Ο Λόγος του Θεού κάθε Κυριακή από την Καθολική εκκλησία

"Ποιος είναι ο πλησίον μου; Όποιος με έχει ανάγκη"

  • Σάββατο, 9 Ιουλίου, 2016 - 10:30

Απαντήσεις σε δύο φαινομενικά πρακτικές, αλλά βαθύτατα θεολογικές ερωτήσεις δίνει ο Ιησούς στο σημερινό ευαγγελικό επεισόδιο.

Κάποιος νομοδιδάσκαλος στην προσπάθειά του να δοκιμάσει τις ικανότητες του Ιησού που περιπλανιέται στην Παλαιστίνη και διδάσκει, παρουσιάζει ενώπιόν του τους θεολογικούς προβληματισμούς της εποχής του και τον αναγκάζει να πάρει θέση σχετικά με την αιώνια ζωή αλλά και τον πλησίον.

Όπως αναφέρεται στην ευαγγελική περικοπή κατά Λουκά:

«Κάποιος νομοδιδάσκαλος παρουσιάστηκε στον Ιησού, και για να τον φέρει σε δύσκολη θέση του είπε: «Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή;» Ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ο νόμος τι γράφει;» Εκείνος απάντησε: Ν’ αγαπάς τον Κύριο το Θεό σου μ’ όλη την καρδιά σου και μ’ όλη την ψυχή σου, μ’ όλη τη δύναμή σου και μ’ όλο το νου σου· και τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. «Πολύ σωστά απάντησες», του είπε ο Ιησούς· «αυτό κάνε και θα ζήσεις». Εκείνος όμως, θέλοντας να δικαιολογήσει τον εαυτό του, είπε στον Ιησού: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου;»

Πήρε τότε αφορμή ο Ιησούς και είπε: «Κάποιος άνθρωπος, κατεβαίνοντας από τα Ιεροσόλυμα για την Ιεριχώ, έπεσε πάνω σε ληστές. Αυτοί τον ξεγύμνωσαν, τον τραυμάτισαν και έφυγαν παρατώντας τον μισοπεθαμένο.  Από ’κείνο το δρόμο έτυχε να κατεβαίνει και κάποιος ιερέας, ο οποίος τον είδε, αλλά τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Το ίδιο και κάποιος λευίτης, που περνούσε από ’κείνο το μέρος· παρ’ όλο που τον είδε κι αυτός, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Κάποιος όμως Σαμαρείτης που ταξίδευε, ήρθε προς το μέρος του, τον είδε και τον σπλαχνίστηκε. Πήγε κοντά του, άλειψε τις πληγές του με λάδι και κρασί και τις έδεσε καλά. Μάλιστα τον ανέβασε στο δικό του το ζώο, τον οδήγησε στο πανδοχείο και φρόντισε γι’ αυτόν. Την άλλη μέρα φεύγοντας έβγαλε κι έδωσε στον πανδοχέα δύο δηνάρια και του είπε: “φρόντισέ τον, κι ό,τι παραπάνω ξοδέψεις, εγώ όταν ξαναπεράσω θα σε πληρώσω”. Ποιος λοιπόν απ’ αυτούς τους τρεις κατά τη γνώμη σου αποδείχτηκε “πλησίον” εκείνου που έπεσε στους ληστές;» Ο νομοδιδάσκαλος απάντησε: «Εκείνος που τον σπλαχνίστηκε». Τότε ο Ιησούς του είπε: «Πήγαινε, και να κάνεις κι εσύ το ίδιο».

Όπως σημειώνει ο π. Γιάννης Μαραγκός γύρω από τις δύο αυτές ερωτήσεις «τι πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή» και «ποιος είναι ο πλησίον μου;» υπάρχει μία ολόκληρη βεντάλια απαντήσεων. Το ένα άκρο υποστηρίζει ότι πλησίον μου είναι ο συγγενής μου, ο ομοεθνής μου, ο ομόθρησκός μου ή εκείνος στον οποίο έχω ιδιαίτερη αγάπη, ενώ το άλλο απαντά πως πλησίον μου είναι ο οποιοσδήποτε έχει ανάγκη από μένα, είτε είναι ελεύθερος, είτε σκλάβος, είτε είναι αλλόθρησκος, είτε εχθρός, είτε είναι κάποιος που μου είναι αδιάφορος.

Ο Ιησούς για να δώσει την απάντηση του χρησιμοποιεί τον πιο προσφιλή του τρόπο την παραβολή, ένα μέσο επικοινωνίας με το οποίο προσπαθεί όχι μόνο να κεντρίσει το ενδιαφέρον του ακροατή, όχι μόνο να του δώσει να καταλάβει όσα θέλει να διδάξει, αλλά να εμπλέξει και τον ακροατή του στα λεγόμενα και να τον οδηγήσει να πάρει μια θέση για τα λεγόμενα που τον αφορούν άμεσα και αυτοί που τον ακούν μπορεί να είναι δέσμιοι στις προκαταλήψεις του είτε να έχουν κατά τη γνώμη του βαθιές πεποιθήσεις και να μην ενδιαφέρονται να εμβαθύνουν περαιτέρω. Οι παραβολές έχουν δύο διαστάσεις. Ξεκινούν με μία αληθοφανή ιστορία παρμένη από την καθημερινότητα και στη συνέχεια αναφέρονται στην πραγματική ζωή.