Στη δημοσιότητα η μελέτη και τα συμπεράσματα του ΕΛΚΕΘΕ αναφορικά με τη μεγάλη συζήτηση περί ύπαρξης βαρέων μετάλλων στον βυθό σε υψηλές τιμές

Επιστημονικό τέλος για τη ρύπανση του λιμένα Ερμούπολης

Αναφορά από τον Περιφερειάρχη Ν. Αιγαίου, Γ. Χατζημάρκο στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου

“Φρένο” στις αυθαίρετες και ατεκμηρίωτες αναφορές περί υψηλής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης του βυθού του λιμένα της Ερμούπολης από την ύπαρξη βαρέων μετάλλων σε αυτόν, έρχεται να βάλει η μελέτη του ΕΛΚΕΘΕ, τα συμπεράσματα της οποίας γνωστοποιήθηκαν χθες και θέτουν επισήμως ένα επιστημονικό τέλος στις σχετικές συζητήσεις που προκάλεσαν ανησυχία στην τοπική κοινωνία.

Τα συμπεράσματα της μελέτης έγιναν γνωστά χθες, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στην έδρα της Περιφέρειας στη Σύρο, ο Περιφερειάρχης Ν. Αιγαίου, Γιώργος Χατζημάρκος πλαισιωμένος από τον Αντιπεριφερειάρχη Κυκλάδων, Γιώργο Λεονταρίτη, σε συνέχεια της ανακοίνωσης του προέδρου της ONEX, Πάνου Ξενοκώστα προ μηνών, πως, είχε την πρόθεση – όπως και έπραξε – να χρηματοδοτήσει τη μελέτη του ΕΛΚΕΘΕ ώστε να διαπιστωθεί λεπτομερώς και επιστημονικά η κατάσταση του βυθού του λιμένα της Ερμούπολης.

Σύμφωνα με το αναλυτικό περιεχόμενο της μελέτης που περιγράφει τη μεθοδολογία και τον τρόπο της έρευνας, δείγματα ελήφθησαν από πολλά σημεία συνολικά της λιμενολεκάνης Ερμούπολης, τον περασμένο Απρίλιο (29/4/2022) και τις απαιτούμενες επιστημονικές διαδικασίες “έτρεξε” το Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ, στο πλαίσιο σχετικής σύμβασης που υπεγράφη με την ONEX (23/2/2022).

Γ. Χατζημάρκος: Το θέμα θεωρείται λήξαν

Στην τοποθέτησή του για το πολύ σοβαρό θέμα της κατάστασης του λιμένα Ερμούπολης, ο Γιώργος Χατζημάρκος αρχικά διευκρίνισε πως η Περιφέρεια επίσημα δεν έχει καμία αρμοδιότητα όσον αφορά το θαλάσσιο περιβάλλον. Παρόλα αυτά, όπως τόνισε ο ίδιος, θα στήριζε μία προσπάθεια ώστε να υπάρξει ένα επιστημονικό αποτέλεσμα και να πάψουν οι σχετικές κινδυνολογικού ύφους αναφορές για το λιμάνι της Ερμούπολης.

Ο Περιφερειάρχης τόνισε πως η μελέτη έγινε από το ΕΛΚΕΘΕ και ως εκ τούτου, ουδείς μπορεί πλέον να αμφισβητεί τα τεκμηριωμένα συμπεράσματα.

“Το ΕΛΚΕΘΕ ολοκλήρωσε τη δουλειά του και σήμερα θα σας δώσουμε τα συμπεράσματα. Με αυτά που θα διαβάσετε κι εσείς θα καταλάβετε γιατί για εμάς, αυτό το θέμα θεωρείται πλέον λήξαν” ανέφερε αρχικά ο Περιφερειάρχης, εξηγώντας πως, “Χωρίς θεσμικό περιβάλλον στη χώρα, χωρίς αρμοδιότητα, η δική μας ευαισθησία, η δική μας αγάπη για το περιβάλλον και το ενδιαφέρον μας είναι τέτοιο που δεν επιτρέπουμε σε κανέναν με οποιοδήποτε κίνητρο και αν έχει, γιατί δεν πείθουν πια, να πει οτιδήποτε”.

“Θα δείτε και από τα συμπεράσματα πως δεν επιβεβαιώνονται όλα αυτά που περιγραφόντουσαν στις καταγγελίες. Εμείς σταματάμε σήμερα εδώ αυτή τη συζήτηση έχοντας ξεπεράσει κάθε όριο και διοικητικό και θεσμικό, αλλά και κάθε όριο αντοχής και ανοχής στις πάσης φύσεως συμπεριφορές. Για εμάς το θέμα κλείνει” επανέλαβε σε απόλυτο τόνο, λέγοντας τέλος πως στο εξής, η Περιφερειακή Αρχή δεν θα επιτρέψει σε καμία πλευρά να θίξει τη στάση των Υπηρεσιών της.

“Από εδώ και πέρα και επειδή όλοι έχουν δικαιώματα σε αυτή τη ζωή, πρέπει να προστατέψουμε και τις Υπηρεσίες μας και τους συνεργάτες μας. Δεν μπορεί να είναι αντικείμενο επιθέσεων συνεχώς, δεν μπορεί να παρακωλύεται το έργο ενός δημόσιου φορέα ή μιας δημόσιας υπηρεσίας από τις ψευδαισθήσεις ή τις ιδεοληψίες που έχει κάποιος στο μυαλό του. Η νομοθεσία δίνει και σε εμάς δικαιώματα να προστατεύσουμε και τους συνεργάτες μας” δήλωσε ο Γιώργος Χατζημάρκος κλείνοντας το θέμα.

Συμπεράσματα

Από τις μετρήσεις και τις αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν στον κόλπο της Ερμούπολης τον Απρίλιο του 2022 προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

Βαρέα μέταλλα και οργανικοί ρύποι στο θαλασσινό νερό - Οι συγκεντρώσεις τόσο των βαρέων μετάλλων όσο και των οργανικών ρύπων στο θαλασσινό νερό ήταν μικρές και σαφώς μικρότερες από τα όρια που έχουν τεθεί από τις Ευρωπαϊκές οδηγίες για τα ύδατα (2000/60/ΕΚ και 2008/105/ΕΚ) και τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος που ορίζονται από την Ελληνική νομοθεσία (ΚΥΑ 170766, ΦΕΚ 69Β, 22/1/2016). Με βάση τα παραπάνω το θαλασσινό νερό στον κόλπο της Ερμούπολης την περίοδο της δειγματοληψίας βρέθηκε σε καλή περιβαλλοντική κατάσταση σε ότι αφορά τη ρύπανση από χημικές ουσίες.

Υδρογονάνθρακες στα θαλάσσια ιζήματα - Σε ότι αφορά τους αλειφατικούς υδρογονάνθρακες στα θαλάσσια ιζήματα, οι συγκεντρώσεις τους βρέθηκαν σχετικά αυξημένες σε όλη την περιοχή και υποδεικνύουν ήπια ρύπανση από πετρελαιοειδή, εικόνα που είναι συνηθισμένη στα λιμάνια και σχετίζεται με την κίνηση των πλοίων. Η πετρελαϊκή ρύπανση στον κόλπο της Ερμούπολης είναι σαφώς μικρότερη από αυτή που έχει μετρηθεί στα μεγάλα λιμάνια της χώρας (Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Πάτρα). Οι αυξημένες τιμές των πετρελαϊκών υδρογονανθράκων ανιχνεύονται και στους πυρήνες των ιζημάτων μέχρι βάθος ~20 cm γεγονός που δείχνει ότι αυτή η ήπια επιβάρυνση αντιστοιχεί σε χρονική περίοδο αρκετών δεκαετιών. Σε ότι αφορά τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες (ΠΑΥ) οι συγκεντρώσεις τους βρέθηκαν σημαντικά αυξημένες σχεδόν σε όλα τα δείγματα εντός του κόλπου της Ερμούπολης αλλά και στον σταθμό αναφοράς που τοποθετήθηκε εκτός του λιμανιού. Τα διαγνωστικά κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν έδειξαν ότι πρόκειται για ενώσεις που προέρχονται από καύση οργανικής ύλης (πυρολυτική προέλευση). Η έντονη παρουσία των ενώσεων αυτών στο θαλάσσιο πυθμένα δεν μπορεί να συσχετιστεί με την κυκλοφορία των πλοίων ή με ναυπηγικές δραστηριότητες. Η συνήθης πηγή τους είναι χερσαίες βιομηχανικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν διαδικασίες καύσης. Στο θαλάσσιο περιβάλλον φθάνουν συνήθως μέσω αγωγών ή άλλων χερσαίων απορροών. Οι μετρήσεις στους πυρήνες έδειξαν ιδιαίτερα μεγάλες τιμές μέχρι το βάθος των 20 cm γεγονός που δείχνει και σε αυτή την περίπτωση επιβάρυνση σε βάθος αρκετών δεκαετιών.

Βαρέα μέταλλα και ιχνοστοιχεία στα θαλάσσια ιζήματα - Αυξημένες τιμές ανιχνεύθηκαν για κάποια βαρέα μέταλλα τόσο εντός του κόλπου όσο και στο σταθμό αναφοράς και κυρίως για το χρώμιο, χαλκό και σε μικρότερο βαθμό για τον ψευδάργυρο και το νικέλιο. Όπως και στην περίπτωση των υδρογονανθράκων οι αναλύσεις στους πυρήνες των ιζημάτων δείχνουν ότι η επιβάρυνση του ιζήματος αντιστοιχεί σε χρονική περίοδο πολλών δεκαετιών. Η πηγή της ρύπανσης θα πρέπει να αναζητηθεί στις πολλαπλές ανθρωπογενείς δραστηριότητες που υπήρχαν στην περιοχή. Είναι εξαιρετικά πιθανό οι μεγάλες τιμές του χρωμίου να σχετίζονται με την παλαιότερη λειτουργία των βυρσοδεψείων στην παράκτια ζώνη καθώς είναι γνωστή η χρήση θειικού χρωμίου για την επεξεργασία των δερμάτων.

Τοξικολογικός έλεγχος των ιζημάτων - Τα δείγματα των ιζημάτων χαρακτηρίζονται ως μη τοξικά με βάση τα αποτελέσματα της βιοδοκιμασίας «Microtox® SPT η οποία εφαρμόστηκε.

Μελέτη ζωοβένθους μαλακού υποστρώματος - Από τη μελέτη της βενθικής μακροπανίδας προκύπτει ότι στην περιοχή επικρατούν τα ανθεκτικά στην οργανική ρύπανση είδη. Αυτό σε συνδυασμό με τις μεγάλες τιμές οργανικού άνθρακα στο ίζημα και τις τιμές του βιοτικού δείκτη BENTIX υποδεικνύουν συνθήκες περιβαλλοντικής διατάραξης και η περιοχή κατατάσσεται σε «Μέτρια» οικολογική ποιότητα.

Το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει από τις μετρήσεις είναι ότι οι πολλαπλές ανθρωπογενείς πιέσεις που υφίσταται η περιοχή επί πολλές δεκαετίες προκάλεσαν τη συσσώρευση συγκεκριμένων βαρέων μετάλλων και πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων στο θαλάσσιο πυθμένα, η οποία έχει υποβαθμίσει σε κάποιο βαθμό τη βενθική πανίδα, αλλά δεν είναι τέτοια που να δημιουργήσει τοξικότητα στο ίζημα. Ωστόσο οι μετρήσεις στο θαλασσινό νερό έδειξαν πολύ μικρές τιμές ρυπογόνων ουσιών που το χαρακτηρίζουν σε καλή περιβαλλοντική κατάσταση. Εφόσον διασφαλιστεί η συνέχιση της καλής περιβαλλοντικής κατάστασης στη στήλη του νερού αναμένεται με την πάροδο του χρόνου και η βελτίωση της ποιότητας των ιζημάτων. Οι μετρήσεις στους πυρήνες των ιζημάτων δείχνουν ότι η επιβάρυνση που διαπιστώθηκε αντιστοιχεί σε χρονική περίοδο αρκετών δεκαετιών και δεν μπορεί να αποδοθεί σε πρόσφατες δραστηριότητες στην περιοχή.

Σχετικά αρχεία: