Του Γ. Ξανθάκη

Σινεπιλογές

  • Δευτέρα, 10 Φεβρουαρίου, 2020 - 06:28

“Just Mercy” (2019) του Destin Daniel Cretton

Ένα δράμα θανατικής ποινής, με ήρεμη δύναμη

Ο  Αφροαμερικανός δικηγόρος Bryan Stevenson- απόφοιτος του Χάρβαντ- ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία επιλέγοντας μια εξαιρετικά δύσβατη διαδρομή.

Ως ιδρυτής της «Πρωτοβουλίας για την Ισότητα των Δικαιωμάτων» αφιερώθηκε στην παροχή νομικών υπηρεσιών σε θανατοποινίτες και έσωσε περισσότερους από 125 άδικα καταδικασθέντες από την εκτέλεση. Μάλιστα, ο Αρχιεπίσκοπος Desmond Tutu τον αποκάλεσε «Mandela της Αμερικής».

Το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Stevenson "Μια ιστορία δικαιοσύνης και λύτρωσης" είναι οδυνηρό, χρήσιμο και αποκαλυπτικό. Ανήκει στο είδος της λογοτεχνίας που μπορεί να αλλάξει την οπτική του αναγνώστη για τον κόσμο. Περιέχει τα απομνημόνευμα της καριέρας του Stevenson ως ακτιβιστή. Παράλληλα, αποτελεί ένα διαλογισμό για την ιστορία και την πολιτική ηθική, αλλά και μια ξεκάθαρη καταδίκη του ρατσισμού, της φτώχειας και των επιπτώσεών τους στο αμερικανικό σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.

Η  ταινία του Destin Daniel Cretton «Just Mercy» (“Short Term 12”, “The Glass Castle”) βασίζεται στο βιβλίο αυτό. Το σενάριο, που γράφτηκε από τον Cretton και τον Andrew Lanham, επικεντρώνεται σε ένα πρώιμο περιστατικό της καριέρας του Stevenson, όταν εκπροσώπησε τον Walter McMillian, έναν θανατοποινίτη από την Αλαμπάμα που επέμενε στην αθωότητά του.

Η αφήγηση ανοίγει το 1987, στην κομητεία Monroe της Αλαμπάμα, όπου διαπράττεται η δολοφονία της λευκής έφηβης Ronda Morrison. Στη βιασύνη για «επίλυση» του αποτρόπαιου εγκλήματος ώστε να εξευμενιστεί το «εξαγριωμένο πλήθος», οι αστυνομικοί αναζητούν ένα αποδιοπομπαίο τράγο, κατά προτίμηση έγχρωμο.

Έτσι ο ξυλουργός McMillian (Jamie Foxx), που είχε την ατυχία να βρεθεί στην ευρύτερη περιοχή του εγκλήματος, συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες.

Αποτελεί τραγική ειρωνεία ότι οι πολίτες του Monroe νοιώθουν υπερηφάνεια επειδή η πόλη τους είναι η πατρίδα της Harper Lee, της οποίας το βραβευμένο μυθιστόρημα «To Kill a Mockingbird», καταγγέλλει την ρατσιστική αδικία. Θυμόμαστε φυσικά και την αριστουργηματική ομώνυμη ταινία του Ρόμπερτ Μάλιγκαν με τον Γκρέγκορι Πεκ στο ρόλο του ανθρωπιστή δικηγόρου Atticus Finch. Ωστόσο το πνεύμα του Finch δεν φαίνεται να κατοικοεδρεύει στις αίθουσες των δικαστηρίων του Monroe.

