Ο θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας

Το στοίχημα της πόλης που κερδίζει τον τίτλο

  • Τρίτη, 12 Αυγούστου, 2014 - 06:10

Για μια πόλη που έχει υπάρξει ένα πολύχρωμο μωσαϊκό ανθρώπων και πολιτισμών, που έχει εισπνεύσει τον αέρα νέων ιδεολογικών ρευμάτων και έχει ευεργετηθεί από τον διάλογο που αναπτύσσεται με πρόσωπα, ιδέες και ακούσματα που εισέρχονται δια θαλάσσης και αλλάζουν την ματιά και τον αέρα της, ένας θεσμός σαν την Πολιτιστική Πρωτεύουσα είναι πάνω απ’ όλα ένα στοίχημα με τον εαυτό της: Ένα στοίχημα για να ξαφνιαστεί, να έρθει σε επαφή με το νέο, να το αφομοιώσει και να το κάνει κτήμα της. Να πάει παραπέρα.

Το δεύτερο πράγμα που οφείλει να κάνει μια πόλη η οποία ευεργετείται από ένα τέτοιο θεσμό που στρέφει τα φώτα πάνω της, είναι να μην δείξει τις ρυτίδες της αλλά το δημιουργικό της πρόσωπο, την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της και να αναδείξει το παρελθόν της με τέτοια μαεστρία που θα το καθιστά μια στέρεα βάση πάνω στην οποία με τρόπο συνεχή και αδιάλειπτο χτίζεται μια ιστορία για το μέλλον.

Η πόλη - Πολιτιστική Πρωτεύουσα έχει μια μοναδική ευκαιρία να επιδείξει την πολιτιστική της ζωή και την πολιτιστική της ανάπτυξη και να μεταμορφώσει όχι μόνο την πολιτιστική της φυσιογνωμία αλλά και την γενικότερη εικόνα της, να συστηθεί σε ένα ευρύτατο κοινό και να αποκομίσει κέρδη που ξεφεύγουν από το καθαρά πολιτιστικό σκέλος και την συνομιλία των λαών της Ευρώπης περί την τέχνη και αποκτούν κοινωνικό, τουριστικό και οικονομικό αντίκτυπο, αποκτούν αναπτυξιακή διάσταση.

Το τρίτο πολύ σημαντικό πράγμα που έχει να εισπράξει μια πόλη από την γιορτή του πολιτισμού που ενώνει την Ευρώπη, είναι οι υποδομές. Υποδομές, που θα μπορέσουν να καλύψουν τις πολιτιστικές ή ακόμη και τις αισθητικές της ανάγκες για τα επόμενα 20 με 30 χρόνια. Αυτή η διάσταση που αφορά από τη δημιουργία κλειστών και ανοικτών θεάτρων μέχρι την πεζοδρόμηση τμημάτων της πόλης που ενοποιούν νοητά ένα χώρο με ιστορικές και πολιτιστικές αναφορές, είναι ίσως και η μεγαλύτερη πρόκληση, καθώς ο θεσμός που διαρκεί ένα χρόνο και αφήνει πίσω του μια βαριά κληρονομιά εικόνων και ήχων, αναμνήσεων και πολιτιστικών καταγραφών, δεν αποχωρεί μαζί με τις βαλίτσες των καλλιτεχνών και των επισκεπτών του, αλλά παραμένει ως υποδομή, ως ένα ορατό κέρδος, ως ένα υπόβαθρο για τον πολιτισμό του παρόντος και του μέλλοντος για την ταυτότητα της πόλης του σήμερα και του αύριο.

Η Πάτρα - Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, ωφελήθηκε σε υποδομές (αν και σε αυτό το σημείο, μια σειρά προβλημάτων, λαθών και πολιτικών επιλογών δεν της επέτρεψαν να αγγίξει τον επιθυμητό στόχο, πολλά έργα έμειναν στην μέση, και άλλα δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ), απέκτησε εμπειρία και την πολύτιμη τεχνογνωσία μιας τόσο μεγάλης διοργάνωσης και κατέκτησε μια νέα διεθνή ταυτότητα που υπερβαίνει τα στερεότυπα του μεγάλου μεσογειακού λιμανιού και βοηθά την επιδίωξή της να γίνει ένα ευρωμεσογειακό κέντρο πολιτισμού και ανάπτυξης.

Επειδή μερικές φορές οι αριθμοί λένε από μόνοι τους μια συναρπαστική ιστορία, θα συμπυκνώσω σε αυτούς αυτή την μεγάλη περιπέτεια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας για την Πάτρα: 1.000.000 θεατές, 3.000 καλλιτέχνες από 40 χώρες, 370 παραστάσεις, 27 εικαστικές εκθέσεις, 11 εκδόσεις, 3 διεθνή συνέδρια, 7 νέοι χώροι πολιτισμού, 327 ημέρες εκδηλώσεων σε ένα χρόνο, 1.200 εθελοντές που έκαναν την διοργάνωση μέρος της ζωής τους, που μετέφεραν από το ένα άκρο της πόλης έως το άλλο την αίσθηση της πολιτιστικής «αναστάτωσης» μαζί με τους θεατές και τους εμπλεκόμενους καλλιτέχνες και τους πνευματικούς ανθρώπους της πόλης οι οποίοι είχαν τη μοναδική ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με νέες προτάσεις και νέα ρεύματα, να ανανεώσουν τα καλλιτεχνικά τους χνώτα.

Υπ’ αυτή την έννοια η Πολιτιστική Πρωτεύουσα δεν είναι απλώς ένας θεσμός, είναι ένα ζωντανό σώμα που πάλλεται, που προσκαλεί και προκαλεί, που ανασαίνει, που συχνάζει, που αναμιγνύεται, που ερωτοτροπεί με την καθημερινότητα και την κερδίζει και τέλος, όπως συμβαίνει πάντα σε τούτη τη χώρα με το μεσογειακό ταμπεραμέντο, αφήνει πίσω του μια μεγάλη κουβέντα, και ένα πεδίο διαμάχης και αντιπαραθέσεων, για το τι έπρεπε να γίνει και τι όχι, όπως ακριβώς συμβαίνει με την αποχώρηση των μεγάλων ερώτων.

Η Πάτρα, η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2006 και η Ερμούπολη, μια εν δυνάμει Πολιτιστική Πρωτεύουσα του 2021, μιλάνε κοινή γλώσσα. Βρέχουν τα πόδια τους στη θάλασσα, απ’ όπου εισπνέουν νέες ιδέες και εικόνες, βλέπουν τα πλοία να δένουν στο λιμάνι, αντικρίζουν πανέμορφα νεοκλασικά, ακούνε ακόμη δυνατά τους ήχους του λυρικού θεάτρου και μιλάνε για κάποιον Τσίλλερ που άφησε πάνω τους το σημάδι του.

Ίσως βρουν άλλη μια κοινή συνισταμένη: αυτή των πόλεων που είχαν την τύχη και τη χαρά να γίνουν Πολιτιστικές Πρωτεύουσες μιας Ευρώπης που αναζητά μια νέα περπατησιά στην ζωή και στην τέχνη.

(*) Η Γιώτα Κοντογεωργοπούλου είναι αρχισυντάκτης του portal "thebest.gr" και υπεύθυνη Γραφείου Τύπου του Δήμου Πατρέων