Πολιτικές διεργασίες με εσωκομματικές εκκαθαρίσεις και αντιπολιτευτική πρόκληση

Μία χώρα που δεν της επιτρέπεται να βυθιστεί στη θερινή ραστώνη και να ζήσει το γνωστό ελληνικό καλοκαίρι της θάλασσας του ήλιου και της ανεμελιάς, αλλά ελέγχεται από τους εκπροσώπους των θεσμών και πιέζεται κάτω από τις εξωφρενικές απαιτήσεις των δανειστών.

Ένας λαός που τελεί σε κατάσταση αναμονής, μέσα σε μια γενικευμένη σύγχυση, μετά το μεγάλο του «Όχι» που είδε να μετουσιώνεται σε «Ναι», χωρίς όμως να σημαίνει ότι το ξέχασε, αλλά καραδοκεί τη στιγμή που θα το ξαναφέρει στο προσκήνιο και θα το κάνει πράξη.

Ένας πρωθυπουργός που στηρίχθηκε όσο λίγοι στην ιστορία αυτού του τόπου από τον λαό του, που έδειξε ότι κατέχει τα στοιχεία εκείνα που μπορούν να τον κατατάξουν στους ηγέτες, όμως αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει αισχρά εκβιαζόμενος.

Και τώρα, αφού κατάφερε και απογύμνωσε τους εταίρους διεκδικητές, ανοίγοντας τον δρόμο της πτώσης τους, έχει να αντιπαλέψει τις απαιτήσεις τους, που προσβλέπουν στην υποτέλεια της χώρας και να αποδείξει πως υπάρχει και άλλη προοπτική πέρα από τις σαθρές πολιτικές τακτικές του παρελθόντος.

Ένα πολιτικό προσωπικό, που από την πλευρά της συμπολίτευσης, ταλανίζεται από τις ρηγματώσεις των εσωκομματικών αντιπαραθέσεων, ενώ από την πλευρά της αντιπολίτευσης, η ολοένα και αυξανόμενη συρρίκνωση των κομματικών δυνάμεων, δεν φάνηκε ικανή να περάσει το μήνυμα πως η αποδεδειγμένα καταστρεπτική για τη χώρα πολιτική πρακτική που εφαρμόστηκε και η εμπλοκή τους σε φθαρμένους πολιτικούς μηχανισμούς, αποτελούν στοιχεία απαγορευτικά του ρόλου των τιμητών που επιχειρούν να ενδυθούν.

Πολιτική διακυβέρνησης και κομματικές διαφορές

Η έλευση των εκπροσώπων των θεσμών, για να ξεκινήσει ή επί το ακριβέστερον να συνεχίσει, το έργο της επιτήρησης, είναι γεγονός, με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους να τίθεται πρώτο στην ελεγκτική διαδικασία.

Τα τεχνικά κλιμάκια θα λειτουργούν στο υπουργείο Οικονομικών, μέχρι το πέρας των διαδικασιών που αφορούν στο τρίτο πακέτο, με κύριο τομέα ενδιαφέροντος τον έλεγχο των δημοσιονομικών μεγεθών, τις μεταβολές και την πορεία του συνταξιοδοτικού προγράμματος, όπως και τις νέες εφαρμογές επί των εργασιακών θεμάτων.

Την ίδια στιγμή ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, επιθυμεί να ξεκαθαρίσει το ταχύτερο δυνατό την εσωκομματική κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνοντας τον δρόμο προς τη σύγκληση εκτάκτου συνεδρίου, στο οποίο και θα ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.

Αυτή ήταν και η εισήγηση του στην Πολιτική Γραμματεία του κόμματος, όπου μεταξύ άλλων είπε πως η στρατηγική της κυβέρνησης θα πρέπει να αποσαφηνιστεί με νηφαλιότητα και ωριμότητα, μέσω συντεταγμένων διαδικασιών, με την εμπλοκή του συνόλου των κομματικών δυνάμεων.

Σημαντικότερη πάντως αποστροφή του λόγου του ήταν η αναφορά του στα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν σχετικά με τους χειρισμούς που έγιναν, όταν όπως είπε «Οφείλουμε να απαντήσουμε ευθέως στα ερωτήματα που τίθενται για τη μέχρι τώρα πορεία. Έκανε η κυβέρνηση όλα όσα μπορούσαν να γίνουν, ή όχι; Υπάρχουν πράγματα που παρέλειψε ή απέφυγε να κάνει, και ποια είναι αυτά; Τι δεν χειρίστηκε με τον σωστό τρόπο. Υπήρξε κάποιο ρεαλιστικό και βιώσιμο εναλλακτικό σχέδιο που δεν υιοθετήθηκε; Ποια θα μπορούσε να είναι σήμερα αυτή η εναλλακτική βιώσιμη λύση; Τι πρέπει να κάνει σήμερα η Αριστερά; Να εγκαταλείψει την κυβέρνηση στους εκπροσώπους του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος; Ή να δώσει την μάχη στις συνθήκες οι οποίες έχουν διαμορφωθεί;».

Από την άλλη πλευρά ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, μιλώντας σε ανοιχτή συγκέντρωση της αριστερής πλατφόρμας, αιτιολόγησε την στάση που κράτησαν οι βουλευτές που καταψήφισαν το 3ο μνημόνιο, ενώ έκανε ειδική αναφορά στον πόλεμο που δέχονται για αυτή την επιλογή τους.

Τάχθηκε και αυτός υπέρ της εκκαθάρισης της κατάστασης εντός του κόμματος λέγοντας πως «χρειάζεται να υπάρξουν εξηγήσεις από την πλευρά της κυβέρνησης και βαθιά συζήτηση στο κόμμα και στην κοινωνία και όχι κινδυνολογία και ξόρκια , ούτε τείχη και εύκολες κατηγορίες κατά της Αριστερής Πλατφόρμας».

Τώρα πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να βρει τα στοιχεί εκείνα της ενότητας ή της πλήρους διάσπασης του, που όπως όλα δείχνουν είναι και η πιθανότερη, λόγω των εκ διαμέτρου αντίθετων πολιτικών επιλογών, αρκεί οι όποιες αποφάσεις να μη ληφθούν υπό το πρίσμα ευκαιριακού πολιτικού οφέλους.

Αντιπολιτευτικές πρακτικές

Εντυπωσιακή είναι η στάση των εκπροσώπων των αντιπολιτευόμενων κομμάτων, που επιχειρούν με κάθε τρόπο να υποβιβάσουν, ακόμα και να ευτελίσουν τους κυβερνητικούς χειρισμούς κατά την διαπραγμάτευση, εγκαλώντας τον πρωθυπουργό, με αιχμή του δόρατος τον π. υπουργό Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκη.

Κόμματα με ένα βεβαρημένο πολιτικό παρελθόν, που με την θετική τους υπερψήφιση στην προσπάθεια εδραίωσης της τρίτης μνημονιακής δέσμευσης της χώρας, χρησιμοποιούν τη νέα πολιτική εξέλιξη ως δικαίωση των δικών τους πολιτικών, αγνοώντας επιδεικτικά πως αυτές έχουν ήδη καταδικαστεί, βάσει της λαϊκής ετυμηγορίας.

Την στιγμή που δεν έχει ακόμα υπάρξει εκ μέρους τους αιτιολόγηση και απολογισμός για τις πολιτικές επιλογές που ισοπέδωσαν την χώρα, θέτουν θέματα ηθικής τάξεως και πολιτικής ορθότητας στη διαχείριση της κατάστασης, κατά την πεντάμηνη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης.

Με τα σενάρια και τους διαρρέοντες σχολιασμούς να αντικρούονται,

Για το εάν υπήρχε ή όχι εξέταση όλων των πιθανόν σεναρίων για την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, επιχειρείται μια τεχνητή σύγχυση, με στόχευση στην αποδόμηση της κυβέρνησης.

Άλλωστε ήταν απολύτως λογική, θεμιτή και πολιτικά ορθή η ύπαρξη ενός εναλλακτικού σεναρίου ή όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, Plan B, για την περίπτωση μη τελεσφόρησης της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, που θα οδηγούσε στη ρήξη, ώστε η χώρα να είναι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει την επόμενη μέρα.

Μένει να αποσαφηνιστεί επάνω σε ποια βάση και με ποια προϊστορία καθαρών πολιτικών αποφάσεων, το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. ζητούν την δημόσια απολογία του πρώην υπουργού, μιλούν για μεθόδευση που οδήγησε σε δραματικές συνέπειες, για συνέργεια σε ποινικά κολάσιμες πράξεις και την αιτιολόγηση του πρωθυπυοργού ώστε να «κριθεί το αν και το πόσο αξιόπιστη και ειλικρινής ήταν αυτή η διαπραγμάτευση, που επιβάρυνε τον ελληνικό λαό με θυσίες άνω των 14 δις για τα επόμενα τρία χρόνια».

Μόνο που και σε αυτή την περίπτωση αποσιωπήθηκε το χρηματοδοτικό κενό των 14 δις ευρώ που κληροδοτήθηκε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, όπως και το οφειλόμενο υπόλοιπο των 80 δις ευρώ από το 2011, ποσά τα οποία τώρα επιβαρύνουν τους έλληνες πολίτες.

Ετικέτες: