Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Αιώνια μακαριότητα

  • Τρίτη, 15 Νοεμβρίου, 2022 - 06:13
  • /   Eνημέρωση: 15 Νοε. 2022 - 7:40

Διάβαζα τις προάλλες λίγες σελίδες από το Κοράνι. Όπως όλα τα θρησκευτικά βιβλία, τονίζει την πίστη προς το Θεό, τον Αλλάχ, όπως τον λέει. Και τονίζει πως πρέπει να κάνουμε το θέλημά του, να ελεούμε τους φτωχούς, να υπερασπιζόμαστε τους αδυνάτους κλπ. Για τους πιστούς επιφυλάσσεται ο παράδεισος. Εκεί θα είναι ξαπλωμένος ο πιστός σε μαλακά μαξιλάρια και στρώματα, από πάνω του θα κρέμονται οι πιο ωραίοι καρποί σε όση ποικιλία και ποσότητα θέλουν, και βέβαια θα υπάρχουν πανέμορφα κορίτσια να τον περιποιούνται. Για τους κακούς, τους άπιστους επιφυλάσσεται η αιώνια κόλαση με τις φοβερές φλόγες της. Αρκετές από τις ιστορίες για την οικογένεια του Χριστού, που δεν τις αναφέρουν τα Ευαγγέλια είναι γραμμένες στο Κοράνι. Προφανώς είχαν φτάσει ως τον Μωάμεθ με την προφορική παράδοση. Αυτό όμως που με απασχολεί είναι η αιώνια, ατέλειωτη ανάπαυση και πληρότητα του Μουσουλμανικού παραδείσου. Μα υπάρχει, μπορεί να υπάρξει, τέτοιο πράγμα;

Η ζωή μας είναι μια ταλάντωση. Περίοδοι με προσπάθεια, με έλλειψη και κοπιώδη αγώνα εναλλάσσονται περίπου ρυθμικά με περιόδους ικανοποίησης, ανάπαυσης, πληρότητας. Τρώω. Χορταίνω. Θέλω να μη φάω άλλο, ακόμη και αν μου παρουσιαστεί ο πιο νόστιμος μεζές. Με την πάροδο του χρόνου δεν πεινάω ακόμη, δεν θέλω ακόμη να φάω, αλλά τώρα ένα ορεκτικό έδεσμα μπορεί να μου ανοίξει την όρεξη. Ακόμη και χωρίς τέτοιο ερέθισμα, θα έλθει αυτόματα κάποια στιγμή που θα πεινάσω και θα αρχίσω να τρώω. Τρώγοντας έρχεται η όρεξη, θετική ανάδραση, με κάποιες σωματικές δραστηριότητες προσλαμβάνω τροφή, ώσπου χορταίνω, σταματώ και ο κύκλος αρχίζει εξαρχής. Το ίδιο γίνεται και με την ερωτική διαδικασία, που περνά από παρόμοιες φάσεις, με τη σωματική πράξη της συνουσίας, ως τον οργασμό, την ανερέθιστη περίοδο, τη βραδεία φάση που ένα κατάλληλο ερέθισμα, όπως η θέα ενός προκλητικού γυμνού, μπορεί να με διεγείρει πρόωρα και έπειτα, ακόμη και χωρίς ερέθισμα, φτάνω στη φάση της πράξης, είτε με σύντροφο είτε με αυτοϊκανοποίηση είτε και με ονείρωξη. Η μόνιμη παραμονή στη φάση του κόρου, του οργασμού, δεν μπορεί να υπάρξει. Ούτε καν η μόνιμη παραμονή σε μια φάση ανάπαυσης. Δεν μπορούμε να μείνουμε στο κρεβάτι το πρωί αναπαυόμενοι, όταν ξυπνάμε.

Είναι προφανές ότι χωρίς και τις δύο φάσεις, η μια δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς την άλλη και ο παράδεισος του Κορανίου, η αιώνια παραμονή στη φάση του κόρου, δεν μπορεί να ισχύσει. Ο άνθρωπος αναγκαστικά πρέπει να περνά διαδοχικά και από τις δύο φάσεις. Τη νύχτα κοιμάται, τη μέρα εργάζεται. Το ερώτημα είναι, μπορούν να είναι ευχάριστες και οι δύο φάσεις; Μπορεί να είναι ευχάριστο το να αγωνίζεται κάποιος, να κοπιάζει;

Είμαστε ενεργητικά ζώα. Οι ενήλικες εργαζόμαστε ενεργητικά για να εξασφαλίζουμε την επόμενη φάση, να τραφούμε, να πιούμε, να κάνουμε έρωτα κλπ. Αν αυτά ήταν εξασφαλισμένα, από μια ανώτερη δύναμη, μεταφυσική ή φυσικά ανθρώπινη, όπως μια ιδανική κοινωνία, θα είμαστε ευχαριστημένοι; Τα παιδιά που δε νοιάζονται για να τραφούν, αφού γι΄ αυτό φροντίζουν οι γονείς τους, έχουν δραστηριότητες; Ασφαλώς: Παίζουν! Με το παιχνίδι βέβαια κουράζονται, όμως με το παιχνίδι ευχαριστιόνται. Θα ακολουθήσει η ανάπαυση. Οι μεγάλοι δουλεύουν στο εργοστάσιο, στο γραφείο ή οπουδήποτε αλλού. Συνήθως μισούν τη δουλειά τους και δε βλέπουν την ώρα να σχολάσουν, για να φύγουν, να κάνουν ό,τι θέλουν. Γιατί να μην είναι ευχάριστη σαν παιχνίδι η δουλειά. Γιατί να δουλεύουν (σα δούλοι) αντί να εργάζονται επιτελώντας ευχάριστα έργο; Ποια είναι λοιπόν η διαφορά μεταξύ παιχνιδιού και εργασίας που κάνει το πρώτο ευχάριστο και το δεύτερο δυσάρεστο;

Κανένας δεν με υποχρεώνει να παίξω. Αν όμως δεν εργασθώ θα πεθάνω από την πείνα. Αν η κοινωνία μου εξασφάλιζε ένα ελάχιστο τροφής, ένδυσης, στέγης κλπ, τότε δεν θα είχα πρόβλημα. Ένα είδος σοσιαλισμού στα μέσα παραγωγής θα ήταν, φαίνεται, απαραίτητο, ισχυρίζεται ο Erich Fromm. Κοινοχρηστία στα αναλώσιμα, στην οδοντόβουρτσά μου, στα παπούτσια μου, στο αυτοκίνητό μου είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, απαράδεκτο. Η κοινωνική μέριμνα για τα αναγκαία είναι όρος αναγκαίος, αλλά όχι επαρκής. Το επαρκές σημαίνει ο εργαζόμενος να ευχαριστιέται με το έργο που επιτελεί. Αφότου δημιουργήθηκε η κοινωνία, καθένας κάνει κάτι διαφορετικό από τους άλλους, αλλά όλοι υπηρετούν κοινό σκοπό. Η κοινωνία αναλύεται λοιπόν σε ρόλους. Κανένας δεν κάνει τα πάντα όσα χρειάζεται από την αρχή ως το τέλος. Κι αυτό του αφαιρεί ενδιαφέρον για την εργασία του. Αν απομακρυνθεί κάποιος άλλος θα τον αντικαταστήσει και θα συνεχίσει να κάνει την ίδια δουλειά. Είναι σαν ένα γρανάζι στην τερατώδη παραγωγική μηχανή. Θα μπορούσε να είναι διαφορετικά τα πράγματα;

Νομίζω ναι, μπορούν να βελτιωθούν. Πρώτο, είναι ευθύνη του καθενός, να διαλέξει έναν κοινωνικό, επαγγελματικό ρόλο που να του ταιριάζει, να του αρέσει. Το δεύτερο είναι ότι, εντάξει, δεν εκτελεί αυτός το σύνολο του έργου, τον ορισμό σκοπού, τη μέθοδο για την επίτευξή του, την αξιολόγηση του έργου, όμως μετέχει στη λήψη αποφάσεων για το ποιος είναι ο σκοπός και αν επιτεύχθηκε όπως αναμενόταν. Εξάλλου, πρέπει να υπάρχει και μια εξωτερική αξιολόγηση. Οι απόφοιτοι μιας πανεπιστημιακής σχολής δεν είναι αυτόματα αντίστοιχοι επαγγελματίες, δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί κλπ, αλλά αξιολογούνται από τα αντίστοιχα συνδικαλιστικά όργανα για να δώσουν αυτά την άδεια για άσκηση επαγγέλματος. Έτσι όμως αξιολογούνται συγκριτικά οι αντίστοιχες σχολές και, επομένως, οι αντίστοιχοι διδάσκοντες και υπάλληλοι αυτών των ιδρυμάτων. Τώρα οι εργαζόμενοι σ΄ αυτά ενδιαφέρονται για καλύτερες αποδόσεις του έργου που επιτελούν. Η εργασία μετατρέπεται έτσι σε άθλημα.

Όροι σαν τους παραπάνω είναι απλό θέμα να εφαρμοστούν σε κρατικές επιχειρήσεις. Αρκεί η απόφαση των πολιτικών που κατέχουν την εξουσία. Δεν συμφωνούν όλοι ασφαλώς τι πρέπει να είναι κρατικό, τι ιδιωτικό και τι παράλληλα μεικτό. Σε πόσα από τα παρακάτω θα συμφωνούσατε να είναι δημόσια; Εκπαίδευση, υγεία, μεταφορές, χώροι αναψυχής (πάρκα, γήπεδα, ακρογιαλιές, πισίνες κλπ), πολιτισμική ζωή (δράμα, μουσική, χορός, ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική, κινηματογραφία, επικοινωνία ηλεκτρονική και ταχυδρομική κλπ). Κι αν συμφωνήσουμε η πλειοψηφία σε κάποια, ποια θα έπρεπε να είναι αποκλειστικά; Μια δημόσια επιχείρηση που εξυπηρετεί εξίσου αστικές και άγονες περιοχές, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί οικονομικά μια ιδιωτική που εκτείνει τις δραστηριότητές της σε επιλεγμένο εύπορο κοινό. Από την άλλη, μια σωστή λειτουργία κάποιων επιχειρήσεων, δημόσιων ή ιδιωτικών, θα είναι τελικά ωφέλιμη για ιδιοκτήτες, εργαζόμενους και καταναλωτές και επομένως, θα τη μιμηθούν οι υπόλοιποι.

 

 

 

 

 

Διαβάστε ακόμα