Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Θρησκεία ή εκκλησία;

  • Τρίτη, 13 Αυγούστου, 2024 - 06:22

Στις διακοπές μου βρέθηκα στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, τη Σύρο, που μου γέννησε παλιές αναμνήσεις. Μια από αυτές ήταν ο εκκλησιασμός. Ξανάκουσα, ύστερα από χρόνια την Κυριακάτικη λειτουργία με συγκίνηση, αλλά με πιο κριτικό, τρόπο. Άκουσα π.χ. να λέει ο παπάς: "Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον". Γιατί άραγε τρεις φορές; Ίσως ακόμη και μία να ήταν πολλή. Ο ουράνιος Πατέρας γνωρίζει τι χρειαζόμαστε (Ματθαίος).

Συγχέομε πολλά πράγματα. Αν θυμάμαι καλά, ο Χ. Γιανναράς είχε σχολιάσει ένα "θεολογικό" καθολικό κείμενο που έγραφε ότι το θρησκευτικό αίσθημα είναι εσωτερικό του καθενός, ή κάτι τέτοιο. "Πού είναι η θεολογία σ΄ αυτό το κείμενο"; Ως τότε δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι άλλο θεολογία και άλλο θρησκεία. Και, μου φαίνεται, οι περισσότεροι δεν ξεχωρίζουν τη θρησκεία από την εκκλησία. Όμως η εκκλησία είναι έργο ανθρώπων, των ιερέων, που θεωρούν ότι εκπροσωπούν τη γνώση και τη βούληση του Θεού. Οι καθολικοί π.χ. λένε ότι ο Ιησούς, που, κατά την ομολογία Του, είναι υιός του Θεού, έχρισε τον Πέτρο διάδοχό Του και αυτός έχρισε διάδοχό του τον Πάπα κοκ. Όταν επεκτάθηκε ο Χριστιανισμός, έπρεπε να οργανωθεί. Και το μόνο αξιόλογο πρότυπο οργάνωσης τότε ήταν της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Έτσι ο Θεός είναι Βασιλιάς, των Ουρανών βέβαια. Και η εκκλησία δομείται σε μια ιεραρχία παρόμοια με τη Ρωμαϊκή. Αλλιώς σκέφτεται ο λαός. Όμως τι λέει η θρησκεία μας;

Το θεμελιώδες στοιχείο είναι η Τριαδικότητα του Ενός Θεού. Δυσνόητο. Αφού είναι Ένας, πώς είναι τρεις; Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο ο Άγιος Αθανάσιος παρομοίωσε τη θεία ουσία με ένα κεραμίδι που αποτελείται από χώμα, νερό και φωτιά. Είδαν, λέγεται, οι πιστοί τη φωτιά να πηγαίνει πάνω, το νερό να χύνεται κάτω και το χώμα να μένει στο χέρι του Αγίου. Κι όμως το κεραμίδι ήταν Ένα.

Επανειλημμένα έχω προβάλει την άποψή μου ότι το (μοναδικό) Εγώ μας είναι τρισυπόστατο. Μήπως με αυτό το πρότυπο θα μπορούσαμε να προσπελάσουμε το μυστήριο της τριαδικής Θεότητας; Υπάρχομε έχοντας περάσει από 3 σταθμούς. Πρώτος σταθμός είναι η ένωση ενός πατρικού σπερματοζωαρίου με ένα μητρικό ωάριο. Το γονιμοποιημένο ον που προκύπτει υπάρχει, διότι διαφέρει σημαντικά από το περιβάλλον του. Πολλαπλασιάζεται και μεγαλώνει ανεξάρτητα από τον περίγυρό του, αλλά σε συγκεκριμένο χώρο και στη βάση ενός αρχιτεκτονικού σχεδίου, του DNA, που είναι προδιαγεγραμμένο στις δύο συνιστώσες του (ωάριο και σπερματοζωάριο). Είναι το αισθητό Εγώ μας, αντιληπτό από το σύνολο του φυσικού περιβάλλοντός του. Η μητέρα τού εξασφαλίζει την αναγκαία ενέργεια και προστασία, αλλά δεν επηρεάζει τον τρόπο που αναπτύσσεται.

Όσο είναι μέσα στη μήτρα το έμβρυο έχει τις ίδιες φυσικές ιδιότητες με το περιβάλλον του. Ίδια θερμοκρασία, υγρασία, οξύτητα κλπ. Έτσι, ακόμη και με πλήρη ανάπτυξη του εγκεφάλου του, είναι το μόνο ον που αδυνατεί να αντιληφθεί την ύπαρξή του, διότι οι αισθητήρες του, διάσπαρτοι σε όλο το σώμα του, δεν διακρίνουν τίποτε διαφορετικό από το φυσικό περιβάλλον του. Τη φοβερή στιγμή του τοκετού, η νοητή ανυπαρξία του νεογνού σχάζεται σε (νοητό) Εγώ και Περιβάλλον, καθώς οι αισθητήρες του εξακολουθούν να δέχονται από μέσα του σταθερά ερεθίσματα, όπως και όταν ήταν έμβρυο, αλλά απέξω κατακλύζονται από μια καταιγίδα ερεθισμάτων τυχαίων, μεταβαλλόμενων, απρόβλεπτων. Δεύτερος σταθμός.

Κάποτε μετά τη γέννηση, το νέο παιδί εισάγεται στην κοινωνία με μια κοινωνική ιεροτελεστία (αμφιδρόμια στην αρχαιότητα, βάπτιση, περιτομή, εγγραφή στο ληξιαρχείο). Η κοινωνία ολόκληρη αναγνωρίζει ότι το συγκεκριμένο πλάσμα είναι τέκνο των συγκεκριμένων γονιών και μέλος της. Το κοινωνικό Εγώ γεννήθηκε. Τρίτος σταθμός.

Όπως στην αρχή της ζωής καθεμιά όψη του Εγώ μας αρχίζει να υπάρχει σε διαφορετικό χρόνο από τις άλλες, έτσι γίνεται και στην αποχώρηση από τη ζωή, στο θάνατο.

Η σαφής διαφορά μεταξύ των τριών όψεων της ύπαρξής μας δεν αίρει το γεγονός πως καθένας μας είναι μοναδικός. Ίσως κάπως έτσι πρέπει να προσπελάσουμε το μυστήριο της τριαδικής Θεότητας. Σαν το νοητό Εγώ, ο Πατέρας, είναι απροσπέλαστος από οποιονδήποτε εκτός από τον εαυτό του. Κανένας ποτέ δεν τον έχει δει (Ιωάννης). Το νοητό Εγώ δεν μπορεί να έχει υπάρξει χωρίς να προϋπάρχει το αισθητό Εγώ, το σώμα μας και η λειτουργία του, και έχει διαμορφωθεί από το κοινωνικό Εγώ. Κι όμως αισθανόμαστε πως το νοητό Εγώ που εξαρτάται από το αισθητό και το κοινωνικό, αυτό είναι που έχει τη γνώση, το συναίσθημα και τη βούληση. Αυτό δεσπόζει πάνω στα άλλα δύο.

Ο Λόγος του Θεού έγινε σάρκα (Ιωάννης). Έτσι, ως σάρκα, έγινε αισθητός από όλους τους ανθρώπους. Αυτός ήταν ο Ιησούς. Όπως ένα αγόρι είναι γιος κάποιου, είτε γεννήθηκε με τη φυσιολογική διαδικασία είτε όχι (π.χ. υιοθετήθηκε), έτσι και ο Ιησούς ήταν Υιός του Θεού, έστω και αν δεν υπήρξε θεϊκό σπερματοζωάριο που να γονιμοποίησε κάποιο ωάριο της Μαρίας.

Με το κοινωνικό Εγώ μοιάζει το Άγιο Πνεύμα. Αυτό διαχέει τη βούληση του Θεού σε όλη την κοινωνία των πιστών με δυσνόητο τρόπο. Είναι ισότιμο με τις δύο άλλες όψεις του Θεού και δεν βλέπω γιατί πρέπει να "εκπορεύεται" από μόνο τον Πατέρα ή και από τον Υιό. Αν ξαναγράφαμε σήμερα, στη βάση όσων ανέφερα, το "Πιστεύω", θα ήταν το ίδιο, αλλά δεν θα αναφερόταν σε εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Πώς εκπορεύεται, αφού είναι μέρος της θεϊκής Τριάδας. Θα ομολογούσα λοιπόν σχετικά: "...Και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το ζωοποιόν, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον...". Τόσο η ορθόδοξη εκδοχή όσο και η καθολική με το filioque, δεν με ικανοποιούν, αφού δεχόμαστε το Άγιον Πνεύμα μία από τις τρεις όψεις της Θεότητας και επομένως απλώς δεν εκπορεύεται. Η γνωστή διαμάχη, δηλαδή, μου φαίνεται αδικαιολόγητη αντιπαλότητα μεταξύ των δύο δογμάτων του Χριστιανισμού, που οφείλεται σε αντιπαλότητα όχι της θρησκείας, αλλά των εκκλησιών, για κοσμική εξουσία.

Ο Πατήρ είναι ένα είδος βασιλιά στην εκκλησία. Στο λαό όμως ταυτίζεται, με το σύνολο της κοινωνίας. "Φωνή λαού, οργή Θεού". Με το λαό παρομοιάζει ο λαός το Θεό! Κανένα μέλος της δεν γνωρίζει τι θέλει ο διπλανός του. Η βούληση της κοινωνίας (ηθική) είναι απροσπέλαστη. Καθένας μας θέλει πλήθος πραγμάτων. Η ενιαία κοινή βούληση όλων όμως δεν είναι γνωστή σε κανέναν, ώσπου να αναδειχθεί. Ένας τρόπος να φανεί είναι με συλλαλητήρια. Ο άλλος τρόπος είναι η διαβούλευση με κλήρωση όσων την εκφράζουν.

Διαβάστε ακόμα