Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Συναίνεση και Προδοσία

  • Τρίτη, 7 Σεπτεμβρίου, 2021 - 06:22

Οι αντιπαραθέσεις, προσωπικές και κοινωνικές, ποτέ δεν έλειψαν τουλάχιστον από τότε που οι άνθρωποι άρχισαν να οργανώνονται από αγέλες σε κοινωνίες. Οι κοινωνίες έχουν υποθηκευμένους θησαυρούς για ώρα ανάγκης και κεφάλαιο αναπαραγόμενο. Από τη στιγμή που υπάρχει έτοιμο τέτοιο αγαθό, χωρίς να χρειάζεται να μοχθεί κάποιος όταν πεινάσει ή όταν χρειασθεί οτιδήποτε, αποτελεί πρόκληση και αυτό σημαίνει αντιπαράθεση, βία. Κακό πράγμα οι αντιπαραθέσεις μέσα σε μια, την ίδια, κοινωνία, αλλά γίνεται κι αυτό, όταν υπάρχουν μεγάλες ανισότητες. Τέτοιες αντιπαραθέσεις εξασθενούν το κράτος απέναντι σε εξωτερικές απειλές, από άλλες κοινωνίες. Και τι κάνομε τώρα;

Προφανώς, πρέπει να υπάρξουν αμοιβαίες υποχωρήσεις στην εσωτερική αντιπαράθεση. Θυμάμαι, ομολογώ, δέχθηκα σε κάποια φάση την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο σα μια λύτρωση από τα δικά μας δεσμά όταν ήμαστε καταπιεσμένοι από τη χούντα. Δεν είχα άδικο. Η τραγωδία της Κύπρου έφερε την πτώση του μισητού καθεστώτος στην Ελλάδα. Είχε προηγηθεί βέβαια μήνες νωρίτερα η αυθόρμητη εξέγερση του Πολυτεχνείου, αλλά η πτώση της δικτατορίας συνέβηκε όταν αυτή έφερε την εθνική καταστροφή. Ωστόσο, η εθνική ήττα βαραίνει περισσότερο σήμερα από την εσωτερική καταπίεση που όλοι οι Έλληνες δεχόμαστε τότε.

Στις εσωτερικές κυρίως, λιγότερο στις εξωτερικές, αντιπαραθέσεις υπάρχουν πάντοτε κάποιοι που προσπαθούν να αμβλύνουν τις αντιθέσεις. Αυτοί λοιπόν τι είναι; Είναι συναινετικοί ή προδότες; Η καταπιεζόμενη τάξη μου έχει εξεγερθεί. Ο ηγέτης της τάξης μου έχει επιτύχει να μας ξεσηκώσει όλους σε ένα αγώνα του τύπου "ελευθερία ή θάνατος". Και ξαφνικά, αυτός τα κάνει πλακάκια με τους αντιπάλους και. Κι εμείς; αθύρματα στην εκδικητική μανία του αντιπάλου, ή γλιτώσαμε από χειρότερο όλεθρο; Προδοθήκαμε ή σωθήκαμε από σίγουρη καταστροφή; Στη διάρκεια της επανάστασης στην περίοδο που ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, μεγάλο πολιτικό και στρατηγικό μυαλό ήταν ο ηγέτης, έκρινε σε κάποια φάση σωστά πως δεν είχε δυνάμεις να αντιμετωπίσει τους Τούρκους. Έκανε λοιπόν μια συμφωνία μαζί τους να μην τους επιτίθεται κι αυτοί να μην κατέβουν στην Πελοπόννησο, όπου ο Κολοκοτρώνης την ίδια εποχή, άλλο μεγάλο στρατηγικό μυαλό, είχε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τον ντόπιο Τούρκο. Υπήρξε μάλιστα σχετική αλληλογραφία. Μια τέτοια στάση του κάθε άλλο παρά προδοτική θα μπορούσε να θεωρηθεί. Αντίθετα, αργότερα, ο Νενέκος, χωρίς καμιά αναγνώριση από Ελληνική εξουσία, έκρινε πως με την έλευση του Ιμπραήμ ήταν αδύνατο να τα βγάλουν πέρα και, επομένως, για να επιβιώσουν, έπρεπε να προσκυνήσουν τους εχθρούς. Ναι, αυτό ήταν προδοσία. Δολοφονήθηκε με εντολή, ως φαίνεται, του Κολοκοτρώνη. Σε τόσο ανώμαλα χρόνια μην περιμένετε βέβαια ομαλές διαδικασίες με δίκες και νόμιμη επιβολή ποινής.

Ο γενικός κανόνας είναι ότι, για να αποφευχθεί η καταστροφή από τη σύγκρουση, πρέπει να υπάρξει συναίνεση με συμφωνίες για αμοιβαίες υποχωρήσεις. Αυτή η συναίνεση όμως πρέπει να γίνει από τις ηγεσίες, όχι από ανεύθυνους οπαδούς. Σε σχετικά ήρεμες συνθήκες καυχιέται ένα κόμμα πως επιδιώκει τη συναίνεση (που οι αντίπαλοι δεν θέλουν) δίνοντας οφίκια σε παράγοντες των αντιπάλων. Αν αυτοί οι παράγοντες δεχθούν τα οφίκια, εγώ θα θεωρούσα ότι η όλη υπόθεση ήταν προσπάθεια εξαγοράς προδοτών μάλλον παρά προσπάθεια συναίνεσης. Όποιος υπηρετεί μια λειτουργία, κάνει καλά τη δουλειά του αν πειθαρχεί στους κανόνες της και όχι στη συνείδησή του. Αν εγώ, βουλευτής ενός κόμματος, δεχθώ να γίνω υπουργός σε μια κυβέρνηση του αντίπαλου κόμματος, ενεργώ όπως μου υπαγορεύει η κυβέρνηση την οποίαν δέχθηκα να υπηρετώ και όχι όπως μου υπαγορεύουν η συνείδησή μου ή τα συμφέροντα του κόμματος στο οποίο είμαι βουλευτής. Και τώρα έρχονται τα ψευδοεπιχειρήματα που οξύνουν μάλλον παρά αμβλύνουν την αντιπαλότητα. Η κυβέρνηση λέει ότι με τη χειρονομία της, να κάνει υπουργό κάποιο βουλευτή της αντιπολίτευσης συμβάλλει στην ένωση του λαού. Η αντιπολίτευση ισχυρίζεται φυσικά πως η κυβέρνηση προσπαθεί να εξαγοράσει συνειδήσεις και να αποσπάσει βουλευτές της αντιπολίτευσης κάνοντάς τους προδότες. Τι από τα δύο ισχύει;

Οι πρόγονοί μας, τον καιρό της δημοκρατίας, είχαν κι αυτοί τάξεις και παρατάξεις. Δεν είχαν όμως κόμματα. Αυτό σημαίνει ότι εκείνοι με κοινά συμφέροντα ψήφιζαν βέβαια ως στρατηγό εκείνον που τα επιδίωκε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο περισσότερο. Όμως, μη έχοντας κόμματα, οι υποστηρικτές μιας παράταξης δεν ήταν δέσμιοί της. Το κόμμα έχει κανονισμό. Μπορεί να διαγράψει ένα μέλος του που δεν ακολουθεί πιστά, τυφλά, την πολιτική του, που, αν είναι στην αντιπολίτευση, ψηφίζει ένα νόμο που προτείνει η κυβέρνηση κι αν είναι στην κυβέρνηση τον καταψηφίζει. Οι συνέπειες δεν είναι αμελητέες. Με την ύπαρξη των κομμάτων η πολιτική γίνεται επάγγελμα. Ο ασχολούμενος μ΄ αυτήν είναι υποχρεωμένος να παραμελήσει κάθε άλλη δραστηριότητά του, να μη ασκεί τη δικηγορία, την ιατρική του, το επάγγελμά του γενικότερα, για να δίνει όλο το χρόνο του στην πολιτική. Ζει από τα οφέλη που του προσφέρει το κόμμα του, το μισθό του βουλευτή, αν έχει εκλεγεί, ή άλλα προνόμια που μπορεί να του προσφέρει η πολιτική στέγη που τον καλύπτει. Αν ξαφνικά πάψει να είναι βουλευτής, επειδή το κόμμα του τον διέγραψε, δεν έχει τρόπο να επιβιώσει.

Στη σημερινή εποχή δεν είναι εύκολο να ζούμε χωρίς κόμματα, θεσμοθετημένους εκπροσώπους συμφερόντων. Ο Κεμάλ Ατατούρκ, μεγάλος ηγέτης για το λαό του, κυβερνούσε χωρίς κόμματα. Σύντομα κατάλαβε ότι καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι επιτυχημένη πάντοτε και να ικανοποιεί πάντοτε το λαό. Συνειδητοποίησε λοιπόν πως κάθε αποτυχία των συνεργατών του καταλογιζόταν σ΄ αυτόν τον ίδιο. Έτσι επέτρεψε τη λειτουργία κομμάτων. Ακόμη και αν ισχύει πραγματική δημοκρατία, στην οποίαν οι αποφάσεις (νόμοι) λαμβάνονται από τον ίδιο το λαό ή τυχαία κληρωμένο δείγμα του, στη βάση εισηγήσεων (νομοσχεδίων) που προτείνονται από έμπειρους γνώστες της πολιτικής (κυβέρνηση), ακόμη και τότε, μια αποτυχία είναι δυνατό να καταλογισθεί στο σύστημα της δημοκρατίας, ενώ θα φταίνε οι εισηγητές και το πρόβλημα διορθώνεται με αλλαγή κυβέρνησης, με κυβέρνηση άλλου κόμματος. Μου φαίνεται αναγκαίο κακό η ύπαρξη κομμάτων παρόλη τη δυσώδη πελατειακή διαδικασία που συχνά συνοδεύει τη λειτουργία τους.

Ζητώ συγγνώμη, αλλά, ενώ είναι πολλοί οι διανοητές που διακρίνουν την πελατειακή σχέση ως κύριο παράγοντα κακοκυβέρνησης, κατηγορούν τους πολιτικούς, αντί για το σύστημα γι΄ αυτή. Μα ο πολιτικός είναι κι αυτός άνθρωπος, με τις ατέλειές του. Όσο, για την ύπαρξή του ως πολιτικού, είναι απαραίτητο να προτείνεται από ένα κόμμα και να επιλέγεται από το λαό μεταξύ των προεπιλεγμένων, πελατειακή σχέση πάντοτε θα υπάρχει.

 

Διαβάστε ακόμα