Με την απειλή βόμβας ξεκίνησε η δίκη για το Sea Diamond

Δύο ζωές και ένα κουφάρι

Δύο ζωές και ένα κουφάρι

Επεισοδιακή ήταν εχθές η έναρξη της δίκης, στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά, του ναυαγίου του κρουαζιερόπλοιου «Sea Diamond», που σημειώθηκε τον Απρίλιο του 2007 στην Καλντέρα της Σαντορίνης, μέσα στο λιμάνι του Αθηνιού.

Από το ξεκίνημα της πρώτης ημέρας της ακροαματικής διαδικασίας, σημειώθηκε αναστάτωση, όταν υπήρξε τηλεφώνημα αγνώστου στην Αστυνομία, ο οποίος ενημέρωσε για τοποθέτηση βόμβας στην αίθουσα του δικαστηρίου, στην οποία εκδικαζόταν η υπόθεση.

Άμεση ήταν η επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων, οι οποίες γύρω στις 11:00 το πρωί, ενημέρωσαν την έδρα, με αποτέλεσμα να υπάρξει άμεση διακοπή της διαδικασίας και να δοθεί εντολή εκκένωσης της αίθουσας.

Η πολύωρη έρευνα που ακολούθησε απέδειξε ότι επρόκειτο για μία απειλή άνευ περιεχομένου, αποδεικνύοντας ότι ο επίδοξος βομβιστής εμπνεόμενος από το ναυάγιο, επεδίωξε να οδηγήσει σε ναυάγιο και τη δίκη, χωρίς να υπολογίσει ότι πέραν της δικής του βόμβας, η ύπαρξη του ναυαγίου στο βυθό της Σαντορίνης λειτουργεί ως βόμβα για το οικοσύστημα της περιοχής.

Οι κατηγορίες

Παρά αυτή την πρώτη αναταραχή, συνεχίστηκε κανονικά η διακοπείσα συνεδρίαση, με τη σημερινή ημέρα να κυλά με καθαρά διαδικαστικά θέματα, ενώ αναμένεται τις επόμενες ημέρες να κορυφωθεί το ενδιαφέρον, με την εξέταση των 60 περίπου μαρτύρων που έχουν κληθεί να καταθέσουν για την υπόθεση.

Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθονται συνολικά 13 άτομα, εκ των οποίων τα 7 είναι μέλη του πληρώματος, τα 5 της εταιρείας διαχείρισης και 1 του Νορβηγικού Νηογνώμονα, που ήταν υπεύθυνο να παρακολουθεί το πλοίο, τα οποία βαρύνονται με πλημμεληματικού χαρακτήρα κατηγορίες, παρά του ότι από την ανάκριση είχαν προκύψει κακουργηματικές πράξεις.

Οι κατηγορίες προς τους 13 κατηγορούμενους, αφορούν σε διατάραξη της ασφάλειας της υδάτινης συγκοινωνίας από αμέλεια, ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή, πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια, πρόκληση σοβαρής θαλάσσιας ρύπανσης, παράβαση από αμέλεια του Διεθνούς Κανονισμού Αποφυγής Συγκρούσεων και παραμέληση της υποχρέωσης του πλοιάρχου για διάσωση των εγγράφων του πλοίου.

Άλλωστε και το παραπεμπτικό βούλευμα ανέφερε, για τα κατηγορούμενα μέλη του πληρώματος, ότι: "Προέβησαν σε πράξεις ή παραλείψεις σχετικές με την ασφαλή ναυσιπλοΐα και την επιθεώρηση καμπινών πριν από το κλείσιμο των υδατοστεγών θυρών, παρέλειψαν να διατηρήσουν τη σιδηροκατασκευή του πλοίου με αποτέλεσμα επισυμβάσης της προσκρούσεως να επιταθεί η εισροή και κατάκλυση του πλοίου από νερό, ιδίως στο κατάστρωμα Νο2 με περαιτέρω συνέπεια της απώλεια της ζωής των δύο Γάλλων αγνοουμένων. Ωστόσο είναι προφανές ότι ουδείς από τους εννέα κατηγορουμένους είχε πρόθεση να εκθέσει τους δύο επιβάτες σε κίνδυνο. Αντίθετα καταφάσκεται ότι η υπαιτιότητα που τους βαρύνει είναι ενσυνείδητη αμέλεια".

Να υπενθυμιστεί ότι στο ναυάγιο αυτό, από τους 1.500 επιβάτες του πλοίου, εκ των οποίων τα 1163 ήταν επιβάτες και τα 391 ήταν μέλη του πληρώματος, θύματα ήταν δύο Γάλλοι υπήκοοι, πατέρας και κόρη, οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους. Πρόκειται για τον Ζαν Κριστόφ Αλέν 45 ετών και την κόρη του Μοντ 16 ετών, οι οποίοι θεωρούνται αγνοούμενοι, σύμφωνα με απόφαση Γαλλικού δικαστηρίου, καθώς οι προσπάθειες των δυτών για ανεύρεση των σωρών τους κατέστη άκαρπη, οπότε για το λόγο αυτό δικαιολογείται η μη απαγγελία κατηγοριών για ανθρωποκτονία.

Ο Πλοιοκτήτης στο απυρόβλητο

Μεταξύ των παρευρισκομένων στο ακροατήριο, όπως ήταν αναμενόμενο, παρευρέθησαν και πολλοί από τη Σαντορίνη, μεταξύ των οποίων, οι Δημοτικοί Σύμβουλοι της πλειοψηφίας κ.κ. Φάνης Σιγάλας και Χριστόφορος Ασημής, η επικεφαλής της δημοτικής παράταξης της «Λαϊκής Συσπείρωσης» κ. Μαρία Αργυρού, καθώς και ο Περιφερειακός Σύμβουλος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» κ. Βαγγέλης Σιγάλας.

Εντύπωση προκάλεσε ότι την πλοιοκτήτρια εταιρεία εκπροσωπούσαν δύο εργαζόμενες, και όπως όλα δείχνουν, σύμφωνα και με το κατηγορητήριο, τα βάρη πέφτουν στις πλάτες του πληρώματος, χωρίς να επιρρίπτονται ευθύνες στην εταιρεία.

Χαρακτηριστική, επί του θέματος είναι η δήλωση του κ. Βαγγέλη Σιγάλα, ο οποίος σημείωσε ότι «μετά από 6 χρόνια που θυμήθηκαν να δικάσουν την υπόθεση, την έριξαν στα πλημμελήματα, με κατηγορούμενους τους εργαζόμενους, ενώ ο ηθικός αυτουργός, ο Στέλιος Λούης, ο ιδιοκτήτης της «Louis Hellenic Cruises» μένει στο απυρόβλητο».

Το παιχνίδι της εταιρείας

Εξ αρχής η πλοιοκτήτρια εταιρεία επέρριψε τις ευθύνες για τη βύθιση του πλοίου, στην κακή χαρτογράφηση της περιοχής, που είχε ως αποτέλεσμα την πρόσκρουση του πλοίου στον ύφαλο, γεγονός το οποίο παραδέχτηκε, μέσω σχετικού εγγράφου, και η υδρογραφική υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού.

Η ασφάλεια που εισέπραξε πλοιοκτήτρια εταιρεία ανέρχεται στο ποσό των 55 εκατομμυρίων δολαρίων, για ολική απώλεια του πλοίου.

Όσο για το θέμα της ρύπανσης, που προκαλείται από την παραμονή του πλοίου στο βυθό της Καλντέρας, υπήρξαν δύο αντικρουόμενες εκθέσεις, η μία του καθηγητή κ. Ευάγγελου Γιδαράκου και η άλλη του ΕΛΚΕΘΕ, η οποία, όπως αναφέρουν πληροφορίες, πληρώνεται από την εταιρεία «Louis Hellenic Cruises».

Σύμφωνα με την έκθεση του ΕΛΚΕΘΕ «δεν παρατηρήθηκαν συγκεντρώσεις επιβλαβών ουσιών πέραν του φυσιολογικού», οπότε δεν θεωρείται ότι έχει επιβαρυνθεί με ρύπανση το θαλάσσιο οικοσύστημα της περιοχής, ενώ η έκθεση του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου Κρήτης, με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή Ευάγγελο Γιδαράκο, θεωρεί απαραίτητη την απομάκρυνση του ναυαγίου καθώς όπως σημειώνει «η επιβάρυνση στην περιοχή είναι ήδη σαφής και κάθε καθυστέρηση θα έχει ως αποτέλεσμα την οικολογική καταστροφή της περιοχής».

Πάντως κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας της δίκης, οι νομικοί εκπρόσωποι της υπεράσπισης, κατέθεσαν αίτημα με το οποίο προσπαθούν αν περιορίσουν το ρόλο της πολιτικής αγωγής, τόσο της πλευράς του Δημοσίου, όσο και της πλευράς του Δήμου Θήρας, να μην έχουν το δικαίωμα παρέμβασης στο σύνολο των αδικημάτων παρά μόνο σε ότι αφορά στο τμήμα της ρύπανσης.

Αυτό προξένησε την αντίδραση του νομικού εκπροσώπου του Δήμου Θήρας κ. Παπανδρεόπουλου, ο οποίος μίλησε ακόμα και για απόσυρση του από τη διαδικασία, εάν το δικαστήριο κάνει αποδεκτό αυτό τον περιορισμό.

Κατόπιν του αιτήματος αυτού, οι δικαστές διέκοψαν τη διαδικασία, προκειμένου να συσκεφθούν για να αποφασίσουν σχετικά και καθώς δεν υπήρξε μια πρώτη τελική απόφαση, ενημέρωσαν το σώμα ότι η δίκη θα επαναληφθεί στις 26 Μαρτίου.