Η Εθνική Στρατηγική για την Κλιματική Αλλαγή

Μέτρα και αντιδράσεις

Την ώρα που οι ηγέτες 21 κρατών συμμετέχουν στη διεθνή διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα, εντός των τειχών βρίσκεται σε εξέλιξη η δημόσια διαβούλευση της Εθνικής Στρατηγικής για την Κλιματική Αλλαγή.

Ενώ οι ηγέτες διατυπώνουν τις διαπιστώσεις τους για τα ανησυχητικά στοιχεία που αφορούν στην αλλαγή του κλίματος και τις αρνητικές της επιπτώσεις, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ετοιμάζεται να λάβει υπόψη του τις παρατηρήσεις επί της Εθνικής Στρατηγικής, καθώς σε μία εβδομάδα λήγει η περίοδος διαβούλευσης.

Προκειμένου να υπάρξει περιορισμός των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, το υπουργείο κρίνει ως επιτακτική την ανάγκη για το σχεδιασμό και τη λήψη κατάλληλων μέτρων προσαρμογής.

Όπως ανακοινώθηκε από το υπουργείο «Η παρούσα Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ) είναι το πρώτο βήμα για μια συνεχή και ευέλικτη διαδικασία σχεδιασμού και υλοποίησης των απαραίτητων μέτρων προσαρμογής σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Μετά την ολοκλήρωση της ΕΣΠΚΑ θα ακολουθήσει η εκπόνηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης και η περαιτέρω εξειδίκευσή τους μέσω των Περιφερειακών Σχεδίων Προσαρμογής».

Η μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΜΕΚΑ, 2011) κατέδειξε ότι οι μεταβολές στη συχνότητα και ένταση των ακραίων φαινομένων θα είναι μια από τις κύριες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για τον ελλαδικό χώρο με επακόλουθες αρνητικές επιδράσεις στην ευπάθεια των κοινωνιών και οικοσυστημάτων με την έκθεσή τους

σε περιβαλλοντικούς κινδύνους.

Πιο συγκεκριμένα, οι καύσωνές είναι πολύ πιθανό να γίνουν πιο συχνοί με μεγαλύτερη διάρκεια και ένταση. Αναμένονται λιγότερα έντονα φαινόμενα ψύχους, ωστόσο, περιστασιακές έντονες ψυχρές περίοδοι θα εξακολουθήσουν να εμφανίζονται ακόμα και κατά το δεύτερο μισό του 21ου αιώνα. Η καλοκαιρινή ξηρασία αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο οδηγώντας σε επιμήκυνση των περιόδων

ξηρασίας και σε πιέσεις στα υδατικά αποθέματα περιοχών με ήδη αυξημένη ευπάθεια. Παράλληλα, οι υψηλής έντασης βροχοπτώσεις αναμένεται να γίνουν πιο συχνές στα επόμενα 70 χρόνια, με συνέπεια στις αστικές περιοχές οι ξαφνικές πλημμύρες, λόγω των έντονων τοπικών βροχοπτώσεων, να γίνονται όλο και πιο συχνές.

Οι αλλαγές σε αυτά τα ακραία φαινόμενα αναμένεται να επηρεάσουν ιδιαίτερα τομείς όπως τη γεωργία, την αλιεία, την ανθρώπινη υγεία, τους υδάτινους πόρους, τη βιοποικιλότητα, τα οικοσυστήματα καθώς και τις υποδομές, τις μεταφορές και την ενέργεια. Ως εκ τούτου, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή όσον αφορά στα ακραία φαινόμενα, αποτελεί μέρος των στρατηγικών προσαρμογής για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας αυτών των τομέων και λαμβάνονται υπόψη στις προτεινόμενες στρατηγικές.

Προτεραιότητα στους τομείς που πλήττονται

Ο ρόλος του κράτους, όπως από το ίδιο το υπουργείο επισημαίνεται, είναι ουσιαστικός για το σχεδιασμό και την υλοποίηση προσαρμοστικών δράσεων, οι οποίες αφορούν πολιτικές προσαρμογής ανά τομείς όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία, η βιοποικιλότητα, τα δασικά οικοσυστήματα, οι υδάτινοι πόροι, η αλιεία, οι υδατοκαλλιέργειες, οι παράκτιες ζώνες, η ενέργεια, η υγεία, ο τουρισμός και οι μεταφορές.

Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στους τομείς εκείνους οι οποίοι προβλέπεται να πληγούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή, καθώς και να προληφθούν εκείνες οι επιπτώσεις οι οποίες προκαλούν το μεγαλύτερο κόστος για την οικονομία. Όπως προέκυψε από τις σχετικές αναλύσεις, ο τομέας που αναμένεται ότι θα πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα είναι η γεωργία, ενώ μεγάλες συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας και το εισόδημα των νοικοκυριών θα έχουν και οι επιπτώσεις στον τουρισμό και στα παράκτια συστήματα. Ειδική σημασία έχει επίσης ο τομέας των υδάτινων αποθεμάτων, ο οποίος επηρεάζει τόσο τη γεωργία όσο και την ύδρευση. Επομένως, η εφαρμογή των πολιτικών προσαρμογής πρέπει να εστιαστούν στους παραπάνω τομείς και να προγραμματιστεί έγκαιρα η υλοποίηση κατάλληλων δράσεων, ώστε να μειωθούν οι αναμενόμενες αρνητικές επιπτώσεις.

Αγροτικός τομέας, δασικά οικοσυστήματα και βιοποικιλότητα

Η εκτίμηση μέρους μόνο του ετήσιου κόστους προσαρμογής στον αγροτικό τομέα (αρδευτικά έργα και έργα προστασίας) ανέρχεται περίπου σε 72 εκ. ευρώ σε ετήσια βάση, ποσό που σχεδόν αποκλειστικά αφορά δημόσια δαπάνη.

Η άμεση, αλλά κυρίως η έμμεση, συμβολή των δασικών οικοσυστημάτων στην παροχή πολλαπλών αγαθών και υπηρεσιών είναι ζωτικής σημασίας για σχεδόν όλους τους κλάδους της παραγωγής, καθώς συμβάλλουν στο μετριασμό των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος τόσο στο φυσικό όσο και στο δομημένο περιβάλλον. Η ιεράρχηση των δράσεων για προσαρμογή της δασικής διαχείρισης στα δασικά οικοσυστήματα με στόχο τον περιορισμό των αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομική και κοινωνική δομή είναι, λόγω των περιορισμένων πόρων, ζωτικής σημασίας για την ευημερία της ελληνικής κοινωνίας.

Οι προτεινόμενες δράσεις και τα μέτρα για τη βιοποικιλότητα έχουν ως στόχο τη διατήρηση ή και την αποκατάσταση της δυνατότητας προσαρμογής του φυσικού περιβάλλοντος, μέσω της μείωσης των ανθρωπογενών πιέσεων στα οικοσυστήματα και στα είδη χλωρίδας και πανίδας, όπου αυτό απαιτείται. Βασικά προβλήματα

που εντοπίζονται στην προσπάθεια καθορισμού εξειδικευμένων μέτρων για την «προσαρμογή» της βιοποικιλότητας της Ελλάδας στην κλιματική αλλαγή είναι η ύπαρξη σημαντικών κενών στην υφιστάμενη γνώση περί της βιοποικιλότητας αλλά κυρίως η έλλειψη επιστημονικών στοιχείων σχετικά με την εκτίμηση της τρωτότητας των τύπων οικοσυστημάτων και των ειδών χλωρίδας και πανίδας σε εθνικό επίπεδο.

Αλιεία και υδάτινοι πόροι

Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις ελληνικές θάλασσες και ειδικότερα στην αλιεία, επηρεάζουν (α) την βιοποικιλότητα των θαλάσσιων περιοχών, (β) την βιολογία των τοπικών ειδών επιδρώντας, κυρίως, στην επιβίωση και θνησιμότητά τους,

(γ) τα θεμελιώδη ενδιαιτήματα των ψαριών (essential fish habitat), (δ) την κατανομή της αλιευτικής προσπάθειας, (στ) την εφαρμογή των αλιευτικών διαχειριστικών σχεδίων και τη δυσκολία επιβολής τους στους εμπλεκόμενους στην αλιεία και (ζ) την αύξηση του κόστους της αλιευτικής παραγωγής και των διαχειριστικών μέτρων.

Η ολοκληρωμένη και βιώσιμη διαχείριση των υδατικών πόρων αποτελεί δικλείδα ασφαλείας απέναντι στις πολυάριθμες και συνεχόμενες πιέσεις που δέχεται το υδατικό περιβάλλον.

Ένα από τα πιο σημαντικά μέτρα της ΕΣΠΚΑ, όσον αφορά στους υδάτινους πόρους, είναι η προώθηση και προάσπιση πολιτικής πρωτοβουλίας, καθώς και καινοτόμων τεχνολογιών και πρακτικών που βασίζονται στις αρχές υδρολογικής και οικολογικής διαχείρισης και στοχεύουν στην ορθολογική διαχείριση των υδάτων μέσω μέτρων εξοικονόμησης ύδατος και εξασφάλισης πιο αποτελεσματικής χρήσης του.

Παράκτιες ζώνες και η απειλή των ΑΠΕ στις Κυκλάδες

Για τις παράκτιες ζώνες, οι επιπτώσεις της ανόδου της στάθμης της θάλασσας από την κλιματική αλλαγή, ελαχιστοποιούνται με οπισθοχώρηση ή τροποποίηση των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων και χρήσεων στις παράκτιες περιοχές που πλήττονται και με την εφαρμογή σκληρών και ήπιων τεχνικών προστασίας, με τις οποίες ελαχιστοποιούνται οι κοινωνικές επιπτώσεις.

Μερικές από τις ενέργειες που περιλαμβάνονται στη σχεδιασμένη οπισθοχώρηση είναι ο σχεδιασμός και ανάπτυξη ζωνών προστασίας μεταξύ του αιγιαλού και της οικιστικής ζώνης ανάπτυξης, η αποθάρρυνση οικιστικής και επιχειρηματικής ανάπτυξης σε παράκτιες περιοχές που αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους διάβρωσης, έως και απαγόρευση χρήσεων γης (όπου είναι απαραίτητο) σε συγκεκριμένες παράκτιες περιοχές που απειλούνται, η μετεγκατάσταση κτηρίων και εγκαταστάσεων σε ασφαλέστερες και υψηλότερες τοποθεσίες. Οι νέες κατασκευές στις παράκτιες περιοχές πρέπει να ενσωματώνουν τη δυνατότητα μετεγκατάστασης.

Τελευταία σοβαρή απειλή τα ενδεχόμενα αιολικά πάρκα στις Κυκλάδες. Από αυτά, απειλείται και το υδατικό καθεστώς των νησιών, με τη μορφή της επιδείνωσης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, ως εξής:

−Στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον, η δρόσος, η πάχνη, ο παγετός και η ομίχλη (χαμηλής νέφωσης) είναι υδρατμοί της ατμόσφαιρας που κατεισδύουν στο έδαφος. Η διαδικασία αυτή εμποδίζεται από τις Α/Γ, οι οποίες λειτουργούν, και μάλιστα συνεχώς, ως ανεπιθύμητοι ανεμομίκτες. Οι μορφές αυτές των αερίων υδρατμών έχουν ιδιαίτερη σημασία για τα νησιά αυτά, καθώς αντικαθιστούν, σε μεγάλο βαθμό και στο πλαίσιο των φυσιογραφικών χαρακτήρων του νησιού, τις βροχοπτώσεις.

Τουρισμός

Το τουριστικό προϊόν είναι προφανώς ευάλωτο στην κλιματική αλλαγή, τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς. Η αυξανόμενη συχνότητα ολοένα και υψηλότερων θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η έλλειψη νερού είναι μόνο μερικές από τις επιπτώσεις που θα επηρεάσουν σημαντικά τον κλάδο του τουρισμού.

Επίσης υπάρχει μεγάλη πιθανότητα μετακίνησης της τουριστικής περιόδου (για το σύνολο των «μεσογειακών διακοπών») προς την άνοιξη και το φθινόπωρο. Από την πλευρά της προσφοράς, η λειψυδρία, η μείωση της βιοποικιλότητας, οι επιδράσεις στην αισθητική του τοπίου, οι επιδράσεις στην παράκτια ζώνη και στις υποδομές (γενικές και τουριστικές) καθώς και οι επιδράσεις στην αγροτική παραγωγή θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και να αντιμετωπιστούν κατάλληλα.

Οι κύριες δράσεις και μέτρα περιλαμβάνουν νέες προδιαγραφές τουριστικών εγκαταστάσεων, διαφοροποίηση τουριστικού προϊόντος και διεύρυνση της τουριστικής περιόδου (προγράμματα προβολής

και διαφήμισης, κλπ.).

Επίδραση στην ανταγωνιστικότητα-ελκυστικότητα των περιφερειών τουριστικών προορισμών σε σχέση με την εποχικότητα, με ιδιαίτερη έμφαση στις ορεινές και νησιωτικές περιοχές, μέσω ανάπτυξης και προώθησης εξειδικευμένων μορφών τουρισμού (πολιτιστικός, εκκλησιαστικός, αναρριχητικός, περιβαλλοντικός, κ.λπ.), λαμβάνοντας υπόψη και τον ανταγωνισμό από άλλες χώρες, υποστήριξης ειδικών μορφών τουρισμού (έργα, κίνητρα, προγράμματα, κ.λπ), αξιοποίησης υπαρχουσών υποδομών (capacity) σε διάφορες περιφέρειες και σύνδεσή τους με εποχικές δραστηριότητες, δημιουργίας σχεδίου αντιμετώπισης της μετατόπισης της τουριστικής περιόδου προς την άνοιξη και φθινόπωρο και επανατοποθέτησης του τουριστικού προϊόντος (branding).

Ενέργεια και μεταφορές

Τρωτές σε ακραία καιρικά φαινόμενα και πλημμύρες εμφανίζονται και οι υποδομές ενέργειας όπως τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και τα κέντρα υψηλής τάσης.

Επίσης η άνοδος της στάθμης της θάλασσας επηρεάζει δικτυακές υποδομές που γειτνιάζουν με τη θάλασσα, καθώς και τις υποθαλάσσιες διασυνδέσεις. Τρωτές είναι επίσης και οι εγκαταστάσεις παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, κυρίως από αιολικά και δευτερευόντως από ηλιακά.

Στις δράσεις περιλαμβάνονται έργα προστασίας παράκτιων εγκαταστάσεων ενέργειας και νησιωτικών συστημάτων, με μέτρα όπως ειδική μελέτη τρωτότητας για υφιστάμενα δίκτυα και μονάδες ενέργειας στα μη διασυνδεδεμένα νησιά και εκπόνηση προγράμματος επενδύσεων σε έργα προστασίας, καθώς και μελέτη τρωτότητας για δίκτυα διασύνδεσης νησιών, τροποποίηση προγραμμάτων ΔΕΔΔΗΕ για μη διασυνδεδεμένα νησιά ώστε οι μελλοντικές υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας (μονάδες, νησιωτικά δίκτυα και διασυνδέσεις νησιών) να είναι προληπτικά προστατευμένες και ειδική μελέτη τρωτότητας για υφιστάμενες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που είναι παράκτιες (εκτός νησιών) και χρησιμοποιούν θαλασσινό νερό για ψύξη, και εκπόνηση προγράμματος επενδύσεων σε έργα προστασίας τους.

Οι αναμενόμενες από την αλλαγή του κλίματος μεταβολές θα επηρεάσουν παράλληλα και τις υποδομές και τα δίκτυα λειτουργίας των μεταφορών, ανεξαρτήτως μεταφορικού μέσου. Είναι επομένως ζωτικής σημασίας οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής να αντιμετωπιστούν με μια οργανωμένη και λογική προσέγγιση που θα δίνει προτεραιότητα σε εκείνες τις ομάδες μέτρων και δράσεων που μπορούν να τις αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά.

Ειδικά για τις πλωτές και θαλάσσιες μεταφορές προτείνονται νέα πρότυπα σχεδιασμού πλοίων για προστασία από μεγαλύτερα

κύματα ή ρηχά κανάλια /λιμάνια, μετεγκατάσταση, επανασχεδιασμός και ενίσχυση των κυματοθραυστών για την προστασία των λιμανιών και της γενικής υποδομής θαλάσσιων μεταφορών από μεγαλύτερα κύματα, παροχή επαρκών θέσεων ελλιμενισμού, αγκυροβολίων και εξοπλισμού ακτής για το χειρισμό (εξυπηρέτηση) μεγαλύτερου αριθμού σκαφών, παροχή επαρκών συστημάτων προφύλαξης (για σκάφη ελαφριάς κατασκευής ευαίσθητων σε μεγαλύτερη ζημία), Απομάκρυνση ιζημάτων από το βυθό της θάλασσας, λόγω μεγάλων

κυμάτων και πλημμυρών και πρόβλεψη κάθετων αποβάθρων για να διευκολύνουν τη μεταφόρτωση σε συνθήκες εξαιρετικά χαμηλής στάθμης νερού.

Αντιδράσεις

Έντονη αντίδραση υπήρξε εκ μέρους της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), η οποία μέσω επιστολή της προς τον πρωθυπουργό χαρακτηρίζει ως «απίστευτες τερατολογίες» τα σχετικά με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) στο κείμενο Εθνικής Στρατηγικής για την Κλιματική Αλλαγή.

Η επιστολή επικεντρώνει στην αναφορά στο κείμενο της Εθνικής Στρατηγικής για τις ανεμογεννήτριες στις Κυκλάδες, κρίνοντας ότι συγχέονται οι ανεμομίκτες, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για να μην επιτρέψουν το φαινόμενα παγετού σε καλλιέργειες προκαλώντας ρεύματα αέρα στην περιοχή, με τις ανεμογεννήτριες που παρά το όνομα τους δεν παράγουν αλλά αξιοποιούν τα υπάρχοντα ρεύματα αέρα. «Μια σύγχυση στην οποία, ίσως, ούτε μαθητής του δημοτικού δεν θα υπέπιπτε», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Όπως σημειώνεται στην επιστολή, οι ισχυρισμοί αυτοί «στερούνται επιστημονικής τεκμηρίωσης, είναι μνημείο σκοταδισμού και προϊόν ιδεοληψιών και στόχο έχουν να πλήξουν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, οι οποίες αποτελούν κατά πλανητική ομολογία, το κυριότερο όπλο στη φαρέτρα αντιμετώπισης και αναχαίτισης της κλιματικής αλλαγής».

Με αιχμή τίθεται η απορία εάν πρόκειται για κακή πληροφόρηση ή εξυπηρέτηση συμφερόντων των λόμπι των ορυκτών καυσίμων και της πυρηνικής ενέργειας, ενώ κρίνεται ότι «είναι αδύνατο να δεχτούμε ότι στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ υιοθετούν τον όρο "Βιομηχανικές Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας" και ότι με αυτό υπονοείται από τις ομάδες «αντίστασης» κατά της ανάπτυξης της αιολικής ενέργειας, της πιο φιλικής ενεργειακής πηγής. Και για να είμαστε ξεκάθαροι: δεν μας ενοχλεί η χρήση του όρου καθ' εαυτή. Μακάρι να είχαμε καταφέρει να έχουμε βιομηχανία ΑΠΕ στη χώρα μας και μεγάλη ανάπτυξη, αλλά οι πολιτικές του παρελθόντος δεν το επέτρεψαν, με ελάχιστες λαμπρές εξαιρέσεις, που δεν κατάφεραν να κάνουν τη διαφορά. Διαμαρτυρόμαστε στη χρήση του όρου, που εξισώνοντας την έννοια βιομηχανία με καταστροφή του περιβάλλοντος, προσπαθεί να απαξιώσει την αιολική ενέργεια».

Η ΕΛΕΤΑΕΝ αιτείται την απόσυρση της συγκεκριμένης παραγράφου και «σε αναθεώρηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή με τη συμμετοχή εκπροσώπων φορέων που αντιλαμβάνονται πέρα και πάνω από τις γνώσεις τους τις συνέπειες της Κλιματικής Αλλαγής, όπως η Greenpeace και το WWF».