Ξερόλες

«Λι ραρά, λι ραρά, λι ραρά ραλέρο

και καλά και κακά όλα εγώ τα ξέρω…»

Τυχαία ξανάκουσα τον Σαββόπουλο να τραγουδάει για τον ξερόλα και αμέσως προέκυψαν οι συνειρμοί, φέρνοντας μπροστά μου τις μορφές τόσο γνωστών προσώπων, που λυμαίνονται τη δημόσια ζωή.

Ένας προς έναν οι ημιμαθείς της καρέκλας άρχισαν να παρελαύνουν μπροστά στα μάτια μου, θυμίζοντας μου στιγμές απείρου κάλλους, όπου η ξερολίαση τους «έσπασε κόκκαλα» και η «βαρύτητα» του αξιώματος τους ενίσχυσε την έπαρση τους και επιβεβαίωσε την ασχετοσύνη τους.

Βλέπεις η κατοχή ενός τίτλου δίνει πόντους στην ελλιποβαρή προσωπικότητα των αξιωματούχων και μέσω αυτού επιδιώκουν να επιβεβαιωθούν, αλλά και να βρεθούν στο επίκεντρο των γεγονότων, αρθρώνοντας λόγο, εκφράζοντας άποψη, με κοινό παρονομαστή το «δήθεν».

Ελλειμματικοί σε γνώσεις, απαίδευτοι και με περίσσευμα θράσους κομπορρημονούν, σε βαθμό πλήρους εξοργισμού όσων τυγχάνει να βρίσκονται γύρω τους.

Με ενημέρωση συγκυριακή, σε κάθε περίπτωση, επιχειρούν να επιβάλλουν την θέση και την άποψη τους, εμφανίζοντας την ως την απόλυτα σωστή, παρά την απουσία τεκμηρίωσης, χωρίς καμία διάθεση διαλόγου ή ανοχής στον εμπεριστατωμένο αντίλογο.

Μάταιη αποβαίνει κάθε προσπάθεια έκφρασης αντίθετης γνώμης, καθώς η επιχειρηματολογία δεν αποδεικνύεται ικανή να κάμψει την επηρμένη τους αμπελοφιλοσοφία, με το «εγώ» τους να προτάσσεται σε κάθε αναφορά τους.

Συνήθως προβάλλουν σθεναρή αντίσταση αντικρούοντας με στόμφο την έκφραση του ορθού, και της ολοκληρωμένης γνώσης και τελικά το μόνο που καταφέρνουν είναι να προσκρούει η ημιμάθεια τους στα αυταπόδεικτα και η χωλή παντογνωσία τους στα αναμφισβήτητα.

Όμως με ζητούμενο τους τη δημοφιλία και με οδηγό την εγωπάθεια της επιφανειακής τους κατάρτισης ή ακόμα και της απόλυτης άγνοιας τους, μεταστρέφουν τα λεγόμενα τους και οικειοποιούνται, σε μηδενικό χρόνο, ότι τους αντιτείνει ο συνομιλητής τους, παρουσιάζοντας τα ως δική τους άποψη.

Πολύ δε περισσότερο το μένος τους κατά αυτών που οι ίδιοι θαυμάζουν και προκειμένου να μην παραδεχτούν την ανωτερότητα τους δείχνουν να τους περιφρονούν και να τους υποτιμούν, προσπαθώντας να αποσοβήσουν το κίνδυνο της αμφισβήτησης, που θα αποκαλύψει την δική τους ελλειμματικότητα και ανεπάρκεια.

Νάρκισσοι, μεγαλομανείς και αλαζόνες, επιδιώκουν με κάθε τρόπο να πείσουν για την εξυπνάδα, το χιούμορ και την πολυγνωσία τους, καθώς κύριο μέλημα τους αποτελεί η πρόκληση εντυπωσιασμού για να κερδίσουν την επιβεβαίωση που τόσο έχουν ανάγκη.

Ναι σε αυτόν αναφέρομαι, και σε αυτόν, και σε εκείνον και στον άλλο και σε όποιον «φωτογραφίζεται» μέσα από την συγκεκριμένη περιγραφή.

Είναι αυτοί που πήραν θώκους, που κλήθηκαν να ασκήσουν διοίκηση, που έτυχε να βρεθούν σε θέσεις διαχείρισης των κοινών και που λάμπουν δια της βλακείας τους!

Βλαξ αποδεικνύεται τελικά γι’ αυτούς ο Σωκράτης όταν η απόλυτη μετριοφροσύνη της δικής του δημοκρατίας της ανάγκης συνεχούς απόκτησης γνώσης συνοψιζόταν στη σοφία της παραδοχής της άγνοιας «Ἓν οἶδα ὅτι ουδὲν οἶδα»!

 

 

 

Διαβάστε ακόμα