Συσπειρώνονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων, για κοινό εθνικό μέτωπο στο δεύτερο κύκλο διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με τους εταίρους

Αίτημα για τριμερή διαπραγμάτευση

Σε κοινή δήλωση προέβησαν οι συλλογικοί φορείς εργαζομένων και εργοδοτών, ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ και ΣΕΤΕ, ενόψει του δεύτερου κύκλου διαπραγματεύσεων, της κυβέρνησης με τους θεσμούς, στα θέματα που αφορούν τα εργασιακά.

Σύμφωνα με τους συνδικαλιστές, προτείνεται επιδιωχθεί στην διαπραγμάτευση να υπάρξει μία πρώτη συνάντηση μεταξύ της Ανεξάρτητης Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την αγορά εργασίας και των Κοινωνικών Εταίρων και όταν διαμορφωθεί το σχέδιο των προτάσεών τους, να δοθεί η ευκαιρία αυτοτελώς στους κοινωνικούς εταίρους να εκφράσουν τα σχόλια τους για τις επιπτώσεις που θα έχουν οι προτάσεις. Στη φάση της αρχικής ανταλλαγής απόψεων μεταξύ του Υπουργείου και των θεσμών, οι Κοινωνικοί Εταίροι θα λάβουν τις συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις που προτείνονται εκατέρωθεν ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους, ενώ κατά την πορεία και ιδίως όταν θα πλησιάζει η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, οι κοινωνικοί εταίροι να λάβουν γνώση των συγκεκριμένων νομοθετικών ρυθμίσεων που θα έχουν διαμορφωθεί, με τις εκατέρωθεν τυχόν διαφοροποιήσεις μεταξύ Υπουργείου και των θεσμών, ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να τις σχολιάσουν με επιδίωξη να διαμορφωθεί, εάν είναι δυνατόν, κοινή εθνική θέση.

Ειλικρινής κοινωνικός διάλογος

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών που υπογράφουν την ΕΓΣΣΕ συμφώνησαν τα εξής:

1.            Υπογραμμίζουν ότι ως «βέλτιστες πρακτικές» πρέπει να θεωρηθούν όσες εναρμονίζονται με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και την προστασία των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, που προσδιορίζουν την ταυτότητα της Ευρώπης. Αναφέρονται στο κείμενο αρχών που υπέγραψαν οι ευρωπαϊκές οργανώσεις κοινωνικών εταίρων την 27/6/2016 με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

2.            Επιβεβαιώνουν εκ νέου και στο σύνολο τους τα συμφωνηθέντα στις τριμερείς συναντήσεις που διεξάχθηκαν υπό την αιγίδα της ΔΟΕ την 30η Σεπτεμβρίου 2014 στη Γενεύη και την 26η Νοεμβρίου 2015 στο Ζάππειο, οι οποίες ενσωματώνονται στην παρούσα και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους.

3.            Θεωρούν ότι δεν υφίσταται θέμα μείωσης του κατώτατου μισθού ή κατάργησης του 13ου και 14ου μισθού.

4.            Επισημαίνουν την ανάγκη ύπαρξης κοινωνικού διαλόγου, ούτως ώστε, μεταξύ άλλων, να συμφωνείται στο πλαίσιο της ΕΓΣΣΕ μεταξύ των κοινωνικών εταίρων ο ελάχιστος νόμιμος μισθός, με γενική και καθολική ή ισχύ για όλους τους εργαζομένους.

5.            Συμφωνούν, τέλος, ότι ο ν. 1264/1982, πρέπει να εκσυγχρονιστεί, κυρίως ως προς την αντιμετώπιση πρακτικών κακής εφαρμογής του, χωρίς όμως να τίθεται σε αμφισβήτηση το δικαίωμα στην απεργία και στη συνταγματική προστασία συνδικαλιστικής δράσης.

Επί της διαδικασίας, εν όψει του νέου γύρου διαπραγμάτευσης μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας και των θεσμών για τα εργασιακά στο αμέσως επόμενο διάστημα, προτείνουν να διεξαχθεί με συναινετική πρόθεση ένας ειλικρινής κοινωνικός διάλογος, ει δυνατό με τριμερή σύνθεση, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες ανεργίας και ύφεσης που επικρατούν στη χώρα και το γεγονός ότι η διαπραγμάτευση του Υπουργείου με τους θεσμούς θα γίνει σε επίπεδο λεπτομερών νομοθετικών ρυθμίσεων.