Μέχρι τη στιγμή που ο Stevenson (Michael B. Jordan)  αρχίζει να υπερασπίζεται  θανατοποινίτες, ο McMillian - γνωστός και ως Johnny D – περιμένει την εκτέλεση  του. Έχει μηδαμινές ελπίδες αναβολής και ακόμη λιγότερη εμπιστοσύνη στους δικηγόρους. Η κακοδικία, σε βάρος του, ήταν τόσο κραυγαλέα που θεωρεί μάταια κάθε προσπάθεια επανεξέτασης της υπόθεσης του. Ωστόσο, ο Stevenson ως ιδρυτής της οργάνωσης «Equal Justice Initiative» (EJI) και η αφοσιωμένη συνεργάτης του Eva Ansley (Brie Larson), προσπαθούν να αμφισβητήσουν τη μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα κατηγορίας. Έρχονται αντιμέτωποι με τον αλαζόνα και μισαλλόδοξο σερίφη (Michael Harding) και τον διεφθαρμένο δημόσιο κατήγορο Tommy Chapman (Rafe Spall). Επιδίωξη τους είναι να αποδομήσουν την αξιοπιστία του βασικού μάρτυρα Ralph Myers (Tim Blake Nelson), ενός καταδικασμένου εγκληματία – που ωστόσο διαθέτει και κάποια ίχνη της ανθρωπιάς- του οποίου η κατάθεση ενάντια στον McMillian πιθανότατα εξαναγκάστηκε από την αστυνομία. Ο Stevenson σταδιακά συνειδητοποιεί είναι ότι δεν συγκρούεται μόνο με συγκεκριμένα πρόσωπα. Συγκρούεται κυρίως με μια γενικευμένη πεποίθηση της φυλετικής ανωτερότητας των λευκών και με τον βαθύ αταβισμό της δουλείας. Όπως και πολλά από τα θύματα του παρελθόντος, ο Johnny D απειλεί την φυλετική ιεραρχία, τόσο επειδή είναι οικονομικά ανεξάρτητος όσο και εξαιτίας της ερωτικής του σχέσης με μια λευκή γυναίκα. Αυτό το τελευταίο αποτελεί μια ανεπίτρεπτη παραβίαση των φυλετικών και σεξουαλικών ταμπού για τον σερίφη και τους άλλους λευκούς κατοίκους.

Το «Just Mercy» δεν ανήκει στο πρωτοποριακό σινεμά. Έχουμε δει αυτό το είδος νομικού δράματος πολλές φορές στο παρελθόν. Ωστόσο ο σκηνοθετικός χειρισμός του Cretton είναι αξιοθαύμαστα ισορροπημένος σε σχέση με το θέμα. Υιοθετεί μια νηφάλια ανάλυση, αποφεύγοντας τις μελοδραματικές συμβάσεις του Χόλυγουντ και τις δραματικές κορώνες. Περιγράφει με σύνεση και ακρίβεια ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα σφυρηλατημένο στο αμόνι της δουλείας, που εξακολουθεί να κουβαλά τα δεσμά του παρελθόντος. Ο παγιδευμένος ρατσισμός, ο ασφυκτικός εκφοβισμός αλλά και ένα παντοδύναμο κλειστό νομικό σύστημα, προκαλούν φυλετικές αδικίες στην απονομή της δικαιοσύνης.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο το σχόλιο του Stevenson ότι «το αντίθετο της φτώχειας δεν είναι ο πλούτος. Το αντίθετο της φτώχειας είναι η δικαιοσύνη». Ο αγώνας του Stevenson αποκτά πολλαπλάσια αξία καθώς όντας και ο ίδιος έγχρωμος δικηγόρος  έχει να αντιμετωπίσει και την εναντίον του φυλετική προκατάληψη.

Οι σκληρές αλήθειες της ταινίας μεταφέρονται στον θεατή δυνατά και ξεκάθαρα, χάρη στις εξαίρετες ερμηνείες των Michael B. Jordan και  Jamie Foxx. Ο Jordan ερμηνεύει τον Stevenson ως έναν ευπρεπή και μορφωμένο άνθρωπο, με ήπιο ιδεαλισμό αλλά και άκαμπτη εμμονή στην απόδειξη της αλήθειας.

Από τη πλευρά του ο Jamie Foxx μας υπενθυμίζει πόσο καλός ηθοποιός είναι. Μας επιτρέπει να δούμε τον Johnny D ως θύμα ενός συστήματος σε βαθιά σήψη. Με φυσικότητα, με το βλέμμα και την φωνή του μεταφέρει στον θεατή την απελπισία  και την οργή του. Η  βαθμονομημένη ερμηνεία του κάνει τις έντονες  συναισθηματικές σκηνές  ακόμα ισχυρότερες.

Το «όνειρο» του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ήταν οι άνθρωποι να κρίνονται από τις πράξεις και όχι από το χρώμα του δέρματός τους. Η έντιμων προθέσεων ταινία «Just Mercy» αποδεικνύει ότι πολύ συχνά κατά την απονομή της δικαιοσύνης, το χρώμα του δέρματος είναι αυτό που η δικαιοσύνη επιλέγει να δει.

 

Ετικέτες: 

Διαβάστε ακόμα