Του Δημήτρη Α. Σιδερή ομ. Καθηγητή Καρδιολογίας

Γιατί Πιστεύομε;

  • Τρίτη, 15 Φεβρουαρίου, 2022 - 06:12
  • /   Eνημέρωση: 15 Φεβ. 2022 - 7:20

Στο ερώτημα του τίτλου η προφανής απάντηση είναι η πίστη πως από τη φύση μας τείνομε να πιστεύουμε στο μεταφυσικό που έχει εμφυσήσει μέσα μας την ανάγκη για πίστη ή και την ίδια την πίστη. Σε ένα τέτοιο συλλογισμό τίποτε λογικό δεν μπορεί να αντιταχθεί. Στο βάθος βρίσκεται ο Θεός τον οποίον οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε (Ιωάννης). Θα προσπαθήσω να συζητήσω το ερώτημα σε όρους που επιδέχονται λογικό χειρισμό διασταυρούμενο με τον αισθητό κόσμο. Αυτή η στάση δεν αντικρούει την πίστη ούτε την επιβεβαιώνει, απλώς δεν την εξετάζει.

Ζούμε σε ένα κόσμο με φυσικούς και κοινωνικούς περιορισμούς. Μέσα του ξεπηδούν από μέσα μας επιθυμίες σαν ταλαντώσεις με μόνη αιτία τους το χρόνο. Περιοδικά ανασαίνομε, διψάμε και πίνομε νερό, πεινάμε και τρώμε, έχομε έπειξη και ουρούμε και αφοδεύομε, αισθανόμαστε την ερωτική πρόκληση και προχωρούμε στην πράξη. Αυτές οι δραστηριότητες είναι συνέπειες της δομής της ύλης που μας αποτελεί και εξασφαλίζουν τη συνέχειά μας. Τα ζώα ζουν είτε απομονωμένα είτε σε αγέλες είτε σε κοινωνίες, όπως κάποια έντομα, στις οποίες κάθε μέλος τους κάνει κάτι διαφορετικό, όλα μαζί όμως συντελούν στην επίτευξη ενός ενιαίου σκοπού, τη συντήρηση της κοινωνάς.

Οι άνθρωποι έχομε το προνόμιο (ή κατάρα!) να μπορούμε να επιλέξουμε πώς θα ζήσουμε, μοναχικά, κοπαδιαστά ή κοινωνικά. Τις τελευταίες χιλιετίες, το είδος μας προτίμησε τον κοινωνικό τρόπο ζωής. Από τη στιγμή που σχηματίσθηκε η κοινωνία είναι πρακτικά αδύνατη η επιβίωση έξω από αυτήν. Εκτός αν κάποιος είναι θεός ή θηρίο (Αριστοτέλης).

Η κοινωνία απαιτεί ενότητα. Η ενότητά της στηρίζεται σε δύο κύριους παράγοντες. Ο ένας είναι η συμπληρωματική λειτουργία των μελών της. Άλλο κάνει ο ένας άλλο ο άλλος και οι πράξεις καθενός ικανοποιούν τις ανάγκες των άλλων. Αποτέλεσμά της είναι η δημιουργία αποθηκών από διάφορα αγαθά που αυτοπολλαπλασιάζονται. Ο άλλος είναι το κοινό συναίσθημα, στο οποίο όλα τα μέλη της χαίρονται ή θλίβονται για το ίδιο συμβολικό γεγονός. Η διατήρηση της αρμονικής συμπληρωματικής λειτουργίας απαιτεί κάποιον επόπτη. Οι αρχέγονοι επόπτες είναι δύο ειδών. Ο ένας φροντίζει για να αντικρούσει εξωτερικούς κινδύνους που προσπαθούν να σφετερισθούν τις αποθήκες της κοινωνίας ή και επιδιώκει αυτός να σφετερισθεί αποθήκες άλλων κοινωνιών. Ο αρχέγονος ηγέτης είναι ο Βασιλιάς με κύριο εργαλείο του την ωμή βία.

Ο άλλος επόπτης ασχολείται με την αρμονική λειτουργία των μελών της κοινωνίας μεταξύ τους. Είναι αυτός που ελέγχει τους διατροφικούς και γενετήσιους περιορισμούς της κοινωνίας. Αυτός ρυθμίζει την είσοδο των νέων μελών στην κοινωνία (αμφιδρόμια στην αρχαία Ελλάδα, περιτομή στην Ιουδαϊκή και Μουσουλμανική κοινωνία, βάπτισμα με κοπή τριχών της κεφαλής στη Χριστιανική κοινωνία). Σημειώνεται η ανάγκη παρουσίας μαρτύρων της κοινωνίας (αναδόχου, καλεσμένων), αλλά και εντεταλμένων από την κοινωνία προσώπων, των Iερέων. Συγχρόνως σημειώνεται η καθαρά σωματική πράξη της αποτομής της ακροπροσθίας στην περιτομή, των μαλλιών της κεφαλής στη βάπτιση. Αυτά τα υλικά στοιχεία διατηρούνται σε ένα ιερό μέρος (π.χ. εικονοστάσι) και μπορούν να πιστοποιήσουν την ταυτότητα του ατόμου οποτεδήποτε. Σήμερα χρησιμοποιούμε άλλα, πιο προχωρημένα, μέσα, όπως είναι τα δακτυλικά αποτυπώματα, η εγγραφή στο ληξιαρχείο, ο προσδιορισμός DNA. Όλα αυτά τα μέσα έχουν κοινό σκοπό, την επιβεβαίωση της ταυτότητας του ατόμου με κάθε δυνατό τρόπο. Ο Ιερέας ορίζει περιόδους νηστείας (λιτότητας) και θυσίας (κατανάλωσης). Επιβεβαιώνει κατά περιόδους τη συμμετοχή στην κοινωνία, όπως με τον τακτικό εκκλησιασμό, τη μετάληψη. Στη συνέχεια πιστοποιεί την κοινωνική ύπαρξη ζευγών ικανών να παραγάγουν νέα μέλη της κοινωνίας. Ο γάμος, εξασφαλίζει ότι το κεφάλαιο που έχει σχηματισθεί, τα αναπαραγόμενα αγαθά, δεν θα διασκορπισθεί, μετά το θάνατο των ιδιοκτητών του. Αναγκαίο για τη συνέχιση της κοινωνίας. Τέλος, πιστοποιεί την αποχώρηση από την κοινωνία με την κηδεία των θανόντων. Στις σύγχρονες κοινωνίες το ληξιαρχείο έχει αναλάβει την ευθύνη τέτοιων γεγονότων. Όλα αυτά τα μυστήρια δεν μπορεί να τα χωρέσει ο κοινός νους και έχουν αφεθεί στην παράδοση που διατηρούν οι Ιερείς. Ο Ιερέας επιβάλλεται χωρίς ωμή βία, αλλά με κοινωνικές πειθαρχικές ποινές, με έσχατη τον αφορισμό, όπου απαγορεύεται οποιαδήποτε επικοινωνία του παραβάτη με τα λοιπά μέλη της κοινωνίας.

Οι φυσικοί περιορισμοί είναι πιο αδυσώπητοι. Είναι ο ήλιος, η γη, βουνά, κάμποι, λίμνες, ποτάμια, θάλασσα, νησιά. Η φαντασία των ανθρώπων που βλέπει ότι το καθετί κάποιος το έχει δημιουργήσει αναγκάζεται να φαντασθεί το αναπόδεικτο, ότι κάποιος, ο Θεός, τα έχει δημιουργήσει. Αλλά είναι και οι κεραυνοί, οι κατακλυσμοί, οι κατολισθήσεις, οι σεισμοί, οι εκρήξεις ηφαιστείων κλπ, για τα οποία κανένας δεν μπορεί να κάνει το παραμικρό. Αποτελούν τις εκδηλώσεις της οργής του Ανώτατου Όντος, για παραβιάσεις των εντολών του. Αυτές δεν είναι άλλες από εκείνες που υπηρετούν τα μυστήρια που προαναφέρθηκαν. Υπεύθυνος επομένως είναι πάλι ο Ιερέας. Δεν μπορεί να ανακόψει το θυμό του Θεού, ως ένα βαθμό όμως προσπαθεί να προβλέψει όσο γίνεται την έλευσή του για να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα. Κυριότερος φορέας της παράδοσης ο Ιερέας, έχει συσσωρευμένες γνώσεις που κάποιες μπορεί να είναι όντως προβλεπτικές.

Σήμερα η Επιστήμη προχωρεί σε ολοένα μεγαλύτερη κατανόηση των φυσικών και κοινωνικών περιορισμών και επινοεί τρόπους αντιστάθμισής τους. Βαδίζει προς την Αλήθεια. Κι όμως, γνωρίζει πολύ καλά, πως μπορεί να περιορίζει την άλω σφάλματος που περιβάλλει την Αλήθεια, διαρκώς το στενεύει, αλλά δεν θα φτάσει ποτέ σε μια σημειακή αλάνθαστη Αλήθεια. Αντίθετα από την Επιστήμη, πολλοί επιστήμονες πιστεύουν πως ό,τι είναι άγνωστο σήμερα αύριο θα είναι γνωστό και η Αλήθεια κάποτε θα αποκαλυφθεί. Αυτό όμως είναι πίστη, όχι επιστημονική γνώση, που στηρίζεται στη διασταύρωση του νοητού με το αισθητό. Αντίστοιχα, η γνήσια Πίστη δεν έρχεται σε σύγκρουση με τη Γνώση. Όμως κάποιοι πιστοί νομίζουν πως μπορούν να απορρίψουν επιστημονικές γνώσεις αν έρχονται σε αντίθεση με την πίστη τους. Τέτοιες προκαταλήψεις δημιουργούν τεχνητές αντιθέσεις που μπορούν να οξυνθούν τόσο που π.χ. η Ιερά Εξέταση έκαιγε τους θεωρούμενους "αιρετικούς".

Ρόλο διαιτητή σ' αυτή την αντίθεση μπορεί να παίξει η Τέχνη όπου τo πλήθος, παντοδύναμο, διέπεται από κοινό συναίσθημα στη συμβολική παρουσίαση του προβλήματος. Φυσικά, η Τέχνη, όπως και η Επιστήμη και η Πίστη μπορούν να χειραγωγούνται από μια άρχουσα τάξη. Αν άρχουσα τάξη είναι Ένας (μοναρχία) ή Λίγοι προεπιλεγμένοι εκλεκτοί (ολιγαρχία), η ισορροπία, απαραίτητη για την ύπαρξη της κοινωνίας, δεν εξασφαλίζεται. Μόνο όταν άρχουσα τάξη είναι όλος ο Λαός (δημοκρατία) είναι δυνατή η επιθυμητή αρμονία.

 

Διαβάστε ακόμα