Να πάρει «σάρκα και οστά» η συνταγματική επιταγή της Νησιωτικότητας

Για ένα σχέδιο συνολικής ανασυγκρότησης της εκπαίδευσης

Του Πέτρου Σπανού, Σχολικού Συμβούλου 3ης Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Δωδεκανήσου

Η προγραμματικές δηλώσεις του Υπουργείου Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο στο χώρο της Παιδείας και ειδικότερα στην Α/θμια και Β/θμια εκπαίδευση. Όπως προκύπτει από τις δηλώσεις, τίθεται επί τάπητος ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ενός προγράμματος συνολικής ανασυγκρότησης της εκπαίδευσης. Η εφαρμογή, όμως ενός τέτοιου σχεδίου απαιτεί μακρόχρονες διαδικασίες, πρόβλεψη μεταβατικών σταδίων και δοκιμαστικές εφαρμογές πριν τη γενικευμένη του εφαρμογή. Στις  σημερινές όμως συνθήκες απαιτούνται άμεσες λύσεις σε μια σειρά προβλήματα, τα οποία έχει επισωρεύσει και παροξύνει η εκπαιδευτική πολιτική των τελευταίων χρόνων. 

Για αυτό το λόγο, απαιτούνται άμεσες ενέργειες που πρέπει να κατατείνουν σε δυο στόχους που συνδέονται στενά. Πρώτον, να περιοριστούν οι καταστροφικές συνέπειες  που έχει επιφέρει η μνημονιακή πολιτική στην εκπαίδευση και, δεύτερον, να ανοίξει ο δρόμος για την συνολική εκπαιδευτική ανασυγκρότηση.

Άμεσα μέτρα

Στις προτεραιότητες των κυβερνητικών αποφάσεων και ενεργειών πρέπει να είναι ο τερματισμός διαθεσιμοτήτων και  απολύσεων, η κατάργηση της «εργασιακής εφεδρείας» και των ευέλικτων μορφών εργασίας στην εκπαίδευση, το άνοιγμα των διορισμών νέων εκπαιδευτικών και η πολύπλευρη στήριξη εκείνων που διορίζονται για πρώτη φορά. Στις άμεσες ενέργειες της νέας ηγεσίας του Υπουργείου, σύμφωνα με τις εξαγγελίες της πολιτικής ηγεσίας, είναι και η κατάργηση  του συνολικού αυταρχικού  θεσμικού πλαισίου(απόσυρση του «βραχνά της αξιολόγησης», πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων, κ.λπ) που έχουν τραυματίσει την εκπαιδευτική κοινότητα, για την αποκατάσταση ενός κλίματος ασφάλειας και ηρεμίας στα σχολεία.. Τα άμεσα αυτά μέτρα  αποσκοπούν  να  επιλύσουν γρήγορα προβλήματα που δημιουργήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια και να ανακουφίσουν μαθητές, εκπαιδευτικούς, να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για ανάταξη μιας δυσχερούς κατάστασης.

Σχέδιο  για τη συνολική ανασυγκρότηση  της εκπαίδευσης 

Η διαμόρφωση ενός σχεδίου συνολικής ανασυγκρότησης της εκπαίδευσης συνιστά διαδικασία συνεχούς επανατροφοδότησης, προσαρμογών και ανατροπών. Απαιτεί κοινωνική νομιμοποίηση, δηλαδή ευρεία κοινωνική συναίνεση, αλλά κυρίως την ενεργό συμμετοχή εκπαιδευτικών, εκπαιδευομένων και όλων των εμπλεκομένων στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η εικόνα αλλάζει καθημερινά, οι αλλοιώσεις που συντελούνται  και οι παθογένειες που εντείνονται αποκτούν στοιχεία μονιμότητας και άρα ότι η ανάταξή τους θα απαιτήσει μεγάλη προσπάθεια, χρόνο και πόρους.

Ενδεικτικά και σε αδρές γραμμές παρατίθενται για τον αναγκαίο διάλογο, όψεις ενός συνολικού επανασχεδιασμού. 

Περιεχόμενο  σπουδών

Στον κατακερματισμό και στην αποσπασματικότητα που χαρακτηρίζει το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα, απαιτείται ένας πλήρης ανασχεδιασμός του περιεχομένου των σπουδών, ο οποίος προϋποθέτει  τη διεξαγωγή ενός ουσιαστικού, επίμονου διαλόγου ανάμεσα σε όλους/όλες που μετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και των επιστημονικών ενώσεων και της κοινωνίας ολόκληρης.

Ο ανασχεδιασμός των προγραμμάτων σπουδών οφείλει να γίνει σε 12ετή βάση. Τα νέα προγράμματα σπουδών θα δίνουν έμφαση στην καλλιέργεια γενικής παιδείας, ενώ θα είναι εμπλουτισμένα με μαθήματα και δραστηριότητες που να βοηθούν τον μαθητή να κατανοεί το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον και να δρα για τη βελτίωσή του (περιβαλλοντική εκπαίδευση, εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα, αντιρατσιστική εκπαίδευση, αγωγή υγείας, καλλιτεχνική παιδεία και αισθητική αγωγή, άθληση, πολιτισμός, κλπ) και να αναδεικνύουν  και να καλλιεργούν τις κλίσεις του κάθε μαθητή/μαθήτριας. Αλληλοεπικαλύψεις και επαναλήψεις διδακτικών αντικειμένων οφείλουν να απαλειφθούν, αλλά και να ελαττωθούν οι ώρες παραδοσιακού τύπου διδασκαλίας στο θρανίο με παράλληλη αύξηση των εναλλακτικών μορφών διδασκαλίας στην μικροκλίμακα κάθε σχολικής μονάδας.

Άμβλυνση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων

Το  εκπαιδευτικό μας σύστημα σήμερα είναι εξετασιοκεντρικό, άρα ανταγωνιστικό και αγχογόνο. Ενισχύει την ταξικότητα της εκπαίδευσης και τους αποκλεισμούς. Στόχος μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης είναι η κατοχύρωση του καθολικού δικαιώματος στη γνώση, όχι μόνο στη μέτρηση των ικανοτήτων των μαθητών αλλά στην ανάπτυξη αυτών των ικανοτήτων, όχι στο ανταγωνιστικό και παράλληλα φτωχό σχολείο, αλλά σε ένα ανοιχτό, δημόσιο, «χωρίς σύνορα» σχολείο, που θα παρέχει σύγχρονη, κριτική και δημιουργική γνώση. Που δεν θα χρειάζεται να πληρώνουν οι γονείς για την μόρφωση των παιδιών τους, που θα αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς.

Απαιτείται η συστηματική διερεύνηση και επιστημονική ανάλυση όλων των παραγόντων που επηρεάζουν, άμεσα ή έμμεσα, την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος και προσδιορίζουν το μαθησιακό αποτέλεσμα όπως συναρτώνται με τα προγράμματα σπουδών, τα σχολικά βιβλία και διδακτικά υλικά, την υλικοτεχνική υποδομή και τον εξοπλισμό των σχολείων, τα συστήματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών και την επαρκή στελέχωση των σχολικών μονάδων. Με στόχο και προτεραιότητα την καταπολέμηση της σχολικής αποτυχίας, απαιτείται να ληφθούν μέτρα για την άμβλυνση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων και άρα, εμμέσως, των κοινωνικών ανισοτήτων. Με δέσμη εκπαιδευτικών και κοινωνικών μέτρων στήριξης των παιδιών με μαθησιακές και άλλες δυσκολίες καθώς και των σχολείων που λειτουργούν στις πιο υποβαθμισμένες και τις γεωγραφικά απομακρυσμένες περιοχές της χώρας και ειδικότερα στις νησιωτικές περιοχές.

Για ένα σχολείο της  δημιουργικότητας και  της κριτικής σκέψης

Προσβλέπουμε σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα αποκαθιστά τη χαρά της γνώσης, θα αναπτύσσει τη δημιουργικότητα και θα ενισχύει την κριτική σκέψη, πράγμα που απαιτεί ριζική ανανέωση των μεθόδων διδασκαλίας. Έχει σημασία όχι μόνο το τι διδάσκεται, αλλά και το πώς διδάσκεται και με ποιο διδακτικό υλικό. Οι διδακτικές μέθοδοι οφείλουν να ενισχύουν τη δημιουργική δραστηριότητα και αυτενέργεια του μαθητή όπως και την εξοικείωσή του με ερευνητικές μεθόδους και τεχνικές. Οφείλουν να προάγουν την κριτική προσέγγιση της γνώσης, την αυτοδύναμη μάθηση, την πρωτοτυπία, τον πειραματισμό, τη σύνδεση της θεωρίας με την πράξη, τη συνεργασία και τη συλλογικότητα.

Οι  εκπαιδευτικοί πρωταγωνιστές

Οι εκπαιδευτικοί αποτελούν κλειδί για την εύρυθμη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος, δικαιούνται τον κοινωνικό σεβασμό και οφείλουν να επιτελούν το έργο τους σε συνθήκες αξιοπρέπειας και εργασιακής ασφάλειας. Μέσα από τον εμπεριστατωμένο διάλογο με τιςομοσπονδίες των εκπαιδευτικών,  απαιτείται η διαμόρφωση ενός πολυδιάστατου προγράμματος μορφωτικής, κοινωνικής καιοικονομικής αναβάθμισης των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, με έμφαση στους τρόπους εκπαίδευσης και επιμόρφωσης, με ενίσχυση των ευκαιριών για μετεκπαίδευση και μεταπτυχιακές σπουδές και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας.     

Νέο πλαίσιο λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος

Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο αποτυπώνει ένα τοπίο δημοκρατικών, και εκπαιδευτικών εκπτώσεων, ασάφειας, και τάσεων συγκεντρωτισμού σε ολιγοπρόσωπα όργανα που δεν λογοδοτούν, καθώς και τη συγκέντρωση όλων, τελικά, των εξουσιών στον εκάστοτε υπουργό Παιδείας. Κατά συνέπεια, απαιτείται ένας νέος καταστατικός χάρτης που θα αφορά όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και θα αποτελεί την θεσμική αποτύπωση μιας ενιαίας εκπαιδευτικής ανασυγκρότησης με στόχο το σύνολο των εκπαιδευτικών βαθμίδων να λειτουργεί με συνοχή, συνέχεια, επάρκεια και δημοκρατία.

Αυτή η συνολική δημοκρατική ανασυγκρότηση προϋποθέτει τη θεσμοθέτηση και την άμεση λειτουργία αποκεντρωμένων, συμμετοχικών και δημοκρατικών θεσμών καθώς και διαρκείς διαδικασίες κοινωνικού διαλόγου και κοινωνικού ελέγχου, δηλαδή την εκκίνηση ενός μετασχηματισμού που θα βρίσκεται στον αντίποδα της σημερινής ιεραρχικής και γραφειοκρατικής αντίληψης.

Για να επιτευχθούν τα παραπάνω απαιτείται η αύξηση των δημόσιων δαπανών για την παιδεία, σε συνάρτηση με τη γενικότερη οικονομική κατάσταση στη χώρα και η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων (ΕΣΠΑ) με την κατάλληλη ανακατανομή τους.

Να  πάρει «σάρκα και οστά» η συνταγματική επιταγή της Νησιωτικότητας στην εκπαίδευση

Η εκπαιδευτική διαδικασία στην Α/θμια και Β/θμια Εκπαίδευση στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα υλοποιείται σε ένα ιδιαίτερα δυσμενές περιβάλλον. Στη διαχρονικά ασκούμενη εκπαιδευτική πολιτική με τις χαμηλές χρηματοδοτήσεις για την παιδεία, στην απουσία περιφερειακής πολιτικής, στις εγγενείς αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος με κύριο χαρακτηριστικό τη συγκεντρωτική, ιεραρχικά δομημένη διοικητική του δομή, με τη συνακόλουθη απουσία αποκεντρωτικής κουλτούρας, προστίθενται τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά των “προβληματικών” και “παραμεθόριων” πολυνησιακών περιοχών της Περιφέρειας Ν. Αιγαίου.

Με την πολύχρονη επαγγελματική μου δραστηριοποίηση και τη συνακόλουθη βιωμένη εμπειρία που αποκτήθηκε στις πολυνησιακές περιοχές Κυκλάδων και Δωδεκανήσου, κατανοήθηκε «εκ των έσω» η διάσταση της Νησιωτικότητας στις διάφορες εκφάνσεις της. Μέχρι σήμερα δεν υπήρξε ένα συνεκτικό σχέδιο εκπαιδευτικής πολιτικής έτσι ώστε να ιδωθεί ο εκπαιδευτικός χάρτης στη συστημική του ολότητα, με αποτέλεσμα να διαπιστώνεται η έλλειψη κεντρικού και μακρόπνοου σχεδιασμού για την ισόρροπη εκπαιδευτική ανάπτυξη της χώρας. Αναδεικνύεται έτσι, η αναγκαιότητα εφαρμογής ολοκληρωμένης εκπαιδευτικής περιφερειακής πολιτικής που θα αντισταθμίζει τις ποικίλες γεωγραφικές και κοινωνικές ανισότητες και θα διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση όλων των κατοίκων στα συνταγματικά κατοχυρωμένα, αλλά και αυτονόητα δικαιώματα. Στο πρόβλημα των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων στην εκπαίδευση να απαντήσουμε με στήριξη και ενδυνάμωση των περιοχών και των κοινωνικών ομάδων που υποφέρουν περισσότερο και το έχουν πραγματικά ανάγκη.

Συνεπώς, η συνταγματική επιταγή της Νησιωτικότητας οφείλει να αποτελεί μία εκ των ων ουκ άνευ παραμέτρων για το σχεδιασμό της εκπαιδευτικής πολιτικής και της κατά τομέα εξειδίκευσής της. Χρειάζεται να υπάρξουν παρεμβάσεις που θα υπερβαίνουν το συγκεντρωτικό και «τυφλό» χαρακτήρα της εκπαιδευτικής πολιτικής, ενισχύοντας ουσιαστικά τις νησιωτικές περιοχές και ιδιαίτερα τα μικρά απομακρυσμένα νησιά στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα, παρέχοντας χρηματοδοτήσεις και υποδομές, κίνητρα στο εκπαιδευτικό προσωπικό, προγράμματα αντιμετώπισης της σχολικής διαρροής, των χαμηλών επιδόσεων και της σχολικής αποτυχίας.

 

  

<

Ετικέτες: