Αρετή, ήθος και ύφος...

Της Μαρίας Κρόντη
  • Τρίτη, 22 Απριλίου, 2014 - 06:10

Όλα αυτά σημαίνουν για μένα Παραδοσιακός χορός..., είναι στοιχεία που συνθέτουν ένα μεγαλείο μοναδικό, καθρέφτισμα μιας ιστορικής κληρονομιάς αξιοσέβαστης και αξιοπρόσεκτηε. Γι αυτό και έχει σημασία, τόσο η εκμάθηση, όσο και η διδασκαλία του χορού να συνοδεύεται πάντα από ιστορικά στοιχεία που βοηθούν στην κατανόηση του τρόπου ζωής των προγόνων μας, του τρόπου που ψυχαγωγούνταν, του τρόπου που επικοινωνούσαν, των αξιών τους, της σχέσης τους με τη φύση, της αγάπης τους για ελευθερία και ανεξαρτησία, της σχέσης τους με τη σοφία και τη γνώση, το μεράκι τους, τη λεβεντιά τους. Κι όλα αυτά αποτελούν έμπνευση των μουσικών που γράφτηκαν, των τραγουδιών, της δημοτικής μας ποίησης, των “συμβολισμών” που κάθε χορός αντιπροσωπεύει, αναπαριστά, αναδεικνύει.

Κάθε προσπάθεια που γίνεται για να υπηρετήσει τη γνησιότητα του ύφους των χορών κάθε σπιθαμής γης πατρίδας μας υπαρκτής ή χαμένης (Πόντος, Μικρά Ασία), της διαφορετικότητας, της μοναδικότητάς τους, είναι ιερή. Το αντίθετο είναι “έγκλημα” τρομερό κατά της παράδοσης και της διατήρησής της, εφόσον απομακρύνεται από το ύφος των χορών της κάθε περιοχής, ύφους και χρώματος, που όταν δεν υπάρχει και δεν συνδυάζεται με ήθος και αξίες, κατακρεουργείται και δεν μπορεί τότε να θεωρηθεί παράδοση, όσο καλά και να διδαχθεί. Το αποτέλεσμα στην εμφάνιση των χορευτών “κραυγάζει” και αποτελειώνει το κάθε εγχείρημα, οδηγώντας το σε παταγώδη αποτυχία.

Κάτι τέτοιο μόνο στη διατήρηση της παράδοσης δεν οδηγεί, κάτι τέτοιο μόνο στην ελληνική λεβεντιά δεν ζωντανεύει. Η, όσο γίνεται καλύτερη, αναπαράσταση του ύφους, της ζωντάνιας, του αέρα, της έκφρασης, είναι πιστεύω και η μεγαλύτερη επιτυχία, τόσο των χορευτών, όσο και του δασκάλου. Το τεχνικό μέρος, τα βήματα δεν είναι το ζητούμενο. Αυτά μπορούν με τον χρόνο, να τελειοποιηθούν, η τελειοποίηση όμως του ύφους σε συνδυασμό με ήθος, είναι μία άλλη διαδικασία, όχι και τόσο απλή. Για παράδειγμα, οι Ποντιακοί χοροί με πανάρχαιες καταβολές έχουν πολύ ιδιαίτερο και ξεχωριστό ύφος, μάλιστα ύφος που έχει επιπλέον στοιχεία ύφους, ανάλογα με την περιοχή του Πόντου από την οποία προέρχεται, αποκτώντας έτσι χαρακτηριστικά της περιοχής προέλευσης και ακόμη μεγαλύτερη μοναδικότητα και ομορφιά.

Δεν είναι επομένως εύκολο να γίνει καλή μίμηση όλων αυτών. Θα έλεγα ο πιο ειδικός σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ο δάσκαλος, ο προερχόμενος από τα μέρη αυτά, ο δάσκαλος που γονίδια και βιώματα, φέρνουν στο φως το ποντιακό στοιχείο που αναδεικνύει με έναν μαγικό τρόπο, το ιερό ύφος. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τους Ηπειρώτικους χορούς.

