Παρουσίαση της πρότασης του WWF Ελλάς σε συνεργασία με άλλες 13 οργανώσεις, για την κατάρτιση και εφαρμογή κλιματικού νόμου στην Ελλάδα

«Η κλιματική αλλαγή μιλά στην καρδιά της καθημερινότητας»

Παρουσιάστηκε, σε διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου, η πρόταση του WWF Ελλάς για τον πρώτο κλιματικό νόμο στη χώρα μας, η οποία θα κατατεθεί υπόψιν των αρμόδιων κυβερνητικών οργάνων.

Η πρωτοβουλία για τη συνδιαμόρφωση πρότασης κλιματικού νόμου ξεκίνησε από το WWF Ελλάς, σε συνεργασία με το Vouliwatch. Στην προσπάθεια εντάχθηκαν στη συνέχεια οι οργανώσεις Γιατροί του Κόσμου - Ελληνική Αντιπροσωπεία, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Καλλιστώ, Νόμος και Φύση, Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης, Greenpeace, Medasset και SolidarityNow, καθώς και η ΓΣΕΕ.

Στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου, ο υπεύθυνος του τομέα ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής του WWF Ελλάς, κ. Δημήτρης Ιμπραήμ, πραγματοποίησε μία αναλυτικότατη παρουσίαση, αναφορικά με τις προβλέψεις της πρότασης νόμου, που έχει συνταχθεί με επίκεντρο, όπως τόνισε, τον άνθρωπο. Παράλληλα, τονίστηκε πως η πρωτοβουλία ανελήφθη καθώς τόσο η κυβέρνηση, όσο και η πλειονότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης, έχουν παραδεχτεί την ανάγκη ύπαρξης ενός σχετικού θεσμικού πλαισίου.

Εμπεριστατωμένη και συνολική πρόταση

Το ιστορικό εγχείρημα συγγραφής του πρώτου κλιματικού νόμου για την Ελλάδα, που ξεκίνησε τον περασμένο Οκτώβρη με διεξαγωγή έρευνας γνώμης, ολοκληρώθηκε με επιτυχία και μεγάλη ανταπόκριση του κόσμου, σύμφωνα και με τη σχετική ανακοίνωση του WWF. Έπειτα από δύο μήνες δημόσιας διαβούλευσης και χάρη στη συμβολή 13 οργανώσεων και φορέων, αλλά και εκατοντάδων πολιτών που συμμετείχαν ενεργά, ολοκληρώθηκε η συγγραφή της πρώτης πρότασης κλιματικού νόμου στην Ελλάδα. Στο τελικό κείμενο ενσωματώθηκε η πλειονότητα των σχολίων που κατατέθηκαν (άγγιξαν τα 500), ενώ προστέθηκαν επίσης σημαντικές βελτιώσεις και τροποποιήσεις. Το τελικό κείμενο θα σταλεί στον πρωθυπουργό, την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ και τους βουλευτές, ως μία ουσιαστική συμβολή στο πλαίσιο της νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας που έχει ήδη ξεκινήσει για τη σύνταξη σχεδίου κλιματικού νόμου.

Τα σχόλια είχαν στη συντριπτική τους πλειονότητα ως αποτέλεσμα τη βελτίωση και την ενίσχυση του αρχικού προσχεδίου, ενώ ακόμα και τα πιο κριτικά σχόλια ήταν εποικοδομητικά και σχετικά με το περιεχόμενο του κειμένου. Εξαιρετικά θετικό ήταν επίσης το γεγονός ότι τα σχόλια αφορούσαν  το σύνολο σχεδόν της αρχικής πρότασης.

Η τελική πρόταση αποτελεί μία εμπεριστατωμένη και συνολική πρόταση που καλύπτει σχεδόν το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας και της κοινωνικής ζωής, από το σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας, μέχρι τη διατροφή και τα απόβλητα. Παράλληλα συνδέει τις δύο μεγαλύτερες περιβαλλοντικές προκλήσεις της ανθρωπότητας, την κλιματική κρίση και την απώλεια της βιοποικιλότητας, προβλέποντας φιλόδοξες ρυθμίσεις για την προστασία και αποκατάσταση της φύσης. Τέλος, αναδεικνύει τους πολίτες σε πρωταγωνιστές του μετασχηματισμού προς την κλιματική ουδετερότητα, προστατεύοντας τα δικαιώματά τους, αλλά και κατανέμοντάς τους σημαντικές αρμοδιότητες στη διαμόρφωση και τον έλεγχο της κλιματικής πολιτικής.

Τι αναφέρει η αιτιολογική έκθεση

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει την πρόταση νόμου, «η θέσπιση ενός ελληνικού κλιματικού νόμου γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική, καθώς η χώρα μας δε διαθέτει το θεσμικό πλαίσιο και το απαραίτητο σύστημα διαμόρφωσης πολιτικών για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης και την επιτυχημένη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα. Ενώ λοιπόν τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν πως η χώρα μας είναι ανοχύρωτη μπροστά στις ήδη αισθητές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη να ευθυγραμμιστεί η οικονομική, κοινωνική και αναπτυξιακή πολιτική της Ελλάδας, με στον στόχο συγκράτησης της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5οC».

Όπως επισημαίνεται, «η όσο το δυνατόν πιο έγκαιρη ανταπόκριση της Ελλάδας στην πρόκληση της κλιματικής ουδετερότητας, γίνεται πλέον επιτακτική, ιδιαίτερα μάλιστα λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι η πανδημία έχει αναδείξει τη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης ως επείγουσα προτεραιότητα».

Ειδική μνεία στη συμμετοχική διαδικασία κατάρτισης

Κατά την παρουσίαση της πρότασης νόμου τονίστηκε, ότι, παρά το γεγονός πως αυτές τις ημέρες θεσπίζεται ένας κλιματικός νόμος σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η ανάγκη εξειδικευμένων προβλέψεων για τη χώρα μας δεν καλύπτεται και ως εκ τούτου η ψήφιση εθνικού κλιματικού νόμου εξακολουθεί να αποτελεί αναγκαιότητα. Επιπλέον, όπως ενημέρωσε ο κ. Ιμπραήμ, η διαμόρφωση της πρότασης για τον κλιματικό νόμο βασίστηκε σε κλιματικούς νόμους που έχουν ψηφιστεί και ισχύουν σε άλλες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου, ωστόσο καταρτίστηκε με βάση την ελληνική πραγματικότητα, σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, προκειμένου να είναι εφαρμόσιμος άμεσα και σε βάθος χρόνου, ανεξάρτητα από τις όποιες μεταβολές στην κυβερνητική πολιτική.

Από την πλευρά της, η επικεφαλής πολιτικής του WWF Eλλάς, κ. Θεοδότα Νάντσου, τόνισε μεταξύ άλλων, πως η διαδικασία κατάρτισης και διαβούλευσης της πρότασης νόμου, βοήθησε και τους πολίτες και φορείς που συμμετείχαν σε αυτή, να κατανοήσουν «όλες τις προκλήσεις που προκύπτουν από την κλιματική κρίση. Διότι η κλιματική κρίση δεν είναι μία πρόκληση μόνο για το κεφάλαιο που λέγεται ενέργεια και απανθρακοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής. Η κλιματική κρίση τα αλλάζει όλα στον τρόπο ζωής μας όπως τον ξέραμε. Άρα θα αλλάξει όλες τις παραγωγικές πολιτικές, θα αλλάξει θεμελιώδεις κανόνες με τους οποίους λειτουργούσε η οικονομία, σίγουρα αλλάζει θεμελιωδώς το σύστημα διακυβέρνησης, τον τρόπο λήψης αποφάσεων, ενώ ενέχει ένα πολύ γενναίο κομμάτι που αφορά στη συμμετοχή των πολιτών. Η διαβούλευση, λοιπόν που ξεκινήσαμε, δεν χρησίμευσε απλώς για να εμπλουτιστεί η πρόταση νόμου – που όντως εμπλουτίστηκε πολύ σοβαρά – αλλά και στο να γίνει η κοινωνία συμμέτοχος στη διαδικασία διάπλασης δημόσιων πολιτικών για την κλιματική αλλαγή».

Κλείνοντας την εκτενή παρουσίαση των προβλέψεων του προτεινόμενου νόμου, ο κ. Ιμπραήμ σημείωσε, πως «ο εθνικός κλιματικός νόμος έχει μία σημαντική ιδιαιτερότητα για την Ελλάδα. Δεν είναι μία υποχρέωση η οποία απορρέει από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και ως εκ τούτου δεν είναι μία ακόμη “αγγαρεία” την οποία καλείται να φέρει σε πέρας η χώρα μας. Είναι, λοιπόν, εξαιρετικά ευτυχές, ότι έχουμε ακούσει, τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από την αντιπολίτευση, ότι προτίθενται να στηρίξουν αυτή την πρωτοβουλία. Για εμάς αυτό είναι ένα σημείο που σηματοδοτεί την αφετηρία, δίνει το έναυσμα για εντονότερη κλιματική δράση πάνω σε αυτούς τους πυλώνες και αυτές τις διαστάσεις, μέχρι το 2030. Επίσης, αυτή η πρόταση σηματοδοτεί την αρχή μίας πιο δομημένης προσπάθειας να εισάγουμε την κλιματική πολιτική μέσα στην ελληνική πολιτική ζωή και να κινητοποιήσουμε τους πολίτες».

