Διαθεσιμότητα και απολύσεις στο Δημόσιο

Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος «θανάτου»

  • Δευτέρα, 15 Ιουλίου, 2013 - 06:00

Εν μέσω ενός θέρους «θεριού», στη διάρκεια του οποίου τα «μπάνια του λαού» δεν αποτελούν ούτε κατά διάνοια ορατή προοπτική για το 73% των Ελλήνων, διάφορες επαγγελματικές ομάδες δηλώνουν έτοιμες να «σηκωθούν στο πόδι», ευελπιστώντας ότι θα αναστρέψουν ήδη ειλημμένες αποφάσεις.

Ειλημμένες, αφού έχει ήδη συμφωνηθεί με τους δανειστές της χώρας ότι ο ελληνικός δημόσιος τομέας είναι «υδροκέφαλος» και «υπερβολικά ευρύς», «δυσκίνητος και αναποτελεσματικός» και αφού ήδη, εδώ και πολλούς μήνες, δεν είναι μυστικό ότι τα αρμόδια Υπουργεία αναζητούν υπαλλήλους από διάφορες «δεξαμενές» για να ικανοποιηθούν τα προσυμφωνηθέντα.

Κεραυνός εν αιθρία;

Αυτό που δεν γίνεται κατανοητό, όχι, τουλάχιστον, διά γυμνού οφθαλμού, είναι το «σοκ» το οποίο φαίνεται πως υπέστησαν όσοι «τράβηξαν τον πρώτο αριθμό του λαχείου». Δημοτικοί αστυνόμοι, σχολικοί φύλακες, καθηγητές της τεχνικής εκπαίδευσης, είναι οι πρώτοι και, φυσικά όχι οι μόνοι, αφού τη σκυτάλη θα πάρουν σύντομα και άλλες επαγγελματικές ομάδες.

Δεν ήταν άραγε γνωστό εδώ και τόσον καιρό πως κάποιος θα είναι ο πρώτος; Ή μήπως πίστευε κανείς ότι οι 12.500 δημόσιοι υπάλληλοι που πρέπει όχι απλώς να τεθούν σε διαθεσιμότητα, αλλά να απολυθούν οριστικά αφορούσαν… άλλο κράτος; Κάποιοι μιλούν για διάλυση και κάποιοι για αναγκαία αναδιάρθρωση. Οι άμεσα θιγόμενοι κατεβαίνουν στους δρόμους, Δήμαρχοι και Δημοτικά Συμβούλια ανά την Ελλάδα σκέπτονται να «παραδώσουν τα κλειδιά» και να παραιτηθούν μαζικά και η Κεντρική Ένωση Δήμων προτείνει αναστολή της λειτουργίας των ΟΤΑ δίνοντας τη δυνατότητα στους «τουριστικούς Δήμους» να πράξουν όπως νομίζουν. Η πλειονότητα των «τουριστικών Δήμων» στις Κυκλάδες θεωρεί ως καλή ιδέα να κλείσει μεν της πόρτες των υπηρεσιών των Δήμων στο κοινό, αλλά οι υπάλληλοι να εργάζονται χωρίς να εξυπηρετούν, με την υπηρεσία καθαριότητας και τις κοινωνικοπρονοιακές δομές να βρίσκονται σε λειτουργία.

Η δύναμη των διπόλων

Μια επιχείρηση εξαιρετικά δομημένη, στο πλαίσιο της οποίας οι διάφορες υποκατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων έχουν βαλθεί να «κονταροχτυπιούνται» μεταξύ τους, δεν μπορεί παρά να έχει αυτό το αποτέλεσμα: Οι «κοπανατζήδες» εναντίον των «ευσυνείδητων και τακτικών» υπαλλήλων, οι «επίορκοι» εναντίον όσων είναι «τυπικοί και κάνουν καλά τη δουλειά τους», όσοι μπήκαν «με άγνωστο τρόπο» στο δημόσιο ή, όπως είπε ο ίδιος ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, όσοι «πέτυχαν καθεστώς μονιμοποίησης καταστρατηγώντας βάναυσα το πνεύμα του Συντάγματος», εναντίον όσων «μπήκαν με ΑΣΕΠ», αυτοί που μπήκαν «με πλαστά δικαιολογητικά» εναντίον αυτών που μπήκαν «κανονικά και με τον νόμο», οι «υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου» εναντίον των «μονίμων», οι υπάλληλοι «δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» εναντίον των «πτυχιούχων». Μια ατελείωτη ανθρωπογραμμή διπόλων που αναδύθηκαν «ξαφνικά» στην επιφάνεια, λες και ως χθες ουδείς γνώριζε γι’ αυτά.

