Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Εμείς και οι Ξένοι

  • Τρίτη, 16 Μαΐου, 2023 - 06:22

Πριν από λίγο καιρό έπεσε στην αντίληψή μου ένας κατάλογος 100 ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής, σαν κι αυτές που τίθενται στους ξένους που ζητούν να πάρουν την Ελληνική ιθαγένεια. Τον είχε ένθετο μια Κυριακάτικη εφημερίδα. Οι περισσότερες ήταν πολύ εύκολες, όπως: "Τι προηγήθηκε, ο Πελοποννησιακός πόλεμος ή η Εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου;" Από περιέργεια διάβασα τη δοκιμασία. Απάντησα σωστά στις 97 από τις 100 ερωτήσεις. Το σοκ μου ήταν όταν μια Ελληνίδα περίπου 35 ετών απάντησε ορθά μόνο στις μισές περίπου. Η οικιακή βοηθός μου που είχε κάνει αίτηση για Ελληνική ιθαγένεια, την πήρε, αν και δεν ξέρω σε πόσες ιστορικές απαντήσεις είχε απαντήσει. Πόσο έχει πέσει το επίπεδο της Ελληνομάθειας στα σχολεία μας από τότε που τέλειωσα εγώ το Γυμνάσιο (σημερινό Λύκειο); Ακούω πως μπαίνουν στα ΑΕΙ με "αντικειμενικές" εξετάσεις μαθητές που πήραν βαθμούς πολύ κάτω από τη θεωρητική βάση, το 10. Η αλήθεια είναι ότι πολλά από όσα ξέρω σήμερα τα έμαθα μετά το πέρας της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσής μου. Πόσο Έλληνες είμαστε εμείς και πόσο οι αλλοδαποί που, με την πιστοποίηση των εξετάσεων, είναι πια Έλληνες ιθαγενείς;

Προ ημερών παρευρέθηκα στην τελετή για απονομή της ιθαγένειας σε ένα Γερμανό, τον Hans Eideneier. Ο άνθρωπος αυτός μιλούσε άπταιστα Ελληνικά, με ανεπαίσθητα ξενική προφορά. Όπως είπε στην ομιλία του, το "Ελληνογίγνεσθαί" του άρχισε σε εφηβική ηλικία και συνεχίστηκε, ώσπου σπούδασε φιλολογία και μετεκπαιδεύτηκε στην Ελλάδα. Έγινε καθηγητής Βυζαντινής και Νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, βοήθησε πλήθος Ελλήνων που πήγαν κοντά του για τη δική τους μετεκπαίδευση. Τα σημαντικά του όμως είναι, νομίζω, όχι τόσο η Ελληνομάθειά του, όσο το γεγονός ότι συνέζησε με παρέες νέων Ελλήνων, ότι ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε μια Ελληνίδα φιλόλογο, το ότι δεν έπαψε να μελετά την Ελληνική, ιδιαίτερα γλωσσική, παράδοση, το ότι διέδωσε την Ελληνική παιδεία στη Γερμανία με κάθε μέσο που διέθετε, ακόμη και την προσωπική του περιουσία, το ότι συναναστράφηκε τους Έλληνες φίλους του με θαυμάσιο χιούμορ, το ότι είδε συγκλονισμένος επιτόπου τα εγκλήματα που είχαν κάνει στα Ελληνικά χωριά οι ναζί συμπατριώτες του στον πόλεμο και τόσα άλλα.

Η ιστορία λέει πως υπάρχει μια μακρά εχθρότητα των Γερμανών προς τους Έλληνες, ξεκινώντας από τα χρόνια του Μεσαίωνα όταν πίεζαν περισσότερο από άλλους τον Πάπα σε αδιαλλαξία με την Ανατολική εκκλησία, ως τους δυο παγκόσμιους πολέμους, όπου βρεθήκαμε σε αντίπαλα στρατόπεδα, με τις γνωστές θηριωδίες τους στον τελευταίο πόλεμο. Από την άλλη, αυτό δεν μας επιτρέπει να ξεχνάμε το θαυμασμό πολλών για τους προγόνους μας, μεγαλύτερο ίσως από κάθε άλλου λαού. Σοφοί τους παλιά άλλαζαν τα ονόματά τους για να τα κάνουν Ελληνοφανή, όπως ο Schwartzerdt αυτοονομάστηκε Μελάγχθων, ενώ μεγάλο πλήθος επιφανών Γερμανών σοφών στήριξαν τον αγώνα για την ελευθερία μας στην Επανάσταση του 1821. Φυσικά, υπήρξαν και ισχυροί αντιρρησίες, όπως ο J. P. Fallmerayer που προσπάθησε να αποδείξει ότι δεν είμαστε γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων προγόνων μας. Τον αντέκρουσαν πολλοί Έλληνες σοφοί, όπως ο Κ. Παπαρρηγόπουλος δείχνοντας τη συνέχειά μας στη βάση ιστορικών τεκμηρίων, ο Ν. Γ. Πολίτης που έδειξε τη συνέχεια στη γλώσσα μας στη βάση της αβίαστης προφορικής παράδοσης των δημοτικών τραγουδιών μας κ.ά.

Και στο παρελθόν, όπως έχω γράψει, αλλά και με τα πρόσφατα περιστατικά που ανέφερα, με απασχόλησε το ερώτημα ποιος είναι Έλληνας. Προσοχή δεν λέω φιλέλληνας, όπως ήταν ο μεγάλος Lord Byron, αλλά Έλληνας.

Ο προδότης Δημάρατος λέει ότι οι Έλληνες έχουν το "Ὁμόηθες, ὁμόθρησκον, ὃμαιμον, ὁμόγλωσσον" (Ηρόδοτος). Τον αντικρούει όμως ο Αθηναίος Ισοκράτης: "Τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι καὶ μᾶλλον Ἓλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας". Δεν είναι το όμαιμο (γένος, κοινή φύση) που καθορίζει τον Έλληνα, αλλά όσους μετέχουν στη δική μας παίδευση, που σημαίνει κυρίως το "ομόηθες" και "ομόγλωσσο", Δε γράφω "ομόθρησκο", αφού εμείς σήμερα δεν έχομε την ίδια θρησκεία με τους προγόνους μας, έστω και αν στην Ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχουν ενσωματωθεί πολλά στοιχεία από την αρχαία παράδοση. Πόσο ισχύουν τα παραπάνω;

Το να αισθάνεσαι Έλληνας δεν είναι θέμα μόνο γνωστικό, ιδίως η γλώσσα που διδάσκεται. Είναι το πώς αισθάνεται καθένας και πώς, αντίστοιχα, συμπεριφέρεται. Η αβίαστη μυθολογική παράδοσή μας αναφέρει ότι από τους μυθικούς προπάτορές μας, ο Έλληνας του Δευκαλίωνα καταγόταν από τον Ιαπετό (Ιάφεθ), από το Αραράτ, ο Πέλοψ του Ταντάλου ήταν από τον Καύκασο, ο Κάδμος του Αγήνορα από τη Φοινίκη (Συρία), ο Λυγκέας στο Άργος από την Αίγυπτο κλπ. Όλοι αυτοί ενσωματώθηκαν στους ανώνυμους κατοίκους αυτής της γης που ονομάζεται Ελλάδα. Και γι΄ αυτούς και για μας σήμερα ήταν οι πρόγονοί μας κι εμείς είμαστε περήφανοι. Στη συνέχεια κατέκλεισαν την Ελλάδα ποικιλία "βαρβάρων", Γαλάτες, Γότθοι, Σλάβοι, Φράγκοι, Τούρκοι και δεν ξέρω πόσοι άλλοι. Και όλοι αυτοί ενσωματώθηκαν με τον Ελληνικό κορμό μετέχοντας Ισοκρατικά στην Ελληνική παιδεία. Το φαινόμενο δεν είναι μοναδικό. Το Αμερικανικό έθνος αποτελείται από πανσπερμία μεταναστών, που μάλιστα δεν αφομοιώθηκαν με του ντόπιους ιθαγενείς.

Προσπαθώντας να εξειδικεύσω τον ορισμό του Ισοκράτη, θεώρησα Έλληνα όποιον αισθάνεται και συμπεριφέρεται ως Έλληνας στους τρεις νοητούς μας τομείς, γνωστικό, βουλητικό, συναισθηματικό. Γνωστικό, επικοινωνώντας άνετα με τους συνέλληνές του, παρόντες, παρελθόντες και μέλλοντες, στην Ελληνική γλώσσα. Βουλητικό, διαθέτοντας μέρος τη ζωής του (θητεία) στην απόλυτη υπηρεσία του έθνους μας και μετέχοντας στη λήψη αποφάσεων για την πορεία μας. Και συναισθηματικά, υπερηφανευόμενος για ό,τι είμαστε και δείχνοντάς το, αλλά και καταισχυνόμενος για ό,τι επονείδιστο έχουν κάνει οι συνέλληνές μας, έτοιμος να αποκαταστήσει ή αποζημιώσει ανάλογα.

Για να ενσωματωθούν όλοι αυτοί οι αλλοδαποί στην κοινωνίας μας, αναγκαία, όχι επαρκής ίσως, συνθήκη είναι να τους δεχτούμε εμείς. Ο γνωστικός παράγοντας είναι ο πιο εύκολος. Πέρα από αυτόν όμως, ιδίως στην παιδική ηλικία, απαραίτητη είναι η ακώλυτη συναναστροφή με τα ντόπια παιδιά. Αυτό σημαίνει ότι π.χ. όλα τα παιδιά παίζουν μαζί, αθλούνται μαζί σε ομαδικά ιδίως παιχνίδια, μετέχουν σε κοινές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, χορούς, χορωδίες, εικαστικές εκθέσεις, σε κοινές διασκεδάσεις, αναγνώριση των ιδιαίτερων ικανοτήτων τους με τις αντίστοιχες τιμές κλπ. Η άρνηση σε μια περίπτωση να γίνει σημαιοφόρος ο καλύτερος μαθητής του σχολείου, διότι ήταν αλλοδαπός, ήταν ό,τι χρειαζόταν για να γίνει αυτός ανθέλληνας!

Hans, καλώς όρισες στο έθνος μας των Ελλήνων.

Διαβάστε ακόμα