ΔΟΜΗΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ

EL GRECO ένας μεγάλος Έλληνας

το 2014 ανακηρύχθηκε ως «ΕΤΟΣ ΕΛ ΓΚΡΕΚΟ»
  • Τρίτη, 4 Μαρτίου, 2014 - 08:51

Καθώς συμπληρώνονται εφέτος 400 χρόνια από το θάνατο του μέγιστου μαΐστορα της Ζωγραφικής Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, του παγκοσμίως γνωστού με το προσωνύμιο «ΕΛ ΓΡΕΚΟ» από την Ελλάδα και την Ισπανία, τη φυσική και τη θετή πατρίδα του, το 2014 ανακηρύχθηκε ως «ΕΤΟΣ ΕΛ ΓΚΡΕΚΟ»

από τον Γραμματέα της Μητροπόλεως,  

Αλέξανδρο Μαρκουίζο, 

φιλόλογo.

O Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε το 1541 στον βενετοκρατούμενο Χάνδακα, το σημερινό Ηράκλειο Κρήτης. Καταγόμενος από ορθόδοξη και εύπορη οικογένεια, στην Κρήτη σπούδασε τη βυζαντινή ζωγραφική και τα κλασσικά γράμματα. Στον Χάνδακα ζωγράφισε εικόνες στην τεχνοτροπία της μεταβυζαντινής Κρητικής Σχολής, στις οποίες συνδυάζονται και επιρροές από την ιταλική Αναγέννηση. Το 1567 έφυγε από τον Χάνδακα για τη Βενετία, όπου μαθήτευσε δίπλα στον μεγάλο Βενετό ζωγράφο Τιτσιάνο.

Από το 1570 έως το 1577 βρίσκεται στη Ρώμη, φιλοξενούμενος στο ανά- κτορο του Καρδινά λιου Αλέξανδρου Φαρνέζε, όπου έρχεται σε επαφή με διανοούμενους και πνευματικούς ανθρώπους της εποχής.

Το 1572 εγγράφεται στην Ακαδημία του Ευαγγελιστή Λουκά. Ζωγραφίζει πίνακες, όπου το πλούσιο βενετσιάνικο χρώμα συνδυάζεται με τις ψηλόλιγνες δυναμικές μορφές των Ρωμαίων μανιεριστών.

Το 1577 φεύγει για την Ισπανία, όπου μεταβαίνουν πολλοί Ιταλοί καλλιτέχνες, για να εργαστούν στη διακόσμηση του ανακτόρου του Εσκοριάλ και, τελικά, εγκαθίσταται οριστικά στο Τολέδο, παλιά αυτοκρατορική πρωτεύ- ουσα της Ισπανίας, που εξακολουθούσε να είναι η θρησκευτική πρωτεύουσα της χώρας.

Εκεί ο υπερήφανος Κρητικός αναλαμβάνει μεγάλες παραγγελίες και δημιουργεί τα απαράμιλλης τέχνης έργα του, με ένα ολότελα πρωτότυπο και μοναδικό ύφος, που συνδυάζει τη Βυζαντινή και Αναγγεννησιακή ζωγραφική. Πέθανε το 1614 στο Τολέδο, χωρίς να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του. Τα έργα του υπέγραφε πάντοτε ελληνικά με βυζαντινούς χαρακτήρες.

Στο πρόσωπο και το έργο του Θεοτοκόπουλου αναγνωρίζεται ο διαχρονικός Έλληνας Οδυσσέας. Ξεκινάει από τη βενετοκρατούμενη Κρήτη, πάει στη Βενετία, πάει στη Ρώμη, καταλήγει σε ένα μακρινό μέρος και καταφέρνει να γίνει ο μεγαλύτερος ζωγράφος της Ισπανίας την εποχή εκείνη. Και ήταν μια εποχή που είχαμε πολλούς ζωγράφους, δεν ήταν μοναδικός. Και μετά διαπλέει τους αιώνες, ώστε σήμερα να θεωρείται ο πιο «μοντέρνος» από τους μεγάλους ζωγράφους.

Υπήρξε από τους ελαχιστότατους ζωγράφους με τόσο βαθιά μόρφωση, διάβαζε λατινικά, αρχαία ελληνικά, ιταλικά και φυσικά ισπανικά και διέθετε βιβλιοθήκη από 130 βιβλία, με έργα αρχαίων συγγραφέων, πατέρων της Εκκλησίας και αρχιτεκτονικής, με πολύ ενδελεχή παρασελίδια σχόλια, που προϋπέθεταν βαθιά γνώση της αρχιτεκτονικής.

Σε μια εποχή που δεν υπήρχε συνεί- δηση εθνικής ταυτότητας, κάθε φορά που συναντά Έλληνες γράφει: «Αχ! Οι πρόγονοί μου οι Ελληνες!» Σαν αναστεναγμός...

Και φυσικά, η υπογραφή του «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο δείξας» ή «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος εποίη» ή «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο Κρης εποίη» φθάνει σε μας σαν ένα μήνυμα εθνικής αυτοσυνειδησίας, κλεισμένο σ’ ένα μπουκάλι, ριγμένο στον ωκεανό του χρόνου.

Η Σύρος δικαιωματικά συμμετέχει στον Εορτασμό αυτό, καθώς έχει το προνόμιο να φυλάσσει στο πνευματικό Αρτοφόριο του Ι. Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου, “των Ψαριανών,” από το 1850 περίπου, ένα πολύτιμο μαργαρίτη ύψιστης εθνικής και θρησκευτικής αξίας, την περίπυστη εικόνα της «Κοιμήσεως της Θεοτόκου» που ο Δομήνικος Θεο- τοκόπουλος ιστόρησε μεταξύ των ετών 1562-1564 όσο ακόμα βρισκόταν στην Κρήτη. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα έργα του, βυζαντινής τεχνοτροπίας, και ειδικώτερα της Κρητικής Σχολής, με την υπογραφή «ΔΟΜΗΝΙΚΟΣ ΘΕΟ- ΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ Ο ΔΕΙΞΑΣ» ένα σπάνιο έργο, μέσα από το οποίο διαφαίνονται οι Ορθόδοξες και Βυζαντινές καταβολές του μεγάλου αυτού καλλιτέχνη, καθώς και οι Δυτικότροπες επιρροές, που θα διαμορφώσουν αργότερα την καλλιτεχνική του δημιουργία. Το πολύτιμο αυτό ιερό κειμήλιο μεταφέρθηκε στη Σύρο από τους Ψαριανούς πρόσφυγες, οι οποίοι φεύγοντας, μετά το Ολοκαύ- τωμα των Ψαρών, την αφιέρωσαν στον ομώνυμο Ναό, τον επιλεγόμενο «των Ψαριανών» δεύτερο χρονολογικά Ναό της Ερμούπολης, που οι ίδιοι έκτισαν, μεταξύ των ετών 1826-1829

Η τυχαία αποκάλυψη της ταυτότητάς της, την 1η Απριλίου 1983 από τον Αρχαιολόγο του Υπουργείου Πολιτισμού κ. Γεώργιο Μαστορόπουλο, κατέστησε τη Σύρο και τον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Ερμουπόλεως περιάκουστο επίκεντρο μελέτης και θαυμασμού του μεγάλου Κρητικού δημιουργού, του «μοναδικού Έλληνα, που μπορεί να σταθεί δίπλα σε μεγάλους καλλιτέχνες, όπως ο Τζιότο, ο Μικελάντζελο, ο Ντίρερ, επιτρέποντας έτσι και στην Ελλάδα να υπάρξει διεθνώς» όπως διαπιστώνει ο ιστορικός και κρητικός της τέχνης Ντένης Ζαχαρόπουλος.