Υπέρ των εργαζομένων του Νεωρίου η απόφαση του δικαστηρίου

Καταδίκη της εταιρείας

Δικαίωση των εργαζομένων του Νεωρίου, με την δικαστική απόφαση να απορρίπτει την αγωγή των ασφαλιστικών μέτρων που είχε καταθέσει η διοίκηση του Νεωρίου, με τα οποία ζητούσε να κηρυχθεί η απεργιακή κινητοποίησή τους παράνομη και καταχρηστική.

Κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας στο Πρωτοδικείο Σύρου, υπήρξε συγκροτημένη τοποθέτηση της πλευράς των εργαζομένων, με την κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων ως προς τις απαιτήσεις τους από την εταιρεία.

Η παρουσία των εκπροσώπων της επιχείρησης δεν έπεισε ούτε με την παρουσία τους, αλλά κυρίως ούτε με την επιχειρηματολογία την οποία ανέπτυξαν, ενώ η αδιάλλακτη στάση τους αποτέλεσε κύριο αρνητικό στοιχείο που προσμετρήθηκε στην απόφαση.

Στο κείμενο της απόφασης, γίνεται αναφορά στους σχετικούς νόμους που σχετίζονται με το δικαίωμα της απεργίας εκ μέρους των εργαζομένων και την προσβολή αυτής εκ μέρους του εργοδότη, και εν συνεχεία περιγράφεται το ιστορικό της εξαγγελίας της απεργίας, όπως και η αγωγή της εταιρείας, με την οποία ισχυριζόταν ότι οι επαναλαμβανόμενες 24ωρες απεργιακές κινητοποιήσεις είναι παράνομες και καταχρηστικές, ζητώντας την διακοπή και τη μη συνέχιση τους.

Συγκεκριμένα υποστηριζόταν στην αγωγή ότι η απεργία είναι παράνομη λόγω α) μη νόμιμης σύγκλισης της γενικής συνέλευσης του σωματείου, καθώς το Δ.Σ. του δεν είχε την νόμιμη σύνθεση και β) μη πρόβλεψης και διάθεσης προσωπικού ασφαλείας.

Πέραν αυτών, η εταιρεία ισχυρίσθηκε στην αγωγή της πως η απεργία είναι παράνομη και ως καταχρηστική, λόγω της μορφής-διάρκειας της, λόγω του τρόπου άσκησης του απεργιακού δικαιώματος και λόγω των συνεπειών και της προφανούς δυσαναλογίας μεταξύ της ζημίας που υφίσταται η εταιρεία και του προσδοκώμενου οφέλους για τους απεργούς.

Το δικαστήριο εκτίμησε τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων και των δύο πλευρών, οι οποίοι εξετάστηκαν κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, όπως και το σύνολο των έγγραφων στοιχείων που προσκομίστηκαν, καταλήγοντας στην κρίση υπέρ των εργαζομένων.

Η πορεία της εταιρείας και οι συμφωνίες

Στην απόφαση γίνεται μία εκτενής αναφορά στο ιστορικό της εταιρείας από το 2004 που απέκτησε το ναυπηγείο έως σήμερα, σημειώνοντας όλα εκείνα τα στοιχεία που σκιαγραφούν την οικονομική της πορεία.

Αναφέρεται το εργατικό δυναμικό που απασχολείται στην επιχείρηση, το οποίο ανέρχεται σε 500 άτομα, 229 εκ των οποίων είναι μόνιμο προσωπικό και τα υπόλοιπα έκτακτο, όπως και προσωπικό των εργολάβων με τους οποίους συμβάλλεται.

Συνοπτικά περιγράφεται η οικονομική κατάσταση της εταιρείας, η οποία από την ίδρυση της το 2004 έως το 2010 παρουσίαζε έναν ικανοποιητικό κύκλο εργασιών, επιτρέποντας της να είναι συνεπής έναντι των οικονομικών της υποχρεώσεων προς τους εργαζόμενους και προς τρίτους.

Την περίοδο 2010-2012 γίνεται παραδεκτή η πτώση του τζίρου της εταιρείας, λόγω της οικονομικής κρίσης αλλά και των έντονων γεωπολιτικών αναταράξεων, οδηγώντας το τότε Σωματείο σε διαπραγματεύσεις και συμφωνίες για «τμηματική καταβολή έστω και καθυστερημένα δεδουλευμένων» τα οποία τους όφειλε η εταιρεία, με κατά προτεραιότητα πληρωμή των εργαζομένων.

Η συμφωνία αυτή έληξε το 2012 αφήνοντας οφειλές της εταιρείας προς τους εργαζόμενους, με συνεχείς υποσχέσεις εξόφλησης «που συνοδευόταν πάντα από μία γενική και ασαφή περιγραφή…των δυσμενών οικονομικών στοιχείων της επιχείρησης».

Σημειώνεται η οικονομική ανάκαμψη του τζίρου της επιχείρησης από το 2014 και μετά, συγκριτικά με το 2013, που ανήλθε σε περίπου 22 εκ. ευρώ συν τα 10 εκ. ευρώ από τις δεξαμενές του Π.Ν., με τις οφειλές προς τους εργαζόμενους τον Απρίλιο του 2014 να ανέρχονται σε 4 εκ. ευρώ.

Γίνεται ειδική αναφορά στις τροπολογίες που με παρεμβάσεις και παρακλήσεις «σύσσωμης της Συριανής κοινωνίας» οδήγησαν στην καταβολή των κρατικών χρημάτων των δεξαμενών στους εργαζόμενους έναντι των οφειλόμενων, όπως και στη χαριστική νομοθετική ρύθμιση για τις οφειλές προς το ΙΚΑ, χωρίς όμως, ούτε σε αυτή την περίπτωση η εταιρεία να επιδείξει συνέπεια.

Σημαντική η αύξηση του τζίρου που σημειώνεται και κατά το πρώτο τετράμηνο του 2015, όπου δεξαμενίζονται στο Νεώριο περί τα 27 πλοία, αποφέροντας έσοδα τουλάχιστον 5,4 εκ. ευρώ, χωρίς και πάλι να εκπληρώνονται οι οικονομικές υποχρεώσεις της προς τους εργαζόμενους.

Γίνεται δε μία τελική αποτίμηση των οφειλών της εταιρείας προς τους εργαζόμενους για τους 4 μήνες του 2015, που ανέρχονται σε 1.512.000 ευρώ.

Κύριο σημείο αποτελεί η διαπίστωση που εξήχθη από την πρόσφατη συνάντηση εκπροσώπων της εταιρείας με τους βουλευτές του νομού για εξεύρεση λύσης, πως «δεν υπάρχει επιχειρηματικός σχεδιασμός για τη βιωσιμότητα του Νεωρίου», με τον οικονομικό διευθυντή να καταθέτει στο ακροατήριο πως το μόνο πλάνο βιωσιμότητας της εταιρείας είναι «η όρεξη μας για δουλειά».

Περιγράφεται η δεινή κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι εργαζόμενοι, που δεν μπορούν πλέον να ανταπεξέλθουν ούτε καν στις στοιχειώδεις ανάγκες τους, καταφεύγοντας σε συνεχείς δανεισμούς, με συσσώρευση των υποχρεώσεων τους, λόγω της οικονομικής ασφυξίας στην οποία έχουν περιέλθει.

Η συνεχιζόμενη οικονομική ασυνέπεια που επιδεικνύει η εταιρεία τόσο προς τους εργαζόμενους, όσο και προς τις λοιπές της υποχρεώσεις, σε συνδυασμό και με την έλλειψη σχεδιασμού επιχειρηματικής της δράσης, οδήγησαν τους εργαζόμενους να λάβουν την απόφαση να κινητοποιηθούν προχωρώντας σε απεργία.

Νόμιμη η σύνθεση του Δ.Σ. του Εργοστασιακού Σωματείου

Το δικαστήριο υιοθέτησε την άποψη της υπεράσπισης, όσον αφορά τόσο στη νομιμοποίηση της σύνθεσης του Δ.Σ. του Εργοστασιακού Σωματείου, όσο και στην υποχρεωτική ύπαρξη προσωπικού ασφαλείας κατά της ημέρες της απεργίας.

Στην απόφαση αναφέρεται πως παρά το γεγονός ότι το Δ.Σ. υπολείπεται κατά 1 των μελών που προβλέπει το καταστατικό, σύμφωνα με την νομολογία που προσκομίστηκε από την πλευρά της υπεράσπισης, αποδείχθηκε ότι τελούσε σε απαρτία, κατά την λήψη της απόφασης για την τέλεση της απεργίας.

Συγκεκριμένα, σχετικά με την σύνθεση του Δ.Σ. του Εργοστασιακού Σωματείου, για την οποία η εταιρεία στην αγωγή της υποστήριξε την μη νόμιμη συγκρότηση του, διότι αν και σύμφωνα με το καταστατικό του αυτό διοικείται από 11μελές Δ.Σ., εντούτοις η διοίκηση του ασκείτο από τις 27/3/2015 από 10 μέλη.

Ο εν λόγω ισχυρισμός κρίθηκε από το δικαστήριο ως «αβάσιμος και απορριπτέος», αφού «παρά το γεγονός της μείωσης του αριθμού των μελών κάτω του υπό του καταστατικού οριζόμενου ολικού αριθμού, τα υπολειπόμενα μέλη αυτού που συγκροτούσαν απαρτία αρκούσαν για τη νόμιμη λειτουργία της διοίκησης και για τη λήψη αποφάσεων, επομένως και για τη λήψη της κατ’ επείγουσας απόφασης να κατέλθουν τα μέλη του σε απεργία».

Συμπληρώνεται δε πως «η γενική συνέλευση, το αρμόδιο όργανο για τη λήψη απόφασης για την κήρυξη της απεργίας, που συγκλήθηκε σύμφωνα με την καταστατική πρόβλεψη, αυθημερόν έλαβε τη σχετική απόφαση για την κήρυξη της με μυστική ψηφοφορία και με την απαιτούμενη απαρτία».

Υπαρκτό το προσωπικό ασφαλείας

Για το θέμα που αφορά στην υποχρεωτική ύπαρξη προσωπικού ασφαλείας στην επιχείρηση, κατά την διάρκεια της απεργιακής κινητοποίησης, το δικαστήριο έκρινε πως οι διατάξεις του νόμου που αναφέρονται σε έγγραφη ειδοποίηση αφορούν στον τύπο και όχι στην ουσία και επί της ουσίας υπήρχε προσωπικό ασφαλείας, όπως αποδεικνύεται από τις κάρτες παρουσίας του προσωπικού.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην απόφαση, «…με την κήρυξη της απεργίας διέθεσε το αναγκαίο προσωπικό-και δη 20 άτομα τα οποία βρίσκονται επί 24ώρου βάσεως στις εγκαταστάσεις του Νεωρίου-για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων. Σημειώνεται ότι η γνωστοποίηση του προσωπικού ασφαλείας δεν είναι τυπική αλλά ουσιαστική πράξη, πρέπει δηλαδή να συνοδεύεται και από πραγματική προσφορά προσωπικού ασφαλείας».

Επιπλέον σημειώνεται πως «…εάν η συνδικαλιστική οργάνωση διαθέσει το αναγκαίο προσωπικό χωρίς γνωστοποίηση του δεν ανακύπτει περίπτωση χαρακτηρισμού της απεργίας ως παράνομης».

Βάσει των ανωτέρω, προκύπτει ότι ο ισχυρισμός που καταγράφεται στην αγωγή της εταιρείας ότι η απεργία «είναι παράνομη διότι ουδέποτε απεστάλη εξώδικη πρόσκληση στη διοίκηση της εταιρείας για σύναψη συμφωνίας σχετικά με τον καθορισμό του προσωπικού ασφαλείας, ούτε συμπεριλήφθηκε σε ΣΣΕ σχετική ρύθμιση αλλά ούτε και διατέθηκε στην πραγματικότητα τέτοιο προσωπικό, τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος».

Νόμιμη η απεργία

Για την νομιμότητα ή όχι της απεργιακής κινητοποίησης, στην απόφαση σημειώνεται ότι οι εργαζόμενοι νομίμως άσκησαν το δικαίωμα τους στην απεργία, διότι από την εταιρεία δεν υπάρχει πλάνο βιωσιμότητας και ανάπτυξης της επιχείρησης, καθώς διαφάνηκε ότι η εταιρεία λειτουργεί με προχειρότητα και επιπλέον δεν υπήρξε από πλευράς της κάποιο χρονοδιάγραμμα κατά το οποίο θα υποσχόταν η διοίκηση ότι θα εξοφλούσε τους εργαζόμενους, με αποδεικτικά στοιχεία φυσικά που να υποστηρίζουν αυτή την υπόσχεση εξόφλησης.

Συγκεκριμένα στην απόφαση αναφέρεται ότι όσον αφορά στους λόγους που οδήγησαν τους εργαζόμενους «...στην απόφαση να κηρύξει 24ωρες επαναλαμβανόμενες απεργιακές κινητοποιήσεις και δεδομένου ότι αφενός μεν το δικαίωμα απεργίας, το οποίο αποτελεί την πλέον δυναμική επέμβαση των εργαζομένων στη σφαίρα του εργοδότη και είναι δικαίωμα πρόκλησης ζημίας, ασκήθηκε από τους απεργούς με σύνεση, υπευθυνότητα και σοβαρότητα, ύστερα από την εξάντληση κάθε διαπραγματευτικού μέσου που διέθεταν, αφού κατέστησαν άκαρπες νομοθετικές προς τούτο ρυθμίσεις και επεμβάσεις πολιτειακών φορέων, έλαβε χώρα υπηρετώντας νόμιμο σκοπό, ήτοι την προάσπιση των εργασιακών και δη των οικονομικών τους συμφερόντων και κυρίως το αυτονόητο δικαίωμα τους να αμείβονται για την εργασία που παρέχουν, χωρίς να ασκεί έννομη επιρροή το γεγονός ότι πρόκειται για νομική διαφορά».

Αβάσιμος ο χαρακτηρισμός της καταχρηστικότητας της απεργίας

Απορρίπτοντας την καταχρηστικότητα της απεργιακής κινητοποίησης αναφέρεται πως «Εξάλλου, η διάρκεια της απεργίας που κηρύχθηκε και το επικαλούμενο από τον εργοδότη μέγεθος της ζημίας που θα υποστεί η επιχείρηση του απ’ αυτήν δεν δύναται στην κρινόμενη περίπτωση να χρησιμοποιηθούν ως κριτήρια καταχρηστικότητας του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος τους, αφού αφενός μεν το χρονικό όριο που τίθεται εκ μέρους των απεργών συναρτάται προς την καταβολή – του ημίσεως μάλιστα - των δεδουλευμένων αποδοχών τους, διαφορετικά θα καθίστατο αναποτελεσματική η προστασία του δικαιώματος τους – αφετέρου δε το επικαλούμενο» από την εταιρεία «μέγεθος της οικονομικής ζημίας που θα υποστεί ούτε εκτιμάται από την τελευταία αριθμητικά, ούτε και στηρίζεται σε κάποιο ασφαλές αποδεικτικό στοιχείο, αφού ακόμη και ο μάρτυρας της…δεν μπόρεσε να δώσει σαφείς απαντήσεις ως προς τα πλήρη οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης, τα ακριβή έσοδα από το δεξαμενισμό των πλοίων και τη διάθεση τους για την κάλυψη υποχρεώσεων, ως προς τα προσδοκώμενα στο επόμενο χρονικό διάστημα – βάσει συμβάσεων που έχουν ήδη συναφθεί μεταξύ της εταιρείας και εφοπλιστών – έσοδα της επιχείρησης, ούτε και υπάρχει κάποιο έγγραφο που να προϋπολογίζει και να χαράσσει οικονομική στρατηγική για το μέλλον της επιχείρησης».

Εάν η απεργία που κήρυξε το σωματείο «έκρινε το μέλλον και συγκεκριμένα την ύπαρξη της επιχείρησης…είναι βέβαιο ότι από την 17-4-2015 που ενημερώθηκε η διοίκηση της για τη μορφή των κινητοποιήσεων θα πρόβαινε – αν όχι σε επιτυχή διαπραγμάτευση – τουλάχιστον σε κάποια έγγραφη δέσμευση ως προς το χρόνο που αυτή η ίδια θα δύνατο να καταβάλλει στους εργαζόμενους τις οφειλές της προς αυτούς, που εξάλλου, ουδόλως αμφισβητεί». Κατόπιν όλων των προαναφερόμενων ο ισχυρισμός περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος της απεργίας…τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος».

Κατόπιν της κατάρριψης όλων των ισχυρισμών της εταιρείας, η αγωγή της απορρίφθηκε και καταδικάστηκε στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του Εργοστασιακού Σωματείου και του προέδρου του, Βαγγέλη Μάνθου, οριζόμενα στο ποσό των 500 ευρώ για τον κάθε ένα.

Ετικέτες: