Η οδύσσεια μίας καραντινιασμένης

Αφήνω τις πολλές – πολλές εισαγωγές, διότι τα πράγματα είναι πάρα πολύ σοβαρά και πρέπει να σας πω τι μου συμβαίνει να έρθετε να με συμπονέσετε την αποκλεισμένη. Τι βάσανα, τι καημοί, τι ταλαιπωρία. Λοιπόν, ακούτε και συμπονάτε με*.

Ημέρα καραντίνας 4η. Ή 18η. Ή 475η. Δεν ξέρω. Έχω χάσει το μέτρημα, τις μέρες, τα χρόνια. Νομίζω ότι παρανοώ. Με έχει χτυπήσει ο εγκλεισμός κατακούτελα.

Μα τι πάθαμε βρε παιδιά έτσι στα ξαφνικά. Ποιος να το είχε προβλέψει; Μα είναι δυνατόν;

Να μη μπορείς να πας για έναν καφέ;

Τι φασισμός είναι αυτός; Να κλείνουν τις καφετέριες και τα εστιατόρια και τα τσιπουράδικα; Κατ’ αρχάς, εγώ είμαι πολύ καλά. Ακμαία. Μέσα στην ενέργεια και το κέφι. Γιατί να κλειστώ μέσα, καλέ;! Αλλά έννοια σου και δε μασάμε εμείς. Κλείσαν τις καφετέριες εκείνοι; Κλείσαμε εκδρομή εμείς. Όχι, που θα κάτσουμε να σκάσουμε. Καφές στο χέρι (αφού επιτρέπεται!) και εκδρομούλα στην εξοχή, με τις φίλες μου τη Τζίνα, τη Τζέση, τη Τζέφη και τη Τζούλια. Και τους άντρες τους. Και τα παιδιά τους. Και κάποιους φίλους τους, που μόλις άκουσαν ότι εδώ δεν έχουμε κανένα κρούσμα κορωνοϊού, πήραν τραμ, μετρό, ηλεκτρικό, πλοίο και ήρθαν να κάνουν την καραντίνα τους εδώ, που είναι και πιο ωραίο το τοπίο. Όπως είπε και η Τζέση – μία άποψη πολύ σωστή που τη βρήκα ευφυέστατη – αν ζούμε το τέλος της ζωής μας, τότε ας διαλέξουμε με ποιο πλάνο αυτή θα τελειώσει και θα πέσουν οι τίτλοι τέλους. Και εδώ στο νησί έχουμε πολύ ωραία πλάνα. Θάλασσα, εξοχή, ήλιο και παραλία. Τι πιο ταιριαστό! Κρύβει και έναν ρομαντισμό, δε συμφωνείτε;

Βέβαια, προσέχω πάρα πολύ. Γιατί είμαστε και σε καραντίνα. Για να σας δώσω να καταλάβετε πόσο πολύ προσέχω, πήγα στο σούπερ μάρκετ, κατάφερα να σπρώξω όλους τους υπόλοιπους, και αφού βγήκα νικήτρια, άρπαξα εγώ τα τελευταία 28 αντισηπτικά που ίσα ίσα είχαν μείνει στο ράφι! Μου έφυγε ένα βάρος. Να ξέρω ότι δε θα χρειαστεί να πάω στο σούπερ μάρκετ. Μέχρι αύριο. Ναι. Πρέπει να ξαναπάω. Είχαν μόνο 8 συσκευασίας χαρτιά υγείας, αυτά τα τετράφυλλα, τα καλά. Αύριο θα πάω πρωί πρωί, να πάρω άλλες 32 συσκευασίες να αποσώσω, να φτάσουν τις 40 συσκευασίες, να είμαι ήσυχη. Γιατί εν πάση περιπτώσει άνθρωποι είμαστε, σε καραντίνα είμαστε, ποτέ δεν ξέρεις. Τι είναι 480 ρολά; Αέρας. Φεύγουν.

Και φασόλια πήρα καμία 80ριά πακέτα να έχουμε στο σπίτι και αλεύρι 10-20 κιλά και μακαρόνια. Τα μακαρόνια τα είχε και προσφορά, στα 100 πακέτα, ένας ζουρλομανδύας δώρο. Επωφελήθηκα. Διότι αν τον φοράω, δεν θα χρησιμοποιώ τα χέρια μου για να αγγίζω το πρόσωπό μου.

Βέβαια είδα και κάτι που με στεναχώρησε. Δεν προσέχει ο κόσμος, καθόλου. Μα τι ανευθυνότητα. Έτσι όπως είχα πάει και στεκόμουν στην ουρά ακριβώς πίσω από μία κυρία, όπως κάνει να πληρώσει, με ακούμπησε με τα χρήματά της. Σιγά, κυρία μου! Τα λεφτά λένε είναι επικίνδυνα και κουβαλάνε τον ιό! Ώρα είναι τώρα να μας κολλήσετε επειδή δεν προσέχετε. Και επειδή είμαι ευσυνείδητη, γύρισα στον κύριο ακριβώς πίσω μου, και του ψιθύρισα στο αυτί να προσέχει με κάτι τέτοια.

Επίσης, πήγα τράπεζα, φούρνο, μανάβη, χασάπη, σε ένα κατάστημα με ηλεκτρικά είδη, πήγα ήπια έναν καφέ στο μαγαζί της φίλης μου της Τζένης, πήγα πήρα τα παιδιά που ήταν έξω με τους φίλους τους, μετά πήγα σε ένα κατάστημα με καλλυντικά, σε ένα κατάστημα παιχνιδιών και σε ένα κατάστημα με είδη κιγκαλερίας. Σε ένα από αυτά τα καταστήματα δε, έγινε και το αδιανόητο! Κάποια στιγμή, άνθρωπος είμαι, κάτι η αφρικανική σκόνη, κάτι ο αέρας, κάτι μου ήρθε και φτερνίστηκα! Και η πωλήτρια, αντί να μου πει “γείτσες”, ως όφειλε δηλαδή στο πλαίσιο της ευγένειας, άρχισε να με στραβομουτσουνιάζει και να μου κάνει συστάσεις!! Άκουσον άκουσον! Καλέ, ψυχραιμία λένε όλοι οι ειδικοί! Μη σας πιάνει πανικός, ούτε να φτερνιστούμε αθώα πια δε μπορούμε, α να χαθούνε, εκεί μας κατάντησαν οι αλήτες!

Αφού γύρισα σπίτι στην καραντίνα μου και έβαλα τα πράγματα στα ράφια – ξέχασα βέβαια να πλύνω τα χέρια μου, αλλά δε βαριέσαι, τι θα κάνει το σαπούνι σε τόσο σοβαρό ιό, άμα είναι να αρρωστήσεις… θα αρρωστήσεις, έτσι δεν είναι – άνοιξα λίγο την τηλεόραση. Αφού ενημερώθηκα για τις τελευταίες εξελίξεις και συμφώνησα απολύτως με αυτά που λένε στις ειδήσεις, ότι πρέπει να μένουμε σπίτι και να προσέχουμε, άνοιξα λίγο και το Facebook να δω κανένα αστείο για τον κορωνοϊό να ευθυμήσω λίγο! Απαπα πια με την κατάθλιψη.

Αλλά πού; Να θέλεις να αγιάσεις και να μη σε αφήνουν! Έξαλλη έγινα, άμα σας λέω έξαλλη, έξαλλη! Ακούς εκεί; Άλλοι να τα βάζουν με τους ανθρώπους, που κόντρα στη μιζέρια και την καταχνιά, βγήκαν να πιουν έναν καφέ με τους φίλους τους στην εξοχή! Άλλοι, να τα βάζουν με αυτούς που προνοούν και εφοδιάζονται για να έχουν να περάσουν την καραντίνα τους! Άλλοι να τα βάζουν με τους ανθρώπους που προσπαθούν να τελειώσουν όλες τους τις δουλειές, για να μην κλείσουν όλα και δεν προλάβουν!

Αλλά… δε με ξέρουν καλά εμένα! Έγραψα ένα στάτους και τους τα είπα και από την καλή και από την ανάποδη, αμέ! Για ακούστε να σας πω, τους είπα, δε θα μου πείτε εσείς τι θα κάνω! Και να ίσχυαν αυτά που λέτε, άμα θέλω εγώ να κολλήσω, θα κολλήσω! Εσάς τι σας νοιάζει; Και στην τελική εγώ είμαι πάρα πολύ ευσυνείδητη, διότι αν θέλετε να ξέρετε, βγήκα και στο μπαλκόνι μου και χειροκρότησα τους γιατρούς μας! Αλλά πού εσείς! Αναίσθητοι! Α, μα πια! Τα’πα και ξεθύμανα.

Γι’ αυτό σας λέω. Συμπονάτε με! Περνάω πολύ δύσκολα στην καραντίνα! Πώς θα τη βγάλουμε έτσι κλεισμένοι δεν ξέρω! Μήπως θέλει κανείς να πάμε για κανένα καφέ;

*Το κείμενο είναι χιουμοριστικό και με μία γενναία δόση σαρκασμού για τα παρανοϊκά που βλέπουμε να συμβαίνουν γύρω μας, καθώς και με στόχο να καυτηριάσει, ότι εν τέλει πολλαπλάσια πιο επικίνδυνη από τον ίδιο τον ιό, είναι η ανθρώπινη ανοησία. Μείνετε ψύχραιμοι, μείνετε σπίτια σας, ακολουθείτε τις οδηγίες που δίνονται κατά γράμμα. #μένουμε_σπίτι

Διαβάστε ακόμα