Είμαι άνθρωπος. Είμαι λοιπόν έξυπνος;

  • Τετάρτη, 22 Οκτωβρίου, 2014 - 06:10

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας. dimitris.sideris@gmail.com

Κυριαρχήσαμε πάνω στα άλλα ζώα και πάνω στη Φύση. Είμαστε λοιπόν έξυπνοι; Κι αν ναι, πού οφείλεται η «εξυπνάδα» μας;

Μονάδα της συμπεριφοράς μας είναι τα αντανακλαστικά. Έχουν είσοδο, ένα αισθητήριο που δέχεται ερεθίσματα, έξοδο, ένα μυ που κινείται ή έναν αδένα που εκκρίνει, και έναν κρυφό εσωτερικό ρυθμιστικό μηχανισμό στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Μ’ αυτά γεννιόμαστε. Ένα ερέθισμα, φως στα μάτια μας, κλείνει την κόρη και μια μπουκιά στα χείλια προκαλεί αναρροφητικές κινήσεις και έκκριση σάλιου. Τα θερμόαιμα κυρίως ζώα, πτηνά και θηλαστικά, μπορούμε και σχηματίζομε καινούργια αντανακλαστικά όσο ζούμε, τα εξαρτημένα. Λειτουργούν σαν τα φυσικά: «|Έξις δευτέρα φύσις». Και μόνον εμείς, οι άνθρωποι, μπορούμε να δημιουργούμε δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά. Το φαγητό στο στόμα προκαλεί έκκριση σάλιου: φυσικό αντανακλαστικό. Αν επανειλημμένα, πριν από την είσοδο της μπουκιάς ηχεί ένα κουδούνι, ο ήχος του κουδουνιού αρχίζει να προκαλεί σιελόρροια, έστω και χωρίς τη μπουκιά: εξαρτημένο αντανακλαστικό. Κι αν ακούγεται τακτικά η λέξη «κουδούνι» πριν από το κουδούνισμα, η λέξη συνεπάγεται την έκκριση σάλιου: δευτεροβάθμιο εξαρτημένο αντανακλαστικό. Έτσι μαθαίνομε να διακρίνουμε λέξεις, να μιλάμε. Χάρη στο Λόγο που γίνεται αισθητός ως ομιλία και, στο σύγχρονο άνθρωπο, ως γραφή, επικοινωνούμε μεταξύ μας και οι εμπειρίες καθενός γίνονται κτήμα όλων στα πλαίσια της κοινωνίας.

Όλα αυτά είναι φυσιολογικές λειτουργίες του αισθητού Εγώ, που μπορεί να τις παρατηρήσει οποιοσδήποτε. Η διέγερση ενός αισθητηρίου μου, παράλληλα με το ξεκίνημα του αντανακλαστικού, προκαλεί και ένα νοητό αίσθημα, μια εικόνα που μόνο Εγώ την αντιλαμβάνομαι. Η ένταση του αισθήματος είναι αδρά ανάλογη με του ερεθίσματος. Εξάλλου, η ποιότητα του αισθήματος εξαρτάται από το αισθητήριο. Αν διεγέρθηκε το μάτι, το αίσθημα είναι φως· αν το αυτί, είναι ήχος κλπ. Έτσι, το σύνολο των αισθημάτων μου αποτελεί ένα είδωλο, μια αντανάκλαση, του έξω κόσμου, με την ποιότητα και έντασή του.

Τα αισθήματα που σχηματίζονται μέσα μου αποθηκεύονται στη μνήμη μου, έτσι. Μπορώ να τα ανακαλώ. Δηλαδή σχηματίζονται εξαρτημένα αντανακλαστικά. Κι ακόμη, με παρόμοια αντανακλαστικά, πολλαπλά ταυτόχρονα ερεθίσματα, σχηματίζουν σύνθετα αισθήματα, την αντίληψη. Καθένα από τα συνιστώντα ερεθίσματα ανακαλεί και τα υπόλοιπα, σχηματίζοντας την ολοκληρωμένη παράσταση του εξωτερικού αντικειμένου, της πηγής των ερεθισμάτων. Το σχήμα, το χρώμα, η αφή, η οσμή του τριαντάφυλλου, ακόμη και το άκουσμα του ονόματός του, μου γεννούν όλα μαζί την αντίληψή του.

Από παρόμοιες αντιλήψεις, προκύπτουν με εξαρτημένα αντανακλαστικά, τα κοινά στοιχεία τους, που συναποτελούν τις έννοιες, τις μονάδες της Γνώσης. Βλέποντας μια συκιά, ένα πεύκο, ένα φοίνικα κλπ, και ακούοντας σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις τη λέξη «δέντρο», σχηματίζω την έννοια του δέντρου, που δεν αντιστοιχεί σε καμιά εξωτερική εικόνα, αλλά μόνο στην αφηρημένη αντίληψη με τα κοινά στοιχεία πολλαπλών αντικειμένων. Ο Τζον Λοκ ισχυρίσθηκε πως «οδν ν τ νοήσει μ πρότερον ν τ ασθήσει». Ο Καντ όμως επιφυλάχθηκε. Ναι, για τα περισσότερα, έτσι είναι. Υπάρχουν όμως και έννοιες, χωρίς αντίστοιχα εξωτερικά ερεθίσματα. Τέτοιες είναι π.χ. ο χρόνος, ο χώρος, η αιτία κλπ, που αποτελούν πλαίσια, μέσα στα οποία διαμορφώνομε τις έννοιές μας. Θεώρησε λοιπόν ο μεγάλος φιλόσοφος πως γεννιόμαστε μ’ αυτές τις έννοιες, υπάρχουν εκ των προτέρων, a priori, σχηματισμένες μέσα μας και στο πλαίσιό τους σχηματίζομε τις άλλες έννοιες, τις επίκτητες, τις a posteriori. Πραγματικά, τα ερέθισμα είναι μια μικρή ποσότητα ενέργειας που μπορεί να διαρκεί ελάχιστα και έχει ένταση αρκετή για να διεγείρει τα αισθητήριά μας. Ο χρόνος, όμως, κλπ δεν είναι μορφές ενέργειας. Κι όμως έχομε την έννοιά τους. Πώς λοιπόν σχηματίσθηκαν τέτοιες έννοιες;

Ο Καντ δεν γνώριζε τα εξαρτημένα αντανακλαστικά του Παβλόφ. Για να σχηματισθεί ένα εξαρτημένο αντανακλαστικό, πρέπει το ερέθισμα στην είσοδο του φυσικού αντανακλαστικού να είναι σύγχρονο ή να ακολουθεί το άλλο ερέθισμα που προσπίπτει σε άλλο αισθητήριο. Να η πρώτη, στοιχειώδης αίσθηση του αισθητού χρόνου, που είναι μονόδρομος. Εξαρτημένα αντανακλαστικά σχηματίζονται όταν το άσχετο ερέθισμα συμβαίνει ΠΡΙΝ από εκείνο που είναι αφετηρία φυσικού αντανακλαστικού, ενώ ΔΕΝ σχηματίζονται, όταν συμβαίνει ΜΕΤΑ. Οι έννοιες του πριν και του μετά είναι τα θεμελιώδη στοιχεία του χρόνου. Συμπληρώνεται η έννοια του χρόνου ως διάρκεια. Πολλές λειτουργίες μας είναι περιοδικές. Περιοδικά διψάμε, πεινάμε, θέλομε να ουρήσουμε, να κάνουμε έρωτα, να κοιμηθούμε κλπ. Η νοητή ώρα μας σημαίνει «ώρα να φάω, να πιω, να ουρήσω κλπ». Ολοκληρώνεται και πιο αντικειμενικά η ώρα του χρόνου, με την περιοδικότητα φυσικών φαινομένων, όπως η εναλλαγή μέρας-νύχτας, οι φάσεις της σελήνης, οι εποχές του έτους, ή και κοινωνικά περιοδικά φαινόμενα, όπως η εβδομάδα, που μας υπαγορεύουν τις κοινωνικές μας δραστηριότητες: τον κοινωνικό χρόνο.

Όλα αυτά συνιστούν τη γνώση , την είσοδο, της νόησής μας. Αυτή όμως έχει και έξοδο, τη βούληση και τον ενδιάμεσο μηχανισμό που συνταιριάζει τη γνώση με τη βούληση, το συναίσθημα (ή στάση). Στάση είναι το αν στρεφόμαστε προς ή αποστρεφόμαστε από τη γνώση. Και διαμέσου της υπαγορεύει κανονικά η γνώση τη βούλησή μας. Αυτό συνιστούσε ο Πλάτων, που πρώτος περιέγραψε τα τρία στοιχεία της νόησής μας. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε, το συναίσθημά μας ταλαντώνεται, έχει περιοδικότητα. Μιλήσαμε αλλού για τις ταλαντώσεις. Αυτό σημαίνει πως η γνώση μπορεί να χαλιναγωγεί τη βούλησή μας και διαμέσου της τη συμπεριφορά μας, ως ένα όριο όμως. Όταν έχει φθάσει η στιγμή να πάρω αέρα, θα κάνω αναπνευστική κίνηση ακόμη κι αν η κεφαλή μου είναι μέσα στο νερό κι όταν πεινάσω, θα αναζητήσω τροφή ακόμη και αν χρειασθεί να κλέψω.

Η γνώση μαθαίνεται από την εμπειρία, και στον άνθρωπο μεταβιβάζεται από τον ένα στον άλλο χάρη στο λόγο. Το συναίσθημα επίσης μεταβιβάζεται. Ο σκύλος δείχνει την χαρά του κουνώντας την ουρά του και η γάτα γουργουρίζοντας. Τέτοιες εκδηλώσεις δεν ωφελούν το άτομο, ωφελούν όμως την ομάδα, το είδος. Σε κοινωνικό επίπεδο οι άνθρωποι οργανώνομε τη γνώση σε επιστήμη, το συναίσθημά σε τέχνη και τη βούλησή σε ηθική. Η ταλάντωση του συναισθήματός μας, χωρίς εξωτερικό ερέθισμα δίνει την ψευδαίσθηση πως από κάποια μυστηριώδη πηγή εισέρχεται η έμπνευση μέσα μας, «ώσπερ ενθουσιαζόμενοι οι ποιητές», σα να μπαίνει ο θεός μέσα τους δηλαδή, λέει ο Πλάτων. Τα πράγματα είναι απλούστερα, όπως είδαμε κι έχουν μηχανισμούς φυσικούς, κατανοητούς στον καθένα. Τελικά, η ευφυΐα μας δεν είναι τίποτε μυστηριώδες. Είναι απλά η ικανότητά μας να σχηματίζουμε δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά.

Διαβάστε ακόμα