Ένα όμορφο χριστουγεννιάτικο «δώρο» επεφύλαξαν στους μαθητές των ιδιωτικών παιδικών σταθμών της Σύρου τα Εκπαιδευτήρια Δελασάλ και η συγγραφέας Βασιλική Νευροκοπλή

«Η παιδική ψυχή έχει ανάγκη να γλυκαθεί»

Την πολυβραβευμένη συγγραφέα παιδικών βιβλίων Βασιλική Νευροκοπλή φιλοξένησαν στις εγκαταστάσεις τους τα παιδιά και οι εκπαιδευτικοί του Παιδικού Σταθμού «Η Φωλιά» και του Νηπιαγωγείου «Άγιος Γεώργιος».

Η δημιουργός του παραμυθιού «Αν τ’ αγαπάς, ξανάρχονται», που βραβεύτηκε από τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και από το περιοδικό «Διαβάζω» αλλά και πολλών ακόμη έργων με διακρίσεις τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο (Αριζόνα, Σεούλ) αποδέχτηκε με χαρά την πρόσκληση της παιδαγωγού Ευγενίας Σαγκινέτου και ταξίδεψε από την έδρα της, τη Θεσσαλονίκη για να επισκεφτεί τα Εκπαιδευτήρια Δελασάλ Σύρου.

Η κ. Νευροκοπλή, απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης και του Τμήματος Θεάτρου της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης αφηγήθηκε τόσο στους λιλιπούτειους μαθητές των Εκπαιδευτηρίων Δελασάλ, όσο και στα παιδιά του Βρεφονηπιακού Σταθμού «Αερόστατο», του Παιδικού Σταθμού και Νηπιαγωγείου «Στην Παλάμη του Θεού», αλλά και του Βρεφονηπιακού Σταθμού «Η Κιμωλία» το χριστουγεννιάτικο παραμύθι της με τίτλο «Νύχτα Θαυμάτων».

Η μέρα συνεχίστηκε με πικ-νικ στο γήπεδο του σχολείου. Ακολούθησαν κατασκευές στις τάξεις, τις οποίες επιμελήθηκαν οι μαθήτριες του τμήματος «Βοηθών Βρεφονηπιοκόμου» του ΕΠΑΛ Σύρου. Η δράση ολοκληρώθηκε με ελεύθερο παιχνίδι στους προαύλιους χώρους του σχολείου.

Με αφορμή την επίσκεψή της στο νησί, η κ. Νευροκοπλή, αδερφή της Διευθύντριας του Ειδικού Δημοτικού Σχολείου Ερμούπολης, Μαρίας Νευροκοπλή, μίλησε στην «Κοινή Γνώμη» για τον τρόπο με τον οποίο «γεννά» τις ιστορίες της, αλλά και για τον κώδικα επικοινωνίας της με τους μικρούς αναγνώστες ο οποίος κρατά σθεναρή απόσταση από «συνταγολόγια» και διδακτισμούς.

Πολλοί γονείς σήμερα, μαζί με τα παιδιά τους, έφεραν στο σχολείο και δικά σας βιβλία,  που έχουν ήδη στη συλλογή τους, προκειμένου να τα υπογράψετε. Γεγονός που μαρτυρά ότι πολλοί μικροί Συριανοί μπορεί να σας γνώρισαν σήμερα δια ζώσης, αλλά σας ξέρουν καλά μέσα από τις ιστορίες σας.

«Η αφιέρωση δίνει μεγάλη χαρά τόσο στον ίδιο τον συγγραφέα, όσο και στα παιδιά. Προσπαθώ πάντα να γράφω κάτι διαφορετικό στον καθένα. Πολλά παιδάκια μου έχουν πει ότι, κάθε βράδυ δε διαβάζουν το παραμύθι, αλλά την αφιέρωση, που σημαίνει ότι δεν είναι κάτι που το προσπερνάς έτσι τυπικά. Έχει σημασία για το παιδί. Νιώθει ότι, ο συγγραφέας το πρόσεξε. Έγραψε κάτι για το ίδιο. Και αυτό του δίνει μεγάλη χαρά».

Η φαντασία ή η πραγματικότητα, την οποία «ντύνετε» με ένα παραμυθένιο πέπλο είναι το πάτημά σας κατά τη συγγραφή ενός βιβλίου;

«Η δική μου γραφή είναι αυτόματη. Δηλαδή δεν ετοιμάζω κάποιο προσχέδιο. Ξεκινάω να γράφω την πρώτη λέξη, χωρίς να ξέρω πού θα με οδηγήσει η σκέψη μου. Οπότε πολλά από αυτά που γράφω, δεν γίνονται βιβλία, γιατί θεωρώ ότι είναι ασκήσεις, η προπόνησή μου. Όμως, κάποια στιγμή ξεπετάγεται κάτι, που με κάνει να πιστεύω ότι ναι, αυτό μπορεί να γίνει βιβλίο. Έχει τις προϋποθέσεις. Νομίζω πως, όλα τα βιβλία μου έχουν άμεση σχέση με τον ρεαλισμό. Σαφώς υπάρχει και η φαντασία. Θα έλεγα ότι είναι ένα πάντρεμα των δύο. Παίρνω αφορμές από το παραμικρό πράγμα που θα με συγκινήσει στην πραγματικότητα, ένα χρώμα, μία κίνηση, μία σκέψη, οτιδήποτε μπορεί να είναι αυτό, το οποίο κάποια στιγμή μυστηριωδώς και ανεξήγητα, γιατί πιστεύω ότι η τέχνη έχει αυτό το ανεξήγητο και το μυστήριο μέσα της, ξετυλίγεται σαν ένα κουβάρι το οποίο δεν ξέρεις καν ότι το έχεις, ότι το κρατάς. Περισσότερο παραδίδεσαι, παρά το ελέγχεις. Νομίζω ότι ο έλεγχος γίνεται μετά, αφού ολοκληρωθεί κάτι. Είναι ο έλεγχος της διόρθωσης, της επίμονης δουλειάς έτσι ώστε αυτό να γίνει όσο το δυνατόν πιο άρτιο και καλό».

Ωστόσο υπάρχουν θέματα τα οποία είτε σας εμπνέουν, είτε σας γεννούν την αναγκαιότητα ή την υποχρέωση ακόμη να τα αγγίξετε; Όπως για παράδειγμα, η διαφορετικότητα;

«Αυτό που εγώ ονομάζω αυτόματη γραφή συνδέεται κυρίως με την καρδιά μου. Δηλαδή είναι καρδιακά τα κείμενά μου, δεν είναι νοητικά. Και ίσως γι’ αυτό συγκινούν πάρα πολύ και τα παιδιά και τους μεγάλους. Όταν το κάνεις έτσι, δεν έχεις πλήρη συνείδηση τι βγαίνει. Κάποτε ένα παιδάκι σε ένα σχολείο, που είχε διαβάσει όλα τα παραμύθια μου, σηκώθηκε και με ρώτησε «γιατί όλα τα βιβλία σας είναι για την αγάπη;». Εγώ εκείνη την ώρα έπαθα ένα σοκ, γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει αυτό που μου έλεγε. Προς στιγμήν, αναρωτήθηκα. «Αλήθεια; Αυτό έχω κάνει;». Μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Τότε, του απάντησα «τι εννοείς; Υπάρχει κάτι έξω από την αγάπη; Για μένα δεν υπάρχει τίποτα πέρα την αγάπη». Και αποκρίθηκε: «Βεβαίως υπάρχει. Οι πειρατές, κυρία». Μου άρεσε πολύ η απάντησή του. Έτσι, του έδωσα τον λόγο μου ότι θα γράψω ένα παραμύθι για πειρατές και το έκανα, τήρησα την υπόσχεσή μου».

Η αγάπη είναι ένα θέμα το οποίο περιστρέφεται γύρω από τις περισσότερες ιστορίες. Στη δική σας περίπτωση όμως είναι ένα στοιχείο που συναντάμε σε όλα σχεδόν τα βιβλία σας;

«Το παιδί είχε πάρα πολύ δίκιο. Ήταν πολύ εύστοχη η παρατήρησή του. Βεβαίως και τη συναντάμε σε διαφορετικές μορφές βέβαια, καθώς τα βιβλία είναι διαφορετικά. Γενικότερα όμως,  θεωρώ πως η κατηγοριοποίηση των βιβλίων ανάλογα με τη θεματολογία τους είναι έξω από την παράδοσή μας. Όπως η ζωή μας περιέχει τα πάντα,  και δεν μπορείς να απομονώσεις έναν τομέα της και να πεις εγώ ζω με αυτό και τίποτα άλλο, το ίδιο είναι η τέχνη και πολύ περισσότερο η γραφή. Πιστεύω πως, αν βάλεις σαν στόχο να γράψεις για τη διαφορετικότητα, θα συρρικνωθεί τόσο πολύ αυτό που μπορείς να δώσεις, σε σημείο που το κάνει συνήθως ένα συνταγολόγιο, στεγνό, μίζερο, διδακτικό, άψυχο. Αυτό συμβαίνει σε πάρα πολλά βιβλία. Δεν έχουν ψυχή, δεν αγγίζουν.  Με την τέχνη δεν κάνεις μάθημα, βγάζεις κάτι από την ψυχή σου και ελπίζεις ότι θα ακουμπήσει μια άλλη ψυχή. Η Τέχνη δεν είναι σχολείο. Το σχολείο έχεις πολλούς άξονες και πρώτα από όλα τη διδασκαλία. Η τέχνη είναι κάτι πολύ παραπάνω και πολύ πιο μυστηριωδώς εκφρασμένο. Κάποτε ήρθε ένα παιδάκι και μου είπε «κυρία δεν κατάλαβα σχεδόν τίποτα από το παραμύθι που άκουσα αλλά μου άρεσε πάρα πολύ». Και το παιδάκι ήταν βουρκωμένο. Έχουμε επικεντρωθεί πάρα πολύ στο νοητικό μέρος και έχουμε αφήσει απ’ έξω τον υπόλοιπο άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο νόηση. Αυτό το παιδί είχε συγκινηθεί πάρα πολύ και δεν ήξερε γιατί, αλλά μέσα του είχε ανάψει μία φωτίτσα. Εγώ ελπίζω πάρα πολύ σε αυτή τη φωτίτσα. Ακούω συχνά, δε διαβάζουν τα παιδιά μας σήμερα. Είμαι βέβαιη ότι αν ένα βιβλίο αρέσει σε ένα παιδί και μιλήσει στην ψυχή του, από μόνο του θα θελήσει να ψάξει το επόμενο βιβλίο που θα του ανάψει ξανά αυτή τη φωτιά ή θα τη μεγαλώσει. Συνήθως δίνουμε στα παιδιά πράγματα που είναι άψυχα, οπότε γιατί να τους ενδιαφέρουν; Τα παιδιά είναι πάρα πολύ ζωντανά και καθαρά πλάσματα».

Δεδομένου ότι εσείς προέρχεστε και από τον κλάδο της εκπαίδευσης, θεωρείτε ότι η γραμμή ανάμεσα στην απλή αφήγηση μιας ιστορίας και στην «παράδοση» ενός μαθήματος μέσω αυτής, είναι λεπτή;

«Προσωπικά, δεν ήθελα ποτέ να διδάσκω. Προτιμούσα να κάθομαι στην καρέκλα και να έχω έναν δάσκαλο. Και είχα εξαιρετικούς δασκάλους. Όπως τον αείμνηστο Χρίστο Τσολάκη. Εγώ αισθανόμουν πως ήμουν μαθήτρια. Και ως δασκάλα, στην πραγματικότητα ήμουν μαθήτρια, έλεγα λίγα πράγματα στα παιδιά και άκουγα. Φεύγοντας από την εκπαίδευση, κράτησα το καλύτερο κομμάτι, αυτό που ενδιέφερε εμένα. Το παραμύθι που είναι αφήγηση στα παιδιά και μετά συζήτηση ή παιχνίδι μαζί τους σχέση με τα παιδιά, όχι αφ’ υψηλού, σχεδόν ίσος προς ίσο. Εννοείται ότι οδηγείς με έναν τρόπο τα παιδιά. Ωστόσο, πρέπει να κρατάμε την αθωότητα και το καθαρό τους βλέμμα. Οι κουβέντες που θα σου πουν είναι οδηγός στη ζωή. Αλλά το παιδί τα λέει ασυνείδητα αυτά, γιατί είναι πολύ ανοιχτό, αθώο και έχει όλη τη χάρη του θεού. Αλλά κάποια στιγμή, θα πρέπει κι αυτό να περάσει από μια διαδικασία ενηλικίωσης, και ελέγχου και συνειδητής επιλογής. Οπότε εσύ οφείλεις και σαν γονιός και εκπαιδευτικός να το οδηγήσεις με πολύ απαλό τρόπο. Αυτό κυρίως γίνεται με το παράδειγμά μας και όχι με τον προφορικό λόγο και με το δίδαγμα. Γι’ αυτό και πιστεύω πολύ στο παραμύθι. Το παιδί έχει ανάγκη να γλυκαθεί η ψυχή του».