Ένα λησμονημένο κείμενο για τις Σφαγές τις Χίου του 1822

“ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ¨του Ιωάννου Γ. Φραγκιά.
  • Πέμπτη, 20 Απριλίου, 2017 - 06:22

Το σημερινό άρθρο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Αντώνη Μαρκουλή, του αγαπητού φίλου και σημαντικού συνεργάτη που έφυγε από τη ζωή τρία χρόνια πριν.

Πριν από ένα περίπου αιώνα δημοσιεύθηκε στο “Ημερολόγιον” του Κ. Σκόκου, στο δημοφιλέστερο έντυπο της εποχή του, που φιλοξενούσε σημαντικά ονόματα Ελλήνων λογοτεχνών, όπως το διήγημα “ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ” του Ιωάννου Γ. Φραγκιά, που αναφέρεται στη διάσωση της μικρής τότε μητέρας του και του αδελφού της κατά τις φοβερές “Σφαγές τις Χίου το 1822”.

Αυτός ο τόμος του περιοδικού και ένα σημείωμα για τον συγγραφέα και το περιεχόμενο του διηγήματος, εντοπίστηκε στον εκθεσιακό χώρο του θεάτρου Απόλλων στην Ερμούπολη. Ήταν μια δωρεά του Αντώνη Μαρκουλή, του οποίου ο παππούς ήταν ανιψιός του Ι. Φραγκιά.

Είναι πραγματικά σημαντική και συγκινητική αυτή η ιστορική μαρτυρία, η γνωστοποίηση ενός ακόμη Χιώτη, από την πλευρά της μητέρας του συγγραφέα.

Ο Ιωάννης Γ. Φραγκιάς γεννήθηκε στην Ερμούπολη το 1849 (ή στη Χίο το 1851;). Η Χιώτισσα μητέρα του, η Δέσποινα, είχε κατορθώσει να επιζήσει από τις σφαγές του 1822. (Ίσως ήταν Χιώτης και ο πατέρας του, αφού σε καταλόγους Χίων της Σύρας το 1829 συμπεριλαμβάνονται οι Πανώριος και Μανώλης Φραγκιάς). Μετά την αποφοίτηση του από το Γυμνάσιο της Σύρου, σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άσκησε τη δικηγορία στη Σύρο και στη συνέχεια στην Αθήνα, όπου πέθανε το 1929. Διετέλεσε πολλές φορές Δημοτικός Σύμβουλος. Από τη νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τα γράμματα. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα κ.α. Το 1889 ήταν ομιλητής κατά τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Ανδρέα Μιαούλη!

Ο Ι. Φραγκιάς ήταν προικισμένος με πολλές λογοτεχνικές αρετές, αλλά και συναισθηματικά φορτισμένος, καθώς είχε ακούσει τη μητέρα του να διηγείται... “κλαίουσα πικρώς την σπαρακτικήν ιστορίαν” της διάσωσης αυτής και του αδελφού της με την αυτοθυσία της δικής τους μάνας δηλαδή της γιαγιάς του. Έτσι γράφτηκε, 80 χρόνια μετά τα γεγονότα ένα πολύ δυνατό κείμενο. Μέσα σε μια συγκινητική ατμόσφαιρα περιγράφεται μια συγκλονιστική άγρια εικόνα που βίωσαν τα δυο παιδιά, τα οποία κρυμμένα στο θάμνο και ανήμπορα να αντιδράσουν, έβλεπαν την φρικτή εκτέλεση της μητέρας τους από τους Τούρκους διώκτες τους, που με τη βοήθεια ενός σκύλου προσπαθούσαν να ξετρυπώσουν κρυμμένους Χιώτες. Και όταν συνειδητοποίησαν τη θυσία της μητέρας για τη δική τους σωτηρία, τότε, όπως ομολογεί ο συγγραφέας, αυτή η εικόνα σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους δεν σταμάτησε ποτέ να θυμίζει την τρομερή φρίκη.... Αυτό το κείμενο του Ι. Φραγκιά έχει σκοπό να παραδώσει στους Έλληνες μια ακόμη μαρτυρία για τα ιστορικά γεγονότα του 1822 όταν η Χίος... “νήσος μύριπνους, ολβία, νύμφη ελληνίς, μήτηρ σφιγηλού ελληνισμού, εστία φώτων και πλούτου...” (όπως γράφει), τη Μεγάλη Παρασκευή του 1822 όπως ο Χριστός σταυρώθηκε, έτσι και το νησί της μεγάλης ελληνικής πατρίδας μαρτύρησε. Η αντίθεση της ομορφιάς της ανοιξιάτικης Χίου με τις φρικιαστικές εικόνες των ανθρώπινων πτωμάτων και της ερημιάς είναι απίστευτη εικόνα: “Εικοσιοκτώ μόλις ετών, ραδινή το ανάστημα και περικαλλής την όψιν, κλαίουσα, παριστά εν τω μέσω της νυκτός και της ερημίας εκείνης εικόνα Νιόβης θρυνούσης” (η μητέρα των δύο παιδιών).

Είναι έντονα τα συναισθήματα της απελπισίας, της αγωνίας και του τρόμου του συγγραφέα όπως και οι αξίες που αισθάνεται, η πίστη του στο Θεό, η μητρική αγάπη, η απέραντη αυτή αγάπη της μάνας που φτάνει ως την αυτοθυσία για να σωθούν τα παιδιά της από τη λύσσα των αιμοδιψών σφαγέων. Η καταστροφή του 1822 αποτελεί θλιβερό γεγονός στην ιστορία του νησιού. Η Χίος έζησε ένα μοναδικό ολοκαύτωμα. Όλοι γνωρίζουμε από την ιστορία και από πολλά κείμενα που έχουν γραφτεί, πόσο σκληρά και απάνθρωπα γεγονότα συνέβησαν. Το διήγημα γράφτηκε στις 31 Μαρτίου του 1902. Οι λογοτεχνικές αρετές του κειμένου το κάνουν ένα εξαιρετικό αφήγημα. Επειδή η γλώσσα του κειμένου είναι η καθαρεύουσα της εποχής και θα είναι δύσκολη η ανάγνωση από τους νέους, το παρουσιάζουμε σε μετάφραση.

ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ” του Ιωάννου Γ. Φραγκιά

Πέρασαν από τότε ογδόντα χρόνια ακριβώς. Η άνοιξη ομόρφηνε τη γη της ωραίας πατρίδας μου και είχε αρχίσει να απλώνεται η νύχτα. Ο γλυκός ουρανός γεμάτος αστέρια αγκάλιαζε την χλοερή και ανθισμένη εξοχή, χαϊδεύοντας όλο το νησί με την μεθυστική και μυροβόλο αύρα του. Η νύχτα είχε σκεπάσει ήδη τα γύρω βουνά και τους λόφους. Μια απαίσια σιωπή βρισκόταν γύρω από τη φύση και μόνο από καιρό σε καιρό κάποιοι μακρινοί λυγμοί ακούγονταν να διατρέχουν ανάμεσα σε διάφορες περιοχές. Ήταν άραγε λυγμοί ανθρώπου που τον δολοφονούσαν ή κάποιου σκύλου που προμήνυε θάνατο;

Γιατί αυτή η αντίθεση μεταξύ τόσης ομορφιάς και τόσης φρίκης; Διότι ήταν η Χίος η ωραία και έως τότε ευτυχής από τη βοήθεια της άνοιξης νύμφη ελληνική, μητέρα εύρωστου ελληνισμού, εστία φώτων και πλούτου. Η δε νύχτα εκείνη ήταν η νύχτα της Μεγάλης Παρασκευής, 31 Μαρτίου του απαίσιου έτους 1822.

Είχε ήδη παραδώσει το πνεύμα επί του σταυρού ο Ιησούς και η Χίος σταυρωνόταν καταματωμένη, νέα μάρτυς της μεγάλης ελληνικής πατρίδας.

Η Ασία, από την προηγούμενη μέρα είχε μεταφέρει στην ακτή της Χίου χιλιάδες Ασιατών δημίων, που διψούσαν για αίμα χριστιανικό. Ήταν πάνοπλα αυτά τα αιμοβόρα τέρατα και αφού πυρπόλησαν και λεηλάτησαν την πόλη, ξεχύθηκαν στα χωριά και στις εξοχές κατά στίφη, σφάζοντας, ατιμόντας και αιχμαλωτίζοντας.

Και η καλλίτερη φαντασία αδυνατεί να συλλάβει έστω και αμυδρά αυτή την εικόνα της φρίκης, η οποία περικύκλωσε ξαφνικά την σημαντική Χίο.

Εικοσιέξι χιλιάδες άνθρωποι χάθηκαν από το μαχαίρι που τους καρφώθηκε μέσα σε λίγες μέρες. Το ανοιξιάτικο καταπράσινο χαλί των αγρών, των βουνών και των κοιλάδων του νησιού κατακοκκίνισε αφού ραντίστηκε με το αίμα πολλών αθώων γυναικών και παιδιών.

Συνεχίζεται.

Ετικέτες: