Αφιέρωμα στα 200 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου μουσικού (1813-2013)

Γκιουζέπε Βέρντι

Διεθνές Φεστιβάλ Αιγαίου

Γενικός Διευθυντής: Παναγιώτης Τιμπόρης

«Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην Ερμούπολη της Σύρου, όπου από τις 7 ως τις 21 Ιουλίου πραγματοποιείται για ένατη χρονιά στο θέατρο «Απόλλων» το Διεθνές Φεστιβάλ Αιγαίου» Είναι ένα από τα επαινετικά σχόλια των Αθηναϊκών Εφημερίδων και συνεχίζει: «Ψυχή του Φεστιβάλ ο επιφανής Έλληνας αρχιμουσικός Πίτερ Τιμπόρης, ο οποίος βρέθηκε κατά σύμπτωση στη Σύρο, λάτρεψε το νησί και το θέατρο «Απόλλων» και αποφάσισε να του ξαναδώσει τη χαμένη του λαμπρότητα μέσα από τον κόσμο της μουσικής.

Με σκοπό να μετατρέψει τη Σύρο στο Σάλτσμουργκ του Αιγαίου, ο Π. Τιμπόρης έχει καταφέρει ως σήμερα να μετακαλέσει μεγάλους καλλιτέχνες της κλασσικής μουσικής τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό, που έλαβαν μέρος στο Φεστιβάλ χαρίζοντας στο κοινό μοναδικές βραδιές…Φέτος στις 7 Ιουλίου το Φεστιβάλ ανοίγει με το «Ρέκβιεμ» του Βέρντι…»

Ο Π. Τιμπόρης τιμά τη Σύρο 9 χρόνια. Το 2013 τιμά ιδιαίτερα το νησί μας με το αφιέρωμα στον μεγάλο μουσικό.

Γκιουζέπε Βέρντι

Ένας μεγάλος καλλιτέχνης και μεγάλος «άνθρωπος» μια ιδιαίτερα αγαπητή μορφή. Η μουσική του αγαπήθηκε και θαυμάστηκε απ’ όλο τον κόσμο.

Γεννήθηκε στις 7 Οκτωβρίου του 1813 σ’ ένα μικρό χωριό, το Ρονκόλε στην Β. Ιταλία. Ο πατέρας του, Κάρλο Βέρντι, ήταν ένας φτωχός μικρομπακάλης κι έπρεπε να δουλεύει σκληρά για να ζήσει την οικογένεια του. Το παιδί μεγάλωνε σοβαρό, αμίλητο και το μόνο που φαινόταν να τον ενδιαφέρει ήταν η μουσική. Άκουγε σαν μαγεμένος έναν πλανόδιο λυράρη και την Κυριακή απολάμβανε στη λειτουργία το μεγάλο όργανο της εκκλησίας.

Ο πατέρας του, καλός κι έξυπνος άνθρωπος, κατάλαβε το ενδιαφέρον του γιου του για τη μουσική και κατόρθωσε με δυσκολία να του αγοράσει ένα παλιό σπινέτο (ένα είδος πιάνου) που έγινε ο αγαπημένος σύντροφος του παιδιού. Σήμερα, αυτό το σπινέτο βρίσκεται στο μουσείο του Μιλάνου.

Ο Γκιουζέπε προόδευε και στη μουσική και στα γράμματα. Και έπειτα από λίγο καιρό η τύχη του χαμογέλασε. Σε μια μικρή πολιτεία κοντά στο χωριό Ρονκόλε, στο Μπουσέτο ζούσε ένας μεγαλέμπορος ο Μπαρέτσι, που αγαπούσε πολύ τη μουσική και έπαιζε φλάουτο. Ήταν και πρόεδρος της Φιλαρμονικής. Γνώριζε τον Γκιουζέπε γιατί συχνά ο μικρός πήγαινε και αγόραζε προϊόντα για το μπακάλικο του πατέρα του.

Όταν ο Μπαρέτσι είδε ότι το παιδί είχε κλίση στη μουσική, τον πήρε κοντά του, στο σπίτι του και εργαζόταν στο κατάστημα του ο μικρός, ενώ παράλληλα σπούδαζε μουσική κοντά στον διευθυντή ορχήστρας στο Μπουσέτο. Μετά τον θάνατο του διευθυντή της ορχήστρας, τη θέση του πήρε ο Γκιουζέπε. Είχε αρχίσει ήδη να συνθέτει και να γράφει μουσική. Στα 26 του είχε την πρώτη του επιτυχία στη «Σκάλα του Μιλάνου» με την όπερα «Ομπέρτο»

Ο Μπαρέτσι και τον βοήθησε, αλλά και δέχθηκε να παντρευτεί ο Γκιουζέπε την κόρη του Μαργαρίτα.

