Ο Σύλλογος Εργαζομένων του Γενικού Νοσοκομείου Σύρου συμμετείχε χθες στην απεργιακή κινητοποίηση της ΠΟΕΔΗΝ

Σταθερή διεκδίκηση για τη δημόσια υγεία

Υποτονική ήταν η χθεσινή 2ωρη στάση εργασίας του Συλλόγου Εργαζομένων του Γενικού Νοσοκομείου Σύρου, η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της 24ωρης πανελλαδικής απεργιακής κινητοποίησης που κήρυξε η ΠΟΕΔΗΝ, ασχέτως αν οι διεκδικήσεις και τα αιτήματά του έχουν σταθερό χαρακτήρα.

Κύριο πρόβλημα που ανέδειξε στον χαιρετισμό της, η πρόεδρος του Συλλόγου, Κατερίνα Καλογεράκη αποτέλεσε ο “εφιάλτης” της υποστελέχωσης, την ίδια στιγμή που στο “Βαρδάκειο και Πρώιο”, έχουν λειτουργήσει νέα Τμήματα και Κλινικές.

Στην κινητοποίηση έδωσαν το “παρών” από τον Δήμο, ο επικεφαλής της Λαϊκής Συσπείρωσης, Νικόλας Καΐλης, η πρόεδρος των εργαζομένων του, Άννα Βαμβακάρη και εκπρόσωποι κομματικών οργανώσεων.

Μηδενική ενίσχυση, παρά τα νέα Τμήματα

Σαφής η κ. Καλογεράκη αναφορικά με την αναγκαιότητα πρόσληψης μόνιμου προσωπικού, μίλησε για τη σημερινή κατάσταση στο Νοσοκομείο. “Αν οι κλινικές του Νοσοκομείου ήταν οι ίδιες με τα προηγούμενα χρόνια, θα μιλούσαμε για επιτυχία αφού θα είχαμε επιτέλους πλήρη στελέχωση των τμημάτων. Όμως η δημιουργία νέων Τμημάτων, γεγονός πολύ θετικό για τις Κυκλάδες, δυστυχώς δε συνοδεύτηκε από τις απαιτούμενες προσλήψεις κατά την έναρξη λειτουργίας τους. Άραγε με τις νέες προσλήψεις στελεχώθηκαν επαρκώς οι νέες μονάδες;”, σχολίασε η ίδια, παραθέτοντας συγκεκριμένα στοιχεία.

“Μετά το 2020 ξεκίνησαν τη λειτουργία τους καινούργια Τμήματα στο Νοσοκομείο, όπως η ΜΑΦ (Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας), η κλινική COVID και το Εργαστήριο Μοριακού Ελέγχου ενώ προγενέστερα είχε ανοίξει η Παιδιατρική Κλινική. Για τη στελέχωση τους δεν έγινε ούτε μια πρόσληψη του απαραίτητου προσωπικού, αλλά έγινε αποδυνάμωση των ήδη υποστελεχωμένων υπόλοιπων τμημάτων”, σημείωσε, καταθέτοντας την οπτική του Συλλόγου για το σοβαρό θέμα.

“Για την ασφαλή και αυτόνομη λειτουργία των νέων τμημάτων απαιτείται η ενίσχυση της νοσηλευτικής υπηρεσίας με τουλάχιστον 30 εργαζόμενους. Αντί αυτού η νοσηλευτική υπηρεσία την 1/1/2020 διέθετε 106 μόνιμους εργαζόμενους και 23 έκτακτους ενώ σήμερα διαθέτει 104 μόνιμους και 33 έκτακτους, δηλαδή ενισχύθηκε με 8 άτομα ορισμένου χρόνου, ενώ το μόνιμο προσωπικό της έχει μειωθεί κατά 2 άτομα”.

Η πρόεδρος σε καυστικό τόνο, συμπλήρωσε δε, πως, “Έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε δημοσιεύματα εγκαινίων νέων κλινικών χωρίς ποτέ να πληρούνται οι προϋποθέσεις σε προσωπικό για την ασφαλή λειτουργία τους”. Ως εκ τούτου, επεσήμανε πως, ο Σύλλογος ζητά “άμεση στελέχωση του Νοσοκομείου και των Κέντρων Υγείας των Κυκλάδων με μόνιμες προσλήψεις προσωπικού, μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων δεδομένου ότι εξυπηρετούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, καμία μετακίνηση προσωπικού μεταξύ των μονάδων υγείας των Κυκλάδων και να μην επανέλθουν οι εργολάβοι στα Νοσοκομεία”.

Χωρίς εξαιρέσεις το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας

Αμέσως μετά προέβη και σε σχολιασμό των ανακοινώσεων της κυβέρνησης για την αύξηση του επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας. “Οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης περί αύξησης του ανθυγιεινού επιδόματος μας εξοργίζουν καθώς, αφενός οι αυξήσεις, στην περίπτωση που υφίστανται, είναι γελοίες, αφετέρου εξαιρούν ομάδες εργαζόμενων στα νοσοκομεία που είτε λιγότερο είτε περισσότερο, εκτίθενται καθημερινά σε επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας, όπως λόγου χάρη λογοθεραπευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, ιατροί-με ειδικό μισθολόγιο-, διοικητικοί, προσωπικό των τμημάτων πληροφορικής”. Σύμφωνα με όσα υποστήριξε μάλιστα, “ας μην ξεχνάμε ότι μέχρι και ο τελευταίος διοικητικός των νοσοκομείων υπέστη τα δυσμενή μετρά του Υπουργείου Υγείας κατά την περίοδο της πανδημίας (εξαίρεση από την κινητικότητα, στέρηση αδειών, αναστολές εργασίας, υποχρέωση διενέργειας rapid test σε ιδιωτικά εργαστήρια με έξοδα τους κλπ)”. Η ίδια συνέχισε, λέγοντας ακόμη πως, “όταν το Υπουργείο επέβαλε τον εμβολιασμό καθολικά σε όλους ανεξαιρέτως τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία, το έκανε γιατί έμπρακτα αναγνώρισε τον κίνδυνο στον οποίο υποβάλλονται προσερχόμενοι στη δουλειά τους. Τώρα που δια στόματος Υπουργού “αναγνωρίζεται έμπρακτα η προσφορά των υγειονομικών”, προφανώς όσους εξαιρεί από το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας δεν τους θεωρεί “υγειονομικούς” ή μήπως θεωρεί ότι δεν κινδυνεύουν αρκετά; Σε αυτή την περίπτωση όμως, γιατί τους ανάγκασε να εμβολιαστούν και μάλιστα με απόλυτη προτεραιότητα σε σχέση με το γενικό πληθυσμό;”.

Η πρόεδρος έκλεισε την αναφορά της στο θέμα, εξηγώντας πως η θέση του Συλλόγου είναι σαφής. “Ζητάμε τον διπλασιασμό του επιδόματος του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας για όλους τους υγειονομικούς με παράλληλη ένταξη όλων των ειδικοτήτων των εργαζομένων στο ΕΣΥ στην χορήγηση του επιδόματος σε διαφορετικές κατηγορίες”.