Συνέντευξη με τον προεδρεύοντα της Επιτροπής Εικαστικών του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, Γιώργο Αλτουβά για το φετινό εικαστικό πρόγραμμα του νησιού

Ποικίλες μορφές αναπαράστασης και έκφρασης

Βένια Δημητρακοπούλου, Άκης Ράπτης και Μαρία Κτιστοπούλου είναι μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα Ελλήνων εικαστικών, οι οποίοι θα φιλοξενηθούν στο πρόγραμμα «Σύρος – Πολιτισμός 2019» για να μας εισάγουν στο δημιουργικό κόσμο τους και να αφήσουν την προσωπική σφραγίδα τους στη φιλότεχνη πρωτεύουσα των Κυκλάδων.

Οι εκθέσεις που θα παρουσιαστούν, κατά τη φετινή καλοκαιρινή περίοδο, στη φημισμένη Πινακοθήκη Κυκλάδων, στην Αίθουσα Τέχνης «Γιάννη & Ελένης Βάτη», καθώς σε άλλους αξιόλογους εκθεσιακούς χώρους του νησιού, προσφέρουν σε κατοίκους και επισκέπτες να γνωρίσουν καταξιωμένους και νέους καλλιτέχνες, που υπηρετούν ποικίλες μορφές αναπαράστασης και έκφρασης.

Σε συνέντευξή του στην «Κοινή Γνώμη», ο προεδρεύων της Επιτροπής Πολιτισμού του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, Γιώργος Αλτουβάς μίλησε για τον τρόπο σχεδιασμού και οργάνωσης του εικαστικού κεφαλαίου του πολιτιστικού προγράμματος της Σύρου, τις φετινές συμμετοχές που θα κάνουν αίσθηση, αλλά και για την αμφισβήτηση της σύγχρονης τέχνης από μερίδα του κόσμου, λόγω μικροπολιτικών συμφερόντων ή υποανάπτυκτου εικαστικού υπόβαθρου.

Τα εικαστικά αποτελούν διαχρονικά έναν από τους θεμέλιους λίθους για την οικοδόμηση του καλοκαιρινού πολιτιστικού προγράμματος της Σύρου. Ποιοι παράγοντες λαμβάνονται κάθε φορά υπόψιν κατά την επιλογή των εκθέσεων που θα φιλοξενηθούν στο νησί μας;

«Ο βασικός παράγοντας είναι το οικονομικό. Ο Δήμος έχει πολύ μικρό προϋπολογισμό για το «μέγεθος» των ονομάτων που φέρνει. Προσπαθώ να το αντιμετωπίσω με την εύρεση χορηγιών πράγμα δύσκολο, αναλογιζόμενοι και τους χαλεπούς καιρούς που ζούμε. Στη συνέχεια πρέπει να είναι δημοφιλές το όνομα του εικαστικού και αρκετά επίκαιρο το θέμα της έκθεσης. Μεγάλη δυσκολία είναι ο χρόνος κατά την οποία θα συμφωνήσει ο καλλιτέχνης. Οι περισσότεροι θέτουν συγκεκριμένο χρόνο που πολλές φορές ταυτίζεται με άλλους, με αποτέλεσμα για να βρεθεί η «μέση» λύση κάποιοι να δυσαρεστούνται. Τέλος με την παραχώρηση των εικαστικών χώρων σε τοπικούς καλλιτέχνες, προσπαθούμε σαν Δήμος να υποστηρίξουμε το έργο τους».

Το γεγονός ότι πολλοί καλλιτέχνες εκφράζουν την επιθυμία να παρουσιάσουν τα έργα τους στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων διευκολύνει σε κάποιο βαθμό το έργο της Επιτροπής Εικαστικών ή επικρατεί πάντα αναβρασμός για την επιλογή των ονομάτων που θα αποτελέσουν τα «βαριά πυροβολικά» κάθε προγράμματος;

«Συνήθως τα “βαριά χαρτιά”, όπως θα τα ονομάσω εγώ, θέλουν συγκεκριμένη πρόταση, θέτουν αυστηρές προδιαγραφές και απαιτούν ασφαλείς και επώνυμους εκθεσιακούς χώρους, για να δεχτούν να εκθέσουν. Έχουμε καταφέρει, η Πινακοθήκη Κυκλάδων, ο μεγαλύτερος εκθεσιακός χώρος που διαθέτει ο Δήμος, με την διαχρονική παρουσίαση κορυφαίων Ελλήνων και όχι μόνο εικαστικών να συγκαταλέγεται στις γνωστότερες Πινακοθήκες στην Ελλάδα. Με την μουσειακή αναβάθμισή της, αλλάζοντας και ενισχύοντας τον εκθεσιακό της εξοπλισμό, που έγινε χάρις την ευγενική χορηγία του ιδρύματος Αντ. Ε. Κομνηνός, απέκτησε υψηλές εκθεσιακές προδιαγραφές και απόλυτη ασφάλεια στην παρουσίαση των έργων. Επίσης η Αίθουσα Τέχνης «Γ. & Ε. Βάτη» χάρη σε παλαιότερη επέμβαση προσφέρει έναν πολύ αξιόλογο χώρο για παρουσίαση λιγότερων έργων. Το επόμενο μεγάλο ζήτημα για να δελεάσουμε τους καλλιτέχνες είναι το οικονομικό που είναι αρκετά υψηλό και προσπαθούμε να το αντιμετωπίσουμε με τις χορηγίες αυτών που αγαπούν την Τέχνη και τον Τόπο τους».

Επιτυχημένη θεωρείτε μια έκθεση που συγκεντρώνει πάνω της τα φώτα της δημοσιότητας και τα βλέμματα πλήθους επισκεπτών ή εκείνη που καταφέρνει να πει κάτι καινούριο ακόμη και σε ένα μικρότερο κύμα φιλότεχνων;

«Όπως σε όλο τον κόσμο, οι εκθέσεις έχουν ως πρώτο στόχο την εισροή των επισκεπτών προσδοκώντας δημοσιότητα, διαφήμιση της πόλης και του μουσείου και έσοδα για την άνετη αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών. Επίσης προσπαθούμε να προβάλουμε τους Συριανούς καλλιτέχνες και σίγουρα να δώσουμε στο φιλότεχνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσουν νέους ταλαντούχους καλλιτέχνες, νέες τάσεις και ποικίλες μορφές αναπαράστασης και έκφρασης».

Υπήρξαν εκθέσεις στο παρελθόν οι οποίες δεν έτυχαν ανταπόκρισης, ανάλογης με αυτήν που πιστεύατε και προσδοκούσατε;

«Όλες οι εκθέσεις που έγιναν είχαν διαφορετική αντιμετώπιση με μεγαλύτερη ή μικρότερη αποδοχή. Τα αίτια καθορίζονται από τη χρονική περίοδο που έγιναν αλλά και από τη δυσκολία στην κατανόηση του θέματος και των διδαγμάτων του. Σε γενικές γραμμές οι περισσότερες είχαν μεγάλη επισκεψιμότητα και θετική αντιμετώπιση».

Αυτή την περίοδο παρουσιάζεται στη Δήλο μία έκθεση σύγχρονης γλυπτική τέχνης. Δεδομένου του καταιγισμού επικριτικών σχολίων που έλαβε πέρυσι η κεφαλή του Ερμή στην παραλία της Ερμούπολης, θεωρείτε ότι μια αντίστοιχη πρωτοβουλία σε αρχαιολογικό χώρο της Σύρου θα τύχαινε παρόμοιας κριτικής;

«O Antony Gormley, που εκθέτει αυτή την περίοδο γλυπτά του μέσα στον αρχαιολογικό χώρο της Δήλου, συγκαταλέγεται στους κορυφαίους εικαστικούς στον κόσμο. Η αξία των καλλιτεχνών και η αναπτυγμένη εικαστική τους αισθητική είναι σταθερός παράγοντας για το θετικό αποτέλεσμα. Από και πέρα έχουμε τον απλό κόσμο που κρίνει από μικροπολιτικά συμφέροντα ή από υποανάπτυκτο εικαστικό υπόβαθρο. Στα δικά μας τώρα, η περσινή έκθεση της κεφαλής του Ερμή, του φημισμένου Markus Lüpertz , στο πλαίσιο της έκθεσης των 3 Γερμανών καλλιτεχνών, προσέφερε πολλά θετικά σχόλια με κυριότερο την καθολική αποδοχή της ανάγκης ύπαρξης γλυπτού του θεού Ερμή, που τόσο λείπει από τη μοναδική στον κόσμο πόλη, με αυτό το όνομα».

Ποια ρεύματα και ποιες τεχνικές θα συναντήσουμε στο πρόγραμμα «Σύρος-Πολιτισμός 2019»;

«Η παραστατικότητα συγκαταλέγεται πάντα στο πρόγραμμα (Μαρία Κτιστοπούλου και Αλίνα Μάτσα) με μεγάλη επίσης προβολή της μοντέρνας γλυπτικής (Βένια Δημητρακοπούλου και Άκης Ράπτης). Υπάρχουν επίσης έργα Αφηρημένης Ζωγραφικής (Άκης Ράπτης και Λάμπρος Σταυρόπουλος), Conceptual Art (Βένια Δημητρακοπούλου) και Pop Art (Κώστας Σπυρόπουλος)».