". Τι μας κάνει να πιστεύουμε πως παλιά όλα ήταν καλύτερα;

Ο παππούς μου γέννησε 10 παιδιά. Απ΄ αυτά τα 5 μόνο ξεπέρασαν την παιδική ηλικία. Ο πατέρας μου γέννησε δύο. Και τα δυο πέρασαν τα 80 χρόνια. Δεν υπάρχει καμιά αντίρρηση ότι το προσδόκιμο επιβίωσης (πρόβλεψη ηλικίας θανάτου τη μέρα που γεννιέται κάποιος αν η θνησιμότητα σε κάθε ηλικία συνεχίσει να είναι αυτή που ισχύει τη μέρα της γέννησής του) έχει παραταθεί πρωτοφανώς, ενώ σε όλο τον πλανήτη έχουν καταπολεμηθεί η παιδική θνησιμότητα, οι λιμοί, λοιμοί και ο αναλφαβητισμός (Norberg). Δε μου φαίνονται έτσι καλύτερα τα χρόνια τα παλιά. Όμως εγώ θυμάμαι τα ευτυχισμένα παιδικά μου χρόνια. Ήταν όμως πραγματικά ευτυχισμένα; Αν αναπολήσω με όσο γίνεται μεγαλύτερη ειλικρίνεια, θα θυμηθώ ότι ήταν όντως ξένοιαστα, πιο ξένοιαστα από σήμερα. Όμως έκλαιγα πολύ πιο συχνά από όσο κλαίω τώρα! Ωραιοποιώ λοιπόν το παρελθόν, συγκρατώ στη μνήμη μου αυτόματα περισσότερο τις ευχάριστες παρά τις δυσάρεστες στιγμές, τα ωραία παρά τα άσχημα, τα καλά παρά τα κακά. Μήπως λοιπόν αυτό που χειροτερεύει δεν είναι ο αντικειμενικός κόσμος γύρω μας, αλλά το υποκειμενικό αίσθημα τις ευδαιμονίας μας;

Η ευδαιμονία μας στηρίζεται στην επιτυχή επιδίωξη του σκοπού που μόνοι μας διαμορφώνομε καθένας μέσα μας. Η σύγχρονη κοινωνία, με την ιλιγγιώδη επιστημονική κυρίως πρόοδό της έχει αυξήσει στο έπακρο τη δυνατότητα να πετυχαίνουμε τους σκοπούς μας. Παράλληλα με τα ποικίλα μέσα πληροφόρησης που, θέμε-δε-θέμε μας επιβάλλονται, έχει αυξήσει τεράστια το βεληνεκές των σκοπών μας. Οσοδήποτε κι αν διευκολυνόμαστε λοιπόν να κάνουμε οτιδήποτε, αν θέλουμε διαρκώς περισσότερα παρά ποτέ άλλοτε, ε, τότε δεν μπορούμε να ευδαιμονούμε. Αυτή είναι μια υποκειμενική όψη που μας διδάσκει να θέλουμε όσο γίνεται λιγότερα, μια άποψη που συγγενεύει με εκείνη των κυνικών, των Στωικών, των Ανατολικών θρησκειών κλπ. Μήπως υπάρχει όμως και αντικειμενική όψη του ζητήματος;

Η πλανητική βελτίωση των αντικειμενικών στοιχείων που ανέφερα στηρίχτηκε πολύ στην επικράτηση της "φιλελεύθερης" οικονομίας και της γιγαντωμένης τεχνολογίας που τη συνοδεύει. Όμως αυτά είχαν τίμημα. Κι αυτό ήταν η διαρκώς αυξανόμενη ανισότητα. Κι η ανισότητα, διαπιστώνει ο Wilkinson, σχετίζεται γραμμικά με πολλαπλά δεινά, όπως είναι το προσδόκιμο επιβίωσης, οι επιδόσεις στα μαθηματικά και γράμματα, η παιδική θνησιμότητα, οι ανθρωποκτονίες, ο αριθμός των φυλακισμένων, οι γεννήσεις από ανήλικα κορίτσια, το αίσθημα εμπιστοσύνης, η παχυσαρκία, τα ψυχικά νοσήματα συμπεριλαμβάνοντας τη χρήση εθιστικών φαρμάκων και οινοπνεύματος.

Το άλλο αντικειμενικό τίμημα της "προόδου" αφορά το ότι η τεχνολογία έχει φθάσει στο σημείο να μπορεί να αφανίσει τη ζωή πάνω στον πλανήτη. Αυτή την απειλή υποσυνείδητα τη βιώνομε, μας επηρεάζει, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Πώς νάμαστε ευδαίμονες;

Για να επανέλθω εκεί από όπου ξεκίνησα, η πρότυπη ποιότητα μιας γλώσσας κρίνεται από τη δυνατότητά της να μεταφέρει νοήματα από τον ένα στον άλλον. Επομένως, η γλώσσα μας θα μπορούσε να βελτιωθεί, αν η έμφαση κατά τη διδασκαλία της εκτραπεί από την ορθογραφία, που αφορά αποκλειστικά το γραπτό λόγο, στο συντακτικό, τη δομή γενικότερα της γλώσσας που αφορά τόσο τον προφορικό όσο και το γραπτό λόγο. Ως προς το πρώτο, η φωνητική γραφή, όπως μας την παρέδωσε π.χ. ο Γιάνης Βηλαράς, είναι μια λύση. Ως προς το δεύτερο, η εξοικείωση με τους μεγάλους δημιουργούς μας από τους σύγχρονους ως τον Παπαδιαμάντη, το Βυζαντινό λόγο, τους Ευαγγελιστές, τους κλασικούς και τελικά τον Όμηρο, μου φαίνεται η σωστή λύση.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Διαβάστε ακόμα