Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Δεν ελπίζω τίποτε

  • Τρίτη, 25 Οκτωβρίου, 2022 - 06:22

"Κόλαση είναι οι άλλοι", γράφει ο J. P. Sartre. Πώς το εννοεί; Οι άλλοι, με την οργάνωση που διαθέτουν (κοινωνία), μου εξασφαλίζουν διατροφή, στέγη, προστασία από τους καιρούς, υγεία, έρωτα. Γιατί να είναι κόλαση;

Η ύπαρξή μας είναι τρισυπόστατη. Το αισθητό εγώ μας άρχισε να υπάρχει με τη γονιμοποίηση ενός μητρικού μας ωάριου με ένα πατρικό μας σπερματοζωάριο. Το νοητό εγώ μας άρχισε την ύπαρξή του με τη γέννηση. Και το κοινωνικό εγώ μας, άρχισε να ζει με μια κοινωνική τελετή (βάπτιση, περιτομή, εγγραφή στο ληξιαρχείο κλπ). Όταν λέμε Εγώ, συνήθως υπονοούμε το νοητό μας εγώ, καθώς οι άλλες δύο υποστάσεις του είναι υπόδουλες σ΄ αυτό. Χωρίς αυτές δεν μπορεί να υπάρχει. Το αισθητό Εγώ είναι ό,τι έχει το νοητό εγώ και το κοινωνικό εγώ, ό,τι θέλει το νοητό εγώ. Το αισθητό και το κοινωνικό εγώ περιορίζονται από τους αντίστοιχους φυσικούς και κοινωνικούς νόμους· το νοητό εγώ διέπεται κυρίως από τη φαντασία που είναι χωρίς εξωτερικό περιορισμό. Το αισθητό εγώ σχετίζεται κυρίως με το παρελθόν, αφού ό,τι έχω τώρα το απέκτησα κάποτε στο παρελθόν. Το κοινωνικό εγώ σχετίζεται κυρίως με το μέλλον, αφού ό,τι θέλω να (=θα) κάνω θα γίνει στο μέλλον. Για να γυρίσω λοιπόν στον Σαρτρ, κόλαση είναι το μέλλον μας. Εγώ ο νοητός είμαι εδώ και τώρα.

Το παρόν συναίσθημά μου, είναι θετικό (ευχάριστο) ή αρνητικό (δυσάρεστο), όταν σχετίζεται με δύο αντίθετα μελλοντικά συναισθήματά μας, την ελπίδα και το φόβο. Ένας άλλος μεγάλος στοχαστής διακήρυξε: "Δεν ελπίζω τίποτε, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος!" (Ν.Καζαντζάκης). Το είχε διατυπώσει πρώτος ο Κύπριος κυνικός φιλόσοφος Δημώναξ: "Ἐρωτήσαντος δέ τινος, τίς αὐτῷ ὅρος εὐδαιμονίας εἶναι δοκεῖ, μόνον εὐδαίμονα ἔφη τὸν ἐλεύθερον· ἐκείνου δὲ φήσαντος πολλοὺς ἐλευθέρους εἶναι, λλ' ἐκεῖνον νομίζω τὸν μήτε ἐλπίζοντά τι μήτε δεδιότα." Εκείνον θεωρώ ελεύθερο, όποιον δεν ελπίζει τίποτα και δεν φοβάται τίποτα. Και να που γυρίζομε γύρω γύρω, καθώς ο υπαρξισμός του Σαρτρ βρίσκεται πολύ κοντά στην κυνική φιλοσοφία.

Οι φυσικοί νόμοι είναι αδυσώπητοι. Τίποτε δεν μπορεί να τους αλλάξει. Είμαστε υποχρεωμένοι να τους παραδεχθούμε. Βέβαια, με την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών, μπορούμε να τους αντισταθμίσουμε ως ένα βαθμό, και αυτή είναι μια σημαντική ανακούφιση. Αντισταθμίζομε το κρύο με τη φωτιά, την τριβή με τον τροχό, τη βαρύτητα με αερόστατα, αεροπλάνα, πυραύλους, τις αρρώστιες με φάρμακα κλπ. Το μέλλον όμως, τη βούληση της κοινωνίας που το "θέλω" της το εσωτερικεύομε σαν "πρέπει" που περιορίζει το δικό μας θέλω, το ορίζομε εμείς, μόνοι μας και κανένας άλλος.

Ο Δημώναξ ταυτίζει την ευδαιμονία με την ελευθερία. Δεν διανοείται να αμφισβητήσει τη δεσποτεία των φυσικών νόμων πάνω στην ελευθερία μας. Αλλά, όταν την περιορίζουν τα "θέλω" της κοινωνίας που μέσα μας γεννούν φόβους και ελπίδες, έχομε την ελευθερία να απαλλαγούμε. Εμείς αποφασίζομε αν φοβόμαστε ή ελπίζομε. Εμείς αποφασίζομε αν θα ζούμε με το παρόν ή με το μέλλον. Έτσι κι αλλιώς, από το παρελθόν δεν μπορούμε να απαλλαγούμε. Ο Χριστός μας δείχνει το δρόμο: "μ μεριμντε τ ψυχ μν τ φάγητε κα τ πητε μηδ τ σματι μν τ νδσησθε". Απαλλαγή από το μέλλον, λοιπόν, απαλλαγή από την εξάρτηση από την κοινωνία.

Όμως η ελευθερία μας επαναστατεί. Αναφέρθηκε ήδη ότι η γνώση, οι φυσικές επιστήμες, μπορούν να αντισταθμίσουν ως ένα βαθμό ακόμη και τους φυσικούς νόμους. Με την ίδια λογική, οι κοινωνικές επιστήμες μπορούν να αντισταθμίσουν ως ένα βαθμό τους κοινωνικούς νόμους. Αυτοί, από εμάς τους ανθρώπους είναι φτιαγμένοι. Αυτή είναι η αποστολή των επιστημόνων, των σύγχρονων σοφών. Κι αυτοί μπορούν κάτι παραπάνω από τους κοινούς θνητούς: "Θεο μν γρ μελλντων, νθρωποι δ γιγνομένων, σοφο δ προσιόντων ασθάνονται". (Φιλόστρατος). Μπορούν οι επιστήμονες να διακρίνουν από τα μέλλοντα τουλάχιστον τα επικείμενα με τους αντίστοιχους φόβους, αλλά και να λάβουν τα αναγκαία μέτρα, γεννώντας ελπίδες.

Τα ζώα δεν είναι ούτε ευτυχισμένα ούτε δυστυχισμένα. Μπορούν να χαίρονται ή να υποφέρουν, και το δείχνουν με τη συμπεριφορά τους. Κι αυτό διότι ο συναισθηματισμός τους, ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια, έχει βεληνεκές σε χρόνο και χώρο τόσο, όσο τους επιτρέπουν οι αισθήσεις τους. Επομένως, μόνο στο παρόν. Το πρόβατο θα νοιώσει δυσάρεστα μόλις δει ένα λύκο ή, ακόμη περισσότερο, μόλις νοιώσει τα δόντια του στο κορμί του. Οι άνθρωποι έχομε το "προνόμιο" να ζούμε δυστυχισμένα ή ευτυχισμένα όχι μόνο με ό,τι προσλαμβάνομε με τις αισθήσεις μας, αλλά και με ό,τι μας παρουσιάζει η νοητή φαντασία μας. Και αυτή η συναισθηματική κατάσταση αφορά το μέλλον, ελπίδα ή φόβο.

Υπάρχει μια σύγχυση. Ευτυχία ή δυστυχία αφορά τη ζωώδη ικανοποίηση των αισθήσεών μας, του αισθητού Εγώ. Η μακαριότητα αφορά την τιθάσευση των θέλω μας, έτσι που τίποτε δεν διαταράσσει το συναίσθημά μας, αφού τίποτε δεν θέλομε από το έλλογο περιβάλλον μας. Η ευδαιμονία όμως αφορά την ικανοποίηση των σκοπών που μόνοι μας έχομε θέσει στον εαυτό μας. Είναι ένα αποκλειστικά ανθρώπινο συναίσθημα. Οι θέσεις που ανέφερα παραπάνω, κυνικές, υπαρξιστικές, Χριστιανικές, "Καζαντζακικές", τείνουν προς τη μακαριότητα. Όμως, ελευθερία δεν σημαίνει μόνο να μην κάνω ό,τι μου επιβάλλουν οι άλλοι, αλλά και να κάνω ό,τι εγώ θέλω. "Ελευθερία: Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις." (Αριστοτέλης). Με τον παραπάνω ορισμό, ο Σταγειρίτης απαιτεί να συμβαδίζει η ελευθερία με την ισότητα. Μόνον έτσι αποκτάται η ευδαιμονία, με αυτοτέλεια. Συμφωνεί ο I. Kant.

Την ανάγκη παράλληλης ανάπτυξης ισότητας και ελευθερίας τόνισε η Γαλλική επανάσταση (Liberté, égalité). Η εφαρμογή της όμως οδήγησε στο διαχωρισμό. Από τη μια η λεγόμενη φιλελεύθερη (αστική) δημοκρατία ευνόησε την άκρατη ελευθερία της αγοράς, κουρελιάζοντας την ισότητα και από την άλλη η αριστερή ιδεολογία με τη "δικτατορία του προλεταριάτου" κουρέλιασε την ελευθερία, επιδιώκοντας την ισότητα (όπου όλοι ήταν ίσοι, αλλά κάποιοι πιο ίσοι από τους άλλους! G. Orwell).

Ο σύγχρονος πολιτισμός μας, στηρίζεται στην ολιγαρχική αρχή, δεξιά ή αριστερή αδιάφορο, που επιδιώκει την ευτυχία, ικανοποίηση των αναγκών του αισθητού Εγώ. Το έχει επιτύχει σε σημαντικό βαθμό. Η ανατολική ιδεολογία επιδιώκει τη μακαριότητα, που μόνο σε ειδικές συνθήκες προσωπικού ασκητισμού έχει επιτευχθεί. Η ευδαιμονία προσπελάστηκε στη δημοκρατία των προγόνων μας, αλλά δεν έμεινε για πολύ. Μήπως στη σύγχρονη κοινωνία, με τα διδάγματα που προστέθηκαν στις 2,5 χιλιάδες χρόνια που πέρασαν, θα μπορούσε να επιτευχθεί διαρκέστερα;
 

 

 

Διαβάστε ακόμα