Παρέμβαση Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος στον Υπ. Οικονομικών για τον ΕΝΦΙΑ

Νέα επιβάρυνση μετά το τέλος διαμονής

  • Παρασκευή, 20 Μαΐου, 2016 - 06:10

Την απόσυρση της διάταξης για τον ΕΝΦΙΑ στο άρθρο 50 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, με την οποία ορίζεται ότι “καταργείται η απαλλαγή των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων των κερδοσκοπικών νομικών προσώπων, για τα οποία επιβάλλεται συμπληρωματικός φόρος με χαμηλό συντελεστή 0,1%” ζητά με επιστολή του από τον Υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), Γιώργος Τσακίρης.

Σύμφωνα με όσα ο ίδιος τονίζει στο περιεχόμενο του μακροσκελέστατου περιεχομένου της, “παρά τις πρόσφατες διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης ότι η μόνη πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση για τον ξενοδοχειακό κλάδο θα ήταν ο ήδη επαχθής φόρος διαμονής, με χρόνο έναρξης το 2018, διαπιστώνουμε ότι το υπό ψήφιση σχέδιο νόμου επιφυλάσσει και νέες ιδιαιτέρως αρνητικές εκπλήξεις υπό τη μορφή προσθέτων επιβαρύνσεων για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις”.

Φορολογία ξενοδοχειακού ακινήτου, αύξηση κόστους παραγωγής

Κύριο επιχείρημα του ξενοδοχειακού κλάδου όπως διατυπώνεται προς τον Υπουργό Οικονομικών για το αίτημα απόσυρσης της συγκεκριμένης διάταξης, με την οποία αυξάνεται επιπλέον η φορολογία των ξενοδοχείων, αποτελεί η θέση πως, μέχρι σήμερα, “Η λογική της απαλλαγής των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων των ξενοδοχείων από τον συμπληρωματικό φόρο ΕΝΦΙΑ, βασίζεται στο γεγονός ότι οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις παρέχουν τις υπηρεσίες τους μέσω των εγκαταστάσεών τους, οι οποίες καθορίζονται από αυστηρές τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές που συνιστούν το ξενοδοχειακό προϊόν και επομένως όταν φορολογείται το ξενοδοχειακό ακίνητο στην πραγματικότητα επιβαρύνεται το κόστος παραγωγής”. Ο κ. Τσακίρης, διευκρινίζει μάλιστα πως, αν και μέχρι σήμερα, “η ανωτέρω λογική” καθίστατο “απολύτως κατανοητή και αποδεκτή από το Υπουργείο”, ωστόσο πλέον, επιχειρείται μία ανατροπή που θα προκαλέσει τεράστιο κόστος.

“Ο τουρισμός πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εξαγώγιμη δραστηριότητα”

Σύμφωνα με όσα καθίστανται σαφή στη συνέχεια της επιστολής του, υπό την πίεση των νέων δεδομένων, εξηγεί πως, ο ξενοδοχειακός κλάδος αποφάσισε να απαριθμήσει γι ακόμη μία φορά τα “αδιαμφισβήτητα επιχειρήματά του” προς τον αρμόδιο Υπουργό, βάσει των οποίων υπογραμμίζει μεταξύ άλλων, ότι, όχι μόνον φορολογείται σημαντικά σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά ανταγωνιστικό παγκοσμίως στο οποίο και καλείται να επιβιώσει, αλλά παράλληλα, δεν αντιμετωπίζεται ως πεδίο – τέτοιο- που μπορεί να φέρει έσοδα στο κράτος, αν βοηθηθεί.

Αναλυτικά τα επιχειρήματα των ξενοδόχων έχουν ως εξής: α. Η τοποθεσία του ξενοδοχείου, σε σύγκριση με τη βιομηχανία και τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες, αποτελεί σημαντικό παράγοντα ελκυστικότητας του προϊόντος που παρέχει το ξενοδοχείο και γι’ αυτό το λόγο η πλειονότητα των ξενοδοχείων είναι εγκατεστημένη σε αξιόλογες τοποθεσίες ή στα κέντρα των πόλεων. Οι υψηλές όμως αντικειμενικές αξίες που ισχύουν σε αυτές τις περιοχές συνεπάγονται υψηλή φορολογική επιβάρυνση επί των ξενοδοχειακών ακινήτων και καταλήγουν να «τιμωρούν» την επιχείρηση γι’ αυτό που πρέπει από τη φύση της να παρέχει. β. Όλοι οι χώροι των ξενοδοχειακών ακινήτων προορίζονται, σύμφωνα με την ξενοδοχειακή νομοθεσία, αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των πελατών τους με σαφή και προσδιορισμένη χρήση, που εγκρίνεται, εκτός από την πολεοδομία και από τις αρμόδιες υπηρεσίες τουρισμού, από τις οποίες και αδειοδοτείται, με συνέπεια να μην επιτρέπεται εκ του νόμου να χρησιμοποιηθούν οι χώροι αυτοί για άλλη δραστηριότητα πλην της ξενοδοχειακής. Αυτό σημαίνει ότι το ξενοδοχειακό ακίνητο δεν μπορεί ούτε να κατατμηθεί, ούτε να αυξομειώσει την επιφάνεια του και να την εκμεταλλευθεί στη βάση κάποιου άλλου εμπορικού σκοπού. γ. Η συνολική έκταση της επιφάνειας των ξενοδοχειακών κτιρίων και γηπέδων καθορίζεται με βάση την κατηγορία του ξενοδοχείου και τη δυναμικότητα, ώστε να περιλάβει όλο το εύρος των εγκαταστάσεων και υπηρεσιών που υποχρεούνται να παρέχουν στους πελάτες τους (π.χ. συνεδριακές αίθουσες, πισίνες, spa, γήπεδα βόλεϊ, τένις, γκολφ). Οι υπηρεσίες όμως αυτές δεν παράγουν πρόσθετο εισόδημα για την ξενοδοχειακή επιχείρηση, απλώς εμπλουτίζουν το ξενοδοχειακό της προϊόν και την καθιστούν πιο ανταγωνιστική, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τη βιωσιμότητά της στις διεθνείς αγορές. δ. Το ξενοδοχειακό προϊόν ακολουθεί αυστηρά τους όρους λειτουργίας της παγκόσμιας τουριστικής αγοράς και οι τιμές του διαμορφώνονται με βάση τον ανταγωνισμό, ο οποίος ως γνωστόν, είναι εξαιρετικά έντονος, αφού πολλοί προορισμοί στη Μεσόγειο παρέχουν το αντίστοιχο προϊόν (ήλιος και θάλασσα) σε καλύτερες τιμές . Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι τιμές των ξενοδοχειακών υπηρεσιών, πιεζόμενες από τον ανταγωνισμό, να καθηλώνονται σε χαμηλά επίπεδα, ανεξάρτητα από το κόστος παραγωγής και κάθε νέα φορολογική επιβάρυνση να συνιστά επιπλέον κόστος που δεν επιδέχεται απορρόφηση και τελικώς εμπόδιο στη διατήρηση της βιωσιμότητάς της επιχείρησης , αφού αυξάνει υπέρμετρα το μη λειτουργικό κόστος του ξενοδοχειακού προϊόντος. ε. Ο τουρισμός πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εξαγώγιμη δραστηριότητα και να εντάσσεται στο ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς των εξαγωγών. Έχει αποδειχθεί ότι η αύξηση της τουριστικής δραστηριότητας έχει πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο σύνολο της εθνικής οικονομίας και αποφέρει ως εκ τούτου πολύ μεγαλύτερα έσοδα στο κράτος από κάθε άλλο κλάδο”.

Υποβάθμιση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος

Ο κ. Τσακίρης διατυπώνοντας για ακόμη μία φορά πως, η εν λόγω διάταξη “...θα έχει καταστρεπτικά αποτελέσματα για τα δημόσια έσοδα και την απασχόληση”, επισημαίνει πως, αυτό γίνεται απολύτως σαφές “αν συνυπολογίσουμε τόσο τις πρόσφατες επιβαρύνσεις στο ξενοδοχειακό προϊόν με το διπλασιασμό του συντελεστή ΦΠΑ στη διαμονή και την αύξηση κατά 11 μονάδες του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση σε συνάρτηση με την κατάργηση της έκπτωσης του 30% στα νησιά του Αιγαίου όσο και την επιβαλλόμενη με το ίδιο νομοσχέδιο επιβάρυνση με την επιβολή φόρου διαμονής”.

“Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το ελληνικό τουριστικό προϊόν υποβαθμίζεται καθοριστικά ως προς την ανταγωνιστικότητα και την ελκυστικότητα του” διαπιστώνει εκ νέου ο πρόεδρος του ΞΕΕ, λέγοντας πως, “Οι Έλληνες ξενοδόχοι έχουν από αρχής της κρίσης επιτελέσει στο μέγιστο βαθμό το πατριωτικό τους καθήκον, στηρίζοντας την εθνική προσπάθεια για ανάκαμψη”. Ωστόσο, όπως συμπληρώνει, “με την ιδιότητα του θεσμικού συμβούλου της Πολιτείας για θέματα ξενοδοχίας, είμεθα υποχρεωμένοι να σας επισημάνουμε ότι πλέον αδυνατούν ειλικρινώς να ανταπεξέλθουν στη νέα φορολογική πραγματικότητα που διαμορφώνεται με το παρόν νομοσχέδιο και καταδικάζονται σε μαρασμό και λουκέτα, συμπαρασύροντας δυστυχώς το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας”. Σε αυτό το πλαίσιο, “ζητείται η απόσυρση της διάταξης έστω και την ύστατη στιγμή”.