Ο.Συ.Γυ.Κυκλάδων: Έκκληση να αποσυρθεί το νομοσχέδιο για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια

  • Πέμπτη, 20 Μαΐου, 2021 - 11:44

Η Ομοσπονδία ενώνει τη φωνή της με αυτές δεκάδων οργανώσεων ενάντια στο νομοσχέδιο «Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου», το οποίο συζητείται στη Βουλή. 
«Οι διατάξεις του νομοσχεδίου αυτού παραβιάζουν κατάφωρα διεθνή, νομικά δεσμευτικά, κείμενα που αφορούν στα ανθρώπινα δικαιώματα για ασφάλεια και προστασία όλων των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας (κυρίως παιδιά και μητέρες), όπως τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (Ν. 4531/2018), την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2012/29/ΕΕ για τα Δικαιώματα των Θυμάτων (Ν. 4478/2017) και τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Ν.2101/1992).
Το παιδί προσεγγίζεται με την οπτική μιας βαθιά πατριαρχικής κοινωνίας, ως παθητικός δέκτης άσκησης γονεϊκών δικαιωμάτων και όχι ως φορέας δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο αδιαφορεί για:
το συμφέρον του παιδιού, το οποίο δεν εξετάζεται για κάθε παιδί ατομικά αλλά ορίζεται ότι για όλα τα παιδιά είναι μόνο η παρουσία και των δύο γονέων στη ζωή του παιδιού. Επιβάλει ως κανόνα την «από κοινού και εξίσου άσκηση της γονικής μέριμνας» για όλα τα παιδιά που οι γονείς τους δεν συμβιώνουν
τη βούληση και την γνώμη του παιδιού: παρότι το νομοσχέδιο εισάγει πληθώρα υποχρεωτικών εξωδικαστικών διαδικασιών (ιδιωτικά συμφωνητικά, διαμεσολαβήσεις) πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το δικαστήριο, η γνώμη του παιδιού δεν προβλέπεται να ζητείται σε καμία από αυτές, παρά μόνο αν η υπόθεση φτάσει στο δικαστήριο. Το νομοσχέδιο εκθέτει τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας (παιδιά και μη κακοποιητικό γονέα, συνήθως μητέρες) σε μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν στον οποίο ήδη βρίσκονται
ο κανόνας της “από κοινού και εξίσου άσκησης της γονικής μέριμνας” υποχρεώνει το παιδί να βρίσκεται σε φυσική επαφή με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, «για τουλάχιστον 1/3 του συνολικού χρόνου επικοινωνίας, εκτός εάν ο γονέας αυτός ζητά μικρότερο χρόνο επικοινωνίας». Η άρνηση του τέκνου θεωρείται γονεϊκή αποξένωση από την πλευρά του άλλου γονέα, και τιμωρείται με αφαίρεση της γονικής μέριμνας
για την εφαρμογή του προαναφερθέντα κανόνα, οι γονείς υποχρεώνονται σε πολλαπλές απευθείας επαφές και συνδιαλλαγές ενώ, για την τροποποίησή του, συνιστώνται ή καθίστανται υποχρεωτικές πολλαπλές διαμεσολαβήσεις (πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το δικαστήριο) με συνεδρίες ταυτόχρονης παρουσίας των δύο μερών, χωρίς καμία εξαίρεση για θύματα-δράστες ενδοοικογενειακής βίας
τα γονεϊκά δικαιώματα του γονέα-δράστη και η επαφή του/της με το τέκνο δύναται να περιοριστούν ή να αφαιρεθούν μόνο μετά από οριστική καταδίκη για εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας ή κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Για την Ελληνική δικαστηριακή πραγματικότητα αυτό σημαίνει πως όλοι οι δράστες θα έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στα θύματά τους για περισσότερα από 2-5 χρόνια.
Γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα:
η πλειονότητα των κακοποιημένων γυναικών που έχουν παιδιά με τους δράστες ενδοοικογενειακής βίας, δεν καταφεύγουν στα ποινικά δικαστήρια αλλά προσπαθούν να αποδράσουν από το κακοποιητικό περιβάλλον μέσω αποφάσεων αστικών δικαστηρίων, στα οποία προσφεύγουν για την έκδοση ασφαλιστικών μέτρων προστασίας/απαγόρευσης προσέγγισης του δράστη και για να ρυθμίσουν την κατάσταση σχετικά με την επιμέλεια και την επικοινωνία με τον άλλο γονέα, την διατροφή κλπ.
η διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική για όλες τις αστικές υποθέσεις που αφορούν γονική μέριμνα, επιμέλεια και επικοινωνία με τα παιδιά προκειμένου να φτάσει η υπόθεση στο ακροατήριο (Ν. 4640/2019, αρθ. 6) και η ποινική διαμεσολάβηση συστήνεται έντονα για τα πλημμελήματα ενδοοικογενειακής βίας (Ν. 3500/2006)
δεν υπάρχει διακριτό Σύστημα Παιδικής Προστασίας, καμία διαδικασία υποχρεωτικής αναφοράς κακοποίησης/παραμέλησης παιδιού και καμία διαδικασία εποπτευόμενης επικοινωνίας γονέα-παιδιού
η προστασία που παρέχεται στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας είναι ανεπαρκής, επειδή οι περισσότερες από τις σχετικές διατάξεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης (άρθ. 51-53) και της Οδηγίας 2012/29/EU (άρθ. 19, 20 & 22-24) δεν έχουν ακόμη τεθεί σε εφαρμογή: δεν υλοποιείται αξιολόγηση και διαχείριση επικινδυνότητας, επείγοντα μέτρα αποκλεισμού (emergency barring orders) δεν μπορούν να εφαρμοστούν και οι παραβιάσεις ασφαλιστικών μέτρων/περιοριστικών όρων ούτε ελέγχονται, ούτε τιμωρούνται»
Το ελληνικό Κοινοβούλιο θα πρέπει να προτάξει την ασφάλεια των παιδιών και των θυμάτων κακοποίησης και να απορρίψει αυτό το νομοσχέδιο.