Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Ουχωρία και μαμούνι

  • Τρίτη, 15 Μαρτίου, 2022 - 06:22

Ζω στην Ουχωρία, μια χώρα που δεν υπάρχει. Την κυβερνούσαν μεγάλοι άρχοντες. Ένας έλεγε πως ήταν ο Ήλιος, αυτός ήταν η Ουχωρία, έλεγε. Τον διαδέχθηκαν άλλοι με τα ίδια μυαλά. Η Ουχωρία δημιούργησε πολλές ομορφιές που ακόμη τις θαυμάζομε. Στηριζόταν όμως στον ώμο όλου του κόσμου. Και τότε, εμφανίσθηκαν κάποιοι σοφοί, σαν και μένα, που άρχισαν να διαδίδουν σε όλο τον κόσμο πως δεν είναι σωστό να μας πλάθει ο Πλάστης ελεύθερους κι όλοι να είμαστε σιδηροδέσμιοι, να κρατάμε στον ώμο μας την Ουχωρία του Μεγάλου Άρχοντα. Οι τέσσερις (συνήθως έξι) κρατάνε στον ώμο τους τα φέρετρα. Έτσι σε φέρετρο πρέπει να κρατάνε και το Μεγάλο Άρχοντα. Ξεσηκώθηκαν. Έστησαν μια σπουδαία μηχανή, τη λαιμητόμο, Ελληνικά καρμανιόλα, και άρχισαν να ξεχωρίζουν τα κεφάλια από τα κορμιά τους. Έτσι ξεχώρισαν ένα όμορφο κεφάλι για να το σώσουν από το ωραίο κορμί του που συνιστούσε στους πιστούς της υπηκόους να μην τρώνε ψωμί, αλλά παντεσπάνι. Κάπως έτσι ένας ευγενικός κύριος ξεχώρισε πολύ αργότερα κάτι όμορφα ανάγλυφα από το ναό τους για να τα σώσει. Τέλος πάντων, χύθηκε άφθονο αίμα τότε, πολλά κεφάλια έμειναν άκορμα, ακόμη και το κεφάλι του αρχηγού της αναστάτωσης. Η ιστορία αυτή επαναλήφθηκε σε πολλά μέρη, διότι η Ουχωρία είναι πουθενά και παντού.

Όλα άλλαξαν λοιπόν στην Ουχωρία. Ο Ένας Άρχοντας εξαφανίσθηκε και τη θέση του την πήραν λίγοι εκλεκτοί, καλά εκπαιδευμένοι, έξυπνοι, προπάντων πλούσιοι. Και η πρόοδος της Ουχωρίας συνεχίσθηκε. Οικοδόμησε ένα υπέροχο κάστρο, όπου τα πάντα έλαμπαν από ομορφιά. Από τον εσμό των εκλεκτών κυβερνούσαν τον τόπο εκείνοι που επέλεγαν οι πολλοί. Μόνο που το οικοδόμημα το στήριζαν στον ώμο τους πάλι οι πολλοί, που εξακολουθούσαν να πεινάνε, να κρυώνουν, να κοιμούνται σε τρώγλες δίπλα στα παλάτια των εκλεκτών. Κι ας ήταν αυτοί που διάλεγαν ποιος από τους εκλεκτούς θα τους όριζε που να σταθούν για να στηρίζουν το οικοδόμημα. Τότε εμφανίσθηκε το Μαμούνι.

Το Μαμούνι άρχισε να ροκανίζει τα θεμέλια του μεγάλου οικοδομήματος των εκλεκτών. Είχε αρκετούς οπαδούς. Το σύστημα των εκλεκτών αντέδρασε περίφημα. Διόρισε οπαδούς του να το κυνηγούν. Εγώ τότε υπηρετούσα τη θητεία μου. Ήμουν κρυπτομαμουνιστής, αλλά με διόρισαν υπεύθυνο στο Γραφείο Διώξεως των επικίνδυνων, καταραμένων μαμουνιστών. Τι νάκανα; Αν αντιδρούσα, διότι η εργασία που έκανα ήταν αντίθετη με τη συνείδησή μου, αφενός θα με περίμενε ο χωρισμός της κεφαλής από το σώμα μου που θα έκλαιγε με αίμα χωρίς δάκρυα που θάχαν μείνει στο κεφάλι μου, και αφετέρου θα διοριζόταν άλλος στη θέση μου να εκτελεί τις εντολές των εκλεκτών. Μόνο που τώρα κινδύνευα διπλά, και από τους εκλεκτούς, ως μαμουνιστής, και από τους μαμουνιστές ως διώκτης τους. Κάποια στιγμή εμφανίσθηκε ένα μαμούνι από ένα κυπαρίσσι. Οι εκλεκτοί αντέδρασαν με το στρατό. Τι μας νοιάζει, είπαν οι μαμουνιστές, οι στρατιώτες είναι όπως εμείς. Την πάτησαν, όπως κάθε άπειρος περί τη διοίκηση. Ο στρατευμένος ενεργεί όχι όπως του επιτάσσει η συνείδησή του, αλλά όπως τον διατάζει ο επικεφαλής του. Η Κυπαρισσινή Μαμούνα πνίγηκε στο αίμα.

Κάπως έτσι έγινε στη μητρική Ουχωρία του σύγχρονου κόσμου. Αλλού το Μαμούνι επικράτησε. Υιοθέτησε τις μεθόδους των εκλεκτών για να μην ξανακάνει το ίδιο λάθος. Επέβαλε, θέλαν-δε-θέλαν, όλοι οι άνθρωποι να είναι ελεύθεροι και ούτε να πεινάνε ούτε να κρυώνουν. Για όποιον διαμαρτυρόταν καραδοκούσε η καρμανιόλα ή, εναλλακτικά, το φρενοκομείο για να μάθει να είναι όπως όλοι. Όλοι ήταν ελεύθεροι και χορτάτοι. Πού βρίσκεται το λάθος;

Το οικοδόμημα δεν το στηρίζουν οι πολλοί ούτε βέβαια οι λίγοι ή ένας Άτλαντας. Οικοδόμημα είναι το σύνολο αυτών των ίδιων. " νδρες γρ πόλις, κα ο τείχη οδέ νες νδρν κεναί" (Θουκυδίδης). Οι πρόγονοί μας τα είδαν πρώτοι, κανένας όμως στην ολότητά τους. Καταρχήν, η κοινωνία στηρίζεται στην ψυχολογία των πολιτών της. Η ύπαρξή τους είναι τρισυπόστατη. Το σωματικό Εγώ καθενός είναι αντιληπτό από το σύμπαν· το κοινωνικό από τον έλλογο περίγυρό του, την κοινωνία· και το νοητό μόνο από αυτό το ίδιο. Στο σωματικό μου ωράριο απολαμβάνω τις ομορφιές του τραπεζιού και του κρεβατιού μου με την αγαπημένη μου. Στο νοητό ωράριό μου κάνω ό,τι θέλω όπου θέλω, με μόνο περιορισμό να μην εμποδίζω τους άλλους να κάνουν κι αυτοί ό,τι επιθυμούν. Και στο κοινωνικό, ό,τι μου επιτάσσει ο ρόλος μου. Δηλαδή, αλλιώς συμπεριφέρομαι σε διαφορετικά ωράρια στη ζωή μου. Έπειτα έρχεται αυτό που πρόσεξε ο μεγάλος ιστορικός του Πελοποννησιακού πολέμου. Δύσκολο να το χωνέψουν οι εκλεκτοί. Χρειάζεται πολλά χρόνια για να το ενστερνισθεί ο κόσμος. Άρχισε με ένα δημοψήφισμα από το βασιλιά στο Άργος για να δεχθεί τις Ικέτιδες, που ο ερχομός τους θα έφερνε βία σε όλη την πόλη. Και εξελίχθηκε σιγά σιγά διαμέσου προσωπικοτήτων όπως ο Σόλων, ο Κλεισθένης, ο Περικλής. Δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί. Η βία των πολέμων ανέκοψε την πορεία της ολοκλήρωσης. Το σύστημα στήθηκε σωστά και στηρίχθηκε στη σοφή υπεύθυνη έκφραση της βούλησης του συνόλου διαμέσου δημοψηφισμάτων (εκκλησίας του δήμου) και κληρωμένων, όχι εκλεγμένων, εκπροσώπων όλων των πολιτών (βουλή). Όμως δεν περιέλαβε γυναίκες, μετοίκους, δούλους. Στη διάρκεια του πολέμου οι δούλοι επαναστάτησαν και στα δύο στρατόπεδα. Σ΄ αυτό το σημείο όμως οι αντίπαλοι ήταν σύμφωνοι. Κανένας τους δεν στήριξε την εξέγερση των δούλων του αντιπάλου.

Πάλι ψυχολογικά, το λάθος υπάρχει στην αντίληψη πως υπάρχουν φύσει εκλεκτοί και μη. Μόνο που οι "φύσει" παρακατιανοί, είναι εκείνοι που το σύστημα τούς εμπόδισε να γίνουν κι αυτοί εκλεκτοί. Και στη δοξασία πως καλύτερα ένας σοφός παρά μέγα τυχαίο πλήθος. Κι αυτό το είχαν προσέξει. "Δε κύριον εναι μλλον τ πλθος ή τος ρίστους...τος γρ πολλος, ν καστος ο σπουδαος ανρ μως νδέχεται συνελθόντες εναι βελτίους κείνων οχ ς καστον λλ' ς σύμπαντας" (Αριστοτέλης). Το πλήθος πρέπει να έχει κυρίαρχη εξουσία διότι οι πολλοί, αν και ξεχωριστά ο καθένας τους δεν είναι σπουδαίος άνδρας, ενδέχεται, όταν συγκεντρωθούν, να είναι καλύτεροι από τον άριστο, όχι βέβαια ο καθένας χωριστά, αλλά ως σύνολο. Κάθε τυχαίος μπορεί να είναι καλύτερος από τους άλλους σε συγκεκριμένο τομέα. Συμφωνεί ο σοφότερος των σύγχρονων ιστορικών μας: "…τὸ ἂδηλον εἶναι πολλάκις μυστηριῶδὲς τι προαίσθημα τῶν πολλῶν μᾶλλον ἢ ἐπιστημονική διάγνωσις τῶν ολίγων. Ὃθεν ὃλως ἂπορον δὲν εἶναι ὃτι τὸ πάλαι ὁ λαὸς ἀνεδείχθη σοφώτερος τῶν διδασκάλων αὐτοῦ" (Παπαρρηγόπουλος).

 

 

 

 

Διαβάστε ακόμα