Αίτημα αποκατάστασης του καθεστώτος ΣΣΕ

Τα κύρια σημεία του κοινωνικού διαλόγου, σχετικά με τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας (ΣΣΕ) και τη σημασία της επέκτασής τους για την Ελληνική οικονομία, αφορούν στο γεγονός, πως από το 2010 μέχρι σήμερα, οι συμφωνίες οικονομικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής, οδήγησαν σε ριζικό μετασχηματισμό όλου του θεσμικού οικοδομήματος των εργασιακών σχέσεων τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο με έντονο το στοιχείο της αποσπασματικότητας, της προχειρότητας, της πολυπλοκότητας, της απορρύθμισης και της απαξίωσης του κοινωνικού διαλόγου καθώς πολλές από τις νομοθετικές αλλαγές επήλθαν με Πράξεις νομοθετικού περιεχομένου.

Η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου, για το «πάγωμα» των ΣΣΕ, επέφερε αφενός ραγδαία μείωση της κάλυψης των εργαζομένων και των επιχειρήσεων από κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές ρυθμίσεις, σε ποσοστό που σήμερα αγγίζει το 6,9% ενώ στο παρελθόν (1992-2010) άγγιζε το 52,7% και αφετέρου μείωση αποδοχών τουλάχιστον σε μια στις δύο κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ.

Το θεσμικό πλαίσιο για την επέκταση των ΣΣΕ στα κράτη μέλη της ΕΕ, αποδεικνύει πως ο θεσμός της επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων, όπως προκύπτει από τη συγκριτική επισκόπηση, συναντάται στις περισσότερες χώρες αντίστοιχης με την Ελλάδα, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, καθώς από τα 28 κράτη-μέλη τα 23 διαθέτουν εκείνο το θεσμικό πλαίσιο που τους επιτρέπει να επεκτείνουν την εφαρμογή των συλλογικών τους ρυθμίσεων.

Όπως διαπιστώνεται, οι συνέπειες της αναστολής της επέκτασης στους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, είναι κυρίως οι ακόλουθες:

α) η κάθετη μείωση του αριθμού των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών ρυθμίσεων (οι οποίες κατά την περίοδο 1992-2010 κάλυπταν το 52,7% των συλλογικών ρυθμίσεων στη χώρα, ενώ το έτος 2014 κάλυπταν μόλις το 6,9%),

β) η εκρηκτική άνοδος σύναψης των επιχειρησιακών σ.σ.ε. καθώς ήδη για το έτος 2014 από το σύνολο των 307 συλλογικών ρυθμίσεων σε επίπεδο χώρας, οι 286, ήτοι ποσοστό 93,1% αφορούν επιχειρησιακές σ.σ.ε.. και οι 21, ήτοι ποσοστό μόλις 6,9% αφορούν κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές ρυθμίσεις,

γ) η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς εργασίας,

δ) η ύπαρξη αθέμιτου ανταγωνισμού στις επιχειρήσεις τόσο εργοδοτών όσο και εργαζομένων,

ε) η αύξηση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων,

στ) η μετατόπιση της διαπραγμάτευσης των όρων εργασίας από το πεδίο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας στο πεδίο των ατομικών συμβάσεων,

ζ) η άνιση μεταχείριση των μισθωτών που παρέχουν εργασία ίδιου είδους,

η) η αποχώρηση μελών κυρίως των εργοδοτικών οργανώσεων,

θ) η αποδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος και της συλλογικής αυτονομίας και εν τέλει

ι) η απορρύθμιση στην αγορά και εργασίας και

κ) η υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας αντί της βελτίωσής της στους κλάδους και την οικονομία.

Η μελέτη της καλής πρακτικής στα κράτη μέλη της ΕΕ όπου εφαρμόζεται με αποτελεσματικότητα ο θεσμός της επέκτασης εφαρμογής των ΣΣΕ και ο διάλογος των κοινωνικών εταίρων μπορεί και πρέπει να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο επανασχεδιασμού των εργασιακών σχέσεων και αποκατάστασης των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των ΣΣΕ.

Προτάσεις των κοινωνικών φορέων

Η επαναφορά της δυνατότητας του Υπουργού Εργασίας να κηρύσσει γενικά υποχρεωτικές τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αναμένεται να έχει θετική επίπτωση στη δυναμική της λειτουργίας των κλάδων, όπως επισημαίνεται από τις ίδιες τις κλαδικές εργοδοτικές οργανώσεις. Άλλωστε ένας τέτοιος θεσμός όπως προκύπτει από τη συγκριτική επισκόπηση, συναντάται στις περισσότερες χώρες αντίστοιχες με την Ελλάδα, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης.

Συνεπώς η αναμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου με σκοπό την επαναφορά του θεσμού στη χώρα μας θεωρείται, από όλες τις πλευρές, σκόπιμη και χρήσιμη και για την οικονομία και για την ισορροπημένη πορεία των εργασιακών σχέσεων του κλάδου.