Ανάλογα με την περιοχή, αλλάζει ο τρόπος τραγουδίσματος, το ύφος του χορού γιατί κάθε τόπος αντιπροσωπεύει άλλα, εξίσου αξιόλογα στοιχεία πολιτιστικής κληρονομιάς, αξιών ξεχωριστού ήθους και μεγαλείου. Ο πλούτος τους, όταν τον ανακαλύπτει κανείς είναι ανεξάντλητος. Το ίδιο συμβαίνει και με τους Κρητικούς χορούς συνυφασμένους με τη λεβεντιά, την αγάπη για την ελευθερία, το πάθος για τη ζωή.

Και οι Μακεδονίτικοι χοροί, με το δικό τους ύφος, αποκαλύπτουν την ελληνική ψυχή, την ευλογία του τόπου, τις σχέσεις των ανθρώπων, της ειλικρίνειας, της ζωντάνιας. Και οι νησιωτικοί χοροί έχουν να δώσουν δικά τους αριστουργήματα τέχνης, με τη σβελτάδα τους, με τα “τσακίσματά” τους είναι εξίσου ιδιαίτεροι και σαφώς και αυτοί θέλουν τον δάσκαλό τους, που θα μεταδώσει στον μαθητή, τόσο την αγάπη για την παράδοση, όσο και ύφος.

Το ύφος κυλάει στο αίμα, προέρχεται από βιώματα, μέσα από την ψυχή αυτού που ξέρει, αυτού που έχει ψάξει, αυτού που έχει μάθει να αγαπάει την παράδοση. Τότε αποδίδεται το ύφος, αναλόγως του τόπου που κάποιος έχει ζήσει, τότε μεταδίδεται, με το σεβασμό που απαιτείται, για να μπορούμε να πούμε, ότι γίνεται σοβαρή δουλειά. Γνώσεις ιστορικο-λαογραφικού περιεχομένου μπορούν να βοηθήσουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Το αποτέλεσμα ασφαλώς μας ανταμείβει, χορευτές και δασκάλους.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφέρω ότι όλες αυτές οι παρατηρήσεις δεν είναι παρατηρήσεις και σκέψεις ενός ειδικού αλλά ενός ανθρώπου που αγαπάει με όλη την ψυχή το χορό και την παράδοση, βγαλμένης από την εμπειρία μου κάποιων χρόνων ενασχόλησης και συναναστροφής με αξιόλογους δασκάλους, που κάθε ένας μου έχει δώσει κάτι πολύτιμο.

Η δύναμη του ύφους κάνει τη διαφορά ενός ωραίου αποτελέσματος, που δεν μπορεί να υπάρχει, κατά την προσωπική μου άποψη αν δεν συνοδεύεται από το ήθος, την αρετή, την αγάπη για την παράδοση, αν δεν “σπουδάζεται” με αγάπη τόσο από τον μαθητή, όσο και από τον δάσκαλο. Μόνο ο χορός χωρίς να τον ζει κανείς, να ξέρει τί σημαίνει, δεν είναι αρκετός.

Η σχέση μαθητή – δασκάλου είναι σπουδαία, η επικοινωνία ξεχωριστή, στενή, ουσιαστική. Αν δεν υπάρχει τέτοια επικοινωνία, νομίζω πως το ύφος δεν μπορεί να μεταδοθεί. Όσο και αν τελειοποιείται το τεχνικό μέρος, δεν μπορούμε να μιλάμε για “μεταλαμπάδευση” της παράδοσης και της αγάπης για το χορό, αν το μεράκι του δασκάλου δεν υπάρχει και δεν μεταδίδεται από δάσκαλο σε μαθητή. Ο δάσκαλος πρέπει να κερδίζει την αποδοχή και το θαυμασμό του μαθητή, για να μπορεί ο μαθητής να αγαπήσει, αυτό που έχει αγαπήσει ο δάσκαλος, ώστε να μπρεί να του μεταδώσει το ΥΦΟΣ! Αυτό συμβαίνει σε κάθε τέχνη, σε κάθε γνώση. Ο δάσκαλος επίσης διατηρεί ήθος, τρόπο συμπεριφοράς παιδαγωγικά αρμόζων, φροντίδα για τον μαθητή, ενδιαφέρον, μεταλαμπάδευση αξιών, ιδίως στις νέες γενιές, που θα “ρουφήξουν” σαν σφουγγάρι ήθος και ύφος.