Είκοσι ένας Προπτυχιακοί Φοιτητές Αρχιτεκτονικής μελετούν το πνεύμα του τόπου και την πολιτισμική κληρονομιά της Ερμούπολης

Αυθεντικό βίωμα σε έναν τόπο μεγάλης ιστορικής σημασίας

Σημαντικά κτίρια, που με την πάροδο των ετών μεταμορφώθηκαν σε ανενεργά και ερειπωμένα κελύφη με σημαντικές φθορές και απώλειες σε υλικό και άυλο επίπεδο αποτελούν το αντικείμενο μελέτης του εργαστηρίου της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής Εταιρείας, που διεξάγεται αυτές τις ημέρες στο νησί της Σύρου.

Το εργαστήριο Αρχιτεκτονικού και Αστικού σχεδιασμού με θέμα: «Eπανάχρηση ανενεργών κελυφών και οργάνωση δημόσιων χώρων της Βιομηχανικής Ζώνης Ερμούπολης» προσφέρει τη δυνατότητα σε 21 προπτυχιακούς φοιτητές Αρχιτεκτονικής να μελετήσουν θα ερευνήσουν το πνεύμα του τόπου και την πολιτισμική κληρονομιά της πρωτεύουσας των Κυκλάδων.

Το συνέδριο τελεί υπό την αιγίδα της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής Εταιρείας, της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, του Ινστιτούτου Σύρου, του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Κυκλάδων, του Νεωρίου Σύρου, του Βιομηχανικού Μουσείου Ερμούπολης, της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αιγαίου και της Ιεράς Μητρόπολης Σύρου.

Ερμούπολη… το ιδανικό case study

Ο επιμελητής και συντονιστής του εργαστηρίου Επίκουρος καθηγητής της Αρχιτεκτονικής Σχολής ΕΜΠ Δρ. Νικόλαος-Ίωνας Τερζόγλου, μίλησε στην «Κοινή Γνώμη» για τη φιλοσοφία του συγκεκριμένου εγχειρήματος, μέσω του οποίου οι συμμετέχοντες εξασκούνται στην έγκαιρη λήψη αποφάσεων και στην εξέλιξη των ικανοτήτων τους σε σύντομο χρονικό διάστημα.

«Παρατηρήσαμε ότι, οι σπουδαστές και σπουδάστριές μας πολλές φορές έχουν την ανάγκη να μπουν σε μια εντατική διαδικασία σχεδιασμού του αστικού χώρου που θα είναι ένα είδος συμπύκνωσης μιας εμπειρίας και πολλών διαδοχικών φάσεων κατά τη διαδικασία επίλυσης ενός προβλήματος που συχνά στο πλαίσιο των σχολών μας εκτείνεται σε ολόκληρο εξάμηνο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τερζόγλου, σημειώνοντας πως η κουλτούρα των εργαστηρίων είναι διάχυτη και στην Ελλάδα, όπου τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες με αρκετά μεγάλη επιτυχία.

Η νεοκλασική Ερμούπολη, δημιουργημένη εκ του μηδενός τον 19ο αιώνα, από πρόσφυγες Χιώτες, Υδραίους, Κρήτες και άλλους, αποτέλεσε την πρώτη εμπορική και βιομηχανική πόλη του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους και ένα μοναδικό μνημειακό αρχιτεκτονικό σύμβολο. Μια πόλη γένεσης της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας και ένα σημαντικό αποθετήριο βιομηχανικής κληρονομιάς, που αποτυπώνεται αρχικά στην αντιληπτική εικόνα του οικισμού, ήδη από την είσοδο στο λιμάνι, με την παρουσία του Νεωρίου και των πλοίων, και εσωτερικά αυτού, σε διάσπαρτα κτηριακά σύνολα, εγκαταστάσεις, αντικείμενα.

Για τους λόγους αυτούς, ο κ. Τερζόγλου και η 12μελής ομάδα του από νέους επιστήμονες, έκριναν ότι η Ερμούπολη- ένα αστικό θαύμα με εντυπωσιακά χαρακτηριστικά (νεοκλασική γεωμετρία, μεγάλα επιβλητικά κτίρια κλπ.) αποτελεί το ιδανικό case study (μελέτη περίπτωσης) για ένα εργαστήριο τέτοιου τύπου.

Σκοπός του εργαστηρίου είναι η επανενεργοποίηση και αρμονική ένταξη των ερειπωμένων κελυφών στον αστικό ιστό και η οργάνωση των νέων λειτουργιών τους σε οργανικό συντονισμό με το «πνεύμα του τόπου» (genius loci), τον δημόσιο χώρο και την διαχρονική αστικότητα της Ερμούπολης.

Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ο πρώην Αλευρόμυλος Βέλτσου

Είναι γνωστό πως ειδικά σε βιομηχανικές πόλεις ιστορικών πόλεων, λόγω της αποβιομηχάνισης μετά τη δεκαετία του ’60 και του ’70, υπάρχουν πολλά κενά κελύφη, άδεια κτίρια. «Άλλαξε η δομή της παραγωγής και της οικονομίας και συνεπώς, έχουμε ολόκληρες ζώνες εγκαταλελειμμένες» υπογράμμισε ο κ. Τερζόγλου, καθιστώντας γνωστό πως, υπάρχει μια διεθνής τάση, η οποία έχει ξεκινήσει από την Ευρώπη, τα κελύφη να μην παραμένουν σε ένα επίπεδο ερήμωσης και ερείπωσης, αλλά να εντάσσονται στη ζωή της πόλης, ενσωματώνοντας νέες λειτουργίες και χρήσεις σε αυτά.

Στο πλαίσιο του εν εξελίξει εργαστηρίου, διδάσκοντες και σπουδαστές μελετούν τη Βιομηχανική ζώνη της Ερμούπολης, εστιάζοντας το ενδιαφέρον τους στο βιομηχανικό κτήριο του πρώην Αλευρόμυλου Βέλτσου και το ευρύτερο συγκείμενο του, με στόχο να προχωρήσουν στην ανάλυση, τεκμηρίωση και πρόταση επανάχρησης αυτού.

«Δεδομένου αφενός ότι εργαστήριο αστικού και αρχιτεκτονικού σχεδιασμού για φοιτητές στην Ερμούπολη είχε να γίνει από το 1994, αφετέρου ότι προσφέρεται για μία εις βάθος ανάλυση της πόλης και σε συνδυασμό με την ιδέα ότι αν έχουμε ένα εστιασμένο θέμα, μπορεί να βγει σε εννέα ημέρες, θεωρήσαμε ότι μπορούμε να προχωρήσουμε σε αυτή την πρωτοβουλία».

Το εργαστήριο έχει συλληφθεί και σχεδιαστεί ως μία εμπειρία υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων, εντατική, με ισχυρό ακαδημαϊκό χαρακτήρα, συνδυάζοντας εκτεταμένη θεωρία εμβάθυνσης σε κρίσιμες έννοιες ως εργαλεία οργάνωσης του δημόσιου χώρου με αρχιτεκτονικό και αστικό σχεδιασμό. Η εναρκτήρια εκδήλωση πραγματοποιήθηκε το πρωί της περασμένης Πέμπτης 01 Αυγούστου στο Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Κυκλάδων, όπου θα παρουσιαστούν και τα αποτελέσματα του εργαστηρίου την Πέμπτη 8/8.

Οι εργασίες πραγματοποιούνται σε εγκαταστάσεις και χώρους του Τμήματος Μηχανικών Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στο ιστορικό 1ο Γυμνάσιο της Σύρου, καθώς και σε άλλους χώρους. Η δομή του εργαστηρίου αποτελείται από πρωινές διαλέξεις, ανοικτές για το κοινό (είτε μεμονωμένες, είτε σε μορφή οργανωμένων θεματικών sessions) και απογευματινά εντατικά εργαστήρια σχεδιασμού υπό την επίβλεψη των διδακτικών ομάδων. Στο πλαίσιο εξοικείωσης με το πνεύμα του τόπου, οργανώθηκαν και ξεναγήσεις στην Ερμούπολη, εκδρομή στην Άνω Σύρο, καθώς και περιήγηση στη Βιομηχανική Ζώνη από τον κ. Παύλο Χατζηγρηγορίου.

Προσπάθειες για την υποστήριξη της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς

Μετά το πέρας του εργαστηρίου, οι συμμετέχοντες θα μπορούν να γνωρίζουν περισσότερες έννοιες στρατηγικού χωρικού χειρισμού και επανάχρησης της βιομηχανικής κληρονομιάς, έχοντας αφομοιώσει ένα πλήρες γνωσιολογικό υπόβαθρο και περιεχόμενο, βάσει του ολοκληρωμένου κύκλου θεωρητικών διαλέξεων που προσφέρονται. Επιπλέον, θα μπορούν να ανταποκρίνονται σε ένα εντατικό εργασιακό περιβάλλον παραγωγής ιδεών και σχεδίων, με υψηλές ακαδημαϊκές και αρχιτεκτονικές απαιτήσεις, να αντιληφθούν την καθοριστική σημασία του πνεύματος του τόπου και του ρόλου του εκάστοτε αστικού συγκειμένου στην συγκρότηση και νοηματοδότηση μίας ολοκληρωμένης αρχιτεκτονικής πρότασης, καθώς και να συλλάβουν την πολυπλοκότητα της έννοιας του τόπου, η οποία αποτελείται από μία διαστρωμάτωση και δικτυακή συσχέτιση πολλαπλών υλικών και πνευματικών διαστάσεων σε μία οργανική ολότητα που τις υπερβαίνει.

Καταλήγοντας, ο κ. Τερζόγλου επεσήμανε ότι η προσπάθεια αυτή έχει αγκαλιαστεί από πολλούς τοπικούς φορείς, μεταξύ αυτών και το Ινστιτούτο Σύρου με πρόεδρο τον Ομότιμο Καθηγητή ΕΜΠ Ιωσήφ Στεφάνου. «Πρέπει να αναγνωρίσουμε στον κ. Στεφάνου ότι έχει κάνει μία πάρα πολύ σημαντική προσπάθεια εδώ και δεκαετίες για να υποστηρίξει κάποιες αξίες που στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης αγοράς δεν προβάλλονται ιδιαίτερα. Η αξία του τόπου, του τοπικισμού, της παράδοσης, της κληρονομιάς και γενικά ένα ολόκληρο πεδίο πολύ σημαντικών εννοιών που τείνουν σιγά-σιγά να ισοπεδωθούν», ανέφερε χαρακτηριστικά.