Διγλωσσία σε… διατεταγμένη υπηρεσία

Μόνο που, στην πραγματικότητα, ο «υδροκέφαλος», «αναποτελεσματικός», ή «υπερβολικά ευρύς» δημόσιος τομέας που συναπαρτίζουν όλες οι παραπάνω, αντιμαχόμενες, πλέον, κατηγορίες, καθώς και πολλές άλλες, δεν συστάθηκε από τις ίδιες τις κατηγορίες. Φυσικά και χρειάζεται εξορθολογισμός, κανείς δεν υποστηρίζει το αντίθετο. Και βέβαια είναι αναγκαία η αλλαγή, εάν υποθέσουμε ότι όλοι επιζητούμε έναν δημόσιο τομέα, απαλλαγμένο από «σκιές», που να είναι σε θέση να λειτουργεί προς όφελος του πολίτη. Τι συνέβη με την -περί ης πολύς ο λόγος- «αξιολόγηση» τόσο της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών όσο και των υπαλλήλων που τις ασκούν;

Μέχρι χθες ο θεσμός της δημοτικής αστυνομίας χαρακτηριζόταν ως εξαιρετικά πετυχημένος. Σήμερα ο νέος Υπουργός τον χαρακτηρίζει ανεπιτυχή, παρότι, όπως σημειώνει, «είναι στελεχωμένος με υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό». Μέχρι χθες οι δημοτικοί αστυνόμοι θεωρούνταν απαραίτητοι για μια σειρά αρμοδιοτήτων, εκχωρημένων στους Δήμους. Σήμερα θεωρείται ότι «θα προσφέρουν πολύ περισσότερο στην εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας αν ενταχθούν στην Ελληνική Αστυνομία».

Μάλιστα, ενδεικτικό του απίστευτου επικοινωνιακού αλαλούμ είναι ότι ενώ αρχικά γινόταν λόγος για διαθεσιμότητα λίγων μηνών μέχρι οι δημοτικοί αστυνόμοι να ενταχθούν στη δύναμη της ΕΛ.ΑΣ, ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών προέβλεψε χθες ότι τουλάχιστον το 20% αυτών πρόκειται να απολυθεί από το Δημόσιο, καθώς, όπως είπε, «έχουν μπει με πλαστά πτυχία ή με άλλους παράνομους τρόπους». Ο κ. Λεωνίδας Γρηγοράκος δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει ότι πολλά ξένα ινστιτούτα στην Ελλάδα (Βρετανικό Συμβούλιο, Ελληνοαμερικάνικη Ένωση, Γαλλικό Ινστιτούτο, Ινστιτούτο Γκαίτε κ.λπ.) έχουν καταγγείλει ότι ο αριθμός των υπαλλήλων του δημοσίου που εμφανίζεται να έχει στην κατοχή του ξενόγλωσσα πτυχία, είναι πολύ μεγαλύτερος από τα πτυχία που έχουν δώσει. Αυτή η αποκάλυψη, η οποία ακούγεται τρομερά θελκτική και απείρως ενδιαφέρουσα, ειδικά για τους ένθερμους πολέμιους του «μεγάλου ασθενή» δημοσίου τομέα, φαντάζεται κανείς ότι δεν έγινε χθες. Είναι άραγε δυνατόν το Υπουργείο να έμαθε μόλις χθες ότι υπάλληλοι έχουν ενταχθεί στο δημόσιο με πλαστά πτυχία. Αναρωτιέται, εύλογα, κανείς πώς η πληροφορία αυτή δεν είχε νωρίτερα αξιοποιηθεί; Και γιατί; Ή, γιατί σήμερα;

«Στρεβλότητες» του «νοθευμένου» συστήματος

Από την άλλη, χιλιάδες μαθητές που επέλεξαν την τεχνική εκπαίδευση θα πρέπει να αλλάξουν επαγγελματικό προσανατολισμό, μετά την κατάργηση 52 ειδικοτήτων εκπαιδευτικών που συνεπάγεται κατάργηση επαγγελματικών ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ και τις ΕΠΑΣ. Ο Υπουργός Παιδείας δηλώνει ότι τα επαγγελματικά λύκεια και οι σχολές δεν θα κλείσουν. Τι θα συμβεί όμως με τους μαθητές που επέλεξαν αυτές τις ειδικότητες; Και, ακόμη περισσότερο, τι θα συμβεί με τους μαθητές της νησιωτικής χώρας; Θα πρέπει να επιλέξουν έναν άλλον επαγγελματικό δρόμο ή να μεταναστεύσουν στη στεριανή Ελλάδα όπου οι προοπτικές είναι περισσότερες;

Τι κρύβεται πίσω απ’ τις δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας ότι το Υπουργείο θέλει μια τεχνική εκπαίδευση που να προσφέρει ειδικότητες επαγγελμάτων, που καλύπτουν τις επιλογές των μαθητών και τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, και όχι τους κλάδους και τις ειδικότητες μονίμων καθηγητών, οι οποίοι, «διαμέσου ενός στρεβλού και νοθευμένου πλαισίου, “βρέθηκαν” να στελεχώνουν τα Επαγγελματικά Λύκεια και τις Επαγγελματικές Σχολές»; Ποιος σχεδίασε το σύστημα αυτό, ποιος το κατέστησε «στρεβλό» και «νοθευμένο» και πώς ακριβώς «βρέθηκαν» οι εκπαιδευτικοί να στελεχώνουν την επαγγελματική εκπαίδευση;

Ένα ολόκληρο σύστημα βρίσκεται σε κρίση. Είναι αυτονόητο ότι χρειάζεται αλλαγή. Πέρα και πάνω απ’ όλα, όμως, χρειάζεται γενναιότητα. Και οι όποιες «νοθείες» επιχειρεί το επικοινωνιακό σκέλος του εγχειρήματος, φαντάζουν, μάλλον κατώτερες των περιστάσεων.