Της Μαρίας Ρώτα

Λέξεις και φράσεις που ακούγονται και σήμερα (άρθρο 3)

  • Παρασκευή, 26 Ιουνίου, 2020 - 06:22

Είναι τόσες πολλές οι παροιμιώδεις εκφράσεις που τις λέμε και τις ακούμε και στη σημερινή εποχή. Το σημαντικό είναι ότι οι περισσότερες από αυτές τις φράσεις έχουν ξεκινήσει πριν από πολλά χρόνια και οι περισσότερες ερμηνεύουν και κάποιες δραστηριότητες παλαιών ανθρώπων. Εξακολουθούν όμως και σήμερα να λέγονται και να ακούγονται. Ας διαβάσουμε άλλη μια φορά αυτές τις παροιμιώδεις εκφράσεις... μαζί με την ερμηνεία τους, δηλαδή, ποια είναι η προέλευσή τους.

Αυτός χρωστάει της Μιχαλούς”: Στα χρόνια του Όθωνα, βρισκόταν σε κάποιο σοκάκι στο Ναύπλιο η ταβέρνα της Μιχαλούς. Παραδόπιστη και εκμεταλλεύτρια, από τον καιρό που πέθανε ο άντρας της, είχε μια περιορισμένη πελατεία, που της έκανε πίστωση, για ένα χρονικό διάστημα, μετά το τέλος του οποίου έπρεπε να εξοφληθεί ο λογαριασμός. Αλίμονο σ' εκείνον που δεν θα ήταν συνεπής. Η Μιχαλού, κυριολεκτικά, τον ξευτέλιζε. Ανάμεσα σ' αυτούς τους οφειλέτες ήταν και ένας ευσυνείδητος άνθρωπος, που του ήταν αδύνατον να βρει τρόπο να την ξοφλήσει, γιατί τον τελευταίο καιρό δεν είχε δουλειά. Μέρα και νύχτα γύρισε στους δρόμους παραμιλώντας. Όταν κανείς ρωτούσε να μάθει τι είχε αυτός ο άνθρωπος, όσοι γνώριζαν απαντούσαν: “Αυτός... χρωστάει της Μιχαλούς”. Από τότε έμεινε η φράση.

Εκόστησε ο Κούκος Αηδόνι”: Την εποχή του 1821 διατέθηκαν μεγάλα ποσά για ν' αποκτήσουμε κι εμείς στην χώρα μας ένα ατμοκίνητο καράβι. Η πρόταση έγινε από τον Άγγλο ναύαρχο Θωμά Κόχραν, που είχε προσληφθεί στην Ελλάδα για τον αγώνα. Κάποια μέρα, λοιπόν, έφθασε το αναμενόμενο ατμοκίνητο καράβι στην Ελλάδα. Κατέβηκαν πολλοί Έλληνες στο λιμάνι για να υποδεχθούν και να θαυμάσουν και να καμαρώσουν αυτό το θαυμάσιο πλοίο. Μαζί με τόσους πολλούς ανθρώπους βρισκόταν και ένας γνωστός λαϊκός τροβαδούρος της εποχής, ο ποιητής Σπυριδώνης, που καθώς είδε το καράβι και αναλογίστηκε πόσα λεφτά ξοδεύτηκαν γι' αυτό το πλοίο, είπε στον ειδικό Έλληνα που υποδέχθηκε την άφιξη του καραβιού: “Λογιότατε, τούτο το ατιμοκίνητο (έκανε λογοπαίγνιο με τη λέξη ατμοκίνητο) μας εκόστισε αηδρόνι και εβγήκεν κούκος!” Εννοούσε, πληρώθηκε ακριβά (όπως το σπουδαίο αηδόνι), ενώ δείχνει να είναι όχι τόσο αξιόλογο, μοιάζει σαν τον κούκο.

“Δούρειος Ίππος”: Δούρειος ίππος ονομαζόταν το τεράστιο ξύλινο άλογο που μηχανεύτηκε ο Οδυσσέας να κατασκευαστεί από τους Έλληνες στην Τροία, για να κρυφτούν μέσα του τα γενναία παλληκάρια. Από αυτό, όταν θα το έφερναν οι Τρωαδίτες μέσα στην πόλη τους, θα έβγαιναν κρυφά τη νύχτα, για να παραδώσουν την Τροία στους Έλληνες που περίμεναν έξω από τα τείχη της Τροίας. Και έτσι έγινε. Οι Έλληνες νίκησαν την Τροία. Η φράση αυτή λέγεται για υστερόβουλη προσφορά.

Κουλουβάχατα”: Είναι λέξη Αραβική κάπως διαφορετική από την πραγματική. Με το “Κουλουβάχατα” οι Άραβες θέλουν να πουν το μπέρδεμα που έχει συμβεί. Εμείς στην Ελλάδα θα πούμε... “γίναν όλα άνω κάτω”. Η λέξη κουλουβάχατα υπάρχει σε φυλλάδιο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη με το όνομα (φαλές).

Πατρίδα, σαν τον ήλιο σου, ήλιος αλλού δε λάμπει”: Της πατρίδας μας η ατμόσφαιρα χαρίζει στον ήλιο που τη φωτίζει μοναδική λαμπράδα και ομορφιά, καθώς τη λούζει με το φως του. Τη λατρεία του για τον ελληνικό ήλιο τη δείχνει ο ποιητής και με την επανάληψη της λέξης ήλιος και με το κλείσιμο του στίχου με τη λέξη λάμπει! Αφορμή του στίχου αλλά και του ποιήματος του Μαβίλη ήταν, γιατί στα χρόνια των σπουδών του ζούσε σε βορινή χώρα. Αυτό σημαίνει ότι ο ήλιος δεν ήταν τόσο λαμπρός όσο στην νότια χώρα του την Ελλάδα.

Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή...”: Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή. Είναι στίχοι από το “Θούριο ύμνο”, το πολεμικό εμβατήριο του Ρήγα Βελεστινλή, που κλείνουν μέσα τους όλο το νόημα του ποιήματος και μαζί και την ηρωική αντίληψη που είχαν τη ζωή οι Έλληνες, όταν αποφάσισαν και οργάνωσαν την Επανάσταση του Εικοσιένα.

Μα – καρόνι”: Έχει γραφτεί και έχουν πει, ότι κάποτε ο Μέγας Ναπολέων σταμάτησε, πολύ κουρασμένος, σε ένα πανδοχείο της Βόρειας Ιταλίας και ζήτησε φαγητό. Η μαγείρισσα πληροφορήθηκε την ιδιότητά του και επειδή δεν έβρισκε τίποτε άλλο πιο πρόχειρο φαγητό, του έκανε μακαρόνια, που τότε δεν είχαν αυτό το όνομα. Ο Ναπολέων, επειδή πεινούσε πολύ, τα έφαγε με μεγάλη όρεξη. Αφού τελείωσε το φαγητό του, ζήτησε να πληρώσει. Η ιδιοκτήτρια τότε του πανδοχείου του παρουσίασε έναν “αλμυρούτσικο” λογαριασμό. Ο Ναπολέων βλέποντας πόσο ακριβά του είχε χρεώσει το φαγητό, στραβομουτσούνιασε και τότε η μαγείρισσα τον ρώτησε: “Γιατί κύριε, δεν είναι καλά;” και όπως λένε και έχει γραφτεί ο Ναπολέων απάντησε: “SI, MA-CARRONI” (δηλαδή, ναι, αλλά ακριβούτσικα). Και από τότε έμεινα και η λέξη, Μα καρόνι

Ο Δίκαιος Αριστείδης”: Ο Αριστείδης ήταν ο Αθηναίος πολιτικός (5ος αι. π.Χ.), ονομαστός για το δυνατό αίσθημα που είχε για την δικαιοσύνη. Η φράση “Δίκαιος Αριστείδης” λέγεται συχνά για άνθρωπο δίκαιο.

“Έριξε στο βρόντο = πήγανε στο βρόντο”: Παλιότερα ο κλέφτης ή ο πολεμιστής έριχνε κατά του αντιπάλου.. η φωτιά στη φωτιά βλέποντας δηλαδή τη λάμψη του όπλου του άλλου έριχνε κατ' εκεί ή όταν δεν ήταν δυνατόν να δει τη φωτιά τότε... έριχνε στο βρόντο, δηλαδή πυροβολούσε κατ' εκεί που ακουγόταν ο βρόντος. Το ότι η δεύτερη αυτή βολή τις περισσότερες φορές αστοχούσε ήταν πολύ φυσικό. Στις αρχές λοιπόν η τουφεκιά πήγαινε στο βρόντο, και μετά η δουλειά και ότι άλλο.

Ετικέτες: