ΘΟΥΚΙΔΙΔΗΣ ΚΑΙ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας
  • Τρίτη, 25 Μαΐου, 2021 - 06:22

Μπορεί να έχουν πολλά κοινά και διαφορές οι δυο μεγάλοι πρόγονοί μας. Εδώ τους αναφέρω για τη χρήση μιας λέξης σε δυο διαφορετικές προτάσεις: «Φιλοκαλοῦμεν μετ΄ εὐτελείας και φιλοσοφοῦμεν ἂνευ μαλακίας» (Θουκυδίδης) και «Τὸ δανείζεσθαι τῆς ἀφροσύνης ἐστὶ καὶ τῆς μαλακίας» (Πλούταρχος). Η κοινή λέξη στις δύο προτάσεις δεν ξέρω αν απαντάται σε άλλα αρχαία κείμενα, οπωσδήποτε σπανίζει στα σύγχρονα γραπτά, αλλά (μαζί με τα παράγωγά της) είναι η πιο συνηθισμένη που ανταλλάσσουν στον προφορικό τους λόγο οι έφηβοί μας. Ορισμός σε τρία λεξικά:1. Αυνανισμός/ Χαύνωση από αυνανισμό/ βλακώδης λόγος, ενέργεια ή παράλειψη. 2. Aπαλότης/ μαλθακότης/ αδυναμία/ ατονία/ ασθενικότης/ γαλήνη/ νηνεμία. 3. Βικιλεξικό: Ίδιο με το 1. Δηλαδή η λέξη μεταφέρει μια κυριολεκτική και μια μεταφορική έννοια. Για την κυριολεξία δεν ξέρω αν οι πρόγονοί μας διέθεταν άλλη λέξη. Η σύγχρονη δεν είναι βέβαια Ελληνική, αλλά ανάγεται στο βιβλικό ήρωα Αυνάν. Η μεταφορική έννοια όμως μοιάζει να είναι ίδια στη σύγχρονη και στην αρχαία γλώσσα. Αυτό υπονοεί και ο λόγος τουλάχιστον του Πλουτάρχου. Και αναρωτιέμαι, γιατί αποφεύγομε να γράφουμε μια λέξη που τόσο συχνά λέγεται στον προφορικό λόγο, τουλάχιστον από μια μερίδα ανθρώπων, των νέων. Προφανώς διότι περιβάλλεται από μια άλω χυδαιότητας τόσο έντονη, που ακόμα κι εγώ που γράφω τώρα γι΄ αυτήν αποφεύγω να τη χρησιμοποιήσω. Μα δεν υπάρχουν χυδαίες λέξεις, χυδαίες σκέψεις υπάρχουν. Τι όμως πραγματικά εννοούμε με τη συνήθως χρησιμοποιούμενη μεταφορική έννοια;

Η πράξη που εννοείται με τη λέξη σημαίνει την αυτοϊκανοποίηση χωρίς κοινωνική συνέπεια. Κανονικά η γενετήσια ηδονή αποτελεί την προϋπόθεση για τη δημιουργία μιας νέας ζωής. Με την αυτοϊκανοποίηση δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο. Η υποχώρηση της συνήθειας σηματοδοτεί τη βιολογική ωρίμανση του ατόμου. Κύριο χαρακτηριστικό της ωρίμανσης είναι ότι ήλθε η ώρα του για τη διαιώνιση του είδους. Ο καρπός είναι ώριμος όταν έχει συμπληρώσει τη διαδικασία για να παραγάγει το σπόρο που πέφτοντας στη γη θα εξελιχθεί σε νέο φυτό. Και ο άνθρωπος έχει ωριμάσει βιολογικά όταν είναι πια ικανός να δημιουργήσει οικογένεια. Αυτή είναι δυνατή μόνο με αμοιβαία συμπληρωματική ετεροϊκανοποίηση. Αντίστοιχα, κοινωνικά και πνευματικά, το άτομο έχει ωριμάσει όταν ικανοποιείται δημιουργικά. Που σημαίνει, μπορεί να παράγει κοινωνικά ωφέλιμο έργο, είτε αυτό είναι υλικό αγαθό είτε είναι μια κοινωνικά σημαντική υπηρεσία είτε ένα αισθητικά ωραίο έργο κλπ. Καθένας, στο στάδιο που ακόμη είναι ανώριμος, παίζει. Το παιχνίδι είναι ο κύριος φυσιολογικός τρόπος για να μαθαίνει ένα νέο ον· έτσι ωριμάζει.

Χαρακτηριστικό στοιχείο τόσο των αρχαίων, όσο και των Βυζαντινών προγόνων μας ήταν ότι η ικανοποίησή τους, το "παιχνίδι" τους, οι εικαστικές και μουσικές εκδηλώσεις της τέχνης τους είχαν έντονο κοινωνικό χαρακτήρα. Οι γιορτές, ευκαιρίες για απόλαυση, συνδέονταν με κοινωνική ιερότητα. Η εποχή που κατεξοχήν ξεφαντώνομε, είναι οι αποκριές, μια κινητή εορτή, και ακολουθούν την ιερότητα του Πάσχα. Στην αρχαιότητα υπήρχαν οι αντίστοιχες γιορτές του Διονύσου, στη Ρωμαϊκή εποχή ήταν τα Σατουρνάλια (Saturnus ήταν ο Ελληνικός Κρόνος) και από τη Χριστιανική εποχή ο εορτασμός συνδεόταν με Ευαγγέλια όπως του Ασώτου και του Τελώνου και Φαρισαίου, αλλά και, μαζί με τον εορτασμό των ζωντανών, με τη θύμηση των νεκρών με τα Ψυχοσάββατα. Η Ελληνική κοινωνία δεν ήταν ποτέ μόνον οι ζωντανοί, αλλά και οι πεθαμένοι. Οι Σαλαμινομάχοι μάχονταν υπερασπίζοντας και θήκας προγόνων και αυτό δεν άλλαξε με την αλλαγή θρησκείας. Δεν είναι παντού ούτε ήταν πάντα έτσι. Ήδη στη Ρωμαϊκή εποχή, όταν, αντί δημοκρατίας υπήρχε η res publica ή η αυτοκρατορία, και για το λαό αποφάσιζαν ο ένας ή οι αιρετοί, αλλά προεκλεγμένοι, αντιπρόσωποί του, αντί η εκκλησία του δήμου ή οι κληρωμένοι άρχοντές του, οι εορτασμοί γίνονταν με επιδείξεις ισχύος. Από τις πιο διαδεδομένες ήταν οι θηριομαχίες και οι μονομαχίες που κατέληγαν υποχρεωτικά με τη δημόσια θανάτωση του ηττημένου. Πολύ απείχε αυτό το θέαμα από το Ελληνικό θέατρο, όπου η συμβολική σύγκρουση ανάμεσα στον ήρωα, για τον οποίον αισθανόταν το κοινό συμπάθεια, έλεο, και τις υπερανθρώπινες, θεϊκές ή κοινωνικές δυνάμεις, τις οποίες ο λαός σεβόταν, φοβόταν, λυνόταν με το συμβολικό τρόπο της κάθαρσης και όλα αυτά με μουσική και ηδυσμένο λόγο. Αυτό ήταν παραδοσιακά το παιχνίδι του ώριμου πολίτη, ιερό. Ο ερασιτέχνης ικανοποιείται με την πράξη που κάνει, ενώ ο επαγγελματίας με την αμοιβή που θα πάρει, από την πράξη του προς την κοινωνία. Αυτό δεν σημαίνει πως το έργο του ερασιτέχνη δεν έχει κοινωνικό αποδέκτη, αλλά η σχέση του μ΄ αυτόν δεν είναι εξάρτηση. Εξακολουθεί να κάνει ό,τι του αρέσει είτε πληρωθεί από τον πελάτη (ή το αφεντικό του), είτε όχι. Το έργο που κάνει το έχει επιλέξει και το εκτελεί αβίαστα, αυτό είναι που τον ικανοποιεί. Ερασιτέχνες ήταν όλοι οι μεγάλοι που ίδρυσαν επιστήμες, από τον Θαλή το Μιλήσιο ως τον L. Pasteur και τον E. Schliemann. Όπως παρατηρεί στο ενδιαφέρον βιβλίο του ο Γ. Α. Μούρτος "Η Γεωπολιτική της Ελληνικής Γλώσσας", αυτή η αντίληψη είναι που διέπει τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με την Ελληνική παράδοση και την Ορθοδοξία και απευθύνεται κυρίως στην ικανοποίηση του νοητού Εγώ. Αντίθετα, στη Νοτιοδυτική Ευρώπη, όπου επικρατεί ακόμη η Ρωμαϊκή, Καθολική, παράδοση, οι εορτασμοί τονίζουν το δίκαιο του ισχυροτέρου, όπως στις παλιές μονομαχίες και τις σύγχρονες ταυρομαχίες. Αντιστοιχούν έτσι οι εορτασμοί στην ικανοποίηση του κοινωνικού κυρίως Εγώ. Στη βόρεια, Προτεσταντική, Γερμανική, Ευρώπη, επικρατεί ο ατομισμός, όπου αγαθό είναι ότι ωφελεί το άτομο αδιαφορώντας για τους άλλους, και αντιστοιχεί στην ικανοποίηση του μοναδικού αισθητού Εγώ.

Η τελευταία αντίληψη έχει επικρατήσει, και διέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς έχει αποδώσει τεχνολογικά και οικονομικά. Σ΄ αυτή την τελευταία αντίληψη προσπαθεί να ενταχθεί ο νεότερος Έλληνας, από τότε που, αποτινάσσοντας τον Οθωμανικό ζυγό, υποτάχθηκε στους προστάτες του. Και παραπαίει. Η παράδοσή του τον κρατά στην ιερότητα του παρελθόντος, στη γλώσσα, στη θρησκεία, στις λαϊκές παραδόσεις με τις αθροίσεις σε μικρές ομάδες, σαν την ενορία, στον εορτασμό των πεθαμένων αγίων, όπως στην αρχαιότητα των πολιούχων θεών, μάλλον παρά στην ημερομηνία της γέννησής του κλπ. Και το γεγονός ότι παραπαίει σημαίνει έλλειψη ωριμότητας. Δεν γεννάμε μια δική μας βούληση, τι θέλομε να κάνουμε, αλλά περιμένομε τι θα πουν οι προστάτες μας από τους οποίους εξαρτιόμαστε. Άραγε θα ωριμάσουμε κάποτε, να φιλοκαλούμε χωρίς πολυτέλεια, να φιλοσοφούμε χωρίς μαλακία, και, με φρόνηση, να μη δανειζόμαστε αποφεύγοντας τη μαλακία;

 

 

Διαβάστε ακόμα