Να μου δείχνεις ζωή

Του Άγγελου Βαρθαλίτη
  • Πέμπτη, 12 Μαΐου, 2022 - 07:47

Μίλα μου για την αρχή. Πες μου το σημείο που ξεκινά ο χρόνος. Θυμάσαι; 

Μίλα όπως μου μίλαγες  παιδί. 

Θυμάσαι όταν η χροιά σου μαγνήτιζε ακόμη και σκυλιά, γατιά, όλα κοντά σου; Λες κι είχες να τους πεις κάτι... Αυτά όμως ήξεραν γιατί ερχόντουσαν. 

Σκόρπισε μου τα πολύχρωμα άνθη της άνοιξης σου. Μαζί τα μαζεύαμε. Θυμάσαι; 

Δίδαξε με απλότητα. 

Πήγαινε με στο παιδικό δωμάτιο, που ακούγαμε τον αγαπημένο σου δίσκο. 

“Μακρύς καιρός κοντεύει” ο τίτλος. 

“Πες μου ένα ψέμα” το αγαπημένο σου τραγούδι απ’ το δίσκο αυτό. 

Θυμάσαι; 

To ακούω απόψε. Δεν ήξερα πως από τότε μου μιλούσες με συνθήματα. Τύλιξε μου όλα τα σύννεφα με ένα σου τουρμπάνι. Φέρτα κι άδειασε τα στο σαλόνι μου. Άσε μου να αγκαλιάζω κάνα  δυο, την υφή της ραχοκοκαλιάς σου. Θα αφήσω ανοιχτές τις μπαλκονόπορτες απόψε, αέρα στις λινές λευκές κουρτίνες μου. 

Δίδαξε με λίγη αγνότητα. 

Άσε μου και κάνα δυο λέξεις, να έχω για νανούρισμα απ τη χροιά σου. Πριν φύγεις φρόντισε να μου τυλίξεις σφιχτά το λαιμό, με μιαν άσφαλτο, μη πω ούτε λέξη. 

Δε θα μιλήσω. Μόνο θα αναρωτιέμαι. 

Mαζί διανύσαμε αυτό το δρόμο... Κι όλο θυμάμαι που ξεκινάει, κι όλο με πνίγει ασφυκτικά το που καταλήγει. Μέχρι σήμερα, η κάθε μας συνάντηση - γιορτή. Κι όλο αναρωτιέμαι, πως θα είναι από εδώ και πέρα. 

Κι όσο κοιτώ παραπίσω, το πρόσωπο σου φέγγει εμπρός μου. 

Ζωγράφισε μου κι άλλα όνειρα. 

Δείξε μου όλες τις ζωγραφιές σου. Ίδιες ζωγραφιές, με αυτές της ευτυχίας που σου εμπνέει η οικογένεια της αδερφής σου. 

Ίδιες ζωγραφιές, με τη τιμή που αισθάνεσαι για τους γονείς σου. 

Δείξε μου ξανά το παιδικό χαμόγελο σου. Δείξε μου ξανά την αξιοπρέπεια μιας κυρίας. 

Ψιθύρισε μου κι άλλα μυστικά, σαν αυτό το τελευταίο. Φώναξε μου πως μ’ αγαπάς. Να με κάνεις να στο φωνάζω κι εγώ. Να ξέρω, πως η στιγμή μας αυτή, είναι η πιο δίκαιη. Να ξέρω, πως η στιγμή αυτή των μερικών δευτερολέπτων επισφραγίζεται για πάντα μέσα μου. 

Δεν έχω καθόλου παράπονο, μα ούτε θλίψη. 

Περηφάνια αισθάνομαι, που περπάτησα τη ζωή δίπλα σου. Δεν έχω καθόλου παράπονο, γιατί δεν έμεινε τίποτα ανείπωτο. 

Μου μίλησες δίχως φόβο μουσική, στις πιο ευαίσθητες χορδές μου. 

Κι έτσι κι εγώ σου τραγουδώ, το ίδιο συναίσθημα. Αγάπη. 

Δίδαξε με ταπεινότητα. 

Ταπεινότητα ίδια με αυτή που λάμπει το βλέμμα σου. Κι έτσι, όσα πρωινά σε αναζητώ, θα σε βρίσκω στους λαμπιρισμούς της θάλασσας, κι όταν ο ήλιος δύει, θα έχω να περιμένω λαμπιρισμούς, μιας νέας κόκκινης ανατολής σου. 

Θα βρέχω τα πόδια μου στο νερό, για να σε συναντώ στα χρώματα, θα ακουμπώ την υφή του βυθού σου, για όσο μένω εδώ να κολυμπάω. 

Ως τότε, θα αποκοιμίζω μωβ τον ορίζοντα στο θώρακα μου. Η κάθε μου ανάμνηση, ούτε θα ανατέλλει, ούτε θα δύει. Απλά θα υπάρχει. 

Έτσι θα υπάρχεις κι εσύ, στο παλμό του μετεωρίτη που έστειλες απ τον ουρανό, και καρφώθηκε σα νησί στο στήθος μου. 

Έτσι θα υπάρχεις κι εσύ, υδάτινη κι αλμυρή 

καθώς κυματίζεις μπρος στα μάτια μου ζωή. 

Εγώ θα στέκω ακίνητο φουγάρο. Όσα αναρωτιέμαι, θα εξατμίζονται και θα χορεύουν, μαζί με τους καπνούς των διυλιστηρίων. 

Θα κοιτώ στα μάτια των ανθρώπων, πόσα σπίτια άναψε, το ρεύμα της αγάπης σου. Πόσο ρεύμα έδωσες ν’ ανάψεις άστρα σ’ ουρανούς που γίναν νεφελώματα. 

Στη περίπτωση τη δική μας, είναι υψηλή η τάση. Την επόμενη φορά, θα περιμένω να ανάψουμε ολόκληρες πόλεις. 

Ως τότε όμως, μείνε στο μπαλκόνι σου. Ρίχνε μου άστρα και σύννεφα. Κλαδιά με μυρωδιές ανοιξιάτικες και άδειαζε μέσα μου κοχλασμούς κυμάτων. Θα αφήσω ανοιχτή τη μπαλκονόπορτα με τις λευκές κουρτίνες. 

Ρίχνε μου μικρές δροσερές ανάσες ζωής, θυμίζοντας μου τι κάνω εδώ κάτω. Ρίχνε μου νότες στο σαλόνι, να συνεχίζω να σε βλέπω να χορεύεις ελεύθερη κι ευτυχισμένη μεσ' τα όνειρα μου. 

 

Άγγελος Βαρθαλίτης