Παρουσίαση του σχεδίου για τον πρωτογενή τομέα

Κατευθυντήριες γραμμές

Είναι έτοιμο και θα δοθεί τις επόμενες δύο εβδομάδες για διαβούλευση, το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020, για το Νότιο Αιγαίο.

Πρόκειται για ένα πολυσέλιδο τόμο, το οποίο κάνει αναφορά σε κάθε ένα από τα νησιά των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου, ενώ σύμφωνα με τον αρμόδιο Αντιπεριφερειάρχη, Αντώνη Χατζηιωάννου, είναι ένα “απόκτημα” που θα τεθεί προς πάσα κατεύθυνση με κεντρικό αποδέκτη το υπουργείο Ανάπτυξης.

Να σημειωθεί ότι η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου είναι η πρώτη από τις Περιφέρειες της χώρας, που κατάρτισε από το σχέδιο, το οποίο επεξεργάστηκε προσεκτικά και κάτω από τις δυνατότητες του κάθε νησιού ξεχωριστά.

Η “Κοινή Γνώμη” παρουσιάζει το σχέδιο που αφορά 4 νησιά των Κυκλάδων και συγκεκριμένα στοιχεία από τη μελέτη που αφορούν τη Σύρο, τη Νάξο, την Πάρο και την Τήνο.

Να σημειωθεί, όπως δήλωσε στην “Κοινή Γνώμη” ο κ. Χατζηιωάννου, η πρώτη παρουσίαση θα γίνει στη Ρόδο, ενώ αναμένεται την επόμενη εβδομάδα να παρουσιαστεί και στις Κυκλάδες. Τέλος, σημείωσε ότι είναι ένα απαραίτητο εργαλείο το οποίο επιβάλλεται να “χρησιμοποιήσουν” όλοι οι εμπλεκόμενοι, προκειμένου να υπάρξει μία ολοκληρωμένη πρόταση προς το αρμόδιο υπουργείο.

Το γενικότερο πλαίσιο

Στο πλαίσιο της Προγραμματικής Περιόδου 2014-20 η χώρα θα χρηματοδοτηθεί από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με πόρους που θα κατευθυνθούν σε πράξεις (έργα και ενέργειες) που θα στηρίξουν την αναπτυξιακή προσπάθεια.

Από τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2014-20 και πιο συγκεκριμένα από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), η Ελλάδα θα λάβει περίπου 15 δις ευρώ , στον Πυλώνα 1 : Άμεσες Ενισχύσεις Παραγωγών και 3.72 δις ευρώ , στον Πυλώνα 2 : Αγροτική Ανάπτυξη.

Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (ΠΝΑ) καταρτίζει “Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης” για την περίοδο 2014-20, προκειμένου να ζητήσει από τα εμπλεκόμενα υπουργεία Γεωργίας και Ανάπτυξης, την εκχώρηση των πόρων που θα διατεθούν στο Νότιο Αιγαίο ώστε η διαχείρισή τους να γίνει από την Ενδιάμεση Διαχειριστική Αρχή (ΕΔΑ) Νοτίου Αιγαίου όπως ακριβώς γίνεται με τους πόρους των τεχνικών υποδομών.

Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου προσανατολίζεται προς αυτή την κατεύθυνση προκειμένου να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για τις προοπτικές ανάπτυξης του πρωτογενή τομέα του κάθε νησιού.

Για το λόγο αυτό θέτει σε Δημόσια Διαβούλευση τα τμήματα του Στρατηγικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου που αφορούν τον πρωτογενή τομέα και καλεί όλους τους εμπλεκομένους και ενδιαφερόμενους φορείς και πολίτες να εκθέσουν τις απόψεις τους και να διαμορφώσουν προτάσεις για τις πράξεις που κρίνονται απαραίτητες για την ανάπτυξή του.

Η συνδρομή των θεσμικών κοινωνικών εταίρων Δωδεκανήσου και Κυκλάδων και κάθε ενδιαφερόμενου, ειδικού επιστήμονος, αγρότη, κτηνοτρόφου, μεταποιητή,τυποποιητή, πολίτη κλπ, αποτελεί για εμάς σημαντικότατη συνεισφορά στην καταβαλλόμενη προσπάθεια εκπόνησης εύστοχου και τεκμηριωμένου ‘Επιχειρησιακού Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης’ 2014-20, για το Νότιο Αιγαίο.

ΣΥΡΟΣ

Η οικονομική διάρθρωση του νομού και κατ’ επέκταση της Σύρου χαρακτηρίζεται από σταδιακό περιορισμό του τομέα της μεταποίησης και από διόγκωση κλάδων του τριτογενή τομέα.

Σύμφωνα με στοιχεία που προέκυψαν από την απογραφή του 2001, καθώς νεότερα στοιχεία δεν υπάρχουν δημοσιοποιημένα από την Ελ.ΣΤΑΤ., η κατανομή του ενεργού πληθυσμού (μόνιμου πληθυσμού) στους τρείς τομείς παραγωγής Πρωτογενή-Δευτερογενή-Τριτογενή παρουσιάζεται στον παρακάτω πίνακα. Στον τριτογενή τομέα απασχολείται το 58,8% του ενεργού πληθυσμού και συγκεκριμένα 4.607 εργαζόμενοι. Ακολουθεί ο δευτερογενής τομέας με 2.111, ποσοστό 26,94% του εργατικού ενεργού πληθυσμού, και τέλος ο πρωτογενής τομές με 301 εργαζομένους και ποσοστό 3,84%.

Για τον πρωτογενή τομέα, σύμφωνα στοιχεία από τον Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. για το έτος 2012, 185 παραγωγοί υπέβαλλαν δήλωση ενιαίας ενίσχυσης εκ των οποίων οι 18 με ένδειξη δήλωσης στο πρόγραμμα της εξισωτικής αποζημίωσης ( κατά κύριο επάγγελμα αγρότες ).

Ο πρωτογενής τομέας είναι αρκετά αναπτυγμένος στη Σύρο και επεκτείνεται κυρίως στην εύφορη και αμμώδη περιοχή του νοτίου τμήματος, αλλά και ένα σημαντικό ποσοστό στο βόρειο τμήμα του νησιού (περιοχές Μάννα, Πάγου, Γαλησσά, στην Απάνω Μεριά της Άνω Σύρου κ.α.). Οι βασικές γεωργικές καλλιέργειες της περιοχής είναι τα κτηνοτροφικά φυτά, τα άνυδρα κηπευτικά που θεωρούνται πολύ υψηλής ποιότητας, τα αμπέλια, τα οπωροκηπευτικά και οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες. Αντίστοιχα, η κτηνοτροφία εξειδικεύεται κυρίως στην αιγοπροβατοτροφία και στα βοοειδή. Παράγονται γαλακτοκομικά προϊόντα, θυμαρίσιο μέλι και κρασί. Τέλος, πολύ γνωστά προϊόντα είναι η κάπαρη και τα ξηραμένα βότανα.

Η γεωργική γη που δύναται να καλλιεργηθεί είναι 37.700 στρ. Οι περιοχές που χαρακτηρίζονται ως βοσκότοποι είναι 39.400 στρ. Ο. Η έκταση των 13.600 στρ. που χαρακτηρίζονται ως δάση δεν αποτελούνται από συμπαγείς συστάδες δασικών δέντρων αλλά πρόκειται για εκτάσεις που καλύπτονται από θαμνώδη και φρυγανώδη βλάστηση και οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν στην κτηνοτροφία και τη μελισσοκομία.

Σε ότι αφορά τον ζωικό πληθυσμό του νησιού, ο αριθμός του ζωικού πληθυσμού ανέρχεται σε 4.269 ζώα εκ’ των οποίων 2.776 είναι πρόβατα και 1.493 είναι αίγες.

Μεγάλο πρόβλημα για τις περισσότερες κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις αποτελεί η δυσκολία για να τακτοποιήσουν την άδειας λειτουργίας των σταβλικών εγκαταστάσεων. Αυτό συμβαίνει διότι οι εκμεταλλεύσεις αυτές βρίσκονται στα όρια των οικισμών ή βρίσκονται εντός ΖΟΕ (Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου).

Στο νησί δραστηριοποιούνται 28 μελισσοκόμοι με συνολικό αριθμό κυψελών 1.093 σύμφωνα με το μητρώο μελισσοκομικών εκμεταλλεύσεων της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας. Από τα στοιχεία του παρακάτω πίνακα είναι φανερό ότι η πλειοψηφία των μελισσοκόμων διατηρεί μικρό αριθμό κυψελών και στοχεύει στην απόκτηση συμπληρωματικού εισοδήματος.

Η Σύρος έχει 76 σκάφη με αλιευτικά εργαλεία δίχτυα – παραγάδια εκ των οποίων τα 3 είναι αλιευτικά σκάφη με εργαλείο βιντζότρατας. Σκάφη μέσης αλιείας δεν υπάρχουν.

Ο αριθμός των βιοτεχνικών επιχειρήσεων στη Σύρο αποτελεί το 23,77% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων του νησιού. Στη Σύρο είναι εγκατεστημένη η μία από τις δύο μεγάλες βιομηχανικές μονάδες του νομού, το Νεώριο, στο οποίο απασχολείται σημαντικός αριθμός κατοίκων του νησιού. Τα ναυπηγία της Σύρου ιδρύθηκαν το 1861 και είναι το παλαιότερο ναυπηγείο της Ελλάδας.

Συνολικά, το 13,32% του ενεργού πληθυσμού της Σύρου απασχολείται στη μεταποίηση σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ από την απογραφή του 2001.

Σημαντικό μέρος της βιοτεχνίας στη Σύρο αποτελούν τα παραδοσιακά προϊόντα, τα οποία έχουν αποκτήσει μεγάλη φήμη τα τελευταία χρόνια.

Ανάμεσα στα ισχυρά σημεία της Σύρου είναι η πληθυσμιακή αύξηση και η ενασχόληση με των νέων με τον πρωτογενή τομέα, η ύπαρξη θερμοκηπιακών εγκαταστάσεων, καθώς κτηνοτροφικών μονάδων, η ύπαρξη δύο τυροκομείων, ενός οινοποιείου, ενός τυποποιητηρίου οπωροκηπευτικών, ενός σφαγείου και ενός ελαιοτριβείου.

Στα αδύνατα σημεία της Σύρου καταγράφεται η μείωση του αγροτικού πληθυσμού, λόγω της ενασχόλησής του με τον τουρισμό, αλλά και η γήρανση του πληθυσμού που ασχολείται με τον πρωτογενή τομέα.

ΝΑΞΟΣ

Στην Νάξο ο πρωτογενής τομέας παραδοσιακά είναι η κύρια δραστηριότητα. Είναι το νησί των Κυκλάδων με την μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή. Το έδαφος της χαρακτηρίζεται από τον ορεινό όγκο, Β –ΒΑ τμήμα και το πεδινό τμήμα ΝΔ του νησιού που καταλήγει στις κυριότερες παραλίες του νησιού. Τα γεωργικά προϊόντα του νησιού είναι η πατάτα –πατατόσπορος, κρασί, λάδι, κηπευτικάκαι φρούτα. Επίσης παράγονται αρκετές ζωοτροφές, οι οποίες χρησιμοποιούνται στην κτηνοτροφία. Στο νησί είναι ανεπτυγμένη η αιγοπροβατοτροφίακαι η βοοτροφίααπό τα οποία παράγονται εξαιρετικής ποιότητας κρέας και τυριά( γραβιέρα Νάξου ΠΟΠ αρσενικό τυρί, ξυνότυρο, γλυκιά και ξινή μυζήθρα, κλπ).

Η συνολική έκταση του νησιού είναι 431,9 χιλ στρέμματα. Από αυτά τα 137,5 χιλ στρέμματα είναι καλλιεργούμενες εκτάσεις και τα 68,5 χιλ στρ χρησιμοποιούνται ως βοσκότοποι. Τα κτηνοτροφικά φυτά κυρίως κριθάρι (σανοδοτικά και καρποδοτικά), καλύπτουν έκταση περίπου 50.000 στρεμμάτων. Το σύνολο της παραγωγής ιδιοκαταναλώνεται στις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις.

Κατά την εκτίμηση της Υπηρεσίας ( Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας Νάξου) καλλιεργούνται περίπου 1.000 στρέμματα υπαίθριων κηπευτικών όλων των ειδών (τομάτα, πιπεριά, αγγούρι, κολοκύθι, μελιτζάνα, φασολάκι, πεπόνι, καρπούζι,μαρούλι, λάχανο, κουνουπίδι, βλίτο κλπ).

Στο νησί υπάρχουν 28,5 στρ σύγχρονα θερμοκήπια με μεταλλικό σκελετό, θερμαινόμενα. Παράγουν κυρίως ντομάτα και αγγούρι. Η μεγαλύτερη ποσότητα καταναλώνεται στην Νάξο.

Η αμπελοκαλλιέργεια καταλαμβάνει μεγάλες εκτάσεις στην ορεινή κυρίως Νάξο, περιοχή Κορωνίδας κλπ. Καλλιεργούνται 5.646 στρέμματα από τα οποία τα 4.055 βρίσκονται στην ορεινή Νάξο. Κύριο προϊόν είναι η γραβιέρα Νάξου προϊόν ΠΟΠ. Επίσης τελευταία διατίθεται στην αγορά της Νάξου κυρίως, παστεριωμένο γάλα, γιαούρτι, λευκό τυρί κλπ.

ΠΑΡΟΣ

Η συνολική έκταση της Πάρου είναι 198,4 χιλ. στρέμματα. Από αυτά τα 105 χιλ στρέμματα είναι καλλιεργούμενες εκτάσεις ποσοστό 53% τα 24% στρέμματα χρησιμοποιούνται ως βοσκότοποι.

Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στην Πάρο έχουν γενικά μικρό μέγεθος, πράγμα που είναι χαρακτηριστικό όλων των νησιών των Κυκλάδων. Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις της Πάρου από όπου φαίνονται από τους πίνακες επικρατούν οι ετήσιες καλλιέργειες με 31.034 στρέμματα, ενώ οι δενδρώδεις καταλαμβάνουν μόνο 6.502 στρέμματα, οι κηπευτικές καλλιέργειες με 1.307 στρέμματα και τα αμπέλια 7.005 στρέμματα Οι αρδευόμενες εκτάσεις είναι της τάξης των 5.068 στρεμμάτων λόγω έλλειψης οργανωμένων αρδευτικών δικτύων που οφείλεται στην ανεπάρκεια των υδατικών πόρων. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής εντοπίζεται στην Παροικία (βορειοανατολικό τμήμα μέχρι τη Νάουσα) και στη νότια πλευρά μέχρι την Αγκαιριά.

Στην κατηγορία των δενδρωδών καλλιεργειών σημαντική θέση κατέχει η ελαιοκαλλιέργεια. Η συνολική καλλιεργούμενη έκταση στη Πάρο είναι 6.232 στρέμματα σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελ. Στατ. 2008, ενώ με τα στοιχεία του ΟΠΕΚΕΠΕ 2013 είναι 4.084,6 στρέμματα. Ο παραγόμενος ελαιόκαρπος χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο για παραγωγή ελαιολάδου. Οι ποικιλίες που επικρατούν είναι η θρουμπολιά και η κορωνέϊκη. Υπάρχουν διάσπαρτα ελαιόδεντρα των ποικιλιών Αμφίσης και Μανάκι.

Οι καλλιεργητικοί χειρισμοί που γίνονται στην καλλιέργεια της ελιάς είναι πολύ κοντά σε βιολογικά συστήματα καθώς γίνονται ελάχιστες ή καθόλου επεμβάσεις με φυτοφάρμακα. Ωστόσο η βιολογική καλλιέργεια είναι περιορισμένη και οι λόγοι εντοπίζονται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν πιστοποιημένα ελαιοτριβεία για την παραγωγή βιολογικού ελαιόλαδου .

Το κυριότερο πρόβλημα της καλλιέργειας είναι η έλλειψη τυποποίησης.

Τα αμπέλια και ιδιαίτερα τα οινάμπελα αποτελούν παραδοσιακή καλλιέργεια για την Πάρο και η συνολική τους έκταση σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ. ΣΤΑΤ. 2008 είναι 7.005 στρέμματα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΤΑΟ Πάρου για το 2004 η ομάδα παραγωγών της ΕΑΣ Πάρου απαριθμούσε 781 παραγωγούς, 1.641 αγροτεμάχια και έκταση 4.235 στρέμματα (τότε υπήρχε μόνο μια ομάδα).Το 2013 σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΠΕΚΕΠΕ η καλλιεργούμενη έκταση είναι 2.971,1 στρέμματα .

Οι κυριότερες οινοποιήσιμες ποικιλίες που καλλιεργούνται είναι από ερυθρές ποικιλίες: Μανδηλαριά, Βάφτρα και Αϊδάνι και από λευκές ποικιλίες: Μενεμβασιά, Ασύρτικο και Σαββατιανό.

ΤΗΝΟΣ

Το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού ασχολείται με τον τριτογενή τομέα.

Για τον πρωτογενή τομέα, σύμφωνα στοιχεία από τον Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. για το έτος 2012, υπέβαλλαν δήλωση ενιαίας ενίσχυσης 391 παραγωγοί εκ των οποίων οι 190 με ένδειξη δήλωσης στο πρόγραμμα της εξισωτικής αποζημίωσης που σημαίνει ότι είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.

Οι τομείς της γεωργίας, στους οποίους απασχολούνται σε πολύ μεγάλο ποσοστό οι κάτοικοι της Τήνου είναι, η εκτατική εκτροφή αιγοπροβάτων για κρέας, η εκτατική εκτροφή βοοειδών για κρέας και γάλα (και η τυροκόμηση του αγελαδινού κυρίως γάλακτος), η καλλιέργεια κηπευτικών με σημαντικότερη την αγκινάρα, την πατάτα και την τομάτα, η μελισσοκομία, η αμπελουργία και η ελαιοκαλλιέργεια, η καλλιέργεια εσπεριδοειδών, η συλλογή κάπαρης και η μικρής έκτασης τηνιακή αλιεία.

Η αμπελοκαλλιέργεια στην Τήνο είναι διαδεδομένη αρκετά στην παραδοσιακή της μορφή.

Οι κύριες καλλιέργειες κηπευτικών είναι η αγκινάρα, η πατάτα, καθώς και διάφορα χειμερινά και καλοκαιρινά κηπευτικά.

Η κτηνοτροφία είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη στην Τήνο, αν και απουσιάζουν οι μεγάλες οργανωμένες μονάδες ζωικής εκμετάλλευσης.

Όσον αφορά την αιγοπροβατοτροφία, το σύνολο των εκμεταλλεύσεων ανέρχεται στις 564 από τις οποίες οι 364 είναι εκμεταλλεύσεις αιγοπροβάτων, οι 46 εκμεταλλεύσεις αιγών και οι 154 εκμεταλλεύσεις προβάτων.

Σοβαρότατο πρόβλημα για την Τήνο αποτελούν τα αδέσποτα και τα ανεπιτήρητα παραγωγικά ζώα.

Η μελισσοκομία αποτελεί δυναμικό τομέα για την Τήνο με προοπτικές ανάπτυξης. Το τηνιακό μέλι απολαμβάνει μια πολύ καλή τιμή: 18 - 20 € το θυμαρίσιο και 14-15 € το ρείκι.

Σύμφωνα με στοιχεία της Υπηρεσίας υπάρχουν 69 μελισσοκόμοι με 2.912 κυψέλες.

Ετικέτες: