Τα πολλαπλά και πολυεπίιπεδα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι νησιωτικοί Δήμοι τέθηκαν κατά τις εργασίες του συνεδρίου της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας

Τα νησιά να βρεθούν στο επίκεντρο της εθνικής στρατηγικής

Στο βήμα του συνεδρίου ο πρόεδρος της ΠΕΔ Ν. Αιγαίου, ο Δήμαρχος Μυκόνου και ο πρόεδρος της ΔΕΥΑ Θήρας

Την αναγκαιότητα, τα νησιά να τεθούν στο επίκεντρο του εθνικού στρατηγικού σχεδίου, με βάση την αναπτυξιακή τους δυναμική, αλλά και το μοναδικό φυσικό τους τοπίου, ανέδειξαν οι εκπρόσωποι των Κυκλάδων και του Νότιου Αιγαίου στο πλαίσιο του ετήσιου συνεδρίου της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας.

Το ετήσιο τακτικό συνέδριο της ΚΕΔΕ πραγματοποιήθηκε φέτος ξανά, μετά από την περσινή ψηφιακή μορφή του, διά ζώσης στη Θεσσαλονίκη και στο Συνεδριακό Κέντρο «Ιωάννης Βελλίδης», από τις 14 έως τις 16 Οκτωβρίου. Στο συνέδριο συμμετείχαν, πέραν από τα μέλη της ΚΕΔΕ, κυβερνητικά στελέχη αρμόδια για τα ζητήματα που αγγίζουν την αυτοδιοίκηση σε πολλαπλά επίπεδα, αλλά και εξειδικευμένοι επιστήμονες, οι οποίοι ανέλυσαν σε υπηρεσιακό επίπεδο θέματα που άπτονται της οικονομικής διαχείρισης, αλλά και της αντιμετώπισης έκτακτων κρίσεων.

Στο πλαίσιο του διαλόγου που αναπτύχθηκε μέσα από τις εργασίες του συνεδρίου, τονίστηκαν τα πάγια προβλήματα που ταλανίζουν τον πρώτο βαθμό αυτοδιοίκησης, όπως είναι η υποστελέχωση, η έλλειψη πόρων για τις ολοένα αυξανόμενες αρμοδιότητες, η αγνόηση της αυτοδιοίκησης κατά τη χάραξη πολιτικών που την αφορούν, η ανάγκη διοικητικής ανασυγκρότησης, η καταστατική θέση των αιρετών, αλλά και το φλέγον ζήτημα της παρούσας περιόδου, που σχετίζεται με την κινητικότητα των υπαλλήλων.

Τα βασικότερα ζητήματα των Δήμων

Κατά τις εργασίες του συνεδρίου και από την πλειοψηφία των συνέδρων που έλαβαν το λόγο, τονίστηκε πως η ικανότητα της αυτοδιοίκησης να ανταποκρίνεται επιτυχώς και να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις ανάγκες των πολιτών, μέσα σε περιόδους πρωτοφανών πιέσεων, όπως η δημοσιονομική και η υγειονομική κρίση, έχουν αποδείξει, πως η Τοπική Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να αναδειχτεί σε ισχυρό και αυτοτελή θεσμό, που θα λειτουργήσει ως «ατμομηχανή ανάπτυξης για τη χώρα, μέσω στρατηγικών επιλογών διοικητικής μεταρρύθμισης.

Κοινή παραδοχή αποτέλεσε το γεγονός ότι η αυτοδιοίκηση οφείλει να σταματήσει να νοείται ως «φτωχός συγγενής» της πολιτείας, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή η ελληνική αυτοδιοίκηση κατατάσσεται ως η πιο ανίσχυρη στην Ευρώπη.

Στην κορυφή των ζητημάτων που τέθηκαν από τους Δημάρχους ήταν η επιτακτική ανάγκη αύξησης και αναδιανομής των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (τακτική επιχορήγηση των Δήμων), αλλά και η απελευθέρωση των προσλήψεων, προκειμένου οι δημοτικές υπηρεσίες να καταφέρουν να λειτουργήσουν σωστά για την προετοιμασία και υλοποίηση έργων για τους πολίτες. Μάλιστα αναφέρθηκε ότι με το παρόν σύστημα διανομής των ΚΑΠ, ουσιαστικά μοιράζεται η «φτώχεια» των Δήμων, και συνεπώς αυτό θα πρέπει να αλλάξει δομικά. Επίσης επιτακτικά, τέθηκε το τεράστιο πρόβλημα στελέχωσης που θα δημιουργηθεί μέσω του προγράμματος κινητικότητας, καθώς οι υπάλληλοι επιλέγουν να απομακρυνθούν από τις δημοτικές υπηρεσίες και η κινητικότητα θα δημιουργήσει περαιτέρω κενά, καταστροφικά για την ομαλή λειτουργία των Δήμων.

Ζητήθηκε επίσης η ουσιαστική αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων, με την απόδοση των ανάλογων πόρων, αλλά και ένα γερό ξεκαθάρισμα αρμοδιοτήτων ανάμεσα στους δύο βαθμούς αυτοδιοίκησης και τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, που αυτή τη στιγμή επικαλύπτονται και δημιουργείται γραφειοκρατία και καθυστέρηση.

Αίτημα, υπήρξε επίσης και η αυτό-οργάνωση των Δήμων, και η δυνατότητα δημιουργίας ιδίων πόρων, μέσω είσπραξης του τέλους διανυκτέρευσης, ή του φόρου από τους πολιτιστικούς χώρους, προκειμένου οι Δήμοι που έχουν τη δυνατότητα να προσλαμβάνουν προσωπικό και να διαρθρώνονται ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες.

Ακόμη ένα σημείο στο οποίο στάθηκαν πολλοί σύνεδροι, αφορά στην καθυστέρηση των πόρων από τα χρηματοδοτικά προγράμματα, αλλά και το γεγονός πως για τη χρηματοδότησή τους οι Δήμοι, καταλήγουν ως «επαίτες» προς τις οικείες Περιφέρειες, οι οποίες διαχειρίζονται τα χρήματα, ζητώντας οι χρηματοδοτήσεις που αφορούν σε Δήμους, να δίνονται απευθείας στον α’ βαθμό αυτοδιοίκησης.

Στο «τραπέζι» τέθηκε επίσης και το ζήτημα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης, όπως τα ανέφερε ο πρόεδρος της ΕΔΕΥΑ και στα οποία αναφέρθηκε και ο πρόεδρος της ΔΕΥΑ Θήρας, κ. Μανόλης Ορφανός από το βήμα του συνεδρίου.

Τέλος, ένα ακόμη ζήτημα, το οποίο στηλίτευσαν αρκετοί ομιλητές, αφορά στο νομοθετικό πλαίσιο για τη ναυαγοσωστική κάλυψη των παραλιών, μετά και το φετινό «αλαλούμ» στην διαδικασία, που μετά τη σχετική ρύθμιση κόστισε στους Δήμους πολύ περισσότερα χρήματα από τα ταμεία τους.

Για το ζήτημα αυτό τονίστηκε, πως βάσει της νομοθεσίας οι πολυσύχναστες παραλίες αναμένεται να αυξηθούν σε αριθμό και αυτό θα σημαίνει πολλαπλάσια επιβάρυνση των Δήμων, η οποία και οπωσδήποτε θα πρέπει να καλυφθεί, ενώ ειδική μνεία έγινε και στις προϋποθέσεις ανάθεσης της υπηρεσίας σε ναυαγοσωστικές σχολές, την ίδια ώρα που γίνεται ευκολότερη η σύστασή τους με λιγότερα κριτήρια, με τους δημάρχους να τονίζουν πως αυτό θα πρέπει να επανεξεταστεί.