Όλα γελούσαν στον νεαρό συνθέτη, οι παραγγελίες μετά την επιτυχία του «Ομπέρτο» (1839) έρχονταν άφθονες, όταν ένα χρόνο αργότερα, το 1840, δοκιμάζει ένα φοβερό χτύπημα: Μέσα σε λίγες μέρες χάνει και τη γυναίκα του και τα δυο του παιδιά από μια φοβερή επιδημία. Και τότε, πάνω σ’ αυτή την τραγωδία, έγραφε κατά παραγγελία της «Σκάλας» την κωμική όπερα «Un Giorno di Regno» (Μια μέρα βασιλείας), που όμως δεν είχε επιτυχία.

Είχε ορκιστεί να μην ξαναγράψει. Όταν όμως γαλήνεψε κάπως ο πόνος του έγραψε την σπουδαία όπερα «Ναμπούκο» (1842). Η επιτυχία του ήταν μεγάλη. Από τότε άνοιξε ο δρόμος της δόξας για τον Βέρντι. Σε δυο χρόνια έγραψε τις τρεις σπουδαίες όπερες «Ριγκολέτο», «Τραβιάτα» και «Τροβατόρε» που είχαν τεράστια επιτυχία, με τις ωραίες μελωδίες. Λίγο αργότερα, είχε την τύχη να έχει μια νέα σύντροφο, την τραγουδίστρια Γκιουζεπίνα Στρεπόνι, που γίνεται γυναίκα του και στο πλευρό της ζει μια ανέφελη και ευτυχισμένη ζωή, με μόνη φροντίδα την τέχνη του.

Η προσωπικότητα του Βέρντι

Το έργο του αναγνωρίσθηκε και θριάμβευσε με την αξία του. Ακόμη και σε μεγάλη ηλικία είχε τη δύναμη και τον μουσικό πλούτο για να γράψει και να προσφέρει την «Αϊντα» που παίχτηκε στο Κάιρο την πρώτη φορά. Αλλά και σε ηλικία εβδομήντα τεσσάρων και ογδόντα ετών γράφει τα δύο του αριστουργήματα, τον «Οθέλλο» και τον «Φάλσταφ»

Την φετινή χρονιά που είναι η επέτειος των 200 χρόνων από τη γέννησή του, είναι πολλοί οι Αρχιμουσικοί και οι διευθυντές λυρικών θεάτρων στον κόσμο που ψάχνουν και ανακαλύπτουν όπερες του μεγάλου Ιταλού κι αρχίζουν παντού σ’ όλη την Ευρώπη και στην Αμερική να παρουσιάζουν μεγαλειώδεις παραστάσεις.

«Ο Βέρντι δεν υπήρξε μονάχα ένας μεγάλος μουσικός. Είναι η ίδια η Ιταλία, ένας ολόκληρος ιταλικός αγώνας. Ήταν η μεγαλοφυΐα της μουσικής» Απόφευγε τη διαφήμιση, τις τιμές στο έργο του και πάντα έλεγε: εγώ είμαι ένας χωρικός.

Ο Βέρντι πέθανε στις 27 Ιανουαρίου 1901, ογδόντα οκτώ ετών. «Θέλω είχε πει «η κηδεία μου να ‘ναι πολύ απλή, να γίνει την αυγή ή το βράδυ στον εσπερινό, χωρίς ψαλμωδίες και χωρίς μουσική». Κι έγινε όπως ήθελε. Μόνο που ένας ολόκληρος λαός ήταν εκεί για να αποδώσει έναν ευλαβικό ύστατο χαιρετισμό σ’ έναν μεγάλο άνθρωπο και σε μια μεγάλη ψυχή. Απογόνους δεν είχε. Άφησε όλη του την περιουσία σ’ ένα άσυλο φτωχών μουσικών.

Υποσημειώσεις:

  1. 1813: Την ίδια χρονιά με διαφορά πέντε μηνών, γεννήθηκε και ο Ριχάρδος Βάγκνερ.
  2. Οι στατιστικές δείχνουν πως τα έργα του Βέρντι παίζονταν περισσότερο από κείνα του Βάγκνερ στη Γερμανία
  3. Την Κυριακή 14 Ιουλίου 2013 στην Πλατεία Μιαούλη θα είναι μια βραδιά αφιερωμένη στα 200 χρόνια από τη γέννηση του Βέρντι. Το νησί μας τιμά τον μεγάλο μουσικό.