Σύρος: Τα νεοκλασικά της Ερμούπολης, γέφυρες ιστορίας και πολιτισμού

Αφιέρωμα της "Καθημερινής" στην αρχιτεκτονική κληρονομιά του νησιού
  • Χθες - 13:32

Ερμούπολη και εξοχές έχουν να επιδείξουν μια σπουδαία αρχιτεκτονική κληρονομιά. Μερικά από τα κτίρια αυτά είναι έτοιμα να καταρρεύσουν, όμως για πολλά έχουν βρεθεί τρόποι να αποτελούν κομμάτι του σήμερα προσπαθεί να αποτυπώσει ένα αρχοντικό, ώστε να προχωρήσει στη μελέτη αποκατάστασής του. Απέξω μαζεύονται εργολάβοι και οικοδόμοι που διαμαρτύρονται. Οδός Ανδρέα Κάργα, στους πρόποδες της Άνω Σύρου, χειμώνας του 2001, βράδυ με κακοκαιρία. Ένα νεοκλασικό κτίριο της Ερμούπολης καταρρέει. Ο πολιτικός μηχανικός του δήμου, Παύλος Χατζηγρηγορίου, το επόμενο πρωί επιθεωρεί τα συντρίμμια, αναρωτώμενος γιατί αξιόλογα κτίρια σα αυτό δεν χαίρουν περισσότερης προσοχής και συντήρησης. Οδός Οδυσσέως, Σεπτέμβριος 2024. Ένα νεαρό ζευγάρι στο σαλόνι του αρχοντικού Κοή, κάτω από μια πολύχρωμη και συναρπαστική οροφογραφία, ξεναγείται μέσω τάμπλετ στην ιστορία του κτιρίου. Λίγο βορειότερα, στο τέλος της οδού Απόλλωνος, ένα ζευγάρι Γάλλων σκανάρει το QR code έξω από το αρχοντικό Πρασακάκη και διαβάζει στο κινητό την ιστορία του κτιρίου που χτίστηκε πριν από 190 χρόνια, το 1834, και στέκει ακόμη αγέρωχο και μεγαλοπρεπές.

Με απόσταση σχεδόν 50 χρόνων, τα τρία παραπάνω περιστατικά αποτυπώνουν τις διαφορετικές φάσεις από τις οποίες έχει περάσει η αρχιτεκτονική κληρονομιά της Ερμούπολης, αυτό το εντυπωσιακό σύνολο των περίπου 1.290 καταγεγραμμένων νεοκλασικών κτιρίων, που χτίστηκαν από τη δεκαετία του 1830 μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα, σε μία από τις πρώτες αστικές περιοχές της ελληνικής επικράτειας.

Το ιστορικό πλαίσιο

Πριν από το 1822, ο πληθυσμός του νησιού συγκεντρώνεται στον μεσαιωνικό οικισμό της Άνω Σύρου και η Ερμούπολη, παρότι λιμάνι και μάλιστα ασφαλές, αποτελείται από βαλτοτόπια και ξύλινες παράγκες. H Σφαγή της Χίου το 1822, η Σφαγή των Ψαρών το 1824, οι διωγμοί στη Μικρά Ασία και σε άλλες περιοχές εν μέσω πολεμικών επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης θα φέρουν στην ουδέτερη Σύρα, όπως ονομαζόταν τότε η Ερμούπολη, πλήθος προσφύγων, πολλοί από τους οποίους είναι πλούσιοι έμποροι, ναυτικοί, διπλωμάτες. Μέχρι την άφιξη του βασιλιά Όθωνα στην Ελλάδα, το 1833, η πόλη έχει εξελιχθεί σε σημαντικό εμπορικό λιμάνι και έχουν ήδη μπει τα πρώτα θεμέλια ώστε να αναπτυχθεί και ως βιομηχανικό κέντρο.

Ψηλοτάβανα, με μαρμάρινες σκάλες να οδηγούν στον πρώτο όροφο, ζωγραφιστές οροφές στα «καλά δωμάτια», με πολλά μακρόστενα παράθυρα και περίτεχνα φουρούσια να στηρίζουν τα μπαλκόνια, τα νεοκλασικά της Ερμούπολης εντυπωσιάζουν με τη μεγαλοπρέπειά τους.

Το βαυαρικό κονκλάβιο γύρω από τον Όθωνα αναγνωρίζει την αξία της Ερμούπολης και στέλνει στη Σύρο Γερμανούς ειδικούς κάθε είδους, ανάμεσά τους και αρχιτέκτονες και πολεοδόμους. Ο Γιόχαν Ερλάχερ σχεδιάζει τον μόλο, τον φάρο, το Λοιμοκαθαρτήριο, το αρχοντικό Πρασακάκη και ταυτόχρονα διεξάγει σεμινάρια για να εκπαιδεύσει ντόπιους τεχνίτες στη νεοκλασική αρχιτεκτονική. Ο Βίλχελμ φον Βάιλερ καταθέτει το 1837 το πρώτο σχέδιο πόλης, που περιλάμβανε 124 δρόμους και 11 πλατείες. Οι κάτοικοι της νέας πόλης κοιτούν ούτως ή άλλως προς τη Δύση, θέλοντας να κόψουν κάθε δεσμό με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Ανατολή. Τα νεοκλασικά στοιχεία που εισάγουν οι Γερμανοί αρχιτέκτονες και οι ζωγραφικοί διάκοσμοι στο εσωτερικό των οικοδομημάτων, κυρίως από Ιταλούς ζωγράφους, θα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των κτιρίων που ανεγείρονται στην ακμάζουσα Ερμούπολη. Ψηλοτάβανα, με μαρμάρινες σκάλες να οδηγούν στον πρώτο όροφο, ζωγραφιστές οροφές στα «καλά δωμάτια», με πολλά μακρόστενα παράθυρα και περίτεχνα φουρούσια να στηρίζουν τα μπαλκόνια, τα νεοκλασικά αυτά εντυπωσιάζουν με τη μεγαλοπρέπειά τους. Το ίδιο και το Δημαρχείο της Ερμούπολης, που σχεδιάζεται από τον Γερμανό Ερνέστο Τσίλερ μεταξύ 1875 και 1891, και το θέατρο Απόλλων, από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Πιέτρο Σαμπό μεταξύ 1862 και 1864.

Στην ανατολική πλευρά της Ερμούπολης, γύρω από τη συνοικία Βαπόρια, συγκεντρώνονται οι πλούσιοι έμποροι και βιομήχανοι. Η Απόλλωνος, ένας από τους βασικούς δρόμους, είναι πραγματικά ένα υπαίθριο μουσείο αρχιτεκτονικής. «Μέσα σε μία οδό βλέπουμε όλες τις διαφορετικές φάσεις της Ερμούπολης: τα πρώιμα νεοκλασικά και τις τρεις φάσεις νεοκλασικισμού, οι οποίες εξελίσσονται πολύ γρήγορα, μέσα στον 19ο αιώνα. Δεν ήταν όμως μόνο η υψηλή αστική τάξη που έχτιζε αρχοντικά. Και οι μέσοι αστοί της Ερμούπολης ζούσαν σε κτίρια με χαρακτηριστικά νεοκλασικού αρχοντικού, πιο μικρά αλλά πολύ αξιόλογα». Ο πολιτικός μηχανικός Παύλος Χατζηγρηγορίου, με μεταπτυχιακό στην αποκατάσταση κτιρίων, απαντά άμεσα σε κάθε ερώτηση – ξέρει για κάθε αρχοντικό την ιστορία του, τα προβλήματά του. Φοιτητής ακόμη, σε ένα ταξίδι του ερωτεύτηκε την Ερμούπολη και ήρθε να ζήσει και να εργαστεί εδώ, όπως αρκετοί αρχιτέκτονες και μηχανικοί που γοητεύονται από το οικιστικό σύνολο της πρωτεύουσας των Κυκλάδων.

Κίνδυνοι και προσπάθειες διάσωσης

Την ίδια γοητεία ασκεί η Σύρος και στον ομότιμο καθηγητή πολεοδομίας του Μετσόβιου Πολυτεχνείου Ιωσήφ Στεφάνου. Με καταγωγή από την Άνω Σύρο, σπούδασε στο Παρίσι αρχιτεκτονική και πολεοδομία, επέστρεψε στην Ελλάδα και ήδη από τη δεκαετία του 1970 ξεκίνησε τις προσπάθειες για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του νησιού. «Ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα μόλις γύρισα. Έβλεπα ότι καταστρέφεται ο τόπος, χαλούσαν τα αρχοντικά και τα καινούργια κτίρια ήταν εντελώς εκτός χαρακτήρα». Ο Στεφάνου ξεκινά καταγραφές, αποτυπώσεις και προτάσεις προς τις Αρχές για τη διάσωση των κτιρίων. Το αρχοντικό μέγαρο Πετρίτζη στην πλατεία του θεάτρου Απόλλων ήθελαν να το μετατρέψουν σε τετραώροφο σταθμό αυτοκινήτων, αλλά μια δωρεάν μελέτη από αρχιτέκτονες και ένα χαμηλότοκο δάνειο το έσωσαν. Κατά τη δικτατορία, χτίστηκαν κάποιες πολυκατοικίες στην Ερμούπολη. Ακόμα και νομοθετικές παρεμβάσεις που έγιναν το 1976 είχαν πολλές ελλείψεις και αδυναμίες. Ήταν η περίοδος που το νεοκλασικό φάνταζε παλιακό και οι περισσότεροι επιθυμούσαν τον εκμοντερνισμό. «Προλάβαμε όμως και τη σώσαμε τη Σύρο. Νομίζω ότι είμαστε πλέον σε έναν δρόμο που δεν έχει τους κινδύνους που είχε στην αρχή ή πριν από κάποια χρόνια», συμπληρώνει.

Το διάταγμα του 1976, που περιλάμβανε όλα τα κτίρια που χτίστηκαν προ του 1923, ο χαρακτηρισμός ως παραδοσιακός οικισμός το 1978, το πολεοδομικό σχέδιο του 1986, αλλά κυρίως η ανακήρυξη της Ερμούπολης ως προστατευόμενου ιστορικού τόπου το 2006, έχουν βάλει φρένο στις αυθαιρεσίες. Αυτό δεν σημαίνει, ασφαλώς, ότι δεν υπάρχουν νεοκλασικά που κινδυνεύουν. Εκείνο το βράδυ του 2001, που κατέρρευσε το αρχοντικό της οδού Ανδρέα Κάργα, ήταν η αρχή για τον Παύλο Χατζηγρηγορίου να πιάσει το νήμα από τους παλαιότερους επιστήμονες και να ξεκινήσει μια συστηματική καταγραφή όχι μόνο των κτιρίων αλλά και της παθολογίας τους, των προβλημάτων δηλαδή που αντιμετώπιζαν. Αυτή πραγματοποιήθηκε σπίτι σπίτι, με τη βοήθεια και άλλων αρχιτεκτόνων και μηχανικών, στο πλαίσιο διδακτορικής έρευνας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, σε συνεργασία με τον δήμο και τη νομαρχία. Τα στοιχεία για τα 1.290 διατηρητέα νεοκλασικά κτίρια μπήκαν σε βάση δεδομένων και όλες οι πληροφορίες ψηφιοποιήθηκαν. Αυτή η μεθοδολογία, που εντάχθηκε στη Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία για τον Ψηφιακό Πολιτισμό HERMeS, την οποία ίδρυσε ο Παύλος Χατζηγρηγορίου, πήρε το βραβείο Europa Nostra το 2015 και αποτέλεσε πρότυπο για άλλες καταγραφές πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ελλάδα αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο.

Οι δυσκολίες της συντήρησης

«Όταν είναι τόσο πολλά τα κτίρια, το μεγάλο πρόβλημα είναι η επισκευή και η συντήρηση. Είναι πολλά αυτά που κινδυνεύουν από κατάρρευση σήμερα στην Ερμούπολη, καθώς έχουν εγκαταλειφθεί. Βέβαια, το φαινόμενο δεν είναι τόσο έντονο όσο πριν από 15-20 χρόνια. Όμως, έτσι όπως εξελίσσεται η κοινωνία και η οικονομία, ο μόνος τρόπος να τα διασώσεις είναι να σου φέρουν κάποιο εισόδημα, εκτός και αν το κράτος βοηθήσει με κάποιον τρόπο τους εναπομείναντες ιδιοκτήτες ώστε να τα συντηρήσουν. Γιατί θεσμικά δεν υπάρχει κάποιος προγραμματισμός. Πρέπει να αλλάξει η νομοθεσία και να βοηθηθούν τα κτίρια εμπράκτως. Είναι πολλά για να γίνουν μουσεία ή πολιτιστικά κέντρα. Τα περισσότερα ανήκουν σε ιδιώτες, ήταν πάντα κατοικίες και κομμάτι της καθημερινότητάς τους. Τους ντόπιους τους ξενίζει να μετατρέπονται σε ξενοδοχεία», εξηγεί ο Παύλος Χατζηγρηγορίου. Την άποψη ότι πρέπει να δοθούν επιχορηγήσεις για την επισκευή των αρχοντικών έχει και ο Ιωσήφ Στεφάνου, ο οποίος, μέσω του Ινστιτούτου Σύρου που έχει ιδρύσει, ετοιμάζει την υποψηφιότητα προκειμένου να κηρυχθούν η Ερμούπολη και η Άνω Σύρος Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, γεγονός που θα αυξήσει ακόμα περισσότερο το καθεστώς προστασίας τους.

Το ιδιωτικό ενδιαφέρον έχει αυξηθεί, αλλά αρκεί για να σωθούν τα νεοκλασικά της Σύρου; Η συντηρήτρια Αγγελική Κεχαγιά μαζί με τον Γιάννη Μπέκο αναλαμβάνουν την αποκατάσταση οροφογραφιών και τοιχογραφιών και τη συντήρηση νεοκλασικών αρχοντικών. «Τα τελευταία χρόνια υπάρχει κινητικότητα στις αγοραπωλησίες, οπότε και μεγαλύτερη διάθεση να επισκευαστούν τα νεοκλασικά. Υπάρχει επίσης η διάθεση να διασωθούν γιατί ο κόσμος έχει εκπαιδευτεί σε αυτό», λέει η Αγγελική, για να συμπληρώσει ο Γιάννης: «Μας αρέσει όταν διατηρούνται όλα τα στοιχεία σε ένα σπίτι, γιατί το ένα συνηγορεί για το άλλο και στο τέλος το αισθητικό αποτέλεσμα είναι συνολικό, δεν μπορείς να τα βλέπεις μεμονωμένα».

«Πρέπει να αλλάξει η νομοθεσία και να βοηθηθούν τα κτίρια εμπράκτως. Είναι πολλά για να γίνουν μουσεία ή πολιτιστικά κέντρα. Τα περισσότερα ανήκουν σε ιδιώτες, ήταν πάντα κατοικίες και κομμάτι της καθημερινότητάς τους. Τους ντόπιους τους ξενίζει να μετατρέπονται σε ξενοδοχεία», εξηγεί ο Παύλος Χατζηγρηγορίου.

Ούτε τα κτίρια μπορούν να ιδωθούν μεμονωμένα, τονίζει ο Παύλος Χατζηγρηγορίου. «Συνομιλούν μεταξύ τους, και αυτή η συζήτηση έχει να κάνει με το πώς μοιράζεται ο τεχνίτης με τον μάστορα γνώση από το ένα στο άλλο, πώς εξελίσσονται οι ιδέες και οι τεχνικές. Πολλά πράγματα μπλέκονται μεταξύ τους, γιατί τα κτίρια άλλαζαν και αλλάζουν».

Το κτίριο της Νομαρχίας, όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι, οικοδομήθηκε το 1884. Ανήκε στην οικογένεια Τσιροπινά, απόγονοι της οποίας το δώρισαν στο κράτος.

Νέα ζωή σε παλαιά κελύφη

Έτσι, σήμερα το σπίτι του Χιώτη εμπόρου και πολιτικού Νικολάου Πρασακάκη στεγάζει το Επιμελητήριο Κυκλάδων, η οικία του βιομηχάνου Βελισσαρόπουλου είναι η έδρα του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Κυκλάδων και το μέγαρο του Σμυρνιού μεγαλεμπόρου Ευστράτιου Πετρίτζη στεγάζει το Λύκειο Ελληνίδων Σύρου. Δεκάδες κτίρια στην Ερμούπολη αποκτούν νέες χρήσεις, επιβεβαιώνοντας αυτό που γράφεται στο βιβλίο Ο πολεοδομικός σχεδιασμός της Ερμούπολης, που κυκλοφόρησε το 2003 με την επιμέλεια των Ιωσήφ και Ιουλίας Στεφάνου: «…έγινε πλέον κατανοητό ότι εκτός από τα κελύφη, ρόλο σ’ αυτό που ονομάζουμε αρχιτεκτονική κληρονομιά και στην απόδοσή της στη φυσιογνωμία του τόπου παίζει και η διασφάλιση της χρήσης τους. Οι σημερινές αντιμετωπίσεις εδράζονται σε μια ισορροπημένη τριαδική βάση κέλυφος-χρήση-χρήστης, που επιτρέπει ακόμα και την εξαφάνιση της χρόνιας πόλωσης και του φανατισμού ανάμεσα στη συντήρηση και την ανάπτυξη. Αν θέλουμε πράγματι να διατηρήσουμε μια αρχιτεκτονική κληρονομιά ζωντανή και όχι απλά εκθέματα απολιθωμένων κελυφών ή κακέκτυπες απομιμήσεις τους».

Εξαιρετικό παράδειγμα αποτελεί το Ιστορικό Μουσείο Ερμούπολης, που άνοιξε τις πόρτες του για το κοινό το καλοκαίρι που μας πέρασε. Η αποκατάσταση του Μεγάρου Ρεθύμνη, που χτίστηκε το 1840, πήρε πάνω από 30 χρόνια. Μέσα από εκθέματα από δωρεές οικογενειών του νησιού, παρουσιάζει την ιστορία και τη λαογραφία της πόλης, εστιάζοντας το ενδιαφέρον του κυρίως στην υψηλή αστική τάξη, που έζησε στην Ερμούπολη από τον 19ο έως τις αρχές του 20ού αιώνα. Σκοπός είναι το μουσείο να αποτελέσει ένα ζωντανό κύτταρο πολιτισμού και τον χειμώνα, με δράσεις και εκδηλώσεις, συμβάλλοντας στην επαφή της τοπικής κοινωνίας με την ιστορία της.

Προς αυτή την κατεύθυνση κινούνται και οι δράσεις της μη κερδοσκοπικής εταιρείας HERMeS: όλη η ψηφιακή πληροφορία από την κτιριακή καταγραφή να χρησιμεύσει για εκπαιδευτικούς σκοπούς, σε ντόπιους και επισκέπτες, ώστε να καταλάβουν όλοι τι σημαίνει διάσωση αλλά και να γοητευτούν από τις ιστορίες των κτιρίων. Τα έξι πιλοτικά QR codes σε νεοκλασικά οδηγούν σε σελίδες όπου μαθαίνεις την ιστορία τους, βλέπεις φωτογραφίες από το εσωτερικό τους, διαβάζεις ακόμα και σχετικά αφηγήματα που έχουν γράψει Συριανοί. Πρόκειται για ένα εξελισσόμενο ψηφιακό αντίγραφό τους. Σύντομα θα τοποθετηθούν πινακίδες με QR codes σε εκατό κτίρια της Ερμούπολης, που έχουν επιλεγεί.

Στο αρχοντικό Κοή, μέσω ενός τάμπλετ περιηγείσαι στο σαλόνι, παρατηρείς τη συναρπαστική και πολύχρωμη οροφογραφία και διαλέγεις μουσική στο παλιό ραδιόφωνο. «Δεν είναι μουσείο· εδώ βλέπεις τη ζωή όπως ήταν τότε, όλη την εμπειρία», λέει ο Σταύρος Κοής. Καθένα από τα 1.290 κτίρια της Ερμούπολης έχει πολλά και συναρπαστικά να διηγηθεί. Πρέπει όμως, πρώτα απ’ όλα, να στέκει όρθιο, διατηρώντας την κομψότητα και τη μεγαλοπρέπειά του, για να μπορέσουμε να ακούσουμε αυτές τις ιστορίες και να φτιάξουμε και καινούργιες.

Η εταιρεία HERMeS και το Ινστιτούτο Σύρου, με τη βοήθεια του δήμου και της περιφέρειας, διοργανώνουν το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Μαΐου το φεστιβάλ καταγραφής πολιτιστικής κληρονομιάς, όπου περιλαμβάνεται και η δράση «Ανοιχτή Ερμούπολη», με αρχιτεκτονικές ξεναγήσεις σε νεοκλασικά κτίρια. Περισσότερες πληροφορίες: heritagefestival.gr

Αξιόλογα αρχοντικά θα δείτε και στα χωριά Πισκοπειό, Χρούσα και Ποσειδωνία, όπου οι εύποροι κάτοικοι της Ερμούπολης διατηρούσαν τα εξοχικά τους.

Πηγή:kathimerini.gr/Της: Λίνας Καπετάνιου