«Ο νησιωτικός χώρος πρέπει να είναι στο επίκεντρο της προσοχής»

Θέτοντας το ερώτημα «τι Ελλάδα θέλουμε;» στην αρχή της τοποθέτησής του, ο πρόεδρος της ΠΕΔ Νοτίου Αιγαίου και Δήμαρχος Ρόδου, κ. Αντώνης Καμπουράκης, τόνισε, πως θα πρέπει να συμφωνηθεί από αυτοδιοίκηση και πολιτεία ένα κοινό πλαίσιο δράσης, πάνω στο οποίο θα οικοδομηθεί το νέο μοντέλο διακυβέρνησης από τα υψηλότερα έως τα χαμηλότερα όργανα της πολιτείας.

Όπως σημείωσε, αποτελεί κοινή παραδοχή, πως η χώρα θα πρέπει να κινηθεί αποφασιστικά προς μία βιώσιμη ανάπτυξη, κάτι που αφορά άμεσα τα νησιά του Νότιου Αιγαίου, που αποτελούν τόπους προικισμένους με απίστευτη φυσική ομορφιά και κλιματική ισορροπία, που ελκύουν εκατομμύρια τουριστών ετησίως, ακόμη και υπό τις πιο αντίξοες συνθήκες, όπως επίσης και το γεγονός, ότι η χώρα οφείλει να αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και πως ο τουρισμός αποτελεί το δυνατότερο αναπτυξιακό «χαρτί» της.

«Στο βαθμό που το εθνικό στοίχημά μας είναι μία αναβαθμισμένη Ελλάδα, όπως αποτυπώνεται και στο εθνικό σχέδιο ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0», η δική μας θέση είναι, πως σε αυτή την προσπάθεια, ο νησιωτικός χώρος του Νότιου Αιγαίου θα πρέπει να είναι στο επίκεντρο της προσοχής, τόσο για την εθνική σημασία του στο μεγάλο “παιχνίδι” της Ανατολικής Μεσογείου, όσο και για τη διαρκή προσφορά του στην εθνική οικονομία, μέσω των επιδόσεών του στον τουρισμό, ακόμη και κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Είτε της δεκαετούς δημοσιονομικής κρίσης, είτε της υγειονομικής κρίσης της πανδημίας», τόνισε ο κ. Καμπουράκης, επισημαίνοντας, πως «τα νησιά μας και ο τουρισμός μας έβαλαν πλάτη σε όλη την Ελλάδα. Μας αξίζει να είμαστε στο κέντρο της προσοχής. Δε ζητάμε χάρη. Πρόκειται για αναγκαιότητα της ίδιας της χώρας».

Προκειμένου να μεταφραστεί στην πράξη η βούληση για μία Ελλάδα, που μπορεί να βάζει σωστές προτεραιότητες και να πετυχαίνει σημαντικούς στόχους, ο κ. Καμπουράκης έθεσε το πλαίσιο των προτεραιοτήτων για την ενίσχυση των νησιών, με στόχους όπως:

  • Επαναφορά των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, κατά 30% που ίσχυε στα νησιά και έχει καταργηθεί στο πλαίσιο των μνημονίων.
  • Ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού στους νησιωτικούς Δήμους και την Περιφέρεια Ν. Αιγαίου για την αντιμετώπιση του προβλήματος της χρόνιας υποστελέχωσής τους
  • Αλλαγή του συστήματος κατανομής των ΚΑΠ στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της νησιωτικής Ελλάδας.

Κλείνοντας, ο πρόεδρος της ΠΕΔ Ν. Αιγαίου υπογράμμισε προς τους αρμόδιους, ότι «βιώνουμε καθημερινά στο πετσί μας την αρνητική πλευρά της νησιωτικότητας. Το αυξημένο κατά τουλάχιστον 50% κόστος ζωής, εξαιτίας των ακριβών μεταφορικών ναύλων, σε επιβάτες και σε εμπορεύματα. Των ελλείψεων σε δομές υγείας, πρόνοιας, παιδείας, σε σχέση με τα μεγάλα αστικά κέντρα. Της μεγάλης απόστασης από τα διοικητικά κέντρα. Δε θα μιλήσω, λοιπόν, για τοπικά αιτήματα. Δεν είναι τοπικά αιτήματα. Είναι αναγκαίες δράσεις μίας σοβαρής εθνικής στρατηγικής για την Ελλάδα του αύριο».

Επιτακτικό αίτημα αναδιανομής των ΚΑΠ και εξορθολογισμού της ανάπτυξης

Εκπροσωπώντας επίσης τα νησιά των Κυκλάδων και τον Δήμο Μυκόνου, το βήμα έλαβε και ο Δήμαρχος Μυκόνου και μέλος του Δ.Σ. της ΚΕΔΕ, κ. Κωνσταντίνος Κουκάς.

Ο Δήμαρχος υπενθύμισε, ότι κατά τα τελευταία 20 χρόνια έπειτα από τη μεγάλη συνταγματική αναθεώρηση για τον θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης, έχουν μεσολαβήσει δύο μεγάλες κρίσεις, η μακρά δημοσιονομική και η πρόσφατη υγειονομική κρίση.

Ο κ. Κουκάς ξεκαθάρισε, ότι η τοπική αυτοδιοίκηση ήταν και είναι στην πρώτη γραμμή της αντιμετώπισης οποιασδήποτε κρίσης, παρά το γεγονός ότι, όχι μόνο είδε την κρατική χρηματοδότηση να μειώνεται, αλλά επιπλέον η μεταφορά πολλών αρμοδιοτήτων δεν συνοδεύτηκε από μεταφορά και ανάλογων πόρων.

Επιπλέον έθιξε και το ζήτημα της υποστελέχωσης, τονίζοντας πως πολλές φορές τα στελέχη του κράτους των Αθηνών δεν αντιλαμβάνονται – και γι’ αυτό το αίτημα των Δήμων επαναλαμβάνεται διαρκώς – τι νοείται υποστελέχωση σε ένα Δήμο, με τον ίδιο να σημειώνει πως υπάρχει κυρίως έλλειψη σε εξειδικευμένα στελέχη και καταρτισμένο προσωπικό. Πόσω δε μάλλον σε νησιωτικούς Δήμους, όπου ο κ. Κουκάς υπενθύμισε, πως κατά περιπτώσεις καλούνται να λειτουργήσουν με δύο μηχανικούς, με έναν ή και κανέναν, τις τεχνικές τους υπηρεσίες.

Επικαλούμενος μάλιστα την εμπειρία του ως επικεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπείας στο Κογκρέσο Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο Δήμαρχος Μυκόνου τόνισε, πως στο πλαίσιο του σχεδίου επανεκκίνησης της Ελληνικής οικονομίας, το πιο επιτυχημένο μοντέλο για την καλύτερη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, θα είναι αυτό της ουσιαστικής αποκέντρωσης των αρμοδιοτήτων, κάτι που έχει εφαρμοστεί ήδη σε πάρα πολλές Ευρωπαϊκές χώρες.

Για το ζήτημα των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων, ο κ. Κουκάς αναφέρθηκε στην περίπτωση της Μυκόνου, η οποία επιδοτείται από το κράτος με βάση τον απογεγραμμένο μόνιμο πληθυσμό, δηλαδή 10.000 κατοίκους, ωστόσο μέσα στη θερινή περίοδο καλείται να εξυπηρετήσει πληθυσμό άνω των 200.000 ατόμων, κατοίκων, επισκεπτών και εργαζομένων. Έφερε δε το παράδειγμα, ότι ετησίως ο Δήμος Μυκόνου επιχορηγείται με 1.2 εκατομμύρια ευρώ, την ίδια ώρα που το ίδιο ποσό ή και μεγαλύτερα, καταβάλλονται από μεμονωμένες επιχειρήσεις που λειτουργούν στο νησί ως ΦΠΑ προς το κράτος, από την εποχική τους λειτουργία. Ως εκ τούτου, κατέληξε, πως η ΚΕΔΕ θα πρέπει να συμφωνήσει πρωτίστως σε μία κοινά αποδεκτή λύση για την ανακατανομή των ΚΑΠ και να την καταθέσει στο Υπουργείο Εσωτερικών, καθώς εν έτει 2021 δεν νοείται να μη λαμβάνεται υπόψιν η τουριστική κίνηση και η υπεραύξηση του πληθυσμού που αντιμετωπίζουν κάποιοι Δήμοι.

Όπως υπογράμμισε ο ίδιος, η εικόνα των τουριστικών προορισμών της χώρας και οι εικόνες που αποκομίζουν οι επισκέπτες από αυτούς, κάνουν τον γύρο του κόσμου και αποτελούν «καθρέφτη» για την εικόνα της χώρας ολόκληρης.

Ο κ. Κουκάς αναφέρθηκε και στο ζήτημα της ανάπτυξης, θίγοντας την κριτική που έχει δεχτεί το δημοτικό συμβούλιο της Μυκόνου, καθώς έχει γνωμοδοτήσει αρνητικά σε επενδύσεις «μαμούθ» άνω των 50 εκατομμυρίων ευρώ, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί πως τίθεται ενάντια στις επενδύσεις.

Όπως εξήγησε ο Δήμαρχος, η εξωστρέφεια, η ανεκτικότητα και η φιλοξενία βρίσκεται στο DNA των κατοίκων της Μυκόνου, ενώ είναι απόλυτα θεμιτή η υποδοχή, η ενθάρρυνση και η υλοποίηση επενδύσεων. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τον κ. Κουκά, οφείλει να ληφθεί υπόψιν το ζήτημα της υπερανάπτυξης και να τεθούν όρια, όπως έχει συμβεί σε αρκετές περιοχές του πλανήτη.

«Αντιλαμβάνομαι, ότι οποιοσδήποτε από τους Υπουργούς ή επικεφαλής κρατικής υπηρεσίας, που εγκρίνουν μία στρατηγική επένδυση, το κάνει με τις καλύτερες προθέσεις. Διαφορά μας όμως με τον Υπουργό ή με αυτόν που εγκρίνει κάτι για τον τόπο μας, είναι ότι εμείς γεννηθήκαμε σε αυτό τον τόπο, θέλουμε να ζήσουμε σε αυτό τον τόπο και θέλουμε να παραδώσουμε τον τόπο βιώσιμο και φιλικό προς το περιβάλλον στα παιδιά μας», υπογράμμισε. Κατά συνέπεια, τόνισε ξανά, πως θα πρέπει να τηρηθεί τάση αναμονής έως και την εκπόνηση των Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, που έχουν ήδη προκηρυχθεί από το ΤΕΕ, προκειμένου να συνεχίσουν οι όποιες επενδύσεις.

Τέλος, ο κ. Κουκάς έθεσε το ζήτημα του αιγιαλού, υποστηρίζοντας, πως δεν είναι δυνατόν οι Δήμοι, να έχουν από τη μία υποχρεώσεις που σχετίζονται με αυτούς, όπως η τοποθέτηση ναυαγοσωστών, αλλά να μη μπορούν να παρέμβουν όταν διαπιστώνουν παραβάσεις. Τόνισε ότι το θέμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό και θα έλθει προς συζήτηση στο Δ.Σ. της ΚΕΔΕ, του οποίου είναι μέλος ο ίδιος.

Συνηγορώντας στα όσα ανέφερε ο κ. Κουκάς και ο δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Θήρας και πρόεδρος της ΔΕΥΑ Θήρας, κ. Μανόλης Ορφανός, εκπροσωπώντας τη Σαντορίνη και τη Θηρασιά, επιβεβαίωσε πως, όσον αφορά στον πληθυσμιακό όγκο, η Σαντορίνη καλείται, να διατηρεί υποδομές που να εξυπηρετούν εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών, την ώρα που επιχορηγείται με βάση τον μόνιμο καταγεγραμμένο πληθυσμό της. Ανέφερε μάλιστα, ότι τα φορολογικά έσοδα που προκύπτουν από την Σαντορίνη και τη Μύκονο, αλλά και τα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων, με τον εποχικό χαρακτήρα των δραστηριοτήτων τους, αρκούν για να φτάσουν σε όγκο τα έσοδα του λεκανοπεδίου και της Θεσσαλονίκης μαζί και ως εκ τούτου θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται με πλήρη κατανόηση του πλούτου που παράγουν και των υπηρεσιών που καλούνται να φέρουν εις πέρας, εξυπηρετώντας υπερπολλαπλάσιο πληθυσμό από αυτόν που καταγράφεται στις εκάστοτε απογραφές.

Ψήφισμα για τις ΑΠΕ στα πρακτικά του συνεδρίου

Ένα ακόμη ζήτημα, που αναφέρθηκε κατά τις εργασίες του συνεδρίου και αφορά σε πάρα πολλές περιοχές της χώρας, είναι και αυτό της χωροθέτησης των μεγάλων έργων ΑΠΕ, χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν η γνωμοδότηση των τοπικών κοινωνιών και χωρίς να έχει υπάρξει μία κοινά αποδεκτή λύση μετά από διαβούλευση, σε ό,τι αφορά στο Ειδικό Χωροταξικό.

Για το ζήτημα αυτό, κατατέθηκε προς το προεδρείο της ΚΕΔΕ, ψήφισμα του Δικτύου Δημάρχων για τις ΑΠΕ, το οποίο προσυπογράφεται από τους Δημάρχους Άνδρου, Τήνου, Νάξου, Πάρου, Μήλου, Κιμώλου, Σικίνου, Φολεγάνδρου, Αμοργού, Ανάφης και Ίου, με το οποίο το Δίκτυο ζητά από την Κεντρική Ένωση Δήμων, τη σύσταση Ειδικής Αυτοτελούς Επιτροπής, για την ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα.

Μεταξύ άλλων, στο ψήφισμα αναφέρεται, πως «είναι απολύτως απαραίτητος, μέσα στο περιβάλλον του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, ένας εθνικός ενεργειακός σχεδιασμός που θα αξιοποιεί τις ΑΠΕ στο σύνολό τους, και όχι μια πολιτική προσανατολισμένη σχεδόν αποκλειστικά στις ανεμογεννήτριες και στα ηλιακά panels».

Ωστόσο, σύμφωνα με το Δίκτυο, «η κεντρική διοίκηση προχώρησε στην ανάπτυξη, την εγκατάσταση και αδειοδότηση των ανεμογεννητριών χωρίς ολοκληρωμένη ενεργειακή στρατηγική που να βασίζεται στις πραγματικές ενεργειακές ανάγκες και σε έναν ορθολογικό χωροταξικό σχεδιασμό, στην προστασία των ιδιαίτερων ταυτοτικών μας χαρακτηριστικών και στην οικονομική, πολιτισμική και περιβαλλοντική πραγματικότητα των Δήμων μας».

Κάνοντας λόγο για αποσπασματικές, ανορθολογικές παρεμβάσεις, που επιχειρούνται στους Δήμους, καταστρατηγώντας αποφάσεις δημοτικών συμβουλίων και τη βούληση των τοπικών κοινωνιών, το Δίκτυο τονίζει πως είναι θεμιτή και αποδεκτή η πράσινη μετάβαση σε βιώσιμες πηγές ενέργειας.

Ως εκ τούτου, και προκειμένου να αρθεί το σημερινό αδιέξοδο, επισημαίνεται, πως «είναι αναγκαίο να καλλιεργηθεί ένα γόνιμο έδαφος εποικοδομητικού διαλόγου, μεταξύ Δήμων και κεντρικής διοίκησης, ώστε σε περιβάλλον διαφάνειας και δημοκρατίας να αναζητηθούν αξιόπιστες και τεκμηριωμένες προτάσεις. Σε κάθε περίπτωση το κρίσιμο πρόταγμα είναι η εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου χωροταξικού σχεδιασμού ο οποίος θα συγκροτήσει μια δομημένη και ολοκληρωμένη εθνική ενεργειακή στρατηγική, σε συνεργασία με τους Δήμους της χώρας» και σε αυτή την κατεύθυνση, το Δίκτυο Δημάρχων ζητά από την ΚΕΔΕ, τη σύσταση ειδικής αυτοτελούς επιτροπής για την ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα.

 

Ετικέτες: