Ανακοίνωση της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του Π. Αιγαίου με την ευκαιρία της 25ης Νοεμβρίου, Διεθνούς Ημέρας για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών

"Σπάμε τη σιωπή - Η σιωπή είναι συνενοχή"

  • Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2019 - 14:51
Με την ευκαιρία της 25ης Νοέμβρη, που ο ΟΗΕ όρισε ως Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της  Βίας κατά των Γυναικών και των Κοριτσιών, επισημαίνουμε για μια ακόμα φορά πως η έμφυλη βία (gender-based violence) αποτελεί  μία από τις πιο διαδεδομένες και επίμονες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο μας, με καταστροφικές συνέπειες για το μισό του ανθρώπινου πληθυσμού και όχι μόνο, παραβίαση που μέχρι σήμερα παραμένει σε μεγάλο βαθμό αόρατη, εξαιτίας  της ατιμωρησίας, της σιωπής, του στιγματισμού, της ντροπής που την περιβάλλουν. Και όπως εύστοχα τονίζει ο António Guterres, Γ.Γ. του ΟΗΕ, «Μέχρι που το ήμισυ του πληθυσμού μας που εκπροσωπείται  από γυναίκες και κορίτσια μπορεί να ζήσει απαλλαγμένο από φόβο, βία και καθημερινή ανασφάλεια, μπορούμε δεν γίνεται να ισχυριστούμε πραγματικά ότι ζούμε σε έναν δίκαιο και ισότιμο κόσμο». 

Ακραία μορφή βίας κατά των γυναικών αποτελεί η Γυναικοκτονία (Femicide),  δηλαδή η δολοφονία γυναικών και κοριτσιών εξαιτίας του φύλου τους, που μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισε να γίνονται γνωστές οι διαστάσεις της. Σύμφωνα με τα πρόσφατα  στοιχεία του ΟΗΕ το 2018 καταγράφηκαν παγκόσμια 87.000 γυναικοκτονίες (έναντι των 50.000 του 2017) κι αυτές υπολογίζεται πως αποτελούν μικρό μόνο μέρος της πραγματικότητας (9-11%). Πρόκειται δηλαδή όχι απλά για έγκλημα μίσους με σεξιστικά κίνητρα, αλλά για έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, και ως τέτοιο ζητάμε να αναγνωρισθεί.

Στη χώρα μας ειδικότερα, η έμφυλη βία παρουσιάζει έντονη δυναμική και μετράει  28 γυναικοκτονίες μόνο για το 2018! Αν και το εθνικό θεσμικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών μπορεί να θεωρηθεί αξιόλογο (με κορυφαία στιγμή του την εμπνευσμένη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης του Συμβουλίου της Ευρώπης, που έχει κυρώσει το 2017 και η Ελλάδα), ωστόσο, επισημαίνεται αναντιστοιχία ανάμεσα στο πλαίσιο αυτό και στη συλλογική κοινωνική συνείδηση, που μοιάζει από απρόθυμη έως αδιάφορη στο να συμβάλλει στην υπέρβαση του φαινομένου. Η υποκίνηση των γυναικών και ανδρών πολιτών, με την ενεργή συμβολή της εκπαίδευσης, της ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, και της κατανόησης αυτού που τονίζουν ιδιαίτερα οι γυναίκες και τα κινήματά τους, πως δηλαδή «η σιωπή είναι συνενοχή», σε συνδυασμό πάντοτε με τη διάθεση των απαραίτητων οικονομικών και ανθρώπινων πόρων, είναι η μόνη δυνατότητα αντιμετώπισης του φαινομένου. Στο σημείο αυτό χρειάζεται να επισημανθεί ότι ο ρόλος των Πανεπιστημίων είναι καθοριστικός, και η υποχρέωση να συμπαραταχθούν ενεργά με εκείνες κι εκείνους που αντιμάχονται την έμφυλη βία αδιαπραγμάτευτη, ειδικότερα το δικό μας πανεπιστήμιο, που θρηνεί τη φοιτήτριά του Ελένη Τοπαλούδη. Έτσι ή αλλιώς, πάντως, η βία δεν εξαλείφεται με αστυνόμευση. Η εξάλειψή της πριν και πάνω από όλα προϋποθέτει λαούς και κοινωνίες που θα πάψουν να θεωρούν τη βία ως κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά είτε προς τις γυναίκες, είτε προς οποιονδήποτε που υποφέρει λόγω της διαφορετικότητας του κοινωνικού του φύλου.