Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ.καθηγητή καρδιολογίας

Γλωσσική Εθνοκάθαρση

  • Τρίτη, 23 Μαρτίου, 2021 - 06:22

Η γλώσσα είναι σα ζωντανός οργανισμός. Αλλάζει, διαρκώς εξυπηρετώντας εξελισσόμενες επικοινωνιακές ανάγκες και υπείκοντας στους φυσιολογικούς νόμους των γλωσσικών οργάνων, αναπνοής και μυών του στόματος. Οι άνθρωποι έρχονται σε διαρκή επικοινωνία προς αλλήλους, μιμητική (π.χ. μόδα), συμπληρωματική (π.χ. εμπόριο), συγκρουσιακή (π.χ. πόλεμος). Έτσι κι αλλιώς επικοινωνούν. Η γλώσσα για να εξυπηρετεί τον επικοινωνιακό σκοπό της με τους άλλους, συγχρόνους, αλλά και προγόνους, αναπτύσσει τους δικούς της νόμους. Κανένας δεν τους επιβάλλει. Σαν τα έθιμα. Ωστόσο, όταν αναμιγνύονται αλλόγλωσσες φυλετικές ομάδες, τείνει να επικρατήσει η γλώσσα που αφενός προάγει καλύτερα την επικοινωνία και αφετέρου είναι η γλώσσα της ομάδας που δεσπόζει. Στην αρχαιότητα η Ελληνική γλώσσα καλλιεργημένη στο δημοκρατικό περιβάλλον αναπτύχθηκε μοναδικά, ειδικά όταν επινόησε το αλφάβητο, που με την απλότητά του (ένας φθόγγος για κάθε γράμμα και ένα γράμμα για κάθε φθόγγο) κατέστησε προσιτή τη γραφή σε όλους όσοι μιλούσαν τη γλώσσα. Χωρίς αυτή τη δυνατότητα, δεν θα υπήρχε ισηγορία, απαραίτητη στη δημοκρατία. Με τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου, ο Ελληνικός πολιτισμός και η Ελληνική γλώσσα επικράτησαν παντού, με μοναδικό συνδυασμό την άποψη του ισχυροτέρου και του πιο αποδοτικού. Η συγγραφή του Ευαγγελίου στην Ελληνική γλώσσα (πλην του Ματθαίου που πρωτογράφτηκε Εβραϊκά), η Ελληνική εξαπλώθηκε σε όλο το Χριστιανικό κόσμο. Η Ρώμη όμως επικρατούσε δυναμικά και προσπαθούσε να επιβάλει τη λατινική σα διεθνή γλώσσα. Το αποπειράθηκε χρησιμοποιώντας ακόμη και πλαστογραφήσεις, όπως εκείνες του διαβόητου Αναστάσιου Βιβλιοθηκάριου, γραμματέα του Πάπα τον 8ο αιώνα. Η Ελληνική όμως επέζησε και από τον καιρό του Ηράκλειου έγινε η επίσημη γλώσσα του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους. Ωστόσο, η Ελλάδα δέχθηκε πολυάριθμους και ποικίλους επήλυδες, Γαλάτες, Ρωμαίους, Αλβανούς, Σλάβους, Βλάχους, Φράγκους, Τούρκους κλπ και αυτοί άφησαν το στίγμα τους στη γλώσσα μας εισάγοντας ποικίλες λέξεις από το λεξιλόγιό τους. Όμως, η δομή της γλώσσας, γραμματική, συντακτικό, εξελίχθηκαν, αλλά δεν εγκαταλείφθηκαν . Αρκετοί, πιο συστηματικά από όλους ο Κοραής, προσπάθησαν να καθάρουν τη γλώσσα μας από τις ξένες προσμίξεις και προέκυψε η καθαρεύουσα. Η καθαρεύουσα όμως ήταν κυρίως γραπτή, απροσπέλαστη επομένως από τη συντριπτική πλειονότητα του λαού που μιλούσε Ελληνικά, αλλά ήταν αγράμματος. Στην αντίπερα όχθη βρίσκονταν άλλοι σπουδαίοι διανοούμενοι, όπως ο Σολωμός, που υποστήριζαν την ομιλούμενη γλώσσα, τη δημοτική. Το κράτος πίεσε ποικιλότροπα επί 150 χρόνια περίπου για να επιβάλει την καθαρεύουσα, αλλά απέτυχε. Αν, ως υποψήφιος ανώτατης σχολής, έγραφα στη δημοτική, απορριπτόμουν ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο. Και μια αίτησή μου στο δημόσιο γραμμένη στη δημοτική επίσης απορριπτόταν για τον ίδιο λόγο. Δεν το συζητώ αν έγραφα σε φωνητική γραφή, όπως ο Βηλαράς. Τέλος επικράτησε η δημοτική μετά τη Μεταπολίτευση.

Ποια είναι λοιπόν η σωστή γλώσσα; Πριν από μερικές δεκαετίες, ο διάδοχος της Αγγλίας παραπονέθηκε πως οι φιλόλογοι δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους, αφού αναγκάζεται να διορθώνει ο ίδιος τα γραπτά των γραμματέων του. "Και ποιος είπε στο διάδοχο ότι η γλώσσα που μεταχειρίζεται αυτός είναι τα σωστά Αγγλικά;" ήταν η οργισμένη απάντηση του Συλλόγου των φιλολόγων. Πρέπει να το αποδεχθούμε: Δεν υπάρχει σωστή γλώσσα! Ή, να το πω αλλιώς. Σωστή είναι για τους φιλολόγους η γλώσσα που πειθαρχεί στους κανόνες της γραμματικής και του συντακτικού. Για τους χρήστες της όμως, σωστή είναι η γλώσσα που μεταφέρει όσο γίνεται πιστότερα, τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τη βούληση από τον ένα στον άλλο. Η γλώσσα διαμορφώνεται αυτόματα, σαν τα έθιμα. Αποστολή των φιλόλογων επιστημόνων είναι να μελετούν τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο λαός, να βρίσκουν τους επικρατούντες τύπους, να τους συστηματοποιούν και να τους συστήνουν. Αυτοί είναι οι γλωσσικοί κανόνες. Όχι να κοκκινίζουν σα "λάθη" τις εκφράσεις που δεν πειθαρχούν σ΄ αυτούς του "νόμους". Δεν είναι ούτε αστυνόμοι ούτε δικαστές. Δεν παύουν, ωστόσο, να είναι πολύτιμοι, αναγκαίοι καλύτερα, για να είναι δυνατή η επικοινωνία μεταξύ των ατόμων που απαρτίζουν μια ομόγλωσση κοινωνία.

Η γραφή επινοήθηκε πιθανώς από τον μυθικό Παλαμήδη, σαν εξέλιξη της Φοινικικής γραφής που έφερε, κατά τον Ηρόδοτο, ο Κάδμος. Συνεχίζομε να διατηρούμε τα φοινικικά ονόματα για τα γράμματά μας, εκτός των φωνηέντων που εισήγαγε ο Παλαμήδης, των έ-ψιλον, ύ-ψιλον, ό-μικρον, ω-μέγα. Λέγεται πως πιο παλιά μας έφερε τη γραφή μαζί με τη φωτιά ο Προμηθέας. Η απλότητα στη σύλληψη της Ελληνικής αλφαβητικής γραφής συνέτεινε στην πολιτιστική ανάπτυξη των προγόνων μας. Τα προφορικά πετούν (έπεα πτερόεντα), ενώ τα γραπτά μένουν (scripta manent) για να ενώνουν γνωστικά καθέναν με ένα ευρύ έλλογο περιβάλλον, σύγχρονο, παρελθοντικό και μελλοντικό. Η μοναδική γεωγραφική ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, με αφάνταστη ποικιλία εδάφους σε περιορισμένο χώρο, με ψηλά βουνά, νησιά, πεδιάδες κλπ κατοικούνταν από ανθρώπους που επικοινωνούσαν πολύ αποδοτικά στην ίδια γλώσσα. Οι βουνήσιοι βοσκοί (και ληστές), οι νησιώτες ψαράδες (και πειρατές), οι πεδινοί γεωργοί (τσιφλικάδες και κολλήγοι) ανέπτυσσαν διαφορετικό κόσμο καθένας μέσα του, ανάλογα με την επαγγελματική ενασχόλησή του. Όμως επικοινωνώντας διεύρυναν αφάνταστα τον ορίζοντα των εννοιών τους. Για το βουνήσιο, η λέξη "δέντρο" σημαίνει το έλατο και την οξυά· για το νησιώτη σημαίνει αρμυρίκι και συκιά· για τον πεδινό σημαίνει ελιά, εσπεριδοειδή. Αλλά για τους Έλληνες που επικοινωνούσαν όλοι μεταξύ τους, σήμαινε όλα αυτά.

Με την εξέλιξη της γλώσσας οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την ομιλούμενη γλώσσα, αλλά γνώριζαν να διαβάζουν και την προγονική γλώσσα. Ξέρομε τη γραπτή γλώσσα των αρχαίων Αθηναίων. Όλοι όμως καταλάβαιναν και τη γλώσσα του Ομήρου που κανένας δεν τη μιλούσε. Όπως οι σημερινοί Άγγλοι χρησιμοποιούν την τρέχουσα γλώσσα τους, αλλά καταλαβαίνουν, όταν διαβάζουν τα έργα του Shakespeare. Αντίστοιχα, εμείς χρησιμοποιούμε τη γλώσσα που μας έμαθε η μάνα μας, εμπλουτισμένη από τους κανόνες που μας φέρνουν οι δάσκαλοί μας και στηρίζονται στη μητρική γλώσσα όλων των σύγχρονων Ελλήνων, αλλά θα έπρεπε να μαθαίνουμε και να καταλαβαίνουμε, όχι να γράφουμε, τη γλώσσα των προγόνων, από τους πιο πρόσφατους, Παπαδιαμάντη, Κάλβο, Καβάφη κλπ, ως τον Όμηρο. Κι ακόμη, θα έπρεπε να γράφουμε με το πνεύμα των προγόνων μας (ένας φθόγγος για κάθε γράμμα και ένα γράμμα για κάθε φθόγγο) και όχι με τον τρόπο που συνάδει με τη γλώσσα που μιλούσαν εκείνοι (ιστορική ορθογραφία). Στοιχειώδης προϋπόθεση για να ξανααναπτυχθούμε και να βρεθούμε στην πρωτοπορία. Η γλώσσα μας έχει μοναδικά πλεονεκτήματα, όπως ασύγκριτη μουσικότητα, απέραντο γλωσσικό οπλοστάσιο, μοναδική κληρονομιά με ελάχιστες εξαιρέσεις (Κινέζοι, Ινδοί κλπ), συντακτική ευελιξία κλπ. Η πνευματική μας αδράνεια είναι το μόνο εμπόδιο.

Διαβάστε ακόμα