Ράμματα και θάματα

Εικόνα Αντώνης Μπούμπας

Πρέπει πάντοτε να βλέπουμε τη θετική πλευρά των πραγμάτων και όχι να πελαγώνουμε, απαριθμώντας τις παράπλευρες απώλειες.

Όπως σημειώνει και ο λαλίστατος λαός μας, όλα γίνονται για καλό. Επομένως, δεν χρειάζεται να επικεντρωθώ στο γεγονός ότι μετά τα έξι ράμματα που αποκόμισα από τη μία νύχτα στην άλλη, θυμίζω λεχώνα μετά από καισαρική. Αλλά να συλλογιστώ ότι αυτό το ατυχές συμβάν της κατακρήμνισής μου στη μέση του πουθενά, μπορεί να μου αποφέρει κάποτε ένα βραβείο Νομπελ.

Εξάλλου, όλοι οι μεγάλοι και αναγνωρισμένοι δημιουργοί έχουν αποδείξει μέσα από το έργο τους, ότι εμπνεύστηκαν και στιγματίστηκαν από τον αριθμό έξι. Γιατί λοιπόν να μην ακολουθήσω το παράδειγμά τους; “Έξι και μία τύψεις για τον ουρανό” ο Οδυσσέας Ελύτης. “Έξι νύχτες στην Ακρόπολη” ο Γιώργος Σεφέρης. “Έξι ράμματα στον αγκώνα” εγώ.

Για πιτζάμα πάρτι με μπιφτέκια ψαριού και όλη τη σοδειά του Διονύσου είχα ξεκινήσει και τελικά κατέληξα ανάσκελα στο νοσοκομείο για ακτινογραφίες και haute couture στο δεξί μου χέρι.

“Τι έπαθες”; με ρώτησαν ιατροί και νοσηλευτές, πιστεύοντας προς στιγμήν ότι μπέρδεψα τα επείγοντα με after.

“Έπεσα με τη μηχανή” ψέλλισα μακρόσυρτα και λαχανιασμένα, όχι γιατί μου είχαν απομείνει πέντε λεπτά ζωής, αλλά γιατί έφτασα εκεί μετά από μία ώρα περπάτημα.

Από τη μία να στάζει το αίμα, από την άλλη να στάζει ο ιδρώτας και εγώ να προσπαθώ να “σκοτώσω” την ώρα μου, ευχόμενος οι επτά πληγές του Φαραώ να πέσουν όλες μαζί στο κεφάλι εκείνου που μου έκλεψε προ μηνών το ποδήλατο.

“Είχες πιει”; απόρησαν οι άνθρωποι.

“Δεν πρόλαβα ο δόλιος”, απάντησα με καημό.

“Τι έγινε ακριβώς”; επέμειναν εκείνοι και μαζεύτηκαν όλοι γύρω μου, σαν να είμαι ο παππούς κάστορας που ετοιμάζεται να αφηγηθεί παραμύθια στα εγγόνια του.

Φαινομενικά, τα πράγματα ήταν απλά.

“Έπεσα σε μία λακκούβα, όχι γιατί έχασα τον έλεγχο, ούτε γιατί με τράβηξαν μέσα της αόρατα μαγνητικά κύματα, αλλά επειδή αυτή η τρύπα βρισκόταν στη μέση της δεξιάς λωρίδας του δρόμου”, τους εξήγησα.

Πράγμα που σημαίνει, ότι ακόμα κι αν ήξερα τις ιδιομορφίες του συγκεκριμένου περιφερειακού κομματιού, θα έπρεπε να είχα μπει στην αντίθετη πλευρά για να τις αποφύγω, με τον κίνδυνο να ξεπεταχτεί από τη στροφή κάποιο άλλο όχημα και να εμφανιστεί μπροστά μου σαν φάντης μπαστούνι.

Η ρόδα της μηχανής σφήνωσε μέσα στην τρύπα, που ήταν ακριβώς στα μέτρα της όπως και το γοβάκι στο κουντεπιέ της Σταχτοπούτας και σε κλάσματα δευτερολέπτου βρέθηκα στο έδαφος να σκούζω, όπως οι γάτες σε περίοδο αναπαραγωγής. Πόνοι είχαν απλωθεί σε όλη τη δεξιά πλευρά του κορμιού μου και η αίσθηση ενός ζεστού υγρού σε διάφορα σημεία επάνω μου προσπαθούσε να απωθήσει το σύγκρυο που είχε “κατσικωθεί” στις πλάτες μου.

Ο εκκωφαντικός θόρυβος του σκούτερ, το οποίο έσκασε κάτω σαν πεπόνι (λόγω χρώματος) δεν κίνησε την περιέργεια κανενός περιοίκου από τη γειτονιά, η οποία προφανώς ακόμα και το Σάββατο φοράει από νωρίς τις ωτοασπίδες της και παραδίδεται στην αγκαλιά του Μορφέα.

Χωρίς μονάδες στο κινητό και χωρίς τη δυνατότητα να ενεργοποιήσω το ειδικό πρόγραμμα για έξτρα λεπτά ομιλίας -καθώς το είχα ήδη κάνει πρόσφατα, αλλά δεν είχα εξοφλήσει τα χρωστούμενα- αποφάσισα να πάρω των οματιών μου και να συρθώ μέχρι τον κεντρικό δρόμο.

Όταν ξεκίνησα, το ρολόι έδειχνε 00:00 και όταν επιτέλους βρήκα ταξί, ο δείκτης είχε μετακινηθεί μία ώρα μπροστά. Η οδηγός, η οποία ταράχτηκε όταν έμαθε για ποιο λόγο πηγαίνω στο νοσοκομείο με έσωσε για δεύτερη φορά, αφού την πρώτη είχε εμφανιστεί μπροστά μου μία ημέρα του χειμώνα, όπου είχαν ανοίξει οι ουρανοί και ο Νώε δεν μου είχε κάνει ούτε αναπάντητη.

Το θέμα είναι ότι αν δεν είχε βρεθεί εκείνη, εγώ θα βολόδερνα ακόμα στους δρόμους και ο αιματοκρίτης μου από 36,8 θα είχε φτάσει τα χρόνια του Χριστού, αφού κανένα άλλο διερχόμενο όχημα δεν σταματούσε στα νοήματα ενός τρελού που κυκλοφορούσε τραυματισμένος λίγο μετά τα μεσάνυχτα.

“Μήπως έτρεχες”; με ρώτησε η ιατρός.

Όχι, δεν έτρεχα, παρόλο που δεν έβλεπα την ώρα να γευτώ τις λαχταριστές ψαρομπουκιές που με περίμεναν. Κι ας με αποκαλούν κάποιες ψυχές “γκαζοφονιά”, επειδή η μηχανή μου είναι σαν τις αμαρτίες μου και θα έπρεπε να της είχαν δώσει αναπηρική σύνταξη. Όμως, όσο αργά κι αν πορεύεσαι εσύ ο ίδιος, αν οι δρόμοι συνεχίσουν να βρίσκονται σε αυτά τα χάλια, δεν πρόκειται να έχεις ποτέ το κεφάλι σου ήσυχο. Θα πηγαίνεις με το σταυρό στο χέρι και θα λες “είχα άγιο” που δεν έπαθα κάτι μεγαλύτερο.

Τα σημάδια όμως στο σώμα σου, θα σου θυμίζουν μια ζωή ότι τα πάντα δεν εξαρτώνται μόνο από σένα, αλλά εξαρτώνται και από αυτούς που πρέπει να δραστηριοποιηθούν περισσότερο, πριν θρηνήσουν θύματα.

“Έλα καημένε, τα σημάδια είναι γοητεία”, μου είπε μια φίλη.

“Θέλεις να πεις δηλαδή, ότι απέκτησα ξαφνικά γοητεία, επειδή γκρεμοτσακίστηκα; Τότε να πέσω κι απ' τον έβδομο”, προθυμοποιήθηκα και εκείνη παραμένει ακόμα αποσβολωμένη.

Διαβάστε ακόμα