Της Μαρίας Ρώτα

Οι “Ρεμπέτες” των Ελληνικών θαλασσών

  • Πέμπτη, 26 Αυγούστου, 2021 - 06:22
“ΝΑΥΤΑΚΙ ΣΥΡΙΑΝΟ” γράφει. Το σκάφος είναι η “Αρχόντισσα”

Είναι τόσοι πολλοί Έλληνες, αλλά και ξένοι, που έχουν ασχοληθεί τόσο πολύ με τις ελληνικές θάλασσες και τα ελληνικά νησιά. Τους γοήτευε πάντα η ιδέα να ταξιδέψουν και να χαρούν τις καλοκαιρινές μέρες πηγαίνοντας σε ένα άγνωστο νησί που θα ήταν χαμένο κάπου στις άκρες του αρχιπελάγους, πέρα από τα όρια των γνωστών τους νησιών των Κυκλάδων. Αποφάσιζαν, πάντα με τα σκάφη που φρόντιζαν να έχουν (να τα νοικιάζουν βέβαια), να ταξιδεύουν και στα Δωδεκάνησα, ίσως και σε νησιά κοντά στην Τουρκία, έτσι, γιατί ήθελαν να γνωρίσουν θάλασσες διαφορετικές, όπως έλεγαν, που ίσως είχαν άλλη όψη και άλλα χρώματα. Ήταν ενθουσιασμένοι από όλα τα ταξίδια τους και ιδιαίτερα τους άρεσαν όλα τα νησιά που συναντούσαν, μεγάλα ή μικρά, με πολλούς ή λίγους ανθρώπους που ζούσαν εκεί. Τους άρεσε να τους γνωρίζουν, να μιλούν μαζί τους να τους ρωτούν πως ήταν η ζωή τους... και ιδιαίτερα βέβαια των ανθρώπων που ζούσαν στα μικρά νησιά που δεν υπήρχαν γιατροί αν χρειαζόταν κάτι για την υγεία τους.

Άκουγαν, μάθαιναν τόσα πράγματα για τη ζωή των ανθρώπων αυτών. Όταν κάποτε, αρκετά χρόνια πριν, ταξιδεύαμε κι εμείς με τα μικρά ιστιοφόρα, γνωρίσαμε και τόσα μικρά, εκτός από τα μεγάλα νησιά των Κυκλάδων. Μιλήσαμε με τόσους ανθρώπους, ακούσαμε και μάθαμε τόσες ναυτικές ιστορίες.

Είχε διηγηθεί ένας Έλληνας λάτρης της θάλασσας, για μια προσωπική εμπειρία του από τη θάλασσα. Φυσικά οι περισσότεροι άνθρωποι, Έλληνες και ξένοι, που επιθυμούν να ταξιδέψουν στα νησιά του Αιγαίου με ένα σκάφος και όχι με πλοίο της γραμμής, αποκτούν διαφορετικές εντυπώσεις.

“Θα πηγαίναμε” είχε πει “στη Δονούσα για να παραλάβουμε και να φέρουμε στην Τήνο την “Αρχόντισσα” μια όμορφη ξύλινη βάρκα σκαρωμένη το 1979 στο ναυπηγείο του Μαυρίκου, στην Ερμούπολη, που ζούσε τα τελευταία χρόνια ένας απόγονος καραβομαραγκών από τη Σύμη. Τα 45 ναυτικά μίλια απόσταση, όμως δεν ήταν λίγα. Μια τέτοια πλεύση θα προϋπέθετε ένα ικανό παράθυρο καλοκαιρίας, καθότι η Δονούσα βρίσκεται σε ένα σημεία των Κυκλάδων που το χτυπούν όλοι οι καιροί. Όταν, λοιπόν είδαμε πως ένα Σαββατοκύριακο του Ιουλίου έδινε μπουνάτσα για δύο ημέρες, αποφασίσαμε να φύγουμε. Το όχημά μας ήταν ένα Συριανό τρεχαντήρι φτιαγμένο στου “Φουσκή” στις αρχές του ΄80 πρόσφατα ανακαινισμένο από τον Δημήτρη, τον Συριανό του ιδιοκτήτη. Όταν κατέπλευσε στο λιμάνι της Τήνου για να με παραλάβει, έμοιαζε με αληθινό στολίδι...

Στις τέσσερις το απόγευμα βγήκαμε από τους λιμενοβραχίονες και το ταξίδι είχε ξεκινήσει. Το στενό του Τσικνιά μας υποδέχθηκε με φουσκοθαλασσιά, απομεινάρι του βοριά που φύσαγε για μέρες... Ο Δημήτρης με ενθουσιασμό άνοιξε το φλόκο. Το μικρό τρίγωνο πανί απλώθηκε κόκκινο μέσα στο τελευταίο φως της μέρας.... χαθήκαμε μέσα στον χορό των κυμάτων και η ώρα πέρασε.

Αφήσαμε στα δεξιά μας τον φάρο του ακρωτηρίου της Νάξου και τα φώτα του παραθαλάσσιου οικισμού του Απόλλωνα εμφανίσθηκαν σαν “στολίδια” μέσα στο πρώτο σκοτάδι...

Το Αιγαίο λες και μας είπε: “θα γυρίσετε σώοι και η βάρκα θα φθάσει στον προορισμό της – αλλά θέλω ένα κομμάτι της”. Έπειτα από τέσσερις ώρες πλεύση έχανες την αίσθηση του χρόνου. Έμεναν μόνο τα κύματα και ο σκληρός νόμος τους που μυρμήγκιαζαν πάνω στη λαγουδέρα και τα ρέλια.

Ο νοτιάς συνέχιζε αγριεμένος και σε ένα μεγάλο κύμα, σε ένα βίαιο τράβηγμα, ξεκόλλησε ένα μαδέρι από την πλώρη της “Αρχόντισσας”.

Το τρεχαντήρι, το πέραμα”

Η γνώση της παραδοσιακής μας ξυλοναυπηγικής μεταδίδεται από μάστορα σε μάστορα στα καρνάγια της χώρας. Ένας από όσους διερεύνησαν τους ναυτικούς χώρους ήταν ο Κώστας Δαμιανίδης, απόφοιτος της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΕΜΠ (και διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο St Andrews της Σκωτίας), πήρε συνεντεύξεις από μάστορες της χώρας μας. Ένας από αυτούς τους μάστορες ήταν ο Θεόδωρος Αρβανίτης. Τα λόγια του, όπως είπαν όσοι άκουσαν, έχουν τη χροιά της πατρίδας του της Άνω Σύρας, και αποτελούν πολύτιμους λίθους που συνθέτουν το ευγενές ναυτικό οικοδόμημα μιας τέχνης αιώνων, που είναι η ίδια μας η χώρα.

Ο Κώστας Δαμιανίδης παρουσίασε τα έργα της έρευνάς του στο σημαντικό βιβλίο: “Ελληνική Παραδοσιακή Ναυπηγική”. Παράλληλα φροντίζει να γίνει παρουσίαση στο ελληνικό κοινό ένα Μουσείο Ναυπηγικών και Ναυτικών Τεχνών του Αιγαίου. Όπως είπε ο ίδιος θα ήθελε αυτό το Μουσείο να γίνει κιβωτός διάσωσης αυτής της τέχνης. Δηλαδή να συντηρηθούν και να παρουσιαστούν στον κόσμο μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά σκαριά, σκάφη με ιδιαίτερη ιστορία. Και όπως είπε: “Το καθένα από αυτά θα μπορούσε να γίνει ξεχωριστό βιβλίο”. Μαζί με τον φίλο του τον Τάσο Λεοντίδη, που έκανε Μουσείο Κρητικής Εθνολογίας το 1990, παράλληλα εκδόθηκε το βιβλίο “Τα ελληνικά ιστιοφόρα του 20ου αιώνα”.

Εκτός από τον Κ. Δαμιανίδη υπήρχαν και υπάρχουν και άλλοι που φρόντισαν τη δημιουργία των πλοίων όπως ο Ν. Βλαβιανός στη Χαλκίδα, ο Β. Κουμαριανός στην Τήνο, ο Γ. Ψυχογιός στην Πάρο κ.α. και είναι και ο Δημήτρης Σταυρακόπουλος στη Σύρο, ένας συλλέκτης και αναπαλαιωτής, που με πείσμα και συνέπεια στην παράδοση, έχει φροντίσει δύο πανέμορφα παλιά Συριανά σκαριά, έναν βαρκαλά και ένα τρεχαντήρι από το ναυπηγείο “Φουσκή”.

Βέβαια ένα ισχυρό σύμβολο του Αιγαίου είναι και το τρεχαντήρι. Κάποτε υπήρχαν τεράστια τέτοια σκάφη, έφταναν και πάνω από 24 μέτρα. Οι “τρεχαντήρες” όπως τα έλεγαν ήταν, (όπως είπαν) σκάφη που έμοιαζαν, λες και έρχονταν κατευθείαν από την αρχαιότητα και το Βυζάντιο.

Ιδιαίτερα έχει ασχοληθεί με τα καράβια της παλαιάς και της νέας εποχής ο Δημήτρης Καραϊσκος. Αγάπησε και θαύμασε και τη Σύρο.

Ετικέτες: