Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Θρήνος

  • Τετάρτη, 26 Ιουνίου, 2024 - 06:22
Νικηφόρος Λύτρας, Ψαριανό Μοιρολόι

Άκουγα ένα Ηπειρώτικο μοιρολόι και στη συνέχεια ένα νέγρικο blues από τις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ. Έμοιαζαν μεταξύ τους. Όχι, δεν ήταν ούτε οι ίδιες μελωδίες ούτε τα ίδια όργανα που έπαιζαν τη μουσική στο μοιρολόι και στο μπλουζ. Όμως αναγνώριζες τον ίδιο θρήνο. Κι αναρωτήθηκα τι είναι θρήνος.

Ένα λεξικό γράφει πως θρήνος είναι κλάμα έντονο και παρατεταμένο. Δεν με ικανοποίησε. Τα όργανα που παίζουν το θρήνο δεν κλαίνε.

Κάθε φυσική, αισθητή οντότητα κάποτε γεννιέται, ζει για ένα διάστημα κι ύστερα, απαρέγκλιτα, πεθαίνει. Είτε είναι μια υλική, άβιη, ανόργανη ή οργανική οντότητα είτε ζώσα, συμπεριλαμβάνοντας εμάς τους ανθρώπους. Ο θάνατος είναι προγραμματισμένος, βέβαιο πως θα συμβεί, σε κάθε τι που γεννιέται. Για τους ιδεαλιστές, ιδίως Πλάτωνα, μόνο οι ιδέες δεν πεθαίνουν, διότι ποτέ δεν γεννήθηκαν, ενώ ο χρόνος δεν υπάρχει στον κόσμο τους. Ακόμη και ιδέες που επινοήθηκαν, ενώ προηγουμένως δεν υπήρχαν, αυτές δεν γεννήθηκαν, προϋπήρχαν και ανακαλύφθηκαν.

Μια παρένθεση. Όταν λέμε ζω εννοούμε, χωρίς να το σκεφτόμαστε, ότι υπάρχουμε ως μοναδικά, αποκλειστικά για μας, νοητά όντα. Η φυσική ζωή σε σχέση με το σύμπαν αρχίζει με τη σύλληψη και η κοινωνική με μια κοινωνική τελετή (π.χ. βάπτιση, εγγραφή στο ληξιαρχείο) μετά τη γέννηση. Υπάρχομε όμως σαν νοητά ανθρώπινα όντα από τη στιγμή της γέννησης. Έστω ένα παιδί πεθαίνει στη μήτρα της μητέρας του ακριβώς τη στιγμή που έχει λάβει την ψυχή του. Θα αναστηθεί ως έμβρυο, ως αγόρι ή ως άντρας (ή, αντίστοιχα ως κορίτσι ή γυναίκα); Αναρωτιέται ο Voltaire και το ερώτημά του έχει σχέση με τη συζήτηση που γίνεται σε μερικές περιοχές για το παράνομο της έκτρωσης. Ο θάνατος του εμβρύου βέβαια δεν συνεπάγεται θρήνο.

Στους ανθρώπους, αλλά και σε πολλά ζώα, που έχουν την ικανότητα να εκδηλώνουν αγάπη, ο θάνατος του αγαπημένου όντος προκαλεί έκδηλη θλίψη σε όποιον παραμένει.

Το συναίσθημα είναι ένα από τα τρία στοιχεία της ψυχής, του νοητού Εγώ. Τα άλλα δύο είναι το γνωστικό (λογιστικό) και το βουλητικό (επιθυμητικό). Τα δύο τελευταία συνδέονται με τον περιβάλλοντα κόσμο. Το γνωστικό στοιχείο οικοδομείται από ερεθίσματα που εισάγονται μέσα μας από τον περίγυρό μας διαμέσου των αισθήσεών μας και το βουλητικό εκδηλώνεται με κινήσεις των μυών και εκκρίσεις. Το συναίσθημα συνδέει τα άλλα δύο έτσι που δεν εφάπτεται με το περιβάλλον. Όμως οδηγεί κανονικά σε μια βουλητική διαδικασία. Ένα θετικό, ευχάριστο συναίσθημα οδηγεί στο γέλιο και ένα αρνητικό, δυσάρεστο, στο κλάμα. Επιπλέον περιγράφεται διαμέσου του λογικού στοιχείου, καθώς κάποιος μπορεί να λέει "χαίρομαι" ή "λυπάμαι". Ωστόσο όλα αυτά, ιδίως τα λογικά, είναι περιγραφές, έμμεσες ενδείξεις, για τα πραγματικά συναισθήματα. Ένας ασκημένος ηθοποιός μπορεί να μιμηθεί αυτές τις εκδηλώσεις χωρίς πραγματικά να χαίρεται ή να λυπάται.

Η στιγμή του οριστικού αποχωρισμού είναι μοναδική. Μία και μοναδική φορά καθένας μας θα "βιώσει" τη στιγμή του θανάτου, όπως μία και μοναδική στιγμή βίωσε τη στιγμή της γέννησής του. Η μοναδικότητα του οριστικού στοιχείου περιγράφεται θαυμάσια στη νεκρώσιμη ακολουθία: "Οἶον ἀγῶνα ἔχει ἡ ψυχή, χωριζομένη ἐκ τοῦ σώματος!" Η πρώτη εκδήλωση της ζωής είναι το κλάμα. Είναι ένα φυσικό αντανακλαστικό. Ως εκείνη τη στιγμή αέρας δεν εισαγόταν στους πνεύμονες, ενώ οι ανάγκες για οξυγόνο και αποβολή διοξειδίου του άνθρακα ικανοποιούνταν από το αίμα της μητέρας που εισαγόταν στο έμβρυο διαμέσου του ομφάλιου λώρου. Με την αποτομή του λώρου, η ανοξυγοναιμία που προκύπτει είναι ερέθισμα που διεγείρει την έκπτυξη των πνευμόνων και τη δίοδο του αέρα που με την έξοδό του δονεί τις φωνητικές χορδές παράγοντας το πρώτο κλάμα. Την ώρα του θανάτου ο θνήσκων δεν κλαίει. Η διαδικασία του θανάτου αρχίζει με τη διακοπή της επαφής του νοητού Εγώ με το περιβάλλον, όταν χάνονται οι αισθήσεις. Είναι για λίγο αναστρέψιμη κατάσταση. Όταν όμως ακολουθηθεί απώλεια ομοιόστασης, των αρνητικών αναδράσεων που κρατούν το σώμα σε ισορροπία, διαφορετικό από το περιβάλλον του, αυτό είναι ανέκκλητο. Όμως οι τελευταίες κινήσεις του γίνονται αυτόματα χωρίς, υποθέτομε, να τις αισθάνεται, αφού έχει ήδη χάσει τις αισθήσεις του ο θνήσκων, σα σπασμοί που μοιάζουν με τις κινήσεις κάποιου που αγωνιά, αγωνίζεται να απαλλαγεί από μια απειλή. Η θλίψη υπάρχει στο περιβάλλον, όχι στον θνήσκοντα. Αυτή είναι ο θρήνος.

Ενώ η θλίψη μπορεί να υπάρχει και στα ζώα, όπως όταν πεθάνει ένα σκυλάκι στενά συνδεδεμένο με ένα άλλο που επιβιώνει, θρήνος υπάρχει μόνο στους ανθρώπους. Κι αυτό, διότι ο θρήνος δεν έχει μόνο υποκειμενική, νοητή όψη, όπως το κλάμα, αλλά και κοινωνική, επειδή ο άνθρωπος ζει σε κοινωνίες.

Η αποδημία κάποιου έχει συνέπειες στην κοινωνία, ανάλογα με την προσφορά που είχε σ΄ αυτήν. Η κοινωνία πρέπει να εκδηλώσει το θρήνο της. Αλλιώς, μένει φωλιασμένος μέσα της, η αίσθηση της απουσίας μένει απωθημένη στο φροϋδικό υποσυνείδητο, μπορεί να επηρεάζει τη ζωή μας, χωρίς να μπορούμε να την ελέγξουμε, όπως κάθε τι απωθημένο και αποθηκευμένο στο υποσυνείδητο.

Σαν άτομα δεν αγαπάμε τη θλίψη. Κάποτε οι αγαπημένοι μας πέθαιναν στην αγκαλιά μας, και οι επιζώντες τους κλείναμε τα μάτια. Τώρα, κατά κανόνα, πεθαίνουν στο νοσοκομείο. Αποφεύγομε να βιώσουμε τον αγώνα του χωρισμού ψυχής και σώματος. Όμως αυτός χρειάζεται για να γίνει η απαραίτητη κάθαρση, το ξέσπασμα. Αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος της κατάθλιψης. Η συμμετοχή του κοινού με τα θρηνώδη μοιρολόγια βοηθάει ιαματικά να προληφθεί αυτή η εξέλιξη. Με το θρήνο συμπαρίσταται το κοινό με τη θλίψη του αγαπημένου που μένει πίσω.

Η μουσική συνοδεία της κοινωνίας με μοιρολόγια ή θρηνώδη μπλους, μέσα, βαθιά μας, ανακουφίζει. Όταν μοιράζεσαι μια χαρά, αυτή διπλασιάζεται, όταν μοιράζεσαι μια λύπη, αυτή μένει η μισή. Η θρηνώδης μουσική χαρακτηρίζεται συνήθως από μια συρτή μετάβαση από τη μια νότα στην άλλη, θυμίζοντας τη συρτή φωνή που ακούγεται στη φάση της εισπνοής σε ένα κλάμα. Παραδοσιακά στην Ήπειρο ήταν συχνός ο μισεμός. Δεν ήταν θάνατος, ο μισεμένος συνήθως καζάντιζε στο εξωτερικό και έστελνε γράμματα και χρήματα στην οικογένεια που άφησε πίσω του. Όμως, τις πιο πολλές φορές, ο μισεμός ήταν οριστικός χωρισμός, σα θάνατος. Εκείνος έφευγε απασχολημένος με τον αγώνα της μετάβασης και εγκατάστασης στο άγνωστο. Όσοι έμεναν, όπως μάνες, αδελφές κλπ βίωναν την απουσία του δυνατού, που τις στήριζε και τραγουδούσαν κλαψιάρικα τραγούδια.

Η θρησκεία ασχολείται ιδιαίτερα με το θρήνο, όπως με ψυχοσάββατα στο Τριώδιο και την Πεντηκοστή ή με το συγκλονιστικό Επιτάφιο Θρήνο.

Διαβάστε ακόμα