Η διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού υπό την καθοδήγηση των δημοσκοπήσεων

Η δυναμική των κομμάτων

Προεκλογική περίοδος, με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσον να τίθεται στην υπηρεσία του πολιτικού συστήματος, έχοντας ως βασικό ζητούμενο τον επηρεασμό όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού ψηφοφόρων.

Η δημοσκοπική έρευνα κατά την προεκλογική περίοδο, από επιστημονική εφαρμογή έχει εξελιχθεί σε κύριο εργαλείο πολιτικού επηρεασμού, που όμως ο τρόπος χρήσης της έχει οδηγήσει στην απώλεια της εγκυρότητας της.

Οι δημοσκοπήσεις από την απόλυτα επιστημονική καταγραφή των εκλογικών τάσεων, έχουν μετεξελιχθεί σε δελτία προβλέψεων, αναλόγως του παραγγελιοδόχου κόμματος, προκειμένου να εξυπηρετηθεί η επιθυμητή δημιουργία «κλίματος» στο σώμα των ψηφοφόρων.

Η αναξιοπιστία που εμφάνισαν οι εταιρείες δημοσκοπήσεων, ακόμα και κατά το πρόσφατο παρελθόν, βρίσκεται σε απόλυτη σύμπνοια με τις κατασκευασμένες μετρήσεις, που χρησιμοποιούνται για τη διαμόρφωση προσανατολισμού του εκλογικού σώματος.

Ιδιαιτέρως αποδοτική αποδεικνύεται η τακτική διάχυσης των «κρυφών» δημοσκοπήσεων, η πειστικότητα των οποίων αποδεικνύεται ως η πλέον αποτελεσματική, λόγω του περιορισμού των αμφισβητήσεων των μετρήσεων που παραγγέλλονται από τα κομματικά γραφεία ή τα τηλεοπτικά κανάλια.

Έτσι η παραπλάνηση, που επιζητείται από τα κομματικά επιτελεία επιτυγχάνεται ευκολότερα, καθώς η χρήση των δημοσκοπικών μετρήσεων δεν αφορά στην πραγματική αποτύπωση των τάσεων των εκλογέων αλλά στον προϊδεασμό για το εκλογικό αποτέλεσμα.

Οι πολιτικοί μηχανισμοί λειτουργούν πέραν κάθε ελέγχου, ενσωματώνοντας στις προεκλογικές τους τακτικές και τις κατά παραγγελία δημοσκοπήσεις, μέσω των οποίων επιχειρείται η ενίσχυση της δυναμικής τους, η συσπείρωση των οπαδών και η ρύθμιση των προεκλογικών αντιπαραθέσεων μέσω του προσανατολισμού που δίνεται στην κοινή γνώμη.

Η παρουσίαση της δυναμικής των δύο πρώτων

Οι δημοσκοπήσεις που βλέπουν σωρηδόν το φως της δημοσιότητας καθημερινά, δίνουν τον ρυθμό στον οποίο επιθυμούν οι πολιτικοί μηχανισμοί να κινηθεί ο ψηφοφόρος, ο οποίος καλείται για έκτη φορά, μέσα σε μόλις 16μηνο να προσέλθει στις κάλπες, γεγονός που ενισχύει την κούραση και την απογοήτευση με την οποία αντιμετωπίζει τη διαδικασία.

Πλέον η αντιμνημονιακή ρητορική, που επικροτήθηκε από την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος στις προηγούμενες αναμετρήσεις, τώρα με το νέο μνημόνιο δεν έχει αντίκρισμα, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η αδιαφορία των εκλογέων, εκφράζοντας έτσι την απογοήτευση τους, ενώ ένα ποσοστό τους θα στραφεί στην επιλογή της ψήφου αντίδρασης.

Ως δια μαγείας και προς εξυπηρέτηση ενός αποδυναμωμένου στις συνειδήσεις των ψηφοφόρων αλλά ακόμα κραταιών μηχανισμών, πολιτικού συστήματος, αναδύονται πολιτικές δυνάμεις του παρελθόντος και επιβάλλονται στο προεκλογικό παιχνίδι, αναλαμβάνοντας να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην πολυδιάσπαση των ψήφων.

Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ στην εκκίνηση της νέας εκλογικής αναμέτρησης πόνταρε στην αυτοδυναμία, η δημοσκοπικές αναφορές, που επιθυμούν την διαμόρφωση συγκεκριμένης πολιτικής εικόνας, δίνουν υποχώρηση αυτού του ενδεχόμενου, παρουσιάζοντας την αναμέτρηση στα μέτρα του παλιού γνώριμου δίπολου.

Η παραδοχή του συμβιβασμού από τον Αλέξη Τσίπρα και η νέα πολιτική του αφήγηση περί απαλλαγής από το παλαιό πολιτικό σύστημα, φαίνεται να πείθει εν μέρει, καθώς θα υποχρεωθεί να συνυπάρξει κυβερνητικά με το ίδιο ή με τους νέους εκπροσώπους του.

Σε κάθε περίπτωση, η δυναμική του ακόμα και περιορισμένη, δείχνει να τον κρατά στην υψηλότερη θέση, με το ηγετικό του προφίλ να παραμένει ισχυρό, ενώ η εσωκομματική του εκκαθάριση φαίνεται να ενίσχυσε την προσωποπαγή εκπροσώπηση του κόμματος.

Το μεγάλο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει άμεσα είναι η συσπείρωση των σταθερών ψηφοφόρων του, με τις αναγκαίες μετεκλογικές συμμαχίες διακυβέρνησης να λειτουργούν αρνητικά προς αυτό, ενώ απώλειες θα καταγράψει και από το ποσοστό της αποχής όσων υπερψήφισαν στις προηγούμενες εκλογές αλλά τον στήριξαν και κατά το δημοψήφισμα.

Από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, έξαφνα παρουσιάζεται μία ανοδική πορεία, που παρά το έλλειμμα ηγεσίας της, καταφέρνει να συσπειρώσει την παλιά κομματική της βάση, ενώ περιορίζεται ο αριθμός των απωλειών ψηφοφόρων της προς τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η μεγαλύτερη εκλογική δύναμη που θα ανέμενε να καρπωθεί από την φθορά του Αλ. Τσίπρα, δεν ευοδώθηκε, λόγω της πάγιας φιλομνημονιακής της πολιτικής, χάνοντας όμως ψήφους από τους αντιδρώντες, οι οποίοι στρέφονται προς την Χρυσή Αυγή.

Παράλληλα βαρίδι συνεχίζει να αποτελεί η παρουσία δοκιμασμένων και φθαρμένων προσώπων, που κατά το πρόσφατο μνημονιακό παρελθόν προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε μία πολιτική που κρίθηκε εκ του αποτελέσματος και αποδοκιμάστηκε.

Οι λοιπές πολιτικές δυνάμεις

Από τις λοιπές πολιτικές δυνάμεις, η Χρυσή Αυγή τίθεται από τους δημοσκόπους ως ο πρώτος αποδέκτης των ψήφων των αντιδρώντων και την εμφανίζουν να αλιεύει ψηφοφόρους από το μεγαλύτερο ποσοστό των κομματικών σχηματισμών.

Το Ποτάμι, χωρίς να έχει πει τίποτε νεότερο και χωρίς έναν στιβαρό πολιτικό αντίλογο, παραμένει στις καταγεγραμμένες δυνατότητες του, τις οποίες θα δει ακόμα και να περιορίζονται.

Το ΚΚΕ, βρίσκεται να βάλλεται από την πολυδιάσπαση του αριστερού χώρου, διατηρώντας όμως την σταθερή δύναμη των αταλάντευτων και συνειδητών ψηφοφόρων του.

Απέναντι του, με παραπλήσιο λόγο, παρά τις ρεφορμιστικές της αφετηρίες, η Λαϊκή Ενότητα, δείχνει να μην πέτυχε, όπως ευελπιστούσε, την συσπείρωση των απογοητευμένων του ΣΥΡΙΖΑ, με την δύναμη της να εμφανίζεται περιορισμένη.

Με τη συρραφή των κερματισμένων ψηφοφόρων του, που στράφηκαν στο ΚΙΔΗΣΟ και με την αλλαγή στην ηγεσία του, το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί μία διατήρηση του μονοψήφιου ποσοστού του, με τον επικουρικό ρόλο της ΔΗΜΑΡ προς αυτό.

Ίσως το μεγαλύτερο ποσοστό φθοράς να το εισπράττουν οι ΑΝΕΛ, καθώς η αντιμνημονιακή τους σημαία υπεστάλη με τις αποφάσεις της συγκυβέρνησης τους, επιζητώντας πια την οριακή εισόδου τους στη Βουλή.

Ανάδυση στο πολιτικό προσκήνιο επιχειρείται για την Ένωση Κεντρώων, με το σύστημα να συστήνει τον Β. Λεβέντη ως τον αποδέκτη ψήφων διαμαρτυρίας και χλεύης του πολιτικού συστήματος.

Ετικέτες: