Σχέδιο νόμου για τις διαδηλώσεις

  • Τετάρτη, 4 Μαρτίου, 2020 - 06:22

Σε δημόσια διαβούλευση, έως τις 10 Μαρτίου, έχει τεθεί από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη το νομοσχέδιο με τίτλο «Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις», με το οποίο τίθενται περιορισμοί στις διαδηλώσεις, δίνοντας παράλληλα την απόλυτη ευχέρεια στη Αστυνομία να αποφασίζει για την απαγόρευση, την πραγματοποίηση ή τη διάλυση τους.

Με ασάφειες σχετικά με τα κριτήρια βάσει των οποίων θα λαμβάνεται από την Αστυνομία η οποιαδήποτε σχετική με τις διαδηλώσεις απόφαση, το σχέδιο νόμου θέτει νέα δεδομένα, όπως τον «οργανωτή» για κάθε συνάθροιση, αλλά και τον «αστυνομικό διαμεσολαβητή», ενώ αδίκημα θεωρείται η συμμετοχή σε απαγορευμένες διαδηλώσεις, για την οποία προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως και 1 έτος.

Στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου αναφέρεται σχετικά «…η Αστυνομία μπορεί να παρίσταται στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις, ενώ δύναται να τις απαγορεύει, αφενός γενικά «αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη  δημόσια ασφάλεια» και αφετέρου σε ορισμένη περιοχή, «αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής»…Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επιδιώκεται η διασφάλιση της άσκησης του δικαιώματος του συνέρχεσθαι δημοσίως και εν υπαίθρω, εντός ενός θεσμικού πλαισίου λογικής…ώστε  αφενός μεν να  προστατεύεται η δημόσια ασφάλεια και να μην διαταράσσεται υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή ορισμένης περιοχής, αφετέρου δε να διασφαλίζεται ισόρροπα η ακώλυτη άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος των πολιτών».

Άρθρο 7 Απαγόρευση

1. Επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση μπορεί να απαγορευθεί αν:

α. επαπειλείται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, λόγω ιδιαιτέρως πιθανής διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων ιδίως κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ιδιοκτησίας και της πολιτειακής εξουσίας ή

β. απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής σε ορισμένη περιοχή ή

γ. πρόκειται για δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ο σκοπός της οποίας αντιτίθεται προς το σκοπό ήδη προγραμματισμένης γνωστοποιηθείσας και μη απαγορευθείσας συνάθροισης που πραγματοποιείται ή βρίσκεται σε εξέλιξη στην ίδια περιοχή ή εγγύς της ίδιας περιοχής και κατά το αυτό χρονικό διάστημα.

2. αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή δύναται να υποδεικνύει ενδεικτικά, ως εναλλακτικές επιλογές, άλλες περιοχές, κατάλληλες για την πραγματοποίηση της συνάθροισης.

3. Η απόφαση για την απαγόρευση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης κοινοποιείται στον οργανωτή εγκαίρως πριν από τον αιτηθέντα για την πραγματοποίησή της χρόνο.

4. Για τη λήψη της απόφασης περί απαγόρευσης, όπως και για την επιβολή περιορισμών σε γνωστοποιηθείσα δημόσια υπαίθρια συνάθροιση λαμβάνονται υπόψη ιδίως: (α) ο εκτιμώμενος αριθμός συμμετεχόντων, (β) η περιοχή πραγματοποίησής της, (γ) ο βαθμός επικινδυνότητας αυτής ως προς την πιθανότητα διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων και διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής.

Άρθρο 8 Περιορισμοί

1. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής, λόγω ιδίως των ειδικότερων κυκλοφοριακών και άλλων ιδιαίτερων τοπικών συνθηκών.

2. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που βρίσκεται σε εξέλιξη, εάν η διεξαγωγή της προκαλεί δυσανάλογα μεγάλη διατάραξη στην κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής, λόγω ιδίως του αριθμού των συμμετεχόντων και λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τις ειδικότερες κυκλοφοριακές και άλλες ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες.

3. Η απόφαση για την επιβολή περιορισμών σε γνωστοποιηθείσα συνάθροιση κοινοποιείται στον οργανωτή εγκαίρως πριν από τον αιτηθέντα για την πραγματοποίησή της χρόνο.

Άρθρο 9 Διάλυση

Η διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που βρίσκεται σε εξέλιξη δύναται να διαταχθεί, εάν:

α. πραγματοποιείται παρά την έκδοση απόφασης απαγόρευσης ή

β. συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν σε σχέση με αυτή ή

γ. μετατρέπεται σε βίαιη με τη διάπραξη σοβαρών αξιόποινων πράξεων, όπως επιθέσεων κατά προσώπων, εμπρησμών, φθορών δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, βιαιοπραγιών κατά της αστυνομικής δύναμης και ιδίως σε περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί και εμπρηστικοί μηχανισμοί, φωτοβολίδες, αιχμηρά αντικείμενα ή από τη συνέχισή της προκαλείται άμεσος κίνδυνος κατά της ζωής ή σωματική βλάβη ή

δ. από τη συνέχισή της προκαλείται άμεσος κίνδυνος για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα των συμμετεχόντων ή συμμετέχοντες τελούν αξιόποινες πράξεις, πέραν εκείνων που αναφέρονται στη προηγούμενη περίπτωση ή

ε. πραγματοποιείται χωρίς να έχει γνωστοποιηθεί σύμφωνα με τα οριζόμενα του παρόντος.

Άρθρο 10 Αρμοδιότητα αστυνομικής και λιμενικής αρχής

1. Αρμόδιος για την επιβολή περιορισμών ή την απαγόρευση επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης καθώς και για την επιβολή περιορισμών ή τη διάλυση εν εξελίξει δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με απλή γνώμη των οικείων Δημάρχων, η οποία διατυπώνεται εγγράφως ή προφορικά σε επείγουσες περιπτώσεις και μνημονεύεται στη σχετική απόφαση. Η απόφαση απαγόρευσης ή επιβολής περιορισμών σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής. Σε κατεπείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας και ιδίως σε περιπτώσεις διάπραξης εγκλημάτων κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας ή σε περιπτώσεις γενικευμένων επεισοδίων η απόφαση διάλυσης της συνάθροισης λαμβάνεται από τον επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης με παράλληλη ενημέρωση του αρμόδιου εισαγγελικού λειτουργού.

2. Οι αποφάσεις του παρόντος άρθρου πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες. Εάν εκδοθεί προφορική εντολή, συντάσσεται πρακτικό, στο οποίο περιλαμβάνεται ειδική αιτιολογία, τόσο για την αιτία που επέβαλε την έκδοση της διαταγής όσο και για τους λόγους που δεν κατέστη δυνατή η έκδοση σχετικής έγγραφης απόφασης.

Άρθρο 14 Ποινικές και αστικές κυρώσεις

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 170 και 189 του Ποινικού Κώδικα, όσοι μετέχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η οποία έχει απαγορευθεί νόμιμα με απόφαση της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής ή παρεμποδίζουν τη διεξαγωγή δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι 1 έτους.

2. Στην περίπτωση που παρεισφρέουν σε αυτήν πρόσωπα με σκοπό να αλλοιώσουν με βιαιοπραγίες τον ειρηνικό χαρακτήρα της συνάθροισης, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι 2 ετών, εκτός αν οι πράξεις τους τιμωρούνται βαρύτερα με άλλη διάταξη.

3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 170 και 189 του Ποινικού Κώδικα, όσοι δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβάλλει η παριστάμενη αστυνομική ή λιμενική αρχή τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι 1 έτους. Αν οι υπαίτιοι του προηγούμενου εδαφίου τέλεσαν βιαιοπραγίες, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι 2 ετών, εκτός αν οι πράξεις τους τιμωρούνται βαρύτερα με άλλη διάταξη.

4. Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση. Από την ευθύνη αυτή απαλλάσσεται, εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διεξαγωγή της συνάθροισης και αποδεικνύει ότι είχε λάβει όλα τα πρόσφορα και αναγκαία μέτρα για την πρόληψη και αποτροπή της ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος νόμου.

5. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται αναλογικά και για τον οργανωτή.