Συνέντευξη με την Ψυχολόγο, Ανθή Ανδροβιτσανέα και την Κοινωνική Λειτουργό, Πόπη Μαγουλά, στελέχη του Συμβουλευτικού Κέντρου Σύρου

«Σήμερα υπάρχει λιγότερη ανοχή σε κάθε μορφή βίας»

25 Νοεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών

Σε μια δύσκολη συναισθηματικά χρονιά, κατά τη διάρκεια της οποίας πολλά και σκληρά περιστατικά έμφυλης βίας είδαν το φως της δημοσιότητας στη χώρα μας, συγκλονίζοντας την κοινή γνώμη, το μήνυμα της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, με αφορμή την παγκόσμια ημέρα για την εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών είναι πιο επίκαιρο από ποτέ: «Δεν είσαι η μόνη. Δεν είσαι μόνη!».

Το μήνυμα αυτό πρεσβεύει με τη σειρά του και το Συμβουλευτικό Κέντρο Σύρου, συνεχίζοντας να παρέχει τις υπηρεσίες του τόσο προς γυναίκες που υποφέρουν ή απειλούνται από την έμφυλη βία, όσο και προς γυναίκες που υφίστανται πολλαπλές διακρίσεις με στόχο την υποστήριξη, την απενοχοποίηση και την ενδυνάμωσή τους. Το Κέντρο προσφέρει επίσης εξατομικευμένη ψυχολογική, κοινωνική, εργασιακή και νομική στήριξη, καθώς και πληροφόρηση για θέματα βίας κατά των γυναικών και ισότητας των φύλων.

Στο πλαίσιο της 25ης Νοεμβρίου, η οποία το 1999 ανακηρύχθηκε Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, η ψυχολόγος Ανθή Ανδροβιτσανέα και η κοινωνική λειτουργός Πόπη Μαγουλά, στελέχη του Συμβουλευτικού Κέντρου Σύρου, μίλησαν στην «Κοινή Γνώμη» για τις ακραίες μορφές έμφυλης βίας που έχουν καταγραφεί και στη χώρα μας τον τελευταίο χρόνο, για το κίνημα #metoo, καθώς και για τη δύναμη που μπορεί να βρει κάθε γυναίκα μέσω της ψυχολογικής υποστήριξης για να διαχειριστεί και να διώξει κάθε σκιά από τη ζωή της.

Το 2021 αποδείχθηκε μία άγρια χρονιά με τη χώρα μας να μετρά 13 γυναικοκτονίες. Τέτοια αποτρόπαια εγκλήματα αποτελούν τον τραγικό επίλογο μίας συνεχιζόμενης και διαβαθμιζόμενης βίαιης συμπεριφοράς ή μία απρόσμενη εξέλιξη την οποία αδυνατεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους;

Ανθή Ανδροβιτσανέα: «Πράγματι, στη χώρα μας, τον τελευταίο χρόνο, είδαν το φως της δημοσιότητας πολλά και σκληρά περιστατικά έμφυλης βίας. Είναι γεγονός, ότι εγκλήματα λόγω φύλου συνέβαιναν ανέκαθεν στις ανθρώπινες κοινωνίες, ωστόσο, μέχρι τώρα δεν καταγγέλλονταν και δεν ορίζονταν στον δημόσιο διάλογο στο βαθμό που συμβαίνει σήμερα ή συγκαλύπτονταν από όρους όπως «εγκλήματα πάθους» ή «εγκλήματα τιμής». Συνεπώς, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι στο παρόν φαίνεται να υπάρχει μεγαλύτερη ορατότητα και ευαισθητοποίηση και παράλληλα, λιγότερη ανοχή απέναντι σε κάθε μορφή και είδος βίας κατά των γυναικών. Αναφορικά με τις ανθρωποκτονίες γυναικών αυτές αποτελούν την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας, η οποία αναλόγως του πλαισίου στο οποίο ασκείται μπορεί να διακριθεί είτε σε αποτέλεσμα μίας συνεχιζόμενης και διαβαθμιζόμενης βίαιης συμπεριφοράς είτε σε μία απρόσμενη εξέλιξη. Στις περισσότερες περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, για παράδειγμα, παρατηρείται ότι η κακοποίηση δεν γεννιέται ξαφνικά και απρόσμενα αλλά κλιμακώνεται σταδιακά και μπορεί να πάρει διαστάσεις ενός επαναλαμβανόμενου μοτίβου συστηματικής κακοποίησης από τον δράστη προς το θύμα. Παράλληλα όμως δεν είναι απίθανο να συμβεί μια γυναικοκτονία, έπειτα από μία πράξη βιασμού, παραδείγματος χάρη, χωρίς προηγούμενη άσκηση βίας, από έναν άγνωστο, για το θύμα, δράστη».

 

Πόσο εύκολο είναι για ένα θύμα έμφυλης βίας να διακρίνει την απειλή για την ίδια του τη ζωή ώστε να βρει τη δύναμη να σταματήσει κακοποιητικές συμπεριφορές που μέχρι σήμερα χαρακτηρίζει ως «κακές στιγμές»;

Πόπη Μαγουλά: «Παρατηρείται ότι οι γυναίκες που προέρχονται από χώρους ή/και περιοχές όπου πραγματοποιούνται καμπάνιες, δράσεις ευαισθητοποίησης, προγράμματα επιμόρφωσης κ.ά., αναφορικά με το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών, είναι πιο πιθανό να αναγνωρίσουν ευκολότερα τα σημάδια οποιασδήποτε μορφής κακοποίησης, ακόμα και αν μιλάμε για ψυχολογική, οικονομική ή κοινωνική βία. Δυστυχώς η ίδια η κοινωνία, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, από πολύ νωρίς, κάνει φανερές τις έμφυλες ανισότητες, ενώ συχνά, κανονικοποιεί βίαιες και χειριστικές στάσεις, με αποτέλεσμα να «στερεί» στις γυναίκες τη δυνατότητα αναγνώρισης των προειδοποιητικών σημαδιών. Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που πρέπει, με αρωγούς την κοινωνία και την πολιτεία, να γίνει κατανοητό από όλες και όλους μας αλλά και από τις γυναίκες-θύματα βίας ότι ποτέ δεν φταίει η «κακιά στιγμή». Η «κακιά στιγμή» που ακόμα και τώρα μπορεί να αναφερθεί έως και στον δημόσιο διάλογο είναι ένα σύνολο βίαιων και παραβατικών συμπεριφορών, από τον δράστη προς το θύμα, που συνεχώς κλιμακώνεται και οδηγεί στην κακοποίηση και ενδεχομένως στη δολοφονία».

 

Η αύξηση των περιστατικών βίας συχνά αποδίδεται στην ψυχολογική πίεση που προκαλείται είτε από τις κοινωνικές συμβάσεις είτε από τις δυσκολίες της εκάστοτε εποχής, όπως η περίοδος της καραντίνας. Μία τέτοια ερμηνεία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή η ρίζα του προβλήματος έχει βαθύτερες ρίζες;

Ανθή Ανδροβιτσανέα: «Πράγματι, η εκδήλωση περιστατικών βίας συχνά πυροδοτείται από την ψυχολογική πίεση που μπορεί να προκύπτει από εξωγενείς παράγοντες, όπως οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες αλλά και οι δυσκολίες της εκάστοτε εποχής, όπως για παράδειγμα η περίοδος των περιοριστικών μέτρων. Δεν είναι τυχαίο ότι το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών, τη συγκεκριμένη περίοδο, χαρακτηρίστηκε, από το Συμβούλιο της Ευρώπης, ως «σκιώδης πανδημία». Στις εν λόγω συνθήκες απομόνωσης και περιορισμού, το σπίτι των γυναικών-θυμάτων βίας αποτέλεσε ένα μη ασφαλές μέρος. Οι γυναίκες αναγκάστηκαν να συνυπάρξουν περισσότερες ώρες με τον δράστη και οι συνθήκες φτώχειας που προέκυψαν, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων, λειτούργησαν πολλές φορές αποτρεπτικά  για την καταγγελία της κακοποίησης.

Ωστόσο, όλα τα παραπάνω δε θα συνέβαιναν αν είχαν καταπολεμηθεί οι έμφυλες ανισότητες, οι οποίες οδήγησαν στην κυριαρχία των ανδρών επί των γυναικών και στις διακριτικές συμπεριφορές σε βάρος τους. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αύξηση των περιστατικών βίας κατά των γυναικών, την περίοδο των περιοριστικών μέτρων, είναι ουσιαστικά το αποτέλεσμα παραδοσιακών στάσεων και έμφυλων διακρίσεων που αντιμετωπίζουν τις

 

Το κίνημα του #metoo ενεργοποιήθηκε και στη χώρα μας, παρακινώντας αρκετές γυναίκες να βγουν και να μιλήσουν για κακοποιητικές συμπεριφορές που έχουν δεχθεί. Αυτές οι δημόσιες εξομολογήσεις έχουν ενθαρρύνει άλλα θύματα να μοιραστούν έστω κι ανώνυμα παρόμοια περιστατικά που ενδεχομένως συνεχίζονται στην προσωπική τους ζωή;

Πόπη Μαγουλά: «Εκ των πραγμάτων καταλαβαίνετε πως, από τη στιγμή που υπήρξαν δημόσιες  ομολογίες και αναφορές σε θέματα κακοποίησης, αυτές λειτούργησαν κάποιες φορές σαν παράδειγμα για τις γυναίκες θύματα-βίας, ανεξάρτητα αν προέβησαν σε καταγγελίες ή όχι. Επιπλέον, στην έκκληση για βοήθεια και στην καταγγελία ενός περιστατικού βίας, πέρα από τις δημόσιες ομολογίες, έχει συμβάλλει, σε μεγάλο βαθμό, τόσο η δημοσιοποίηση του φαινομένου της βίας κατά των γυναικών, μέσα από τις δράσεις ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων (ΓΓΔΟΠΙΦ) όσο και η γνώση ότι υπάρχουν δομές, όπως το Συμβουλευτικό Κέντρο Σύρου (ΣΚ Σύρου), που είναι παρούσες, με σκοπό την υποστήριξη κάθε γυναίκας-θύματος βίας.

Ωστόσο, αυτό που πρέπει να μας προβληματίσει είναι το γεγονός ότι παρόλο που νομικά, με την υπογραφή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, κατονομάζονται επαρκώς όλες οι μορφές κακοποίησης, μοιάζει να υπάρχει σημαντική έλλειψη μηχανισμών στα περισσότερα οικογενειακά, εργασιακά και κοινωνικά πλαίσια, με αποτέλεσμα την ελλιπή ενημέρωση των θυμάτων αλλά και τη συχνή αποτροπή των καταγγελιών. Η σιωπή των γυναικών-θυμάτων βίας θα σπάσει λοιπόν όταν αισθανθούν ασφαλείς στην κοινωνία που τις περιβάλλει. Θεωρώντας επομένως δεδομένο ότι το κίνημα #metoo έχει έρθει και στην Ελλάδα, είναι σημαντικό να δημιουργηθεί ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα ξεκινά από την εκπαίδευση της κοινωνίας σε θέματα σχετικά με την επιθετικότητα, την ισότητα των φύλων, το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών, τις διακριτικές συμπεριφορές και την συναίνεση». 

Σε τι είδους υποστήριξη αφορούν η πλειοψηφία των αιτημάτων που δέχεται το Συμβουλευτικό Κέντρο Σύρου;

Ανθή Ανδροβιτσανέα: «Το Συμβουλευτικό Κέντρο Σύρου εξυπηρετεί σταθερά, από το 2013, ενήλικες γυναίκες που υφίστανται ή έχουν υποστεί οποιοδήποτε είδος ή μορφή βίας, καθώς επίσης και γυναίκες θύματα πολλαπλών διακρίσεων και παρέχει εξατομικευμένη ψυχολογική, κοινωνική, εργασιακή και νομική στήριξη, καθώς και πληροφόρηση για θέματα βίας κατά των γυναικών και ισότητας των φύλων. Μέχρι σήμερα, έχουν απευθυνθεί στο Συμβουλευτικό Κέντρο πάνω από 740 γυναίκες, τα αιτήματα των οποίων πολύ συχνά σχετίζονται με τις περισσότερες υπηρεσίες που προσφέρει το ΣΚ Σύρου. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της αρχικής διερεύνησης και αξιολόγησης των αναγκών της συμβουλευόμενης συχνά προκύπτουν αιτήματα που οδηγούν στην παραπομπή της στους αρμόδιους συμβούλους του ΣΚ με σκοπό να λάβει η γυναίκα την απαραίτητη συμβουλευτική στήριξη. Σε αυτό το σημείο, θα ήταν καλό να τονιστεί ότι ανάλογα με το αίτημα και τις ανάγκες της γυναίκας, στόχος των στελεχών είναι η υποστήριξη, η απενοχοποίηση και η ενδυνάμωση της, μέσα σε ένα πλαίσιο σεβασμού, κατανόησης, εμπιστοσύνης και συνεργασίας».

 

Σε μια τόσο ιδιαίτερη χρονιά όπως αυτή που διανύουμε ποιο είναι το φετινό μήνυμα του Συμβουλευτικού Κέντρου για την Παγκόσμια Ημέρα Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών;

Πόπη Μαγουλά: «Το μήνυμα που συνεχίζει να αντιπροσωπεύει τις υπηρεσίες, τις συμβούλους αλλά και το ΣΚ Σύρου, στο σύνολό του, είναι το μήνυμα που χρόνια πρεσβεύει η ΓΓΔΟΠΙΦ, «Δεν είσαι η μόνη. Δεν είσαι μόνη!». Είναι πιθανό να σκεφτείτε ότι έχει ειπωθεί πολλές φορές αλλά αυτό το μήνυμα αποτελεί στόχο, με την επίτευξη του οποίου οι γυναίκες-θύματα βίας θα έχουν κατανοήσει αφενός, ότι υπάρχουν πολλές γυναίκες που βιώνουν την ίδια κατάσταση και αφετέρου, ότι απευθυνόμενες στις δομές του δικτύου της ΓΓΔΟΠΙΦ, μπορούν να λάβουν υποστήριξη, να ενδυναμωθούν και να δουν τη ζωή τους να αλλάζει με τρόπο που οι ίδιες επιθυμούν και έχουν ανάγκη.

Για όλες αυτές τις γυναίκες που έχουν ζήσει ή συνεχίζουν να ζουν σε καθεστώς βίας, οφείλουμε να μιλάμε για το φαινόμενο της κακοποίησης, να μη δικαιολογούμε χειριστικές και βίαιες συμπεριφορές, να μην αποδίδουμε ευθύνες στα θύματα και να μην τα στοχοποιούμε. Με την διατήρηση αυτής της στάσης, η γυναίκα θύμα βίας θα κατανοήσει ότι δεν είναι η μόνη και σίγουρα δεν είναι μόνη».