Ζητούμενο ένα σύστημα που δουλεύει στην πράξη

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η τοποθέτηση της αν. Καθηγήτριας στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ και Προέδρου της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, κ. Μαρίας Γαβουνέλη, που αποτελεί μέλος του επιστημονικού γνωμοδοτικού συμβουλίου, που συνέβαλε στην κατάρτιση της πρότασης νόμου.

Η κ. Γαβουνέλη υπογράμμισε, ότι ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός, ότι οι προβλέψεις της συγκεκριμένης νομοθετικής πρότασης έρχονται επικουρικά στην υφιστάμενη νομική υποδομή της χώρας. «Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε συγκλίσεις πολιτικών και να ενσωματώσουμε διαδικασίες. […] Δεν φτιάχνουμε κάτι καινούριο, κάτι επιπλέον, αλλά ενσωματώνουμε νέα στοιχεία, σε υπάρχουσες πολιτικές και διαδικασίες, εμπλουτίζοντάς τις και καθιστώντας τις επομένως απολύτως αποτελεσματικές. Αυτή ήταν η πρακτική μας προσέγγιση, η οποία βεβαίως έχει και βαθιά νομική βάση, αλλά στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα είναι αυτό που μετράει. Αυτό που θέλουμε, είναι να έχουμε ένα σύστημα που δουλεύει», επεσήμανε.

Τέλος, και η ίδια έκανε ειδική μνεία στη σημαντική συμβολή των πολιτών και φορέων στη συνδιαμόρφωση του πλαισίου, υπενθυμίζοντας, ότι «η κλιματική αλλαγή μιλά στην καρδιά της καθημερινότητάς μας και αφορά στη ζωή μας σήμερα. Όχι στο μέλλον, τώρα».

Ειδικά για τις ΑΠΕ

Έπειτα από σχετικό ερώτημα, ο κ. Ιμπραήμ αναφέρθηκε στην πρόταση νόμου και συγκεκριμένα στις προβλέψεις της αναφορικά με την χωροθέτηση των ΑΠΕ, αλλά και τη στάση απέναντι στα έργα που συνοδεύουν τις επενδύσεις αυτές.

«Το ζήτημα της χωροθέτησης των ΑΠΕ είναι ένα εξαιρετικά κομβικό ζήτημα. Εμείς προσπαθούμε να το θίξουμε με μία σειρά από διατάξεις. Προφανώς υπάρχει ρητή διάταξη, όπου προβλέπεται ότι το περιβάλλον προστατεύεται και δεν μπορεί η κλιματική δράση να το υποβαθμίζει. Αυτό, εκ των ων ουκ άνευ. Υπάρχουν επίσης διατάξεις για τη χωροθεσία και άρα ουσιαστικά ανοίγουμε το δρόμο για πολιτική δράση στη συνέχεια, ώστε να υπάρχει, σε επίπεδο χωροθεσίας, ορθή χωροθέτηση των έργων ΑΠΕ. Ειδικά για τα θέματα ΑΠΕ, έχουμε ρητή αναφορά, ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούν υποδομές και έργα περιβαλλοντικού σκοπού και ως εκ τούτου, θα πρέπει να χωροθετούνται και να εγκαθίστανται με την ελάχιστη δυνατή επίπτωση στο φυσικό περιβάλλον, κάνοντας λόγο και για χρήση των βέλτιστων τεχνικών. Όλο αυτό, σε συνδυασμό πάντα και με τις διατάξεις που έχουμε για την προστασία της φύσης. Έχουμε κάποιες περιοχές που θεωρούμε απολύτου προστασίας, όπου δεν μπορεί να υπάρχει καμία σχεδόν δραστηριότητα πλην συγκεκριμένων εξαιρέσεων. Θεωρούμε λοιπόν, ότι είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει – και ενόψει του νέου ΕΣΕ – να αντιμετωπιστεί από την πολιτεία, με όρους διαφάνειας και συμμετοχικότητας κατά προτεραιότητα», υπογράμμισε ο κ. Ιμπραήμ.

Στο σύνδεσμο παρακάτω, μπορείτε να κατεβάσετε και να διαβάσετε ολόκληρη την πρόταση για τον κλιματικό νόμο.

Σχετικά αρχεία: