Καβάφη μ' είπες μια βραδιά

Εικόνα Αντώνης Μπούμπας

Δεν θέλω να φανώ ενοχλητικός, αλλά κινδυνεύω να αλληθωρίσω, κοιτάζοντας επί ένα τέταρτο το εντυπωσιακό - κατά τ' άλλα - ποτήρι σου. Αν δε μ' αφήσεις να πιω το περιεχόμενό του, πριν γίνει η γλώσσα μου τσαρούχι, θα το πιάσω στα χέρια μου και τότε, αποχαιρέτα την, τη Βοημία που χάνεις.

Ποιος ο λόγος να κάθομαι με τις ώρες να φιλοσοφώ για το αν το ποτήρι είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο και να μην εξακριβώσω στην πράξη, εάν το νερό του είναι αρκετό για να σβήσει τη δίψα μου; Εξάλλου, δηλώνω ένθερμος υποστηρικτής της βιωματικής μεθόδου.

Ασφαλώς και θα γκρινιάξω, απλά πριν από κάθε σόλο εμφάνιση φροντίζω το έδαφος να είναι κατάλληλο. Αφού βεβαιωθώ ότι η αφυδάτωση εξακολουθεί να με γυροφέρνει και εσύ καθρεφτίζεσαι ακόμα στα μάτια μου σαν ένα δροσερό παγωμένο τσάι, με τη μύτη σου να εξέχει σαν ένα παχύ καλαμάκι στο χρώμα του δέρματος, τότε θα αναλάβω δράση.

Πρώτα από όλα, θα τα βάλω μαζί σου, επειδή αδιαφόρησες για τις ανάγκες μου και δεν προέβλεψες ότι θα χρειαστώ τη συνδρομή σου. Έπειτα θα θυμώσω με τον εαυτό μου, σκεπτόμενος ότι δεν είμαι άξιος να τις καλύψω μόνος μου και να είμαι ο απόλυτος κύριος του λάρυγγά μου. Και τέλος, θα σύρω τα εξ' αμάξης στις αρμόδιες υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης, γιατί αν το νερό της βρύσης ήταν σήμερα πόσιμο δεν θα είχαμε συγχυστεί σε αυτό το βαθμό.

Κοντολογίς, γιατί να μείνω στην ιστορία ως απαισιόδοξος και μίζερος και όχι ως ένας ρεαλιστής, που περιμένει πρώτα να φάει χαστούκια και στα δύο μάγουλα, ως καλός Χριστιανός και μετά να απειλήσει “θεούς και δαίμονες” για το χέρι που τον έσπρωξε εις τον βυθό, εις τον βυθό της θάλασσας...;

Ο φόβος ότι θα μου κόψουν προσεχώς το τηλέφωνο δεν προέρχεται από κάποια πρόβλεψη που έκανα μασώντας φύλλα δάφνης, αλλά από το ιστορικό των προσωπικών μου εμπειριών. Δεν είμαι ούτε προφήτης, ούτε προπέτης, ούτε και προβιοτικό συμπλήρωμα. Αλλά όταν μετά το θάνατο του χρυσόψαρού σου έχεις μετατρέψει τη γυάλα σε κληρωτίδα από την οποία εξαρτώνται ποιοι λογαριασμοί θα περάσουν επιτυχώς στον επόμενο γύρο και ποιοι θα μείνουν μετεξεταστέοι, γνωρίζεις πολύ καλά ποιες θα είναι οι συνέπειες.

Ωστόσο, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε όλα τα καλλιτεχνικά και μη ρεύματα είναι πολύ λεπτή. Παρά τις προσπάθειές σου να μείνεις ανεπηρέαστος από οποιαδήποτε φιλοσοφική “αίρεση” που θα ρίξει την ψυχολογία σου στα τάρταρα, προτάσσοντας μάλιστα ως ασπίδα τον κυνισμό ή τον έμφυτο ρομαντισμό σου, έρχεται ο πεσιμισμός να σε προσηλυτίσει με έναν ύπουλο τρόπο. Διότι, οι συνεχείς δυσκολίες που ορθώνονται μπροστά σου σαν “τείχη” σε οδηγούν στη μάταιη σκέψη ότι ο άνθρωπος είναι αδύναμος να αλλάξει τη ροή της ζωής του και να αποκτήσει μία καλύτερη μοίρα.

Και ενώ βιάζεσαι να αποδώσεις την ευθύνη στους περιορισμούς που σου θέτει η κοινωνία, φτάνεις σταδιακά στο συμπέρασμα ότι τελικά, δεν σου φταίει η “πόλις”, αλλά η αναποτελεσματικότητά σου να ξεφύγεις από τις λάθος επιλογές και τις ελλείψεις σου. Η ψευδαίσθηση της ελευθερίας, που γεννήθηκε από την ανάγκη να πάρεις τη ζωή στα χέρια σου και να στύψεις την πέτρα -όπως έλεγε και η γιαγιά μου- συντροφεύει κάθε βήμα σου.

Αδυνατώντας να βρεις κάποιον σύμμαχο, που θα θελήσει για χάρη σου να σπάσει αυτά τα “τείχη” και να σε απεγκλωβίσει, καταλήγεις συνειδητά να φοράς μονάχος σου τις αλυσίδες, τρέφοντας πλέον αισθήματα αγάπης και αποδοχής προς τον “απαγωγέα σου”, όπως στο σύνδρομο της Στοκχόλμης.

“Και θέλεις να με πείσεις, πως αυτόν τον παροξυσμό στον προκάλεσε η πρότασή μου να δούμε αν το ποτήρι είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο”; με ρώτησε ενοχλημένη η φίλη μου.

“Για όλα υπάρχει μια αιτία”, απάντησα με μεφιστοφελικό χαμόγελο.

“Στην προκειμένη περίπτωση δεν είμαι εγώ η αιτία, αλλά το ότι δεν έχεις αφήσει εκδήλωση για εκδήλωση που να αφορά στον Καβάφη. Καλά είναι, στο τέλος θα καταλήξεις στο άσυλο μαζί με τη Σελήνη”, υπογράμμισε ωρυόμενη.

“Πώς μιλάς έτσι για τον λαμπρό Αλεξανδρινό, που φέτος συμπληρώνονται και 150 χρόνια από τη γέννησή του; τον υπερασπίστηκα εγώ.

“Δεν μιλάω έτσι για τον λαμπρό Αλεξανδρινό, αλλά για τον προβληματικό Συριανό”, διευκρίνισε, με τον τεντωμένο δείκτη της να με εξευτελίζει όσο μπορεί.

“Η ποίησή του με εκφράζει απόλυτα”, τόνισα συγκινημένος.

“Στη μαμά σου μην το πεις”.

“Της το 'πα”, την πρόλαβα και η έκπληξή της ήταν μεγάλη.

“Και τι σου απάντησε”;

“Γεμιστά θα σου φέρω. Μόλις κορνάρω, βγες να τα πάρεις”, είπα χαλαρά.

“Μαγκιά της”!

Διαβάστε